Τρίτη, 11η Μαρτίου 2025  7:41 πμ
Σάββατο, 01 Μαρτίου 2025 11:23

Εθιμικοί Συμβολισμοί: 1η του Μάρτη στην Παλαιομάνινα με τη «γριά να γνέθει και να βγάζει τα κατσίκια της» καλωσορίζοντας την άνοιξη!

Αν βρίσκετε το άρθρο ενδιαφέρον κοινοποιήστε το

Εθιμικοί συμβολισμοί του μήνα με 1η του Μάρτη στην Παλαιομάνινα με τη «γριά να γνέθει και να βγάζει τα κατσίκια της» καλωσορίζοντας την άνοιξη!

Με το μοναδικό στην Ελλάδα εθιμικό τρίστιχο «Μάρτσα, κάτσα, τα κατσίκια έβγαλα και τη ρόκα έγνεσα»που έλεγαν, γεμάτες αισιοδοξία, οι Ριμένες της Παλαιομάνινας πετώντας στην γκορτσιά τις ασπροκόκκινες κλωστές «μάρτσου» όταν πρωτόβλεπαν χελιδόνια…

Του Δημήτρη Στεργίου

Οι ασπροκόκκινες κλωστές «Μάρτσα» στα κλαριάΗ αείμνηστη μητέρα μου πού έδενε τις ασπροκόκκινεςκλωστές «Μάρτσα» στο δάκτυλο «παλικάρου»!

Όλα τα στάδια επεξεργασίας του μαλλιού από την πρώτη ύλη στο ύφασμα, όπως τα περνούσε η αείμνηστη μητέρα μου, και στη μελανόμορφη αθηναϊκή λήκυθο γύρω στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. (Νέα Υόρκη, MetropolitanMuseumofArt).

Εκπληκτική ομοιότητα, αρχαϊκή και η ενδυμασία της Ριμένας της Παλαιομάνινας!

Η όμορφη Βοσκοπούλα να γνέθει με τη ρόκα της, όπως την περιγράφει και ο Ηρόδοτος

Μετά τον χθεσινό μεγαλειώδη πανελλήνιο συναγερμό για τον πολύχρονο πολιτικό, κομματικό χειμώνα του, μονίμως σαδιστικού και δολοφόνου (ναι, και μάλιστα κατά συρροήν και, δυστυχώς, επιβραβευόμενου, αντί τιμωρία, επί 16 εκλογικές αναμετρήσεις από τον ίδιο τον (μαζοχιστικά) ταλαιπωρούμενο ελληνικό λαό με την επανεκλογή τους, συμβολικά και εθιμικά ξημέρωσε η σημερινή πρωτομαρτιάτικη μέρα, που σηματοδοτεί την άνοιξη, την κάθε άνοιξη αισιοδοξίας για καλύτερες μέρες.

Ζητώ συγνώμη που θα πλατυάσω με … αλλότριες αναδρομές, μολονότι το θέμα είναι λαογραφικό και αφορά τα έθιμα της 1ης του Μάρτη στο χωριό μου, όπως τα απαθανάτισα πριν από 70 χρόνια. Όμως, οβαθύτατα συγκινησιακός χθεσινός πανελλήνιος συναγερμός κατά του διαχρονικού δυνάστη δολοφόνου «επιτελικού κράτους» ή, κατ΄επίφασιν ευρωπαϊκώς, «κράτος δικαίου» στη χώρα μας μού θύμισε το βιβλίο «Οι μαυρόλυκοι,το χρονικό της Τουρκοκρατίας. 1565-1799» ( Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1981), για τον υπόδουλο Ελληνισμό στα τέλη του 18ου αιώνα, όπου παρουσιάζει τον γερο-Κοσμά να φέρνει στους συντρόφους του το αγέρι αισιοδοξίας, της άνοιξης,με τα λόγια (χαβά τότε όλων των Ελλήνων) απ’ το τραγούδι των παλικαριών:Ακόμα τούτ’ την άνοιξηραγιάδες, ραγιάδες,τούτο το καλοκαίρι,καημένη Ρούμελη,όσο να ’ρθεί ο Μόσκοβοςραγιάδες, ραγιάδες,να φέρει το σεφέρι,Μοριά και Ρούμελη». Αμ δε!

Πού να φανταζόμουνα, λοιπόν, όταν, μικρό παιδί σαν ήμουν και πήγαινα στο Δημοτικό Σχολείο της Παλαιομάνινας Αιτωλοακαρνανίας, του χωριού μου, αυτά που έβλεπα να κάνει η αείμνηστη μητέρα μουκάθε 1ητου Μάρτη (κι όχι 1η … Μάρτη, όπως έχει «πολιτογραφηθεί»γλωσσικώς και σχεδόν γενικώς από «δολοφόνους» της Δημοτικής!!!) πρωί-πρωίθα τα διδασκόμουνα (τω καιρώ εκείνω!) στο Πανεπιστήμιο (Νεοελληνική Λογοτεχνία, Λαογραφία κλπ) ή θα τα διάβαζα μετά σε βιβλιοθήκες και όλα μαζί σε πλούσια βιβλιογραφία για το έθιμο αυτό (Νικόλαος Πολίτης, Γ. Μέγας, Ιωάννης Χρυσόστομος, Μέγας Βασίλειος, Ιωσήφ Βρυέννιος και άλλοι).
Και κάθε 1η … Μάρτη «βλέπω» την αείμνηστη μητέρα μου να στρίβει κόκκινες και λευκές κλωστές που είχαν «κοπεί» από τον αργαλειό της και να τις δένει κυρίως στον μεγάλο δάκτυλο του ποδιού («παλικάρου» στον ελληνοβλάχικο λόγο, τον ριμένικο λόγο, τον ρωμαίικο λόγο, επειδή ήταν πιο … χοντρός και δυνατός!!!), στα δάκτυλα και τους καρπούς των χεριών.

Επίσης, τη «βλέπω» να βγάζει από τα δάχτυλα και τους καρπούς των χεριών στο τέλος του μήνα ή όταν πρωτοέβλεπαν τα μάτια της χελιδόνι ή πελαργό. Ακόμα, την «ακούω» να μού «λέει» πως το μεγάλο δάκτυλο του ποδιού, «το «παλικάρου», το έδενε για να αποφεύγονται τα χτυπήματα, μια και οι περισσότεροι την παλιά εποχή περπατούσαν χωρίς παπούτσια και, συνεπώς, το πρώτο που δάκτυλο χτυπούσε, επειδή εξείχε, από τις πέτρες ήταν αυτό το … κακόμοιρο!
Αλλά, αυτή η εικόνα, αυτή η σκηνή, αυτή η στιγμή που έχει μείνει ανεξίτηλη στο μυαλό μου είναι αυτή που έβγαζετις ασπροκόκκινες κλωστές από τα δάχτυλα και τους καρπούς των χεριών στο τέλος του μήνα ή όταν πρωτοέβλεπαν τα μάτια της χελιδόνι ή πελαργ και να τις πετάει στο δέντρο γκορτσιά (αγραπιδιά) για να τις βρουν τα πουλιά να κάνουν τις φωλιές τους καθώς ερχόταν η άνοιξη.Τότε θυμάμαι ότι έλεγε δυνατά το ακόλουθο τρίστιχο:

«Μάρτσα, κάτσα,
τα κατσίκια έβγαλα
και τη ρόκα έγνεσα»

Ομολογώ ότι τότε δεν καταλάβαινα γιατί τα έκανε όλα αυτά, γιατί τηρούσαν το έθιμο αυτό, που λέγεται «Μάρτσα» στο χωριό μου ή «Μάρτηδες» σε άλλες περιοχές της χώρας. Μόνο όταν πήγα στο Γυμνάσιο της Παλαμαϊκής Σχολής Μεσολογγίου και από δίψα για μάθηση ή γνώσεις φούντωναν οι ερωτήσεις για το παραμικρό που θεωρούσα περίεργο ή για έρευνα.Όλα αυτά και, κυρίως, το παραπάνω τρίστιχο με απασχόλησαν από την πρώτη στιγμή και απετέλεσαν πρόκληση για περαιτέρω έρευνα,

Μοναδικό στην Ελλάδα το εθιμικό τρίστιχο για τη γριά με τα κατσίκια!

Έδωσα μιαν εξήγηση για την πρώτη λέξη, τη λέξη «Μάρτσα» του εθιμικού τρίστιχου που έλεγαν στην Παλαιομάνινα για το έθιμο «Μάρτηδες». Ήταν εύκολη. Κατ΄ αρχάς, «Μάρτσα» ή «Μάρτσου» λένε οι Ελληνόβλαχοι της Ακαρνανίας τον Μάρτιο. Επίσης, «Μάρτσου» λέγανε και μια χρωματισμένη ταινία με ένα μικρό χρυσό ή αργυρό νόμισμα που αναρτούσε τα παλιά χρόνια η μητέρα στο λαιμό του μικρού παιδιού κατά την πρώτη Μαρτίου για να προστατεύεται από τον ήλιο. Είναι ένα έθιμο σύμφωνα με το οποίο αυτός που φορά τον «Μάρτη», κυρίως τα μικρά παιδιά, προστατεύονται είτε από ασθένειες γενικά ή «για να μην τα κάψει ο ήλιος», για να «μην τα μαυρίζει ο ήλιος» ή για να «μην τα πιάνει το μάτι». Σύμφωνα με το έθιμο, την 1η μέρα του Μαρτίου οι μητέρες φοράνε στα μικρά παιδιά τον «Μάρτη» για να τα προστατέψουν από τον πρώτο ήλιο της Άνοιξης, που είναι ιδιαίτερα βλαβερός, σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες.

Είναι, συνεπώς, η λέξη προσφώνηση της Μάρτη, ης 1ης Μαρτίου. Και η δεύτερη λέξη, η λέξη «κάτσα», τί συμβολίζει; Να είναι συνέχεια ως μια ομοιοκατάληκτη άσχετη λέξη; Ίσως, διότι αυτή είναι συνήθης σε βλάχικα και ηπειρώτικα κυρίως σατιρικά τραγούδια, όπως «μίρι, μίρι, μίτσι» ή «τάρνα, τάρνα ταρτανίστε το παιδί μου τραγουδήστε» ή «λάμπα, λάμπα κίτσα, έβγα στην πλακίτσα» ή «τρούμπε, τρούμπε τραχανά» ή «ττουμ, ντουμ, ούνα χώρε σ΄φέτσι σκρουμ» στην Παλαιομάνινα, δηλαδή ντουμ, ντουμ = ντουμάνι, ντουμάνι, ένα χωριό έγινε καπνός από κάψιμο), που δεν έχουν κανένα νόημα; Πιθανόν, να είναι και μια παραφθορά, συνήθης κι αυτή σε δημοτικά τραγούδια ή κάλαντα, της λέξης «κρόκη» ή κρόκου, που υπήρχε στα Ελευσίνια Μυστήρια, δηλαδή «μάρτσα» (κλωστή) κόκκινη, από τον κόκκινο … κρόκο!!! Πάντως, στα Άγραφα, όταν αφήνουν τον «Μάρτη» στα δέντρα «για να τον πάρουν τα χελιδόνια» τραγουδούν: Άφ’ κα σύκο και σταφύλ’ / και σταυρό κι αθημουνίτσα / γύρ’σα πίσω, δεν τα βρήκα / λίτσαρ-λίτσαρ, λίτσαρ-λίτσαρ». Σημειώνω ότι στον ελληνοβλάχικο λόγο τα δικτυωτά κάθετα νήματα του αργαλειού λέγονται «λίτσου» και, προφανώς, το τέλος του τραγουδιών αυτού αποτελεί επίκληση της κλωστής του Μάρτη!

Ομολογώ ότι με προβλημάτισαν πολύ οι δύο άλλοι στίχοι με την εικόνα των κατσικιών και της ρόκας. Η μία πιο εύκολη και πρώτη μου ερμηνεία είναι η ακόλουθη: Το έθιμο αυτό, πέρα από τις αρχαιοελληνικές ρίζες, ίσως συνδέεται και με τις προσδοκίες των ανθρώπων για καλοσυνάτες πια ημέρες. Άλλωστε και σήμερα λέμε «Από Μάρτη καλοκαίρι και από Αύγουστο χειμώνα». Επίσης, σχετικά με τη διατήρηση των χρωμάτων άσπροκαικόκκινο αυτά άλλες φορές συμβολίζουν την αυγή με το κόκκινο χρώμα πάνω στο λευκό χιόνι, ενώ άλλες φορές την αγάπη και την αγνότητα. Όλα αυτά καταδεικνύουν την αισιοδοξία και τη χαρά ότι μπορεί τώρα, τον Μάρτη, να βγουν έξω τα κατσίκια να βοσκήσουν και η Βλάχα να γνέθει με τη ρόκα της με τον καλό καιρό!
Ωστόσο, δεν μού φάνηκε ικανοποιητική κι αυτή η εξήγηση! Και με χαρά εντόπισα μια πειστικότερη στο βιβλίο “Παραδόσεις” του Νικολάου Πολίτη για τις … γριές! Συγκεκριμένα, γράφει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

“Ήταν μια φορά μια γριά, κι είχε κάτι κατσικάκια. Ο Μάρτης τότες είχε 28 ημέρες κι ο Φλεβάρης 31. Ήρθε εκείνη την εποχή ο Μάρτης κι επέρασε χωρίς να κάμει χειμώνα. Και η γριά, από τη χαρά της που βγήκανε πέρα καλά τα κατσικάκια της, εγελάστη και είπε: “Στην πομπή σου, γερο - Μάρτη, τ’ αρνοκατσικάκια μου καλά τα πέρασα.” Καθώς τ ’άκουσεν αυτά τα λόγια ο γερο - Μάρτης, εθύμωσε και στη στιγμή δανείζεται τρεις ημέρες από τον Φλεβάρη, τον γείτονά του, και αρχίζει ένα σορόκο, π’ έκαμε τη γριά να χωθεί από κάτου από ένα κακάβι και να φωνάζει: “Κάτσι, κάτσι, κάτσι!” γιατί έλεγε ότ’ εχόρευαν τα κατσικάκια επάνου στο κακάβι. Τα κατσικάκια της γριάς εψόφησαν απ’ το σορόκο κι από τότε έχει ο Μάρτης 31 ημέρες και ο Φλεβάρης 28. Ένεκα γι’ αυτό πό’ παθε εκείνη η γριά, τις τρεις ύστερες ημέρες του Μάρτη τις λένε ημέρες των γριών. Και ονοματίζουνε κάθε μία από δαύτες και με τ’ όνομα μιανής από τις πλιο ηλικιωμένες γριές του χωριού’ κι αν τύχει καλή η ημέρα λεν πως και η γριά είναι καλή, κι αν γίνει κακοκαιρία, λεν πως απ’ την κακία της έγινε.”

«Μάρτσα, κάτσι, κάτσι», δηλαδή, που στον ριμένικο λόγο έγινε … «κάτσα»

Ερμηνείες και συμβολισμοί

Τί σημαίνει, άρα αυτό το παράξενο τρίστιχο, όπως είναι και πολλά άλλα ακόμα βλάχικα δίστιχα ή τετράστιχα σε κάλαντα; Κατ΄ αρχάς, «Μάρτσα» ή «Μάρτσου» λένε οι Ελληνόβλαχοι της Ακαρνανίας τον Μάρτιο. Επίσης, «Μάρτσου» λέγανε και μια χρωματισμένη ταινία με ένα μικρό χρυσό ή αργυρό νόμισμα που αναρτούσε τα παλιά χρόνια η μητέρα στο λαιμό του μικρού παιδιού κατά την πρώτη Μαρτίου για να προστατεύεται από τον ήλιο. Είναι ένα έθιμο σύμφωνα με το οποίο αυτός που φορά τον «Μάρτη», κυρίως τα μικρά παιδιά, προστατεύονται είτε από ασθένειες γενικά ή «για να μην τα κάψει ο ήλιος», για να «μην τα μαυρίζει ο ήλιος» ή για να «μην τα πιάνει το μάτι». Σύμφωνα με το έθιμο, την 1η μέρα του Μαρτίου οι μητέρες φοράνε στα μικρά παιδιά τον «Μάρτη» για να τα προστατέψουν από τον πρώτο ήλιο της Άνοιξης, που είναι ιδιαίτερα βλαβερός, σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες.
Αυτό έθιμο μού θύμισε αργότερα το ποίημα του Κωστή Παλαμά για την πρώτη Μαρτίου:

Ρόδιζ’ η πρώτη του Μάρτη μέρα
και στο παιδάκι της η μητέρα
γελώντας πάει:
«Με μάρτη έρχομαι το λαιμό σου
να στεφανώσω σαν άγγελό σου
θα σε φυλάει.
Από χρυσάφι, προτού να φέξει
με τι φροντίδα το έχω πλέξει.
Για το χρυσό μου!
Με κάθε χρώμα το έχω ντύσει
ουράνιο τόξο, που θα στολίσει
τον ουρανό μου!»

Σημειώνεται ότι οι Βυζαντινοί πίστευαν πως η άσπρη κλωστή συμβολίζει το πρωινό φως του ήλιου και η κόκκινη το μεσημεριάτικο ήλιο και οι δυο μαζί διώχνουν το κάψιμο προστατεύοντας κατ’ αυτό τον τρόπο το πρόσωπο και το λαιμό από το άρπαγμα του μαρτιάτικου ήλιου. Ο ήλιος του Μαρτίου που καίει και τσουρουφλίζει, πιστεύεται, επίσης, πως δημιουργεί στο πρόσωπο στίγματα και λεκέδες: «Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε δεν ξεβάφει». Οι κοπέλες ιδιαίτερα έπρεπε να προφυλαχτούν: «οπόχει κόρην ακριβή του Μάρτη ο ήλιος μην την δει». Δηλαδή, η μαυρίλα σήμαινε … ασχήμια, προπάντων για τα κορίτσια, τα οποία η παράδοση ήθελε άσπρα και με ροδομάγουλα!

Η έρευνά μου αποκάλυψε ακόμα ότι η συνήθειανα δένονται με τον «Μάρτσου» ή «Μάρτη» είναι αρκετά παλιά. Πρόκειται για καθαρά ελληνικό έθιμο που καθιερώθηκε στην αρχαιότητα, όπως αποδεικνύει ο πατέρας της Λαογραφίας Νικόλαος Πολίτης στη σημαντική μελέτη του υπό τον τίτλο «Μάρτης», η οποία δημοσιεύθηκε στα «Λαογραφικά Σύμμεικτα τόμος Β» (ανατύπωση του 1975, από τις εκδόσεις της Ακαδημίας Αθηνών).Γράφει μεταξύ άλλων τα εξής:
«Το έθιμον είναι ίσως ακραιφνώς ελληνικόν, διότι είναι άγνωστον εις άλλους λαούς, πλήν τινών, οίτινες κατά πάσαν πιθανότητα εκ των Ελλήνων το παρέλαβον…την διατήρησιν του εθίμου εν Ελλάδι δυνάμεθα να βεβαιώσωμεν από των αρχαίων χρόνων εν αδιασπάστω συνεχεία παρά τοις Βυζαντινοίς. Εν χειρογράφω νομοκάνονι του ΙΣΤ΄αιώνος αναγιγνώσκομεν :’’βάμματα τοις παισίν ή τοις ζώοις αυτών επιθέτουσιν’’ και ‘’ή βάμματα, τουτέστιν κάνουραις ή μετάξια εις τας εαυτών κεφαλάς επιθέτουσιν’’. Περί τας αρχάς του Ι΄αιώνος ο σχολιαστής του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού μητροπολίτης Καισαρείας Βασίλειος έγραφεν :’’περιάμματα κατά τας χείρας και τους βραχίονας και τους αυχένας κλωσμάτια τινά βεβαμμένα και σελήνια μηνίσκων χρύσεα ή αργυρέα ή και της ευτελέστερης ύλης, τα υπό των γραϊδίων τοις βρέφεσιν επιδεσμούμενα επιψιθυριζουσών εις αποτροπιασμόν και άμα ταις γλώσσαις επιλιχμασσουσών το μέτωπον και αποπτυουσών μετά του φυσάν εκατέρωθεν»

Πάντως, σημειώνω ότι πριν από τον Άγιο Βασίλειο, ο πάτερας της Εκκλησίας Ιωάννης Χρυσόστομος είχε καταδικάσει «τον περιδενόμενον εις τα παιδία κόκκινον στήμονα», τονίζοντας τα εξής:
«Τι αν τις είποι τα περίαπτα και τους κώδωνας τους της χειρός εξηρτημένους και τον κόκκινον στήμονα και τα άλλα τα πολλής ανοίας γέμοντα, δέον μηδέν έτερον τω παιδί περιτιθέναι, αλλ’ ή την από του σταυρού φυλακήν; Νυν δε ούτος μεν καταπεφρόνηται…κρόκη δε και στήμων και τα άλλα περιάμματα τα τοιαύτα του παιδίου εμπιστεύονται την ασφάλειαν’’.

Και συνεχίζει ο Νικόλαος Πολίτης:

«Η υπό του Χρυσοστόμου πολεμουμένη, αλλά καθ΄όλον τον μετέπειτα χρόνον διατηρηθείσα υπό των Ελλήνων δεισιδαίμων συνήθεια, ήτο κληροδότημα της αρχαιότητος. Εις τον αρχαίον ελληνικόν κόσμον ήταν συνηθέστατα τα τοιαύτα περιάμματα, η μόνη δε προς τον ημέτερον Μάρτην διαφορά αυτών φαίνεται ήτο ότι δεν συνήπτοντο, ως ούτος, προς τακτόν χρόνον. Ο Paul Wolters κατέδειξεν έν αρχαίαις αγγειογραφίαις, πολυπληθείς παραστάσεις παίδων και ανδρών, εχόντων ταινίας ή κλωσμάτια, χαλαρώς προσδεδεμένα εις τον καρπόν της χειρός ή τα σφυρά των γυναικών, εχουσών τα κλωσμάτια εις τους πόδας, τους βραχίονας, τα στήθη ή τον τράχηλον. Τα προσδεδεμένα δε ταύτα κλωσμάτια ούτε κοσμητικόν σκοπόν εκπλήρουν ούτε πρακτικήν τινά χρησιμότητα είχον, αλλά προήρχοντο, ως αναγνωρίζει ο Wolters, εκ δεισιδαίμονος συνηθείας, της οποίας περίλειμμα είναι η συνήθεια του μάρτη, ως είχον καταδείξη εν τη διατριβή μου, τη δημοσιευθείση εν τη Εστία. Ήτο δε καθιερωμένη η δεισιδαίμων αύτη συνήθεια κατά την αρχαιότητα και υπό της λατρείας. Εν τοις Ελευσινίοις μυστηρίοις οι μύσται ‘’κρόκη καταδούνται την δεξιάν χείρα και τον αριστερόν πόδα, και τούτο λέγεται κροκούν’’. Η κατάδεσις εγίνετο πιθανώτατα, ως γίνεται δήλον εκ των ονομάτων, υπό γεννητών του γένους των Κροκωκιδών, κατά την ιεράν οδόν εν Κρόκωνι, παρά τα αρχαία σύνορα της Ελευσίνος και των Αθηνών, όπου μέχρι τα μέσα του Β’ αιώνος μ.Χ. εσώζοντο παλαιότατα ανάκτορα, καλούμενα του Κρόκωνος. Εκ τοιαύτης συνηθείας δύναται ίσως να εξηγηθή και εν τοις Σαμοθρακίοις μυστηρίοις περίζωσις των μυστών κατά την μύησιν με ταινίας πορφυράς. Η δεισιδαιμονία αύτη είναι απόρροια της πίστεως εις την μαγικήν δύναμιν των κεχρωματισμένων νημάτων, πίστεως κοινής εις πολλούς λαούς αρχαίους και νέους…οι Αθηναίοι, των οποίων ο μάρτης απετελείτο εξ ερυθρού νήματος και χρυσού, έλεγον ότι το χρυσάφι ήτο για να’ ναι εκείνος που το εφόρει πλούσιος και το κόκκινο μετάξι για να’ ναι εύρωστος και ροδοκόκκινος…αν παραδεχθώμεν την υπό της συμβολικής σχολής των μυθολόγων προτεινομένην ερμηνείαν, επειδή το λευκόν χρώμα είναι κατ’ αυτήν σύμβολου του πρωινού, και εν γένει του ασθενεστέρου φωτός του ηλίου, το δ’ ερυθρόν του μεσημβρινού καύματος, έπεται ότι κατά τον εις τας δεισιδαιμονίας εφαρμοζόμενον νόμον της συμπαθείας, τα ερυθρά και λευκά κλωσμάτια σκοπούσι την απέλασιν παντός εκ του ηλιακού καύματος κακού.»

Δηλαδή, ο Νικόλαος Πολίτης επιβεβαιώνει όσα έλεγε η μητέρα μου χωρίς να τον γνωρίζει ή να τον έχει διαβάσει, αφού ήταν αναλφάβητη!!!

Σημειώνω ότι συμβολικά το λευκό και το κόκκινο χρώμα τα συναντάμε συχνά στη δεισιδαιμονία όταν είναι να αποτρέψουμε κάποιο κακό. Αυτό μνημονεύεται και από τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Ο Αρτεμίδωρος στα «Ονειροκριτικά» συσχετίζει τους διάφορους στεφάνους των μαγισσών, ο Βιργίλιος στα «Βουκολικά» αναφέρει πολύχρωμους μίτους περιδεμένους τρεις φορές σε εικόνα ερωμένου για να τον σαγηνέψουνε. Ο Πετρώνιος αναφέρει όμοιες μαγγανείες, όπου δένουμε πολύχρωμο στήμονα στον τράχηλο. Οι Βυζαντινοί αναφέρουν τη χρήση βαμμένης κλωστής κατά της βασκανίας. Στα Ελευσίνια μυστήρια, όπως προαναφέρθηκε από τον Νικόλαο Πολίτη, κατά την αρχαιότητα οι νεαροί μύστες φορούσαν κρόκους στο δεξί χέρι και στο πόδι.
Ο Ηρόδοτος για την ωραία και προκομμένη κόρη με τη ρόκα!

Δεν ξεχνώ ποτέ την εικόνα της όμορφης κόρης με τη ρόκα , την οποία παρουσιάζει ο Ηρόδοτος στο Πέμπτο Βιβλίο του «Τερψιχόρη) του έργου του «Ιστορίαι». Δεν τεην ξεχνώ ποτέ διότι μού θυμίζει την αείμνηστη μητέρα μου, η οποία προσπαθούσε να κάνει «προκομμένες» τις δύο αδερφές μου Ζωή και Αντωνία «διδάσκοντας», μεταξύ άλλων (πλύσιμο ρούχων , ζύμωμα ψωμιού, μαγείρεμα κλπ) ήδη από μικρή ηλικία όλα τα στάδια επεξεργασίας του μαλλιού από το πλύσιμο, το γνέσιμο με τη ρόκα και την ύφανση στον αργαλειό. Γι΄ αυτό έκρινα ότι πρέπει να την μοιραστώ με τους φίλους μου, καθώς όλα αυτά δεν διδάσκονται σήμερα στα σχολεία. Από το βιβλίο αυτό παραθέτω τα ακόλουθα (12.1-13.1):

… «Κι όσο για τον Δαρείο, του συνέβη να δει ένα περιστατικό σαν το ακόλουθο και να του έρθει η ιδέα να δώσει εντολή στον Μεγάβαζο να κυριέψει τους Παίονες και να τους αρπάξει με τη βία για να τους μεταφέρει από την Ευρώπη στην Ασία· ήταν ο Πίγρης κι ο Μαστύης, Παίονες, που, όταν ο Δαρείος πέρασε στην Ασία, θέλοντας να γίνουν τύραννοι των Παιόνων, πηγαίνουν στις Σάρδεις και μαζί τους έφερναν μια αδερφή τους ψηλή και όμορφη. ] Περίμεναν να ᾽ρθει η μέρα που ο Δαρείος καθόταν στο θρόνο του στο χώρο που βρισκόταν μπροστά από την πόλη των Λυδών κι έκαναν το εξής: στόλισαν την αδερφή τους όσο καλύτερα μπορούσαν και την έστελναν να πάρει νερό κρατώντας στάμνα πάνω στο κεφάλι της και τραβώντας άλογο από τα γκέμια, που τα ᾽χε περασμένα στο χέρι της που έκλωθε λινάρι. Καθώς λοιπόν η γυναίκα περνούσε αποκεί, κίνησε την προσοχή του Δαρείου· γιατί δεν ήταν ούτε περσικά ούτε λυδικά ούτε κανενός ασιατικού λαού τα καμώματα της γυναίκας. Και, καθώς κίνησε την προσοχή του, ο Δαρείος στέλνει μερικούς δορυφόρους του με τη διαταγή να παραφυλάξουν τί θα κάνει με τ᾽ άλογο η γυναίκα. Αυτοί λοιπόν την ακολούθησαν από απόσταση, κι αυτή, φτάνοντας στο ποτάμι, πότισε το άλογο, κι αφού το πότισε και γέμισε τη στάμνα νερό, πήρε και περνούσε τον ίδιο δρόμο, κουβαλώντας το νερό πάνω στο κεφάλι και τραβώντας με τα γκέμια στο χέρι το άλογο και κλώθοντας με το αδράχτι (σημείωση δική μου: στο αρχαίο κείμενο το σημείο αυτό έχει ως εξής: .. «φέρουσα τὸ ὕδωρ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς καὶ ἐπέλκουσα ἐκ τοῦ βραχίονος τὸν ἵππον καὶ στρέφουσα τὸν ἄτρακτον», από τεην οποία παράγεται η νεοελληνική αδράχτι, ρόκα!!!).

Εντυπωσιάστηκε ο Δαρείος μ᾽ όσα άκουσε από τους κατασκόπους και μ᾽ όσα έβλεπε με τα μάτια του να ᾽χει μαζί της αυτή και διέταξε να τη φέρουν μπροστά του. Και μόλις του την έφεραν, νά τα και τ᾽ αδέρφια της που παραμόνευαν κάπου εκεί κοντά. Ρώτησε τότε ο Δαρείος ποιά είναι η πατρίδα της, κι οι νεαροί είπαν ότι είναι Παίονες κι εκείνη είναι αδερφή τους. Κι αυτός ξαναρώτησε, τί λαός είναι αυτοί οι Παίονες και πού ζουν, κι εκείνοι τί ήθελαν κι ήρθαν στις Σάρδεις. Κι αυτοί του αποκρίθηκαν πως ήρθαν για να του δηλώσουν υποταγή και πως η Παιονία είναι χώρα με πολλές πολιτείες στην περιοχή του Στρυμόνα ποταμού, κι ο Στρυμόνας βρίσκεται σε μικρή απόσταση από τον Ελλήσποντο, και πως ο λαός τους ήταν άποικοι των Τευκρών της Τροίας. Έτσι λοιπόν απάντησαν αυτοί στην κάθε ερώτησή του, κι εκείνος τους ρωτούσε αν όλες οι γυναίκες του τόπου τους ήταν τόσο προκομμένες. Κι αυτοί πρόθυμα βεβαίωσαν ότι ναι, έτσι είναι· πως γι᾽ αυτό άλλωστε έκαναν ό,τι έκαναν».

sinidisi.gr

Διαβάστηκε 172 φορές
Η Αιτωλοακαρνανία στο διαδίκτυο για ενημέρωση επι της ουσίας
west media call west media call west media call
Συντακτική Ομάδα του AitoloakarnaniaBest.gr

Καθημερινή ενημέρωση με οτι καλύτερο συμβαίνει και ότι είναι χρήσιμο για τον κόσμο στην Αιτωλοακαρνανία. Σε πρώτο πλάνο η ανάδειξη του νομού, ως φυσική ομορφιά, πολιτισμικές δράσεις, ιστορικά θέματα, ενδιαφέροντα πρόσωπα και ομάδες και οτι άλλο αξίζει να αναδειχθεί.