Γράφει ο Δημήτρης Κωνσταντόπουλος – Βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης ΠΑ.ΣΟ.Κ. – ΔΗΜ.ΑΡ.
Πιστεύω βαθιά ότι χαμένες μάχες είναι αυτές που δεν δόθηκαν. Δυστυχώς, αυτό επιβεβαιώθηκε με την κατάργηση του Πανεπιστημίου Δυτικής Ελλάδας, το 2013 μετά την υλοποίηση του «Σχεδίου Αθηνά», το οποίο είχε ιδρυθεί μόλις το 2009. Τότε, τα τμήματα με έδρα το Αγρίνιο και συγκεκριμένα το Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Αγροτικών Προϊόντων και Τροφίμων (Δ.Ε.Α.Π.Τ.), το Τμήμα Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων (Δ.Π.Φ.Π.) και το Τμήμα Διαχείρισης Πολιτισμικού Περιβάλλοντος και Νέων Τεχνολογιών (Δ.Π.Π.Ν.Τ.) αποφασίστηκε να ενταχθούν στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Όσοι όφειλαν, όμως, να αγωνιστούν, σ’ εκείνη τη συγκυρία, ώστε να διατηρήσουν την ύπαρξη του Πανεπιστημίου Δυτικής Ελλάδας και τη λειτουργία των τριών τμημάτων του στο Αγρίνιο, χωρίς να προβάλλουν καμία είδους αντίσταση, φλέρταραν με την κυβέρνηση προσδοκώντας ανταλλάγματα. Αυτή, λοιπόν, τη μάχη που κάποιοι εγκατέλειψαν τότε, σήμερα τη δίνουμε εμείς, όλοι όσοι πιστεύουμε ότι τα τμήματα αυτά είναι πολύτιμοι φορείς παραγωγής και διάχυσης της επιστημονικής γνώσης στην τοπική κοινότητα και ταυτόχρονα φάροι πνευματικής προόδου.
Τον Ιούνιο του 2015, εν μια νυκτί, η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Πατρών αποφάσισε τη μεταφορά των τριών Πανεπιστημιακών Τμημάτων στην Πάτρα, ώστε να ολοκληρωθεί το έγκλημα. Η τοπική κοινωνία, οι φορείς και η Δημοτική Αρχή Αγρινίου αντέδρασαν και προσωπικά, ως όφειλα, με Επίκαιρη Ερώτησή μου στον Υπουργό Παιδείας πήγε το θέμα στη Βουλή. Συζητήθηκε και απετράπη η μεταφορά τους. Καταφέραμε να ακυρώσουμε την απόφαση και να ανακόψουμε τον δρόμο όσων επέμεναν στη μεταφορά τους. Η προσπάθεια του Πανεπιστημίου Πατρών, ωστόσο, δεν σταμάτησε. Με νέα απόφαση της Συγκλήτου αποφάσισαν για δεύτερη φορά τη μεταφορά των τμημάτων από το Αγρίνιο στην Πάτρα. Τότε, τον Φεβρουάριο του 2016, θέσαμε ξανά στον Υπουργό Παιδείας, με Επίκαιρη Ερώτησή μου, το ζήτημα της οργανωμένης προσπάθειας για τη διάλυση και μεταφορά των Πανεπιστημιακών Τμημάτων διαμέσου της μετακίνησης μελών ΔΕΠ και ουσιαστικής αφαίμαξής τους.
Είναι γεγονός, ότι τόσο η εκπαιδευτική, πνευματική, πολιτιστική κοινότητα της Αιτωλοακαρνανίας, όσο και η Δημοτική Αρχή Αγρινίου, οι κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι, η Εκκλησία, το ΤΕΕ, τοπικοί φορείς, σύλλογοι, ενώσεις και Επιμελητήρια της πόλης, αντίθετοι με την απόφαση της Συγκλήτου για το ξήλωμα των πανεπιστημιακών δομών από το Αγρίνιο και τη μεταφορά τους στην Πάτρα έχουν θέσει στο τραπέζι λύσεις, ώστε αυτά να παραμείνουν στην πόλη. Το Δημόσιο, για παράδειγμα, παραχώρησε έκταση 178 στρεμμάτων- έκταση του πρώην πολιτικού αεροδρομίου του Δήμου Αγρινίου- προκειμένου να αναπτυχθούν υποδομές Πανεπιστημιούπολης μέχρι τον Μάρτιο του 2017. Κι ενώ έχουν υπάρξει αρκετές οχλήσεις εκ μέρους του ΤΕΕ προς το Πανεπιστήμιο Πατρών προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία παραχώρησης, δεν υπάρχει καμία επίσημη ανταπόκριση με αποτέλεσμα αυτό το κομμάτι γης που αποτελεί δημόσια περιουσία να απαξιώνεται και να κινδυνεύει να περιέλθει στην κυριότητα του ΤΑΙΠΕΔ και να καταστεί βορά ξένων συμφερόντων.
Η πρότασή μου είναι ξεκάθαρη και έχει κατατεθεί στην ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας από τον Απρίλιο του 2015. Η ίδρυση Σχολής Αειφορικής Διαχείρισης στο Πανεπιστήμιο Πατρών με έδρα το Αγρίνιο και ένταξη και των τριών Τμημάτων που εδρεύουν εκεί σε αυτή. Μια Σχολή με δική της Κοσμητεία και Διοίκηση. Πρόκειται για μια θέση που αποτελεί πάγιο αίτημα όχι μόνο των τοπικών φορέων, αλλά και σημαντικής μερίδας καθηγητών και των τριών Τμημάτων. Καθηγητές με πλούσιο διδακτικό και ερευνητικό έργο, οι οποίοι δεν προσδοκούν μέσα από αυτό το ζήτημα να προβληθούν, αλλά είναι προσηλωμένοι στα καθήκοντά τους και απογοητεύονται από τη συνεχή απαξίωση των Τμημάτων.
Η ίδρυση Σχολής είναι η μόνη ρεαλιστική και αναπτυξιακή λύση. Είναι μια λύση που έχει δοκιμαστεί στο παρελθόν, την περίοδο 1998-2009 από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και στέφθηκε με επιτυχία. Τα Τμήματα, άλλωστε, θα παραμείνουν υπό την σκέπη του τρίτου μεγαλύτερου Πανεπιστημιακού Ιδρύματος της χώρας, ενταγμένα όμως, πλέον σε μια αυτόνομη Σχολή. Μάλιστα, με την ίδρυση Κοσμητείας θα μπορέσουν να προωθηθούν και -γιατί όχι- ακόμη και να επιλυθούν ορισμένα χρόνια προβλήματα, όπως είναι τα επαγγελματικά δικαιώματα των φοιτητών και η φοιτητική στέγαση χωρίς διοικητικά εμπόδια και παρεμβάσεις. Η λύση αυτή θα ενισχύσει τις συνέργειες των τριών Τμημάτων σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο αναβαθμίζοντας τις επαγγελματικές δεξιότητες των φοιτητών. Οι διεθνείς όροι «Διαχείριση» (Management) και Αειφορία (Sustainability) μαζί με τον διεθνώς αναγνωρισμένο τίτλο του Πανεπιστήμιο Πατρών θα προσδώσουν αυξημένο κύρος στα πτυχία των αποφοίτων. Όσον αφορά δε στο Τμήμα Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων (Δ.Π.Φ.Π.), να αξιολογηθεί εάν το αντικείμενο λειτουργίας του και η πενταετής διάρκειά του το κατατάσει στα πολυτεχνικά τμήματα και να προωθηθεί η μετονομασία του σε Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος.
Η λύση αυτή εγγυάται την τοπική ανάπτυξη τόσο στο επίπεδο της Αιτωλοακαρνανίας, όσο και σε επίπεδο Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Δεδομένου ότι τα γνωστικά αντικείμενα των τριών Τμημάτων, Πολιτισμός, Περιβάλλον, Αγροτική Οικονομία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με το Νομό. Η Αιτωλοακαρνανία με την πλούσια αρχαία, βυζαντινή και μεταβυζαντινή κληρονομιά, ο νομός με τις μεγαλύτερες σε έκταση προστατευόμενες περιοχές Natura και με μεγάλο δυναμικό σε φυτική και ζωική παραγωγή είναι ένα «φυσικό εργαστήριο» για τους φοιτητές και των τριών Τμημάτων. Η νέα Σχολή δύναται να αποτελέσει μοχλό τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης μέσα από συνέργειες με την Περιφέρεια, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τα Επιμελητήρια και άλλους κοινωνικούς φορείς του τόπου.
Είναι, λοιπόν, δίκαιο η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Πατρών να δώσει τη σύμφωνη γνώμη της για την Ίδρυση Σχολής Αειφορικής Διαχείρισης με έδρα το Αγρίνιο. Δεν υπάρχει, άλλωστε, σύγκρουση γνωστικών αντικειμένων με κάποιο από τα τμήματα που λειτουργούν ήδη στο Πανεπιστήμιο Πατρών, ώστε να δημιουργούνται επικαλύψεις. Ούτε αυξάνονται οι δαπάνες του Πανεπιστημίου. Αντιθέτως, με μια τέτοια λύση θα επιτευχθεί σημαντική εξοικονόμηση πόρων. Το ανθρώπινο δυναμικό της νέας Σχολής μέσω της συνέργειας σε επίπεδο διδασκαλίας θα εξασφαλίσει την αρτιότερη εκπαίδευση των φοιτητών. Μέσω της εξοικονόμησης υλικών πόρων (αίθουσες διδασκαλίας – υλικοτεχνική υποδομή) θα μεγιστοποιήσει το όφελος σε επίπεδο εκπαίδευσης και έρευνας καθιστώντας βιώσιμη τη Σχολή. Επίσης, η δημιουργία δικτύου των τοπικών φορέων που θα συμβάλει στην ενίσχυση της Σχολής με δωρεές και κληροδοτήματα είναι άλλη μια δυνατότητα που πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την θεσμοθέτησή της.
Όλα τα περιφερειακά Πανεπιστήμια, πλέον, αντιλαμβάνονται τον ρόλο τους σε εύρος περιφέρειας, έχοντας Τμήματα σε περισσότερες από μία πόλεις. Τέτοια παραδείγματα είναι το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου (Τρίπολη-Κόρινθος-Σπάρτη), το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο (Ξάνθη-Κομοτηνή-Αλεξανδρούπολη-Έβρος), το Πανεπιστήμιο Αιγαίου (Μυτιλήνη-Χίος-Σάμος), το Πανεπιστήμιο Κρήτης (Ηράκλειο-Χανιά), αλλά με βάσει το μελλοντικό σχεδιασμό και το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Άλλωστε, στην εποχή όπου ο νέος Νόμος προβλέπει την ίδρυση παραρτήματος σε άλλη χώρα, δεν έχει κανένα ακαδημαϊκό έρεισμα η άποψη ότι η Ίδρυση Σχολής σε άλλη πόλη δεν είναι βιώσιμη.
Ας δώσουμε λοιπόν αυτή τη μάχη, που κάποιοι το 2013 αποφάσισαν να εγκαταλείψουν μπροστά στην αίγλη ενός υπουργικού θώκου. Ας αγωνιστούμε όλοι μαζί με εντιμότητα και ειλικρίνεια για να απεγκλωβίσουμε τα Πανεπιστημιακά Τμήματα του Αγρινίου από την ομηρία μέσα από μια βιώσιμη και μακρόπνοη λύση που θα δώσει άλλες αναπτυξιακές δυνατότητες στην Αιτωλοακαρνανία και την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας.
agrinionews.gr