Η φιλία και οι φίλοι είναι τόσο δημοφιλές θέμα σε ξένα και εγχώρια μέσα ακριβώς επειδή η δημιουργία και συντήρησή της συνταιριάζεται δύσκολα με τις αξίες και τον τρόπο ζωής μας.
Γράφει η Λασκαρίνα Λιακάκου για το lifo.gr
Γράφω σήμερα έπειτα από μια διαπίστωση: η αρθρογραφία με επίκεντρο τη φιλία γίνεται viral, συστηματικά και καθημερινά. Ο κόσμος ενδιαφέρεται να μάθει πώς γίνονται οι άλλοι φίλοι, αναρωτιέται αν έχει αρκετούς φίλους, αναρωτιέται πώς διακρίνει τον φίλο από τον απλό γνωστό, θέλει να μάθει αν έχει δικαίωμα να πενθήσει το τέλος μιας φιλίας, αν έχει δικαίωμα να ζηλέψει που η φίλη αφιερώνει χρόνο αλλού κι όχι στον κοινό χρόνο, πώς δημιουργούνται νέες φιλίες στην ενήλικη ζωή, αν «επιτρέπεται» οι συνάδελφοι να θεωρούνται φίλοι, αν η σχέση που έχουν στη ζωή τους είναι αμοιβαίως «αληθινή» φιλία και όχι «περιστασιακή γνωριμία ένεκα συνθηκών».
Η φιλία είναι ένα απ’ τα ελάχιστα είδη σχέσης για τα οποία δεν υπάρχει κοινή συμφωνία σχετικά με το από τι ακριβώς συνίσταται. Είναι μια έννοια αόριστη, καθεμία την ορίζει ακριβώς όπως επιθυμεί. Ενώ το να συστήσεις ένα πρόσωπο ως «σύζυγο», «γιο», «πεθερά», «θεία», «νονά» εξηγεί σε τρίτους πάνω κάτω το είδος της σχέσης, όταν συστήνεις κάποιον ως «φίλο» οι τρίτοι δεν μπορούν να είναι σίγουροι για το είδος της σχέσης που σας συνδέει.
«Φίλη» μπορεί να είναι μια πρώην, μια συνάδελφος, μια γνωστή από τις διακοπές που βλέπεστε τρεις φορές στις πλατείες του χωριού κάθε Αύγουστο, ο άνθρωπος που θα αναλάμβανε το παιδί σου αν πέθαινες, ο άνθρωπος με τον οποίο μοιράζεσαι κάθε μέρα σου, κάποια που πιστεύεις ότι σου έχει αλλάξει τη ζωή με την παρουσία της. Είναι, νομίζω, η μόνη αναγνωρισμένη κοινωνικά σχέση που δεν μπορεί να αποτελέσει επαρκή λόγο θεμελίωσης μιας νομικής συσχέτισης προσώπων.
Ενώ δεν σημαίνει το ίδιο για όλους, για κάθε έναν από εμάς κάτι σημαίνει. Και ό,τι και να σημαίνει, μας οδηγεί στο να ενδιαφερόμαστε πολύ για το περιεχόμενο που παράγεται γι’ αυτή. «10 τρόποι να αναγνωρίσεις τους τοξικούς φίλους στη ζωή σου», «Η φίλη μου θέλει ακριβό δώρο, είναι λογικό;», «Η φίλη μου θεωρεί δεδομένο ότι μπορεί να μένει σπίτι μου, πώς να θέσω όρια;», «Πώς άλλαξαν οι φιλίες των ανθρώπων μετά τον Covid;»: πίσω από τους viral τίτλους υποβόσκει το ερώτημα «πώς “πρέπει” τελικά να είναι μια φιλία;». Και, τελικά, πόσο χρόνο «πρέπει» να της δίνουμε; Και, όταν διαπιστώνουμε ότι η φιλία είναι δύσκολη και θέλει κοινό χρόνο και ενδιαφέρον και μοίρασμα, πώς θα καταφέρουμε να την έχουμε χωρίς να την πληρώσουμε;
Yπάρχουν δεδομένα που δείχνουν ότι ο μέσος Αμερικανός, από εκεί που περνούσε 6,5 ώρες την εβδομάδα με φίλους, βρέθηκε στα τέλη του 2019 να περνά μόλις 4. Το 2021, ο αριθμός αυτός έπεσε στις 2,45 ώρες την εβδομάδα. Στη Βρετανία, έρευνα του 2018 έδειξε ότι το 27% των ανδρών δηλώνει ότι «δεν έχει καθόλου φίλους». Σε πρόσφατη έρευνα του 2024 σχετικά με το στάτους της αμερικανικής φιλίας με δείγμα 6.000 Αμερικανούς, προέκυψε ότι το 40% των ερωτηθέντων «νιώθει ότι δεν είναι τόσο κοντά με τους φίλους του όσο θα ήθελε να είναι».
Στις πρακτικές δυσκολίες πρέπει να συνυπολογίσουμε έναν ακόμη επιβαρυντικό παράγοντα: σκεφτόμαστε ανταλλακτικά και η φιλία δυσκολεύει όταν κοιτάς πόσα θα πάρεις απ’ τον φίλο σου. Και πώς να μη σκεφτόμαστε ανταλλακτικά; Για έναν μέσο άνθρωπο με εργασία και οικογενειακές υποχρεώσεις, ο χρόνος είναι πάντα λιγοστός. Η φιλία θέλει κάποια άπλα, θέλει χρόνο για μοίρασμα, εξομολογήσεις, κοινή εμπειρία, κοινό βίωμα. Πού να βρεθεί χρόνος για την καλλιέργειά της; Και όταν αφιερώνεις χρόνο σε μια σχέση, ενώ ζεις μια πιεσμένη ζωή, δεν είναι εύλογο να θέλεις κάποια ανταπόδοση;
Και πες πως βρίσκεται. «Ο εαυτός σου είναι πάνω απ’ όλα», μας λέει η εποχή μας. Το self-care μας, η ζωή μας, τα όριά μας, η προστασία του χρόνου μας, να βρούμε το σθένος και το κουράγιο να πούμε «το ότι είμαστε φίλοι δεν σημαίνει ότι είμαι ο ψυχολόγος σου». Eίναι δύσκολο ο ίδιος άνθρωπος που εμφορείται από τις αξίες του καιρού μας να είναι ένας άνθρωπος που μπορεί να είναι δοτικός φίλος.
Ακόμη και το να ζητήσεις από φίλους να βοηθήσουν σε μια μετακόμιση, να μοιραστούν μαζί σου φαγητό, να έρθουν να μείνουν σπίτι σου γιατί φοβάσαι κάποιο βράδυ, να έρθουν μαζί σου στον γιατρό, φαίνεται φόρτωμα όταν ξέρεις ότι «ο καθένας έχει τη ζωή του στην οποία είναι main character». Η πρακτική και συναισθηματική στήριξη που συχνά συνοδεύει εννοιολογικά τη φιλία στις μέρες μας μοιάζει παράφωνο αίτημα.
Πιστεύω ότι έχουμε ανάγκη να διαβάζουμε για τη φιλία γιατί έχουμε ανάγκη να την επαναπροσδιορίσουμε μ’ έναν τρόπο που να ταιριάζει στην αληθινή και όχι στην ιδεατή μας ζωή. Δεν είναι κακός ένας άνθρωπος που σκέφτεται ανταλλακτικά και θέλει να δει επιστροφή του χρόνου που έχει «επενδύσει» σε μια σχέση. Ναι, δεν θέλουμε να δούμε τις φιλίες έτσι, αλλά πόσο ρεαλιστικό είναι να περιμένουμε ότι, απ’ όλους τους τομείς της ζωής μας, αυτή η έννοια θα παραμείνει ανέγγιχτη από τον παλμό της εποχής;
Είναι πολύ λογικό να νιώθουμε ανικανοποίητοι απ’ τις φιλίες μας, όταν αυτές συναγωνίζονται ένα ιδεατό που μόνο «εξωκοινωνικά» μπορεί να υπάρξει. Ταυτόχρονα, είναι πολύ λογικό να κατηγορούμαστε ότι είμαστε ανεπαρκείς φίλοι όταν το άτομο που μας απευθύνεται έχει στο νου του μια ιδέα για τη φιλία που δεν συνάδει με τον τρόπο με τον οποίο είναι δομημένη η κοινωνία σήμερα.
H απάντηση στο «πώς κάνουμε φίλους ως ενήλικες» πρέπει, μάλλον, να ξεκινήσει από μια αλλαγή στις προσδοκίες μας. Όχι επειδή είναι το «σωστό». Επειδή είναι πρακτικό. Μάθαμε τι σημαίνει φιλία στο σχολείο, στον στρατό, στην κατασκήνωση, ως παιδιά χωρίς υποχρεώσεις.
Είναι απολύτως αδύνατον οι αρχικές μας εντυπώσεις για τη φιλία να μπορούν να μεταφερθούν ανέγγιχτες στην ενήλικη ζωή. Η ένταση και το πάθος που χαρακτηρίζουν τις παιδικές φιλίες συνέβησαν μέσα σε περιβάλλοντα ατέλειωτου κοινού χρόνου, όπου υπήρχε μόνο το σήμερα.
Στην ενήλικη ζωή, μόνο η εργασία είναι υποχρεωτική και εκεί μαθαίνουμε νωρίς ότι δεν πρέπει να θεωρούμε τους συναδέλφους μας φίλους. Μαθαίνουμε επίσης ότι χρειάζεται να βάζουμε όρια στους άλλους, να προστατεύουμε τον χρόνο μας, να μη γινόμαστε σάκοι του μποξ. Η συνύπαρξη ελάχιστου χρόνου και προτεραιοποίησης του «εγώ» έναντι του «εμείς» αναπόφευκτα αλλάζει τη φύση της φιλίας. Αν το χωνέψουμε αυτό, σε πρώτη φάση δεν θα αισθανόμαστε αποτυχημένοι.
Αν όμως θέλουμε να είμαστε, έστω και τώρα, καλοί φίλοι;
Αυτό σημαίνει ότι χρειαζόμαστε το θάρρος και το κουράγιο να είμαστε ανυπάκουοι. Σημαίνει ότι θα διαφωνήσουμε με την εποχή μας και θα σταθούμε απέναντί της. Σημαίνει ότι θα βρεθούμε στη θέση να πιστεύουμε στο «μαζί» και την υγιή εξάρτηση απ’ τους άλλους, όταν το μήνυμα που παίρνουμε ξεκάθαρα μας λέει πως μετράει πολύ περισσότερο το «εγώ» και η πλήρης ανεξαρτησία.
Σημαίνει επίσης ότι στον εβδομαδιαίο μας προγραμματισμό θα σχεδιάσουμε χρόνο με άλλους, ενώ τις ώρες εκείνες θα είμαστε κουρασμένοι και θα θέλουμε να πάμε σπίτι και να μείνουμε μόνοι. Και θα αποφασίσουμε να μην ακυρώσουμε, παρά το ότι θέλουμε, γιατί από πριν έχουμε αξιολογήσει ότι τις φιλίες τις θέλουμε στη ζωή μας και έχουμε αποφασίσει ότι θα καταβάλουμε τον κόπο που απαιτείται για να τις συντηρήσουμε.