Φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια επετειακών εορτασμών του Πολυτεχνείου
Από το μέγα πλήθος ενός εκατομμυρίου του 1974 στις μονοψήφιες χιλιάδες των τελευταίων χρόνων - Οι ματωμένες πορείες του 1980 και του 1985, με τους 2+1 νεκρούς - Η καμμένη Πρυτανεία το 1991 και το ρεκόρ συλλήψεων το 1995
Το απόγευμα της 23ης Ιουλίου του 1974 η Αθήνα συγκλονιζόταν από τους πανηγυρισμούς χιλιάδων ανθρώπων. Υστερα από επτά χρόνια «γύψου», το χουντικό καθεστώς εγκατέλειπε άρον άρον την εξουσία, μη αντέχοντας το βάρος της ακροτελεύτιας πράξης του, συνώνυμης με εθνική προδοσία. Την τραγωδία της Κύπρου.
Ενώ νύχτωνε και ξεκαθάριζε ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θα ηγούνταν της νέας σελίδας της χώρας, πολλοί διαδηλωτές αίφνης έσπευσαν στο Πολυτεχνείο. Η νύχτα έγινε μέρα από άπειρα κεριά και φαναράκια. Στη μνήμη των θυμάτων του μαρτυρικού τριημέρου του Νοέμβρη του ’73. Που κανείς δεν ήξερε τότε καν πόσα ήταν. Οι στιγμές για όσους τις έζησαν ήταν συγκλονιστικές. Κυλούσαν σιωπηρά, οι ιαχές είχαν πάψει.
Αυτή ήταν η πρώτη απόδειξη ότι το Πολυτεχνείο είχε ήδη εγγραφεί στη συλλογική συνείδηση των Ελλήνων ως σύμβολο της αντίστασης εναντίον του τυραννικού καθεστώτος, ανεξάρτητα από το προσωπικό βίωμα και τις προσλαμβάνουσες του καθενός.
Για πολλούς που ήθελαν ψυχικά να ήταν μέρος του αλλά δεν το τόλμησαν, ίσως ήταν και ευκαιρία να απενοχοποιήσουν τη δική τους αδράνεια και παθητικότητα απέναντι στη δικτατορία όχι μόνο σε εκείνο το δραματικό τριήμερο, αλλά και σε ολόκληρη την επταετία. Εκείνη τη νύχτα ακούστηκε για πρώτη φορά το σύνθημα «το Πολυτεχνείο ζει».
Ξεσηκωμός
Φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια επετειακών εορτασμών του Πολυτεχνείου. Ενός ξεσηκωμού των φοιτητών της εποχής που συμπύκνωσαν αυτά που ήθελαν να κατακτήσουν σε τρεις λέξεις: «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία».
Ξεκίνησε ως πανεπιστημιακή κατάληψη, μετεξελίχθηκε σε μαζικό αντιδικτατορικό ξέσπασμα. Αυτό ήθελε ιδέες και ανθρώπους. Τα είχε. Ετσι χτίστηκε στη συνέχεια και ο μύθος του.
Αποτέλεσε βεβαίως τη θρυαλλίδα καταιγιστικών εξελίξεων. Ηταν η απαρχή, όχι κατ’ ανάγκην ο παραγωγός της αλληλουχίας τρομερών ιστορικών γεγονότων: Πολυτεχνείο - Κύπρος - Μεταπολίτευση. Που επανέφεραν μεν τη Δημοκρατία στον τόπο που τη γέννησε, όμως ακρωτηρίασαν για δεύτερη φορά μέσα στον ίδιο αιώνα τον Ελληνισμό.
Γύρω από τα «γιατί» και τα «αν» του Πολυτεχνείου αναπτύχθηκαν πολλές θεωρίες, υποθέσεις και ερωτήματα. Τα κίνητρα, οι σκοπιμότητες, η συμμετοχή, ακόμη και ο αριθμός των θυμάτων. Αλλά το ιστορικό γεγονός κατάφερε να λειτουργεί ως παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές. Και να αντέχει. Υπέστη τη φθορά της εργαλειοποίησης από τα κόμματα, που έδωσαν το καθένα το δικό του νόημα στον ξεσηκωμό.
Πιο εύκολα το πέτυχαν τα κόμματα της Αριστεράς. Για το ΠΑΣΟΚ υπήρξε ο ιδεώδης τρόπος για να συνδέσει μεταξύ τους γενιές από μια μακρινή σκοτεινή εποχή με το παρόν του τότε έξαλλου αντιαμερικανισμού και αντιδεξιού κλίματος, της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου, προτού προσγειωθεί στον πραγματισμό του δικού του κυβερνητικού μέλλοντος.
Για τη Νέα Δημοκρατία ήταν ένα δύσκολο στοίχημα, καθώς ερχόταν διαρκώς να υπενθυμίσει τις ευθύνες της προδικτατορικής Δεξιάς για την επταετία. Παρότι τα ιστορικά στελέχη της πρωτοστάτησαν στην αποδόμηση του χουντικού καθεστώτος. Ενώ την ίδια ώρα, ο ιδρυτής της Ν.Δ. προχωρούσε με τεράστιες δυσκολίες και κινδύνους το εγχείρημα της εγκαθίδρυσης μιας, επιτέλους, σύγχρονης δυτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Μοιραία, επομένως, το Πολυτεχνείο υπέστη στην πορεία του χρόνου τη φθορά της κομματικής εκμετάλλευσης, αλλά και της εν γένει αντίδρασης, κριτικής και τελικά απογοήτευσης των πολιτών μπροστά στις εκάστοτε αντίξοες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες.
Το κομματικό χρώμα των εορτασμών των επετείων και το ετήσιο ραντεβού αναρχικών και μπαχαλάκηδων για βανδαλισμούς περιουσιών -του ίδιου του Πολυτεχνείου μη εξαιρουμένου- και συγκρούσεις με την Αστυνομία επιτάχυναν τη φθίνουσα συμμετοχή, κυρίως όμως την ψυχική απομάκρυνση, φοβία έως και αποστροφή ακόμα περισσότερων από τις επόμενες γενιές. Ενα πέπλο παρακμιακών φαινομένων γύρω από τους εορτασμούς που απειλούν το ίδιο το ιστορικό γεγονός της εξέγερσης.
Σε αυτό συνέβαλε και το ότι κάποιοι από τους πρωτεργάτες που έχτισαν τον μύθο εκτιμήθηκε πως άρχισαν να τον εξαργυρώνουν σε αξιώματα και καριέρες. Τότε ο θρύλος μεταμορφωνόταν σε γήινο γεγονός. Η φλόγα της αλλαγής μετατρεπόταν σε επιφύλαξη και καχυποψία. Οι σπουδαίες αρχές και τα μεγάλα ιδανικά έχαναν πολλή από τη λάμψη τους.
Παρά ταύτα, δεν έχει (ακόμα τουλάχιστον) απομυθοποιηθεί. Παρότι η περίφημη «γενιά του Πολυτεχνείου», σημερινοί συνταξιούχοι πλέον, παλεύει να ισορροπήσει ανάμεσα σε επιτυχίες και αποτυχίες, που μάλλον με υπερβολική ευκολία πιστώθηκε και χρεώθηκε αντίστοιχα, το ίδιο το Πολυτεχνείο παραμένει σύμβολο μαζικής, γνήσιας αντίστασης των νέων, κορυφαία πράξη μιας εποχής απέναντι στο δικτατορικό καθεστώς.
Σε πείσμα πολλών, σε περυσινή έρευνα της Metron Analysis, το 76% των ερωτηθέντων θεώρησε το Πολυτεχνείο ως έκφραση μαζικής αντίδρασης κατά της δικτατορίας παρά περιορισμένης έκτασης γεγονός και το 81% ότι συνέβαλε πολύ στην πτώση της χούντας. Το 61% (έναντι 33%) αποτίμησε θετικά το αποτύπωμα της γενιάς του Πολυτεχνείου και των πρωταγωνιστών των γεγονότων.
Η πρώτη επέτειος
Η πρώτη επέτειος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου συνέπεσε με τις πρώτες μεταδικτατορικές ελεύθερες εκλογές. Κατά πολλούς ο Κων. Καραμανλής επέλεξε αυτή την ημερομηνία, φοβούμενος επεισόδια και άλλους κινδύνους στα πρώτα βήματα της δημοκρατικής πορείας της χώρας. Πολλοί «αμετανόητοι» καραδοκούσαν να την εκτρέψουν με κάθε ευκαιρία.
Ευνόητα, απαγορεύτηκαν οι συγκεντρώσεις και ο εορτασμός μετατέθηκε για το τριήμερο 22-24 Νοεμβρίου. Αντέδρασαν σφοδρά ακροαριστερές φοιτητικές οργανώσεις. Αγνόησαν την απαγόρευση και την Παρασκευή, 15 του μήνα, οργάνωσαν ογκώδη συγκέντρωση στο Πολυτεχνείο και ακολούθως πορεία μέσω της λεωφόρου Αλεξάνδρας προς το Σκοπευτήριο της Καισαριανής.
Παράλληλα, στο Σύνταγμα διεξαγόταν η τελευταία προεκλογική συγκέντρωση της νεοσύστατης Νέας Δημοκρατίας, με ομιλητή τον Κων. Καραμανλή. Ο μεγάλος φόβος των Αρχών ήταν μήπως επιχειρηθεί κάποια προβοκάτσια. Σε πείσμα των οπαδών της ανωμαλίας, ουδέν συνέβη.
Από τις κάλπες προέκυψε μήνυμα σαφές: το εκκωφαντικό 54,37% της Νέας Δημοκρατίας. Δεν άφηνε αμφιβολία για το τι ήθελαν οι Ελληνες εκείνη τη στιγμή, την εδραίωση της πολύπαθης Δημοκρατίας, και στη συνέχεια η χώρα να ξεκινήσει να κλείνει τις άλλες πληγές της.
Ο επίσημος εορτασμός είχε λίγες κομματικές σημαίες και πολύ αυθορμητισμό. Με αμέτρητα στεφάνια στο προαύλιο και ανθοδέσμες, ποιήματα, σκίτσα και ζωγραφιές στα κάγκελα του Ιδρύματος. Με τον Γιάννη Ρίτσο να απαγγέλλει στίχους της «Ρωμιοσύνης», τη Μαρία Φαραντούρη και τον Νίκο Ξυλούρη από τον εξώστη του κτιρίου της Αρχιτεκτονικής να τραγουδούν το «Πότε θα κάνει ξαστεριά», ανάμεσα στα συνθήματα που δονούσαν την ατμόσφαιρα. Ποια συνθήματα; «Δώστε τη χούντα στον λαό», «ΝΑΤΟ Σία προδοσία» και άλλα συναφή.
Σχεδόν ένα εκατομμύριο άνθρωποι συμμετείχαν στην πορεία προς την αμερικανική πρεσβεία. Στην απόλυτη κυριολεξία, μέγα πλήθος και μέγα πάθος. Ο προορισμός της επελέγη λόγω της εμπλοκής των ΗΠΑ στην πορεία του δικτατορικού καθεστώτος όσο και στην τραγωδία της Κύπρου. Είκοσι πέντε χρόνια μετά, η δημόσια συγγνώμη του Μπιλ Κλίντον στο Προεδρικό Μέγαρο της Ηρώδου Αττικού ήρθε να απαντήσει σε κάθε τυχόν αμφισβήτηση.
Τα ελληνικά και διεθνή ειδησεογραφικά δίκτυα τη χαρακτήρισαν πορεία-μαμούθ. Ακομμάτιστη, ενωτική, ενθουσιώδη, ειρηνική. Δεν θα την ξαναέβλεπαν. Είχε και έντονο αντιμοναρχικό στίγμα. Ηδη ο Κων. Καραμανλής είχε ανακοινώσει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος στις 8 Δεκεμβρίου για να λυθεί το Πολιτειακό. Οι συγκεντρωμένοι έδωσαν το στίγμα τους, προάγγελο του 69% που ακολούθησε υπέρ της αβασίλευτης Δημοκρατίας.
Τα reports του πρέσβη Κιούμπις
Τα πρώτα χρόνια ο αντιαμερικανισμός κυριαρχούσε σε όλο το φάσμα των εκδηλώσεων του εορτασμού της επετείου. Εχει ενδιαφέρον να επισκοπήσει κανείς το πώς η αμερικανική πλευρά έβλεπε αυτό το κλίμα σε μια χώρα-σύμμαχο, που όμως με απόφαση του Κων. Καραμανλή είχε αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ λόγω του «Αττίλα 2».
Ειδικότερα, πώς αποτιμούσε τα γεγονότα, το κλίμα και τους απορρέοντες κινδύνους πριν και μετά το εκάστοτε εορταστικό τριήμερο η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα. Πρέσβης ο Τζακ Μπλουμ Κιούμπις, διάδοχος του αλήστου μνήμης Χένρι Τάσκα.
Πολλά επί αυτών ήρθαν στην επιφάνεια μέσω των WikiLeaks στην περίφημη Public Library of US Diplomacy. Χαρακτηριστικά, τα όσα περιείχε έγγραφο του Κιούμπις (74ATHENS8198) της Πέμπτης 14ης Νοεμβρίου του 1974, με επικεφαλίδα «Φόβοι για σπουδαστικές αναταραχές προ των εκλογών». Παραλήπτες το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και η στρατιωτική διοίκηση του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη.
Ο πρέσβης αναφερόταν σε «φήμες στα επιτελεία κομμάτων ότι οι εξτρεμιστές ελπίζουν να καλλιεργήσουν κλίμα στη συγκέντρωση του Πολυτεχνείου για να προκαλέσουν αναταραχή στην προεκλογική συγκέντρωση της Ν.Δ., ένα μίλι πιο μακριά, με τελικό στόχο να προκαλέσουν συγκρούσεις με τις δυνάμεις ασφαλείας, ώστε να επηρεάσουν τον χρόνο των εκλογών». Εκτιμούσε ότι «ο μύθος για την εξέγερση του Πολυτεχνείου σε σχέση με τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα έχει αποκτήσει μεγάλη ισχύ».
Σε επόμενο έγγραφό του (74ATHENS8359) εν όψει του επίσημου εορτασμού ο Κιούμπις δήλωνε ανήσυχος για το αντιαμερικανικό πνεύμα που κυριαρχούσε: «Στο σκεπτικό του εορτασμού έχει δοθεί διακριτός πολιτικός χρωματισμός από την οργανωτική φοιτητική επιτροπή μαρξιστικού προσανατολισμού.
Θέτει στόχους την πλήρη αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, την οριστική απομάκρυνση των αμερικανικών και νατοϊκών βάσεων, την επίλυση του Κυπριακού βάσει των αποφάσεων του ΟΗΕ και την τιμωρία των υπευθύνων για την 21η Απριλίου, τη 17η Νοεμβρίου και την 15η Ιουλίου (σ.σ.: ημέρα του πραξικοπήματος στην Κύπρο)».
Η περίφημη «μούτζα»
Στην τελική απολογιστική του αναφορά (74ATHENS8419) εκτιμούσε ότι «η κορύφωση των εκδηλώσεων ήταν η πορεία 200.000-300.000 Ελλήνων από το Πολυτεχνείο μέχρι την αμερικανική πρεσβεία, όπου οι διαδηλωτές φώναζαν “έξω οι Αμερικάνοι” και έκαναν την πενταδάκτυλη υποτιμητική ελληνική χειρονομία, γνωστή και ως “μούντζα” [...] Η καθαρά μαρξιστική εκμετάλλευση του εορτασμού έδωσε μια αντιαμερικανική απόχρωση, συνδέοντας την επίσημη αμερικανική παρουσία με τους βασανιστές της ΕΣΑ, τους σφαγείς του Πολυτεχνείου και τους πραξικοπηματίες της Κύπρου».
Εναν χρόνο αργότερα, στις 18 Νοεμβρίου του 1975, μετά τη δεύτερη επέτειο, ο Κιούμπις σε αναφορά του (1975ATHENS8955) διαπίστωνε ότι «η βία και η αιματοχυσία στο Πολυτεχνείο της Αθήνας πριν από δύο χρόνια έχουν αποκτήσει τις διαστάσεις εθνικού συμβόλου στα μάτια των Ελλήνων, και ιδιαίτερα της νεολαίας.
Η τεράστια πλειονότητα των Ελλήνων που δεν έκαναν τίποτα για να αντιπαρατεθούν στη χούντα τώρα τιμά την επέτειο του Πολυτεχνείου, του μόνου συγκεκριμένου δείγματος αντίστασης στη χούντα. Και γιορτάζοντάς την εξιλεώνεται εν μέρει για τη συναίνεσή της στην επί επτά χρόνια στρατιωτική δικτατορία». Πόση αλήθεια άραγε έκρυβε αυτή η διαπίστωση;
Ηλένια, το πρώτο πλήγμα
Η ιστορία της Ηλένιας, στην πρώτη κιόλας επέτειο του Πολυτεχνείου, εν μέσω ενός φορτισμένου συγκινησιακά σκηνικού, ήταν μια πρώτη απόπειρα παραχάραξης της φυσιογνωμίας της εξέγερσης.
Σε ένα σημείο, ανάμεσα σε στεφάνια και ανθοδέσμες, υπήρχε το σκίτσο μιας πανέμορφης κοπέλας. Δίπλα, ένα χειρόγραφο σημείωμα: «Την λένε Ηλένια Ασημακοπούλου. Είναι το κορίτσι μου. Χάθηκε το βράδυ της σφαγής. Κανένας δεν την ξανάδε. Πήγα σπίτι της, αλλά έχουν χαθεί και οι γονείς της. Οποιος ξέρει για το μαρτυρικό τέλος της, ας με πληροφορήσει».
Εξαίρετο σπαραξικάρδιο αφήγημα, με τις εφημερίδες να γράφουν: «“Τι απόγινε η Ηλένια μου;”: Η τραγωδία ενός αγοριού που ψάχνει ακόμα για το δολοφονημένο κορίτσι του». Ακολουθούσαν λεπτομέρειες. Ο νεαρός ανέφερε ότι ήταν μαζί στο Πολυτεχνείο, μετά την εισβολή βγήκαν από την πύλη της Στουρνάρη, όπου ένας ένοπλος την πυροβόλησε εν ψυχρώ στην πλάτη.
Ακούμπησε πάνω του βγάζοντας αίμα από το στόμα προτού καταρρεύσει. Εκείνος συνελήφθη. Οταν αφέθηκε ελεύθερος μήνες μετά, αναζήτησε στο Χαλάνδρι τους γονείς και τον μικρότερο αδελφό της, όμως είχαν εξαφανιστεί. Παρά ταύτα, δεν κατέθεσε στον εισαγγελέα-ανακριτή για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου Δημήτρη Τσεβά, επειδή φοβόταν.
Τι απόγινε, λοιπόν, η Ηλένια; Κανείς δεν ήξερε. Αλλά η κοπέλα του σκίτσου δεν ήταν καμιά... Ηλένια. Το σκίτσο της ήταν κλεμμένο από μια διαφήμιση σαμπουάν της αγγλικής εταιρείας Breck. Είχε δημοσιευτεί στην αγγλική έκδοση του «Vogue». Δημιουργός ο σημαντικός ζωγράφος πορτρέτων Νίκολας Ιγκον, με μοντέλο τη Νεοζηλανδή Νάνσι Κρίντλαντ. Δεν λεγόταν Ηλένια, από 4 ετών ζούσε στο Λονδίνο και ουδέποτε δολοφονήθηκε έξω από το Πολυτεχνείο.
Με την αποκάλυψη της κραυγαλέας απάτης ο δράστης, σπουδαστής της Σχολής Ηλεκτρολόγων, Γιάννης Ηλιόπουλος, οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη. Στις 18 Φεβρουαρίου του 1975 καταδικάστηκε σε φυλάκιση οκτώ μηνών.
Το ποινικό αδίκημα ήταν δευτερεύον. Το μείζον ήταν ότι η άθλια αυτή πλαστογραφία, αν δεν ήταν σκόπιμη, άνοιξε την όρεξη για τους πάσης φύσεως και κινήτρων αμφισβητίες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου να τη σπιλώσουν.
Στη βιασύνη τους, πάντως, εκτέθηκαν ανεπανόρθωτα. Ανακηρύσσοντας ένα από τα θύματα της παραπληροφόρησης την Ιωάννα Τσάτσου. Ανακάλυψαν ότι «στη μνήμη της Ηλένιας κατατέθηκαν τα περισσότερα στεφάνια, με πρώτο και καλύτερο εκείνο της Ιωάννας Τσάτσου -συζύγου του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας- η οποία μάλιστα γονάτισε μπροστά στο σκίτσο και δάκρυσε». Αλλά ο Κωνσταντίνος Τσάτσος εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας στις 19 Ιουνίου 1975, δηλαδή τέσσερις μήνες μετά τη δικαστική καταδίκη του Ηλιόπουλου.
Οι δύο νεκροί το 1980
Δύο μαύρες επέτειοι μνήμης του Πολυτεχνείου έμειναν στην Ιστορία, καθώς συνοδεύτηκαν από δολοφονίες διαδηλωτών. Η πρώτη το 1980. Η κυβέρνηση Ράλλη απαγόρευσε την πορεία προς την αμερικανική πρεσβεία.
Εναν μήνα πριν είχε ανακοινώσει την επάνοδο της χώρας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Η αντίδραση της αντιπολίτευσης ήταν μάλλον υποτονική, έρχονταν εκλογές.
Η πορεία της Εθνικής Φοιτητικής Ενωσης Ελλάδος (ΕΦΕΕ) ολοκληρώθηκε ομαλά γύρω στις 8.30 το βράδυ. Η ατμόσφαιρα όμως ήταν περίεργη. Λίγο αργότερα και ενώ τα μπλοκ της πορείας διαλύονταν στο Σύνταγμα, περίπου 3.000 άτομα, κυρίως της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, επιχείρησαν να κινηθούν προς τη Βασιλίσσης Σοφίας, διασπώντας τον αστυνομικό κλοιό.
Ακολούθησαν σύγκρουση και πανδαιμόνιο. Μάχες σώμα με σώμα, με ιδιαίτερη σκληρότητα από την πλευρά των ΜΑΤ κατά των διαδηλωτών, αδιακρίτως προέλευσης. Τα επεισόδια διήρκεσαν επί ώρες και ανατροφοδοτήθηκαν όταν κυκλοφόρησε η πληροφορία ότι υπήρχαν νεκροί διαδηλωτές.
Οι φήμες ήταν αληθείς. Ο 24χρονος Κύπριος φοιτητής της Νομικής Ιάκωβος Κουμής, χτυπημένος στο κεφάλι από κλομπ αστυνομικών μεταφέρθηκε στο Λαϊκό κλινικά νεκρός. Βρέθηκε στην πορεία με την Επιτροπή Αυτοδιάθεσης Κύπρου. Σύμφωνα με μαρτυρίες, δεν συμμετείχε στα επεισόδια, καθόταν σε καφενείο στη στοά του Μετοχικού Ταμείου Στρατού. Πέθανε στις 23 Νοεμβρίου.
Την ίδια νύχτα, η 21χρονη εργάτρια Σταματίνα Κανελλοπούλου έπεσε επίσης στην Πανεπιστημίου αιμόφυρτη από αλλεπάλληλα χτυπήματα αστυνομικών κλομπ. Μεταφέρθηκε χωρίς τις αισθήσεις της στο Ιπποκράτειο όπου και άφησε την τελευταία της πνοή, προτού οι γιατροί τής προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες. Το ιατροδικαστικό πόρισμα συγκλονιστικό: 18 χτυπήματα στο κρανίο, πολλαπλά κατάγματα, βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση.
Η κυβέρνηση επέρριψε την ευθύνη για τα επεισόδια στους διαδηλωτές. Διέταξε ΕΔΕ για την απόδοση ευθυνών για τους δύο θανάτους, όμως οι ένοχοι δεν βρέθηκαν ποτέ.
Ούτε από τις μηνύσεις των συγγενών των θυμάτων προέκυψε κάτι. Στη Βουλή μία εβδομάδα αργότερα ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης έκανε μια δήλωση ιστορική: «Και ο Αρχάγγελος Μιχαήλ σπάθην κρατεί στα χέρια του για να αμυνθεί εναντίον των δαιμόνων. Δεν κρατεί άνθη».
Αν κάτι προέκυψε, όμως, σε πολιτικό επίπεδο ήταν η πρώτη δήλωση του Ανδρέα Παπανδρέου, προς έκπληξη όλων: «Μικρές ομάδες ανευθύνων στοιχείων και προβοκατόρων άγνωστης και ύποπτης προέλευσης δημιούργησαν θλιβερά έκτροπα με προφανή σκοπό να αμαυρώσουν και να δυσφημήσουν τη μεγάλη λαϊκή επέτειο του Πολυτεχνείου». Δείγμα της αναδίπλωσής του εν όψει των εκλογών.
Ο Καλτεζάς
Επόμενη κατάμαυρη στιγμή το 1985. Το ΠΑΣΟΚ, με νωπή δεύτερη λαϊκή εντολή (2 Ιουνίου), είχε προχωρήσει σε μέτρα λιτότητας, καθώς η οικονομία κλυδωνιζόταν. Στο κλίμα αυτό, στην επέτειο του Πολυτεχνείου για πρώτη φορά κατέθεσε στεφάνι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Χρήστος Σαρτζετάκης.
Η πορεία με συμμετοχή περίπου 150.000 ατόμων ήταν ήρεμη. Η νύχτα όμως ήταν μεγάλη. Ξαφνικά ξέσπασαν μικροεπεισόδια μεταξύ Αστυνομίας και αναρχικών κοντά στο Πολυτεχνείο. Και κάποια στιγμή συνέβη το αναπάντεχο.
Ο 27χρονος αστυφύλακας Αθανάσιος Μελίστας ευρισκόμενος μέσα σε σταθμευμένη στη Στουρνάρη κλούβα των ΜΑΤ πανικοβλήθηκε όταν αντελήφθη μια μολότοφ να εκτοξεύεται και να σπάει ένα παράθυρο. Πυροβόλησε. Σε απόσταση 20 μέτρων βρισκόταν ο 15χρονος Μιχάλης Καλτεζάς. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., ετοιμαζόταν να ρίξει βόμβα μολότοφ εναντίον της κλούβας. Η σφαίρα τον βρήκε στο κεφάλι.
Η είδηση της δολοφονίας και η φωτογραφία ενός νεκρού παιδιού την επομένη σόκαραν τους πάντες. Επί του πρακτέου, οδήγησαν στην κατάληψη του κτιρίου του παλιού Χημείου στην οδό Σόλωνος.
Η Επιτροπή Ασύλου του ΕΚΠΑ, με πρόεδρο τον πρύτανη Μιχάλη Σταθόπουλο και εκπρόσωπο των φοιτητών τον Γιάννη Τσαμουργκέλη της Πανελλήνιας Αγωνιστικής Σπουδαστικής Παράταξης (ΠΑΣΠ, προσκείμενη στο ΠΑΣΟΚ), έδωσε άδεια εισόδου στο Χημείο στις αστυνομικές δυνάμεις.
Ακολούθησε σύρραξη. Επρόκειτο για την πρώτη άρση του ασύλου από τη θεσμοθέτησή του από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1982. Στο μεταξύ, υπέβαλαν παραίτηση για λόγους ευθιξίας ο τότε υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης Μένιος Κουτσόγιωργας και ο αναπληρωτής του Θανάσης Τσούρας. Ο πρωθυπουργός δεν τις αποδέχτηκε. Αφησε όμως ακέφαλη την ΕΛ.ΑΣ. θέτοντας σε διαθεσιμότητα τρία κορυφαία, ικανότατα στελέχη της, τους Γεώργιο Ρωμοσιό, Μανώλη Μποσινάκη και Στυλιανό Τζανάκη.
Δέκα ημέρες αργότερα, σε αντίποινα για τη δολοφονία του Καλτεζά, η 17Ν προχώρησε σε έκρηξη βόμβας σε παγιδευμένο αυτοκίνητο, σταθμευμένο δίπλα σε κλούβα των ΜΑΤ, στο ξενοδοχείο «Caravel».
Σκοτώθηκε ο αστυφύλακας Νίκος Γεωργακόπουλος και υπήρξαν 14 τραυματισμοί. Αυτουργοί οι Βασίλης Τζωρτζάτος, Δημήτρης Κουφοντίνας και Χριστόδουλος Ξηρός. Οι ανώτατοι αξιωματικοί επανήλθαν στο Σώμα, αλλά ήταν αργά.
Ο Μελίστας καταδικάστηκε πρωτοδίκως σε δυόμισι χρόνια φυλάκιση με αναστολή και σε δεύτερο βαθμό αθωώθηκε στις 26 Ιανουαρίου του 1990 από το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο με ψήφους 6-1.
Η σημαία «ιδιοκτησίας» ΠΑΣΠ
Ενα από το πιο εμβληματικά σύμβολα της εξέγερσης βρίσκεται αδιαλείπτως στην εμπροσθοφυλακή της πορείας του Πολυτεχνείου. Η αιματοβαμμένη σημαία που ανέμιζε στα χέρια του ένας εκ των συγκεντρωμένων που παρέμενε στη θέση του στην πύλη της Πατησίων μέχρι την εισβολή του τανκ. Γεγονός που απαθανατίστηκε από την κάμερα του Ολλανδού δημοσιογράφου Αλμπερτ Κουράντ που βρισκόταν στο μπαλκόνι του δωματίου του στο ξενοδοχείο «Ακροπόλ».
Αυτό που λίγοι γνωρίζουν είναι η μετέπειτα τύχη αυτής της σημαίας. Ενα σύμβολο-φάντασμα που εμφανίζεται ξαφνικά, με έναν μαγικό τρόπο, στην κεφαλή της πορείας από μέλη της ΠΑΣΠ και όταν φτάνει στην αμερικανική πρεσβεία, με έναν εξίσου ταχυδακτυλουργικό τρόπο… εξαφανίζεται. Μέχρι την επόμενη επέτειο...
Παραμένει δηλαδή στα χέρια μιας φοιτητικής παράταξης, η οποία επικαλείται λόγους... ασφαλείας. Λογικοφανείς ενδεχομένως, καθώς παντού παραμονεύουν οι πάσης φύσεως μπαχαλάκηδες και λοιποί καλοθελητές. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση η θέση της είναι αλλού.
Κάποιες φωτογραφίες ήθελαν τη ματωμένη σημαία στα χέρια λοκατζήδων. Το δεδομένο είναι ότι την επαύριο των γεγονότων κάποιοι την παρέδωσαν στα γραφεία της εφημερίδας «Βραδυνή» στην Ομόνοια. Ο εκδότης της, ο αείμνηστος Τζώρτζης Αθανασιάδης, ανέλαβε να τη φυλάξει. Ουδέποτε αποκάλυψε πώς έφτασε στα χέρια του.
Επί Μεταπολίτευσης, αρχικά είχε την ευθύνη της το Κεντρικό Συμβούλιο της ΕΦΕΕ. Στην πρώτη εποχή των πορειών το να κρατάει κάποιος τη σημαία ήταν τεράστια τιμή. Από τα τέσσερα σημεία της από τα οποία την κρατούσαν πορευόμενοι ισάριθμοι εκπρόσωποι των φοιτητικών παρατάξεων χτίστηκαν και πολιτικές καριέρες ολκής: Στέφανος Τζουμάκας, Χρήστος Παπουτσής, Χρύσανθος Λαζαρίδης, Σταύρος Κοντονής, Παύλος Πολάκης, ο κατάλογος μακρύς.
Η σημαία πέρασε στην κατοχή της ΠΑΣΠ πριν από το 1980. Από την εποχή της προεδρίας Παπουτσή στην ΕΦΕΕ φυλασσόταν διαρκώς σε σπίτια κορυφαίων στελεχών της. Το 2008 ο τότε γραμματέας του ΠΑΣΟΚ Γιάννης Ραγκούσης, αν και προανήγγειλε ότι θα παραδοθεί στη Βουλή, αποδέχτηκε τελικά τη μεγαλοπρεπή άρνηση των Πασπιτών.
Το 2021 σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967-1974 (ΣΦΕΑ) ζήτησε από τους φύλακες της σημαίας του Πολυτεχνείου να την παραδώσουν για έκθεση στο Μουσείο Αντιδικτατορικής Δημοκρατικής Αντίστασης. Δεν την παρέδωσαν.
Το μπρούτζινο κεφάλι
Δεξιά της κεντρικής πύλης, στον περίβολο του Πολυτεχνείου, δεσπόζει η μπρούτζινη κεφαλή του μνημειακού γλυπτού στο οποίο κατατίθενται κάθε χρόνο τα στεφάνια. Δίπλα του, η σιδερένια πόρτα που γκρέμισε το τανκ. Η κεφαλή συμβολίζει την εξέγερση των φοιτητών, κάτι σαν τον «ανώνυμο αγωνιστή».
Δεν σχετίζεται όμως με τους νέους του 1973. Απεικονίζει τον ιστορικό Νίκο Σβορώνο. Δημιουργός ο σημαντικός γλύπτης Μέμος Μακρής, στενός φίλος και ομοϊδεάτης του Σβορώνου. Γεννήθηκε το 1913, σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και επί γερμανικής κατοχής ανέπτυξε αντιστασιακή δράση. Μετά την απελευθέρωση συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι.
Απελάθηκε από τη Γαλλία το 1950 και ζήτησε πολιτικό άσυλο στην Ουγγαρία. Εκεί έζησε πολλά χρόνια και καθιερώθηκε ως ένας από τους γλύπτες με συνθέσεις στο πνεύμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Το 1964 του αφαιρέθηκε η ελληνική υπηκοότητα. Την επανέκτησε το 1975 μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
Το γλυπτό τοποθετήθηκε στον χώρο του Πολυτεχνείου λίγα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση, επί πρυτανείας Γεωργίου Βουδούρη, μέλους του ΚΚΕ και επίσης προσωπικού φίλου του Μακρή. Ο Νίκος Σβορώνος, τον οποίο απεικονίζει, γεννήθηκε το 1911. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Αθηνών. Αν και από βενιζελική οικογένεια, εντάχθηκε επί Κατοχής στις τάξεις του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ.
Τον Δεκέμβριο του 1945 με υποτροφία της Γαλλικής Δημοκρατίας έφυγε στη Γαλλία με το πλοίο «Ματαρόα». Στο ταξίδι γνωρίστηκε με τον Μακρή. Στο Παρίσι φοίτησε Φιλολογία και Ιστορία στις Ecole Pratique des Hautes Etudes και Ecoles des Langues Orientales. Το 1955 του αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια και το 1961 απέκτησε τη γαλλική. Επέστρεψε στην Ελλάδα μετά τη δικτατορία και δίδαξε στα Πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης και Κρήτης.
Περίοδοι και σταθμοί
Οι εορτασμοί της επετείου του Πολυτεχνείου μπορούν να επιμεριστούν σε τέσσερις περιόδους, συνάρτηση των εκάστοτε πολιτικών και κοινωνικών συνθηκών. Η πρώτη μεταξύ 1974-1981 ήταν των μαζικών εκδηλώσεων. Μια γιορτή ακόμα φοιτητική. Φυσικά η κομματικοποίηση εισέβαλε σταδιακά. Το 1978 συμμετείχε και αντιπροσωπεία της Βουλής ενώ στη διαδήλωση η ΟΝΝΕΔ.
Από το 1981 με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία η επέτειος απέκτησε θεσμική υπόσταση. Αργία για ολόκληρη την εκπαίδευση. Στεφάνια από σύσσωμη την πολιτική ηγεσία, πρώτο τον πρωθυπουργό, το προεδρείο της Βουλής, αργότερα (1985) και από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, από τις ηγεσίες της ΕΛ.ΑΣ. και των Ενόπλων Δυνάμεων. Ωστόσο οι εκδηλώσεις και ιδίως η πορεία γίνονταν πάντα και πεδίο κομματικής αντιπαράθεσης.
Ηταν η μάχη των εντυπώσεων, μακριά από το νόημα και τις παρακαταθήκες του Πολυτεχνείου. Με ομηρικούς καβγάδες για τα... τραπεζάκια των φοιτητικών παρατάξεων, μέχρι εκείνους των μπλοκ στις πορείες, που με τη διάταξη και τα συνθήματά τους διαγκωνίζονταν για την εικόνα. Στην πορεία του ’81 κυριάρχησε η μάχη «ο αγώνας τώρα δικαιώνεται» Vs «ο αγώνας τώρα συνεχίζεται». Οι «πράσινοι» διαδηλωτές εναντίον όλων.
Σταδιακά στο σκηνικό έμπαιναν και τα μπλοκ των αναρχικών, δοκιμάζοντας τις αντοχές των άλλων διαδηλωτών και της Αστυνομίας και καθιστώντας το τριήμερο περισσότερο ως δοκιμασία φόβου και αναταραχής. Παράλληλα, έξω από το Πολυτεχνείο, κατά το τριήμερο στηνόταν ένα πανηγυράκι με μικροπωλητές. Εντείνοντας την απωθητική εικόνα του.
Το 1991 ο εορτασμός πραγματοποιήθηκε με φόντο τη θλιβερή εικόνα της καμένης από τις 26 Οκτωβρίου Πρυτανείας του Πολυτεχνείου, με «αγανακτισμένους πολίτες» να συγκρούονται με τους αναρχικούς στα πέριξ του Ιδρύματος στενά.
Μεταξύ 1993-2009, σταδιακά οι εκδηλώσεις έχασαν παντελώς τον άλλοτε παλλαϊκό χαρακτήρα τους, έμοιαζαν περισσότερο με μια τυπική εκπλήρωση καθηκόντων για φορείς και κόμματα. Κάποια στιγμή οι αστυνομικές δυνάμεις ήταν υπέρτερες αριθμητικά των διαδηλωτών. Ο φόβος των επεισοδίων που συνήθως ακολουθούσαν απαξίωσαν την ουσία της επετείου.
Στον εορτασμό του 1995 υπήρξαν πολυήμερα επεισόδια με κατάληψη του Πολυτεχνείου και εκκένωση με αστυνομική επιχείρηση. Εγιναν οι μαζικότερες συλλήψεις όλων των εποχών. Συνελήφθησαν 472 άτομα. Το 2002 στην πορεία μετείχαν οι Μαρί Τερέζ Πεϊνό και Αλίθια Ρομέρο Κορτές, σύντροφοι των Αλέξανδρου Γιωτόπουλου και Σάββα Ξηρού, που είχαν συλληφθεί ως μέλη της 17Ν. Και πως να μην, αφού επί σχεδόν 28 χρόνια, οι οργανωτές δεν είχαν πράξει τα δέοντα για να αποκηρύξουν την παντελώς προβοκατόρικη ιδιοποίηση της ημερομηνίας από την τρομοκρατική οργάνωση.
Την τελευταία περίοδο 2010-2023 ήρθε μία ακόμη οδυνηρή εξέλιξη. Η χρεοκοπία της χώρας και τα μνημόνια, αντί να αναζωογονήσουν το θετικό αποτύπωμα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, άνοιξαν τους κρουνούς της ολοκληρωτικής αμφισβήτησης.
Πολλοί βρήκαν την ευκαιρία να αποδώσουν σε όσους πολιτικούς αναδείχθηκαν μέσα από τα γεγονότα του ’73 και στη συνέχεια συλλήβδην σε ολόκληρη τη γενιά του Πολυτεχνείου βαριές -και μάλλον υπερβολικές- ευθύνες για το οικονομικό αδιέξοδο και την κοινωνική περιδίνηση που γνώρισε η Ελλάδα.
Διόλου τυχαίο, ότι οι εορτασμοί παρέμειναν άνευ σημαντικής συμμετοχής, οι πορείες πλαισιώθηκαν και από οργανώσεις μεταναστών και τα λίγα κομματικά μπλοκ, τα οποία επιμένουν στην αυτοκαταμέτρηση και τους επαίνους στον εαυτό τους.