Η Ελλάδα πλέον κάποιες μέρες θυμίζει τον Αμαζόνιο. Η υγρασία είναι πανταχού παρούσα, οι άνθρωποι πλέον εξοπλίζουν το σπίτι τους με αφυγραντήρες και η μετακίνηση στην Αθήνα μοιάζει περισσότερο σαν να κάνουμε σαφάρι ή σαν να περπατάμε σε κάποια περιοχή της Ινδίας.
Αιτιατό της οικολογικής καταστροφής, η υγρασία είναι πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας και βασικός λόγος που συχνά αισθανόμαστε εξαντλημένοι και καταβεβλημένοι. Μας κάνει να νιώθουμε ότι η ζέστη είναι αφόρητη, ότι τα ρούχα κολλάνε πάνω μας και ότι είμαστε υποτονικοί και ευερέθιστοι. Αλλά γιατί ακριβώς η υγρασία έχει τόσο ισχυρή επίδραση στη διάθεση και στο σώμα μας;
Κατανοώντας την υγρασία και το σώμα μας
Η υγρασία αναφέρεται στην ποσότητα των υδρατμών που υπάρχουν στον αέρα. Συνήθως μετράται με όρους σχετικής υγρασίας (RH), η οποία είναι το ποσοστό υγρασίας στον αέρα σε σύγκριση με τη μέγιστη ποσότητα που μπορεί να συγκρατήσει ο αέρας σε δεδομένη θερμοκρασία. Για παράδειγμα, εάν η σχετική υγρασία είναι 50%, ο αέρας συγκρατεί τους μισούς υδρατμούς από αυτούς που θα μπορούσε δυνητικά να συγκρατήσει σε αυτή τη θερμοκρασία. Όταν ο αέρας λοιπόν είναι «υγρός», σημαίνει ότι υπάρχουν πολλοί υδρατμοί σε αυτόν.
Σε μια αντίστοιχη κατάσταση, ο οργανισμός μας καλείται να αντιδράσει και όλα ξεκινούν με τον ιδρώτα, ο οποίος δεν εξατμίζεται αποτελεσματικά. Πιο συγκεκριμένα, το σώμα μας διαθέτει έναν ενσωματωμένο μηχανισμό ψύξης: την εφίδρωση.
Όταν ζεσταθούμε, ιδρώνουμε και καθώς ο ιδρώτας εξατμίζεται από το δέρμα μας, μας δροσίζει. Ωστόσο, όταν ο αέρας είναι υγρός, είναι δηλαδή ήδη κορεσμένος με υδρατμούς, ο ιδρώτας μας δεν εξατμίζεται τόσο γρήγορα ή αποτελεσματικά, παγιδεύοντας θερμότητα στο σώμα μας, με αποτέλεσμα, να αισθανόμαστε ζεστοί και κολλώδεις, ακόμη και αν δεν κάνουμε κάτι σωματικά επίπονο.
Επιπλέον, η υψηλή υγρασία κάνει τον αέρα να μοιάζει πιο ζεστός από ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι μετεωρολόγοι μιλούν για τον «δείκτη θερμότητας», ο οποίος συνδυάζει τη θερμοκρασία και την υγρασία για να δείξει πώς λαμβάνει τη θερμοκρασία το ανθρώπινο σώμα. Για παράδειγμα, αν η θερμοκρασία είναι 29°C με 80% υγρασία, μπορεί να αισθάνεστε ότι είναι πάνω από 35°C. Όσο υψηλότερη είναι η υγρασία, τόσο πιο συντριπτική μοιάζει η ζέστη.
Αντιδρώντας στον υγρό αέρα
Η παραπάνω κατάσταση επηρεάζει το σώμα μας με διάφορους τρόπους που μας κάνουν να αισθανόμαστε άβολα και δυσάρεστα. Οι λόγοι είναι οι εξής:
Διαταραγμένη θερμορύθμιση: Το σώμα μας βασίζεται στην ισορροπία των εσωτερικών και εξωτερικών θερμοκρασιών για να λειτουργεί σωστά. Η υψηλή υγρασία μπορεί να επηρεάσει αυτή τη διαδικασία θερμορύθμισης. Όταν το σώμα μας δυσκολεύεται να δροσιστεί, μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα όπως ζάλη, κόπωση, πονοκεφάλους και σε ακραίες περιπτώσεις, θερμική εξάντληση ή θερμοπληξία.
Αυξημένοι καρδιακοί παλμοί και επίπεδα στρες: Όταν ζεσταινόμαστε και δεν μπορούμε να δροσιστούμε, το καρδιαγγειακό μας σύστημα πρέπει να δουλέψει πιο σκληρά για να διατηρήσει τη φυσιολογική θερμοκρασία του σώματος. Η καρδιά αντλεί πιο γρήγορα και η ροή του αίματος αυξάνεται στην επιφάνεια του δέρματος για να απελευθερώσει τη θερμότητα. Αυτή η πρόσθετη επιβάρυνση μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένους καρδιακούς παλμούς, κάνοντάς μας να αισθανόμαστε περισσότερο αγχωμένοι, ανήσυχοι και ευερέθιστοι.
Δυσφορία και ευερεθιστότητα: Ο υγρός καιρός μπορεί να οδηγήσει σε μια κατάσταση γενικής δυσφορίας. Η κολλώδης, υγρή αίσθηση μπορεί να κάνει τα ρούχα μας να κολλάνε στο σώμα μας, να δυσκολεύει τον ύπνο και να δημιουργεί μια αίσθηση βάρους. Ο ψυχολογικός αντίκτυπος του να νιώθουμε συνεχώς άβολα μπορεί να μας κάνει πιο ευερέθιστους και να επηρεάσει τη διάθεση και τις ικανότητες λήψης αποφάσεων.
Πώς να αντιμετωπίσουμε την υψηλή υγρασία
Αν σκεφτούμε ότι στην Αμερική οι ασθένειες που σχετίζονται με τη ζέστη είναι πρώτη αιτία θανάτου του πληθυσμού, τότε μπορούμε να καταλάβουμε πόσο επικίνδυνη μπορεί να γίνει η υγρασία για κάποιον, ειδικά ότι πάσχει από διαβήτη ή καρδιοπάθειες. Αν και δεν μπορούμε λοιπόν να ελέγξουμε τον καιρό, υπάρχουν τρόποι να κάνουμε την υψηλή υγρασία πιο υποφερτή:
Μένοντας ενυδατωμένοι:
Όταν έχει υγρασία, ιδρώνουμε περισσότερο, πράγμα που σημαίνει ότι χάνουμε περισσότερα υγρά. Βεβαιωθείτε ότι πίνετε άφθονο νερό κατά τη διάρκεια της ημέρας για να παραμείνετε ενυδατωμένοι και να βοηθήσετε το σώμα σας να διατηρήσει μια φυσιολογική θερμοκρασία. Αποφύγετε την καφεΐνη και το αλκοόλ, τα οποία μπορεί να συμβάλλουν στην αφυδάτωση.
Φορόντας ρούχα που “αναπνέουν”: Προτιμήστε ελαφριά, φαρδιά και διαπνέοντα υφάσματα, όπως βαμβάκι ή υλικά που απορροφούν την υγρασία και επιτρέπουν στον ιδρώτα να εξατμίζεται πιο εύκολα. Τα ανοιχτόχρωμα ρούχα μπορούν επίσης να βοηθήσουν στην αντανάκλαση του ηλιακού φωτός και να σας κρατήσουν πιο δροσερούς.
Χρησιμοποιώντας ανεμιστήρες και κλιματισμό: Οι ανεμιστήρες μπορούν να βοηθήσουν στην κυκλοφορία του αέρα, αλλά ο κλιματισμός είναι πιο αποτελεσματικός στη μείωση της υγρασίας σε εσωτερικούς χώρους. Αν δεν έχετε κλιματισμό, σκεφτείτε να επενδύσετε σε έναν αφυγραντήρα για να απομακρύνετε την υπερβολική υγρασία από τον αέρα.
Κάνοντας ντους και μπάνια: Ένα δροσερό ντους ή μπάνιο μπορεί να σας βοηθήσει να μειώσετε τη θερμοκρασία του σώματός σας. Το δροσερό νερό βοηθά στην απομάκρυνση του ιδρώτα από το δέρμα και μπορεί να αποτελέσει ένα αναζωογονητικό διάλειμμα από την καταθλιπτική ζέστη.
Χρησιμοποιώντας κρύες κομπρέσες: Η εφαρμογή μιας κρύας κομπρέσας σε σημεία με παλμό, όπως οι καρποί, ο λαιμός και το μέτωπο, μπορεί να βοηθήσει στη γρήγορη ψύξη του σώματος. Αυτή η μέθοδος μπορεί να προσφέρει προσωρινή ανακούφιση από τη ζέστη και να κάνει την υψηλή υγρασία πιο ανεκτή.
Πέγκυ Μπαμπάθα – protothema.gr