Ο Εβλιγιά Τσελεμπή ( Evliyâ Çelebi ) ταξίδεψε σ’ ολόκληρη την Οθωμανική αυτοκρατορία επί 40 χρόνια και οι αφηγήσεις του που έχουν καταγραφεί σε οκτώ τόμους, έχουν τον τίτλο “Σεγιαχατναμέ” [1].
Ο όγδοος τόμος των βιβλίων του με τίτλο “Ταξίδι στην Ελλάδα”, (Evliya Çelebi Seyahatnamesi-8. Cilt), αναφέρεται στην χώρα μας.
Στις αφηγήσεις του παραθέτει πληροφορίες που σπάνια συναντάμε στα κείμενα των Ευρωπαίων περιηγητών.
Για τον λόγο αυτό το έργο του αποτελεί ιστορική πηγή μεγάλης σημασίας, δεδομένου ότι περιηγήθηκε κατά τον 17ο αιώνα, περίοδο για την οποία τα κείμενα των Ευρωπαίων είναι περιορισμένα.
Στην Ελλάδα ήρθε το 1667. Η περιήγησή του στην Αιτωλοακαρνανία πραγματοποιήθηκε το 1668. Την εποχή αυτή η περιοχή είναι γνωστή με το όνομα Κάρλελι και έχει πρωτεύουσα το Αγγελόκαστρο.
Απ’ το Αγγελόκαστρο, αφού ο Εβλιγιά και η συνοδεία του πέρασαν μια γέφυρα με επτά μάτια (καμάρες) έξω απ’ την κωμόπολη (πρόκειται για την παλιά γέφυρα του Δίμηκου στον σταθμό), βάδισαν βόρεια και ύστερα ανατολικά. Έφτασαν στο Αγρίνιο, Λαχόρ (Βραχώρι) όπως το αναφέρει.
Γράφει λοιπόν:
«Ο κασαμπάς Λαχόρ :
Στα χώματα του Κάρλελι βρίσκεται ο κασαμπάς [κωμόπολη] Λαχόρ (Βραχώρι), που είναι ναχιγιές [δήμος] του ομωνύμου καζά [επαρχία]
…Συνολικά, έχει τριακόσια σεράγια [αρχοντόσπιτα], χτισμένα με πέτρα και σκεπασμένα με κεραμίδι. Και δεν υπάρχει σπίτι που να μην είναι αρχοντικό. Οι κάτοικοι είναι όλοι πλούσιοι πασάδες, μπέηδες και – γενικά – ανήκουν σε ηγεμονικά σόγια. Ο κασαμπάς Λαχόρ, βρίσκεται στην πλαγιά τού βουνού και περιτριγυρίζεται από αμπέλια και μπαχτσέδες [κήποι].
Έχει τρία τζαμιά με πετρόχτιστους μιναρέδες, που είναι σκεπασμένοι με κεραμίδια. Στους μαχαλάδες [συνοικίες, γειτονιές] βρίσκονται: έντεκα μεστζίτ [τέμενος χωρίς μιναρέ], δύο μεντρεσέδες [Ιεροδιδασκαλεία], τρία μεκτέπ [σχολείο για μικρά παιδιά], δύο τεκέδες [μοναστήρια, ησυχαστήρια] και ένα χαμάμ [λουτρό για ομαδικό μπάνιο] που ανακουφίζει τις ψυχές.
Διαθέτει σαράντα καταστήματα και δεν έχει μπεζεστένι [σκεπαστή θολωτή αγορά πολύτιμων εμπορευμάτων]. Μα, αυτό δεν σημαίνει τίποτα. Αφού στο παζάρι μπορείς να βρεις όλα τα πολύτιμα υφάσματα κι άλλα ακριβά εμπορεύματα. Η αγορά βρίσκεται σε πολύ ωραία τοποθεσία, που σου φτιάχνει τη διάθεση για ψώνια. Το κλίμα είναι ευχάριστο. Και η περιοχή είναι γεμάτη με πελώρια πλατάνια, που όμοια δεν βρίσκεις πουθενά αλλού στη Ρούμελη [Ευρώπη], την Περσία ή την Αραπιά. Χάρη στο πυκνό φύλλωμά τους ο ήλιος δεν φτάνει ποτέ στη γη. Και η ζέστη δεν επηρεάζει την περιοχή ούτε τον αφόρητο Ιούλιο. Ακόμα, υπάρχει ένα πηγάδι αμπού χαγιάτ [σκεπαστό], που, – μέσα στη μεγαλύτερη καλοκαιριάτικη θέρμη – το νερό του σου παγώνει το χέρι.
Πάνω στο κεφαλάρι ενός από τα «μάτια» της γέφυρας, υπάρχει ένα καφενείο που μοιάζει με εργαστήριο κινέζικης ζωγραφικής, έτσι όπως είναι στολισμένο με κεντήματα. Στο καφενείο αυτό μαζεύονται όλοι οι περιηγητές της υφηλίου – της θάλασσας και της ξηράς – και ανταλλάσσουν απόψεις. Πρόκειται, πραγματικά, για χώρο επιστημονικών συγκεντρώσεων. Στο άκρο του καφενείου, στην υπερυψωμένη πλευρά, βρίσκονται σιδερένια ανάκλιντρα. Εκεί μπορούν να καθήσουν οι διερχόμενοι και να νοιώσουν «σαν στο σπίτι τους». Μπορούν να ξαπλώσουν και να ξαποστάσουν, να πάρουν τον καφέ τους, να φάνε και να πιούνε, ή να διασκεδάσουν και να ξεφαντώσουν.
Στο θεσπέσιο αυτό περιβάλλον τα κλαδιά των δέντρων είναι γεμάτα με φωλιές πουλιών που, όταν αρχίζουν τα μελαγχολικά αλλά τόσο μελωδικά κελαϊδίσματά τους, οι ψυχές των ανθρώπων που τα ακούν, αναπτερώνονται. Τέτοια πλατάνια μόνο σε κάποια νησιά της ΄Ασπρης Θάλασσας [Μεσογείου] μπορείς να συναντήσεις. ‘Ισως, μονάχα ο μεγάλος πλάτανος με τα εβδομήντα επτά μαρμάρινα στηρίγματα, που βρίσκεται μπροστά στην καστρόπορτα του φρουρίου της Κω, γίνεται να συγκριθεί με τούτα τα ευλογημένα δέντρα.
Ο κασαμπάς μπορεί να είναι μικρός, αλλά είναι περιποιημένος, συμπαθητικός και πλούσιος. Ανάμεσα στους αϊάνηδες [εύπορος, νοικοκύρης, πρόκριτος] ξεχωρίζουν οι φαμελιές των: Τουρνάζογλου, Απτί Πασά – που είναι κι αυτοί «μίρ-μιράν» [πασάδες, αξιωματούχοι] και αλαϊμπέηδες [αξιωματούχοι] – καθώς και των επτά αδερφών του που είναι κι αυτοί «μίρ-μιράν» και αλαϊμπέηδες. Και τόσοι άλλοι ντεριμπέηδες [άρχοντας, ευγενή, πρόκριτος] της περιοχής – όλοι ντυμένοι με σαμαρογούνια.
Τα σεράγια έχουν τόσο μεγάλους αυλόγυρους, που μερικοί άρχοντες ζεύουν εκατό άλογα και οργανώνουν ιπποδρομίες με τύμπανα και μουσικές ή παίζουν το τζιρίτ [παιγνίδι, με άλογα, «έφιππα σκλαβάκια»] μες στις τεράστιες αυλές τους.
Όλα αυτά τα πλουσιόσογα έχουν τέτοιες συγγένειες μεταξύ τους, που στο Λαχόρ δεν υπάρχουν πια ξένοι. Οι μόνοι πραγματικοί ξένοι είναι οι μεροκαματιάρηδες στα υποστατικά. Κάθε άρχοντας έχει διακόσια με τριακόσια παλικάρια, που τρέχουν πάνω-κάτω για τις δουλειές τους».
Πουκεβίλ (F.C.H. Pouqueville)
1805-1815
Στη δεκαετία 1805-1815, από το Βραχώρι (Αγρίνιο) πέρασε, ως περιηγητής, και ο ιατρός Φραγκίσκος Πουκεβίλ, Πρόξενος της Γαλλίας στην Αυλή του Αλή Πασά στα Ιωάννινα.
Στο περιηγητικό του βιβλίο “Voyage dans la Grece” (Ταξίδι στην Ελλάδα) γράφει:
……. Προχωρώντας νοτιοανατολικά πάνω από την πεδιάδα από τον Αχελώο, διασχίσαμε μεγάλα χωράφια τα οποία ποτίζονταν από κανάλια που ήταν γεμάτα με νερό του ποταμού και προχωρώντας για πάνω από τρεις λεύγες (14 περίπου χιλιόμετρα), φτάσαμε στο Βραχώρι τη στιγμή που ο ήλιος έδυε.
Ο Έλμας Μπέης, ο οποίος διοικούσε στην περιοχή υπό τον Αλή, πληροφορούμενος για την άφιξή μου στο Βραχώρι, είχε δώσει εντολή να μου παρασχεθεί ένα κατάλυμα στο σπίτι ενός από τους εκεί προύχοντες Έλληνες. Από τις άσχημες πληροφορίες που είχα (για τον Ελμάμπεη), περίμενα να συναντήσω κάποιον αγενή άγριο. Αλλά ήταν μεγάλη η έκπληξή μου όταν βρήκα έναν ευγενικό νεαρό άνδρα, με αρκετά όμορφο παρουσιαστικό, να μιλάει για τα στρατιωτικά του κατορθώματα με σεμνότητα και για τον βεζίρη, τον αφέντη του, με προφανή φόβο. Τις ιστορίες που μου είχαν πει για τη βαρβαρότητά του, τις απέρριψα αμέσως ως ψευδείς και συκοφαντικές. Ένα άτομο από κάθε άποψη τόσο ευχάριστο δεν θα μπορούσε να είναι το τέρας που είχα ακούσει να περιγράφεται.
Φεύγοντας όμως από την συνάντηση μαζί του, αντίκρυσα στην αυλή του παλατιού του ένα πλήθος ανδρών, των οποίων η μύτη και τα αυτιά είχαν κοπεί, και που μαζεύονταν γύρω μου ζητώντας ελεημοσύνη. Μερικά από αυτά τα δυστυχισμένα όντα είχαν υποφέρει από τα χέρια των παράνομων ληστών που μάστιζαν την περιοχή αλλά μάλλον και στον Ελμάμπεη, αυτόν τον ευγενικό, τον όμορφο, συναισθηματικό Ελμάμπεη, οφείλονταν πολλοί από αυτούς τους ακρωτηριασμούς. Ανάμεσα στους παθούντες, ήταν αρκετοί που ήταν εφοδιασμένοι με μπουγιουρντί από τον Αλή Πασά, που τους εξουσιοδοτούσε να διασχίζουν (ζητιανεύοντας) την περιοχή του με σκοπό την συγκέντρωση χρημάτων για την απελευθέρωση των γονιών τους, συγγενών ή φίλων που κρατούνται από τους ληστές.
Αλλά το πιο ασυνήθιστο στην όλη υπόθεση ήταν ότι πολλοί από αυτούς απασχολούνταν υπό την εξουσία του ίδιου του Αλή, για να εξασφαλίσουν την απελευθέρωση ατόμων που ήταν εγκλωβισμένα στα δικά του μπουντρούμια, για υποτιθέμενα εγκλήματα ή χρέη στο ταμείο του, μάλλον προφανώς, όχι για κανέναν άλλο σκοπό παρά για να γίνουν όργανα στα χέρια του, για να αποσπάσουν χρήματα από τις οικογένειες και τους φίλους τους.
Αυτές οι παραχωρήσεις των μπουγιουρντί του Αλή συνοδεύονται επίσης από εγκύκλιες συστάσεις επισκόπων και μητροπολιτών, που απευθύνονται στους πιστούς εντός των διαφόρων ορίων τους.
Το παρακάτω είναι μια μετάφραση ενός μπουγιουρντi που επιδόθηκε σε έναν νεαρό άνδρα, του οποίου ο πατέρας, ένας αξιοσέβαστος και αξιόλογος Έλληνας ιερέας, βρισκόταν εδώ και καιρό σε ένα μπουντρούμι στα Γιάννενα, με το ψεύτικο πρόσχημα ότι είχε κρύψει έναν θησαυρό που λέγεται ότι είχε βρεθεί στον κήπο του, τον οποίο έπρεπε να έχει παραδώσει στον Αλή.
«Ο πατέρας σου», είπε, στον νεαρό, «αποδείχθηκε αθώος για την κλοπή που του αποδόθηκε· αλλά ήταν πάντα εχθρός μου. Ωστόσο, είμαι πρόθυμος να τον συγχωρήσω υπό προϋποθέσεις. Η περιουσία του είναι δική μου, γιατί ήταν σκλάβος μου, και χάθηκε, από την ποινή που επιβλήθηκε εναντίον του. Πήγαινε λοιπόν, μάζεψε 8.000 πιάστρες (τούρκικες λίρες) (400 λίρες) και θα του δώσω την ελευθερία του. Πήγαινε ζητιάνεψε και όταν εσύ μαζέψεις το ποσό που απαιτείται, επίστρεψέ το σε μένα και θα εκπληρώσω την υπόσχεσή μου».
«ΜΠΟΥΓΙΟΥΡΝΤΙ».
“I, ALY PASHA,
“The order of the most exalted vizir, Aly Pasha: to you, keepers of the passes in the mountains, officers of police, and inferior ministers of administration, know ye, that…………..is to travel about, and to sojourn in my government, in order to collect charitable donations, for the purpose of redeeming his relations detained in my tremendous prison; and let no one interrupt or interfere with him.
No reply.
«Janina, 6th of Alonari, (July) 1816.”
«Εγώ, ο ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ,
«Διαταγή του εξυψωμένου βεζίρη, Αλή Πασά: σε εσάς, φύλακες των περασμάτων στα βουνά, αξιωματικοί της αστυνομίας και κατώτεροι υπουργοί διοίκησης ,σας γνωρίζω ότι ο……πρόκειται να ταξιδεύει και να διαμένει προσωρινά στην κυβέρνησή μου, προκειμένου να συλλέξει φιλανθρωπικές δωρεές, με σκοπό να εξαγοράσει τους συγγενείς του που κρατούνται στην τεράστια φυλακή μου. Να μην τον διακόψει και να μην παρεμβαίνει κανείς.
Χωρίς απάντηση.
«Γιάννενα, 6η Αλωνάρη, (Ιούλιος) 1816.”
Το Βραχώρι, η κατοικία του Ελμάμπεη, η σημερινή πρωτεύουσα της Αιτωλίας ή του Καρλελί, λέγεται ότι ιδρύθηκε και αναπτύχθηκε από Εβραίους που διώχθηκαν από το Lepanto και άλλα μέρη αλλά αυτό είναι πιθανώς λάθος, γιατί οι Εβραίοι κατοικούν πάντα σε πόλεις που έχουν ήδη δημιουργηθεί και δεν είναι γνωστό ότι σχηματίζουν νέες αποικίες.
Η πόλη παρ’ όλα αυτά, έχει 120 κατοίκους Εβραϊκής καταγωγής εξουσιοδοτημένα να έχουν συναγωγή. Τρεις εκκλησίες, και τόσα τζαμιά που να εξυπηρετούνται 600 οικογένειες, Χριστιανών και Μωαμεθανών. Οι Τούρκοι ζουν με τα έσοδα των στρατιωτικών γαιών τους και τις συντάξεις τους, οι Έλληνες ασχολούνται αποκλειστικά με την γεωργία, έτσι το εμπόριο του μεταξιού, η μόνη επιχείρηση του Βραχωριού βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια των Εβραίων.
Τα παζάρια παρουσιάζουν μόνο μερικά κακώς επιπλωμένα καταστήματα και στον ποταμό Θερμησσό (Ερμίτσα), που περνά ένα μίλι ανατολικά από την πόλη, είναι εγκατεστημένα βυρσοδεψεία για την κατασκευή κόκκινου και κίτρινου δέρματος Μαρόκου.
Αυτό το ποτάμι βρίσκεται σε έξι ώρες ταξίδι, ή έξι λεύγες βόρεια από το Βραχώρι, και περνώντας από τα ερείπια του αρχαίου Θέρμου, μια ώρα βορειοανατολικά από την πόλη, πέφτει στη λίμνη Τρίχων, ή λίμνη του Βραχωρίου.
Συνεχίζοντας το ταξίδι μου για μια ώρα και ένα τέταρτο, περίπου νοτιο-νοτιοανατολικά από την πόλη, φτάσαμε στο στρατόπεδο των Αλβανών, που εργάζονταν για να διαλύσουν τους ληστές που μαίνονται τα δάση και μαθαίνοντας από αυτούς ότι η διαδρομή προς τα κάτω στο Μεσολόγγι στην ακτή ήταν καθαρή, οδηγηθήκαμε με τα άλογά μας προς αυτή την κατεύθυνση.
Μόλις χωρίσαμε από τους φρουρούς είδα τη λίμνη Τρίχων, που τώρα ονομάζεται με τα τρία ονόματα Οζερός, λίμνη Βραχωρίου και Σούδι, που αντιστοιχούν στα τρία αρχαία ονόματα Λυσιμαχία, Υδρέα και Τρίχων. Οι όροι δηλώνουν στην πραγματικότητα όχι τρεις λίμνες, αλλά τρεις διαιρέσεις μιας λίμνης.
George Perdikaris
1838
Ο George Perdikaris, πρόξενος των ΗΠΑ στην Ελλάδα, ταξίδεψε στη Ελλάδα ξεκινώντας τον Ιανουάριο του 1838 από την Αθήνα.
Γράφει στο περιηγητικό του βιβλίο ότι από τη γέφυρα του Αλάμπεη ως το Αγρίνιο, Βραχώρι κατά τους Τούρκους, αυτός και η συνοδεία του, δεν συνάντησαν τίποτα αξιοπρόσεκτο. Τρεις το απόγευμα μπήκαν στην πόλη όπου τους περίμενε ο συνταγματάρχης Στάικος ο οποίος τους φιλοξένησε. Το Αγρίνιο ήταν μία σχεδόν μισοκατεστραμμένη πόλη. Με εξαίρεση τους ανθρώπους και τους λίγους πύργους που επέζησαν από τον αγώνα της ανεξαρτησίας δεν βρήκε τίποτα ενδιαφέρον. Η πόλη είχε περίπου 400 οικογένειες με κύρια απασχόληση τη γεωργία. Πήγαν περίπατο σε ένα βορεινό ύψωμα όπου ήταν άλλοτε το σεράι τον Τούρκων πασάδων και αγνάντεψαν την πεδιάδα.
Εκεί κάποιος Αγρινιώτης που ήταν στην παρέα δείχνοντας τον κάμπο στον Περδικάρη του είπε: «Αυτός είναι ο πλούτος μας, αλλά ενώ τα γόνιμα χώματα στην πεδιάδα μένουν χέρσα γιατί δεν υπάρχουν χέρια, οι συνάνθρωποί μας στα βουνά ζουν σαν ζώα γιατί δεν έχουν με τι να ασχοληθούν. Είχα κάποτε την ευχαρίστηση να δείξω στην Αυτού Μεγαλειότητα ό,τι εσείς τώρα βλέπετε. Αυτός εξεπλάγη με τη θέα και ακόμη περισσότερο όταν του είπα ότι ένα χωριό της πεδιάδας με λιγότερες από 70 οικογένειες πληρώνει για το εθνικό ταμείο 35.000 δραχμές, ενώ όλος ο πληθυσμός των γύρω βουνών που ανέρχεται σε 700 οικογένειες δύσκολα μπορεί να πληρώσει τόσα.
«Πώς γίνεται αυτό; Πως περνούν το χρόνο τους αυτές οι 700 οικογένειες;» ρώτησε ο βασιλιάς. «Γίνεται, του είπα, γιατί πέντε μήνες τους περνούν με τη σπορά και τη συγκομιδή της σοδειάς και τους υπόλοιπους επτά τεμπελιάζοντας ή κλέβοντας ο ένας τις κατοικίες του άλλου».
Το βράδυ ο Ελληνοαμερικανός πρόξενος και η συνοδεία του, στο πλούσιο δείπνο που τους παρέθεσαν, έμαθαν πολλά για τη συνεισφορά του τόπου στον αγώνα και τον πρωταγωνιστικό ρόλο του συνταγματάρχη Στάικου. Την άλλη μέρα κίνησαν για το μοναστήρι του Προυσσού, κάνοντας το σταυρό τους να μην πέσουν πάνω στον ντόπιο αρχιλήσταρχο Κιάφα, ο οποίος ήταν επικηρυγμένος και κρυβόταν στα δάση της Ακαρνανίας. Η τελευταία εικόνα τους βγαίνοντας από το Αγρίνιο για να πιάσουν τα υψώματα ήταν οι πολλές μουριές και τα αμπέλια στα ακρινά της πόλης.
ΧΑΡΤΗΣ του POUQUEVILLE
Αιτωλίας και Ακαρνανίας
1826-1827
[1] Το Seyahatname είναι ένα ταξιδιωτικό βιβλίο που γράφτηκε από τον Evliya Çelebi τον 17ο αιώνα. Αποτελείται από δέκα τόμους. Το Seyahatname δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1848 στον Τύπο του Καΐρου “Bulak” με το όνομα “Müntehâbât Evliya Çelebi”.
Οι ιδιοκτήτες της εφημερίδας İkdam, Ahmed Cevdet Bey και Necib Asim Bey, άρχισαν να το τυπώνουν στην Κωνσταντινούπολη το 1896, με βάση το αντίγραφο της βιβλιοθήκης Pertev Pasha. Μέχρι το 1902 εκδόθηκαν μόνο οι πρώτοι έξι τόμοι. Ο έβδομος και ο όγδοος τόμος εκδόθηκαν από την Τουρκική Επιτροπή Ιστορίας το 1928 και ο ένατος και δέκατος τόμος εκδόθηκαν από το Υπουργείο Παιδείας της Τουρκίας μεταξύ 1935 και 1938. Πολλοί ξένοι επιστήμονες διεξήγαγαν έρευνα για τον Τσελεμπή και το έργο του μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Ο Orhan Şaik Gökyay μετέφρασε τον πρώτο τόμο του Seyahatname στο λατινικό αλφάβητο και έτσι το έργο άρχισε να μελετάται από περισσότερους ανθρώπους.
Τον Ιούνιο του 2013 συμπεριλήφθηκε στον Κατάλογο Μνήμης του Κόσμου της UNESCO. Σε ορισμένα σημεία του έργου περιλαμβάνονται και φανταστικά γεγονότα.
ΠΗΓΕΣ:
-8ος τόμος του Σεγιαχατναμέ, Εβλιά Τσελεμπί, Ταξίδι στην Ελλάδα, (μετάφρ. Ν. Χειλαδάκης, έκδ. Εκάτη, 1991 – -Evliya Çelebi Seyahatnamesi-8. Cilt
-Φραγκίσκος Πουκεβίλ, Ταξίδι στην Ελλάδα, τόμος Στερεά Ελλάς, Αττική, Κόρινθος,
-Perdicaris George, The Greece of the Greeks, New York, 1845
-Η Αιτωλοακαρνανία με τα μάτια των περιηγητών, Ευθύμιος Α. Πριόβολος, Αιτωλοακαρνανικός Τύπος, Αθήνα 2004