Το Τριώδιο αποτελεί περίοδο προετοιμασίας
για μία συνάντηση με τον Πατέρα μας
Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, αλλά και οι άγιοι Γέροντες, παλαιοί και σύγχρονοι, συμφωνούν απολύτως πως η σημερινή παραβολή περιέχει συγκεντρωμένο ολόκληρο τον θησαυρό του Ευαγγελίου. Διότι, αγαπητοί μου, τι άλλο είναι το Ευαγγέλιο από μία πρόσκληση για μετάνοια και μία διαβεβαίωση για την απέραντη αγάπη του Θεού προς τον κάθε άνθρωπο;
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, ο μικρότερος γιος ενός πατέρα γοητεύεται από το άγνωστο. Η πληρότητα και η ασφάλεια του πατρικού του σπιτιού αποτελούν γι’ αυτόν αφόρητο περιορισμό. Οι συμβουλές και οι υποδείξεις του Πατέρα αποτελούν βαριά δεσμά. Ζητάει την ελευθερία του και ελπίζει να την βρει σε χώρα μακρινή, εκεί όπου πιστεύει πως δεν φτάνει η πατρική ματιά. Από γιος, μετατρέπεται ξαφνικά σε ξένο. Θέλει να ξεχάσει την καταγωγή του. Θέλει να ξεχάσει την πατρική αγάπη που τόσο απλόχερα δέχτηκε. Θέλει να ξεχάσει όσα απολάμβανε στο πατρικό του σπίτι. Η πατρική καρδιά όμως δεν σταματά να θυμάται και να περιμένει. Η πατρική αγάπη δεν στερεύει. Προς το παρόν, όμως, είναι μία αγάπη χωρίς ανταπόκριση. Μια αγάπη γεμάτη αγωνία. Μια αγάπη σταυρωμένη, διότι γνωρίζει πως οι επιλογές του παιδιού του θα το μετατρέψουν σύντομα, από αρχοντόπουλο σε ζητιάνο.
Και πράγματι, ο άσωτος γιος φτάνει γρήγορα μπροστά στο αμείλικτο δίλημμα: η θα πεθάνει από πείνα στα ξένα η θα πάρει τον δρόμο της επιστροφής. Στην πιο κρίσιμη στιγμή της ζωής του, αποφασίζει να επιστρέψει και μάλιστα χωρίς να διεκδικήσει τίποτε. Ξέρει πως δεν δικαιούται την αποκατάσταση στην προηγούμενη κατάσταση. Αυτό όμως δεν τον ενδιαφέρει. Του αρκεί να κερδίσει τη ζωή κι ας είναι πια ένας υπηρέτης. Θα βρει, όμως, άραγε, την πόρτα ανοικτή;
Οι εικόνες που μας δίνει η παραβολή για την αγάπη του φιλεύσπλαχνου πατέρα που πάντα περιμένει, δεν είναι δυνατόν να αφήσουν κανέναν ασυγκίνητο. Έχοντας διαρκώς στραμμένο το βλέμμα προς την κατεύθυνση την οποία πήρε ο άσωτος γιος του, τον διακρίνει από μακριά. Ούτε καν τον περιμένει. Σπεύδει ο ίδιος να τον συναντήσει έξω από τα όρια του σπιτιού του και να τον πάρει στην αγκαλιά του. Όση είναι η συντριβή του μετανοημένου παιδιού Του, τόση είναι και η ανακούφισή Του που το κρατά ξανά στην αγκαλιά Του. Με την διακριτικότητα που συνοδεύει πάντα την αληθινή αγάπη, αντιλαμβάνεται πως δεν είναι ώρα για συζητήσεις. Ακούει το «πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου», όμως σιωπά, μήπως και τα λόγια θεριέψουν την ενοχή και τις τύψεις του παιδιού Του. Σπεύδει να τον παρηγορήσει με τη συμπεριφορά Του. Τον ξαναντύνει με την λαμπρή στολή και του φορά το δαχτυλίδι που δικαιούνται να φέρουν μόνον τα παιδιά Του. Κάνει τραπέζι υποδοχής, σφάζοντας τον μόσχο τον σιτευτό, τον προορισμένο για την πιο σημαντική μέρα του χρόνου. Κυρίως, όμως, είναι πανευτυχής γιατί άκουσε ξανά τον μικρότερο γιο του να τον αποκαλεί «πατέρα».
Και ενώ το σπίτι γεμίζει χαρά, έρχεται πάλι ο πόνος στην καρδιά Του, βλέποντας τον άλλο Του γιο να μένει εκείνος τώρα έξω από το πατρικό σπίτι· εκείνον, ο οποίος εμφανιζόταν ως το καλό και υπάκουο παιδί που θα ήθελε η κάθε οικογένεια. Εκείνον, όμως, του οποίου η υπακοή δεν συνοδεύτηκε από τη αγάπη προς τον πατέρα κι έτσι, αν και παρέμενε στο πατρικό σπίτι, ζούσε σαν ξένος. Διότι, αν και δεν αποχωρίστηκε ποτέ σωματικά από τον πατέρα, η καρδιά του δεν κατάφερε να συντονιστεί με την παλλόμενη από έλεος και φιλευσπλαχνία πατρική καρδιά.
Τώρα, όμως, ο Πατέρας δεν μένει σιωπηλός. Αποφασίζει να μιλήσει και να θυμίσει στον μεγάλο του γιο πως, όχι ένας άγνωστος, αλλά ο ίδιος ο αδελφός του ήταν χαμένος και βρέθηκε, νεκρός και αναστήθηκε. Κι αν στο μικρότερο γιο, η πατρική Του καρδιά σταυρώθηκε από την εγκατάλειψη, τώρα, στον μεγαλύτερο, σταυρώνεται από την αποξένωση. Με πόνο βλέπει πως για το παιδί του είναι ένας ξένος, ένα αφεντικό. Αν παρατηρήσετε τον διάλογο, ο μεγαλύτερος γιος δεν τον αποκαλεί καν «πατέρα».
Όπως βλέπετε, αδερφοί μου, ο Διάβολος έχει πολλούς τρόπους για να μας απομακρύνει από το πατρικό σπίτι. Άλλοτε, προς εκείνους που έλκονται από την ασυδοσία, χρησιμοποιεί τα θέλγητρα αυτού του κόσμου και παραποιεί τις εντολές του Θεού, παρουσιάζοντας τες ως εμπόδιο στην ελευθερία και την αχαλίνωτη ηδονή τους. Άλλοτε, προς εκείνους που παραμένουν πιστοί και συνεπείς στις εντολές του επουράνιου Πατέρα, δηλητηριάζει την προθυμία τους με το δηλητήριο της υπερηφάνειας και της σκληροκαρδίας. Στη μία περίπτωση, ο άνθρωπος μεταβάλλεται σε όμοιο των χοίρων και τρέφεται από τα ξυλοκέρατα. Στην άλλη, μεταβάλλεται σε κριτή των αμαρτωλών και τρέφεται από το δηλητήριο του φθόνου και της μισαλλοδοξίας. Και στις δυό περιπτώσεις, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: Ο άνθρωπος αποτυγχάνει να μοιάσει στον Θεό της αγάπης και αδυνατεί να γίνει αληθινό παιδί Του. Και στις δυό περιπτώσεις, ο άνθρωπος μένει έξω από το πατρικό σπίτι.
Ο Θεός, όμως, περιμένει πάντα την επιστροφή μας. Είτε επιστρέφοντας ως άσωτοι, είτε επιστρέφοντας ως σκληρόκαρδοι είναι πάντα πρόθυμος να μας υποδεχθεί και να μας αποκαλύψει τον πλούτο της φιλευσπλαχνίας Του και τον θησαυρό της πατρικής κληρονομιάς που μας επιφυλάσσει. Όσο ερχόμαστε «εις εαυτόν», όπως έκανε ο άσωτος, όσο συνερχόμαστε από την αμαρτία που σκοτίζει τον νου και την καρδιά μας, τόσο θα αποκαλύπτεται σ’ εμάς ο δρόμος προς την πόρτα του πατρικού σπιτιού, που δεν είναι άλλη από την πόρτα του Παραδείσου. Όσο παραδιδόμαστε στην αγάπη Του, τόσο θα εγκαταλείπουμε όλες τις σκέψεις και όλες τις πράξεις που μας απομακρύνουν από Αυτόν. Όσο μετανοούμε ειλικρινά, τόσο θα ανοίγονται ρωγμές στη σκληροκαρδία μας, ώστε η αλήθεια και το έλεός Του να μας μεταβάλλουν σταδιακά σε γνήσια τέκνα του φωτός και της αγάπης Του.
Το Τριώδιο αποτελεί περίοδο προετοιμασίας για μία συνάντηση με τον Πατέρα μας. Αποτελεί όμως και μία ευκαιρία, ώστε με θάρρος να αναγνωρίσουμε όλα εκείνα που μας χωρίζουν από τον Θεό και τον αδελφό μας. Μέσα μας ζουν και τα δύο αδέλφια της παραβολής. Άλλοτε, με την αμαρτία μας αποχωριζόμαστε από τον Θεό και στερούμεθα τα πλούτη του ελέους Του. Άλλοτε, με τη σκληροκαρδία μας, αν και εξωτερικά τηρούμε όλες τις εντολές, κλείνουμε τον δρόμο της επιστροφής σε πληγωμένους αδελφούς μας.
Ας γίνουμε, λοιπόν, συγχρόνως, άνθρωποι μετάνοιας αλλά και αγάπης, βρίσκοντας τον δρόμο της επιστροφής στο πατρικό σπίτι και καλώντας όλους τους αδελφούς μας να βαδίσουμε τον δρόμο αυτόν μαζί.