Γράφει ο Γιάννης Σελιμάς*
Στην ευρύτερη περιοχή του Αγρινίου η κρίση βαθαίνει, συναντώντας την προυπάρχουσα τοπική κρίση την οποία προκάλεσε η σταδιακή, από την δεκαετία του ’80 συρρίκνωση ( και οριστική κατάρρευση στις αρχές του 21ου αιώνα) της οικονομίας του καπνού , του κατεξοχήν οικονομικού πόρου της πόλης του Αγρινίου και της γύρω αγροτικής περιοχής.
Οι προσπάθειες για την αντικατάσταση της καλλιέργειας του καπνού με άλλες σύγχρονες καλλιέργειες δεν απέδωσαν. Τα αίτια της αποτυχίας του εγχειρήματος θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι ηταν , εκτός των άλλων , και πολιτισμικά λογω του γεγονότος ότι η «κουλτούρα του καπνού» δρούσε και δρά καθοριστικά στις αποφάσεις των αγροτών αλλα και στις διαδικασίες προσαρμογής τους στις νέες συνθήκες. Με λίγα λόγια η μακρόχρονη συνήθεια στην καλλιέργεια του καπνού δεν άφησε περιθώρια στην κοινωνική ικανότητα της πόλης να αντιληφθεί γρήγορα τα νέα δεδομένα και να μετασχηματιστεί με νέες δυναμικές καλλιέργειες. Σήμερα είναι αναγκαίο παρά ποτέ στο δρόμο της αναζήτησης νέων πλουτοπαραγωγικών πηγών που θα αναγεννήσουν την αγροτική ενδοχώρα του Δήμου Αγρινίου , να γίνει αναδιάρθωση των καλλιεργειών με νέες καλλιέργειες όπως τα φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά( πχ Στέβια)
Η καλλιέργεια του καπνού πηγαίνει πίσω στον 17ο αιώνα . Η ώθηση ωστόσο στην επέκταση της παραγωγής του δόθηκε προς τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα όταν η καπνοπαραγωγή πήρε τη μορφή εμπορευματικής καλλιέργειας. Η αναπτυσσόμενη οικονομία του καπνού μετέτρεψε το Αγρίνιο του μεσοπολέμου σε σύγχρονη εμπορική πόλη με αισθητή την πληθυσμιακή αύξηση και οικιστική επέκταση λόγω και της εισροής των προσφύγων. Ο χρυσός αιώνας του καπνού τελειώνει με την κατάργηση των ευρωπαικών επιδοτήσεων οι οποιές και αντιστοιχούσαν στο 70% του εισοδήματος των αγροτών από την καπνοκαλλιέργεια. Η μετατροπή των καπνοχώραφων σε λιοστάσια ή οπωρώνες είχε ως αποτέλεσμα των πτώση των εισοδημάτων τους και κατ επέκταση την συρρίκνωση της οικονομίας του Αγρινίου με αρνητικά αποτελέσματα στον εμπορικό κόσμο της πόλης, τον κατασκευαστικό τομέα και ολόκληρο το κύκλωμα της τοπικής οικονομίας.
Η Στέβια μήπως είναι μια λύση
Το καλλιεργητικό πλάνο της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας (2015) αναφέρεται στην Στέβια ως καλλιέργεια που αναδεικνύεται σε μια δυναμική καλλιέργεια που ευδοκιμεί στην Ελλάδα και προβάλλει σαν μια πολύ προσοδοφόρα εναλλακτική καλλιέργεια του καπνού με μεγάλες διεθνείς προοπτικές ζήτησης καταναλωτών. Η παραγωγή της μοιάζει πολύ με εκείνη του καπνού , τόσο ως προς τις εδαφοκλιματικές συνθήκες και την περίοδο καλλιέργειας στο χωράφι , οσο και ως προς τις καλλιεργητικές πρακτικές. Διαφέρει και πλεονεκτεί από τον καπνό : α) ως προς το έχει ανάγκη από λιγότερο νερό και β) ως προς τον τρόπο συλλογής , γιατί συλλέγεται με κοπή ολόκληρου του υπέργειου μέρους του φυτού μια φορά το χρόνο. ‘Όπως στον καπνό ετσι και στην περίπτωση της στέβιας το χρήσιμο μέρος είναι τα φύλλα , με τι διαφορά όμως ότι από τα φύλλα τη στέβιας εξάγεται η στεβιοσίδη ( η ζαχαρη της στέβιας) . Η στέβια, αντίθετα από ότι ο καπνός, δεν χρειάζεται τόση πολύ και εξειδικευμένη επεξεργασία και συντήρηση μετά τη συλλογή. Μήπως επομένως βρισκόμαστε μπροστά στον « αιώνα της στέβιας» για την περιοχή μας και το αγνοούμε? Σημειώνω πως η Στέβια είναι σήμερα το πιο πολυσυζητημένο φυτό παγκοσμίως που προκαλεί ραγδαίες ανακατατάξεις στην αγορά γλυντατικών ουσιών και ζάχαρης και δίκαια χαρακτηρίζεται σαν « το φυτό της νέας χιλιετίας»
Για να δούμε όμως και τα οικονομικά στοιχεία της καλλιέργειας Στέβιας. Τα οικονομικά αποτελέσματα της ετήσιας καλλιέργειας της Στέβιας, με βάση διεθνή στοιχεία (σε περίπτωση παραγωγής των σποροφύτων από τον αγρότη) είναι:
Το κόστος παραγωγής κυμαίνεται στα 400- 500 Ε / στρέμμα.Η μέση στρεμματική απόδοση σε ξερά φύλλα κυμαίνεται γύρω στα 200-400 κιλά/ στρέμμα, που εξαρτάται από το γενετικό δυναμικό κάθε ποικιλίας, από τις εδαφοκλιματικές συνθήκες και επίσης από τις καλλιεργητικές φροντίδες.Το ακαθάριστο γεωργικό Εισόδημα κατά στρέμμα (με τιμή 2- 2,5 ε/ kg) κυμαίνεται στα 400- 1.000 ευρώ, ανάλογα με τις στρεμματικές αποδόσεις και ανάλογα με την τιμή πώλησης των ξηρών φύλλων της Στέβιας.Το σημείο ισορροπίας κόστους παραγωγής και γεωργικού εισοδήματος κυμαίνεται στα 200- 250 κιλά/ στρέμμα.Το καθαρό κέρδος ανά στρέμμα κυμαίνεται από 100- 250 ευρώ, ανάλογα με την στρεμματική απόδοση και ανάλογα με την τιμή πωλήσεως των ξηρών φύλλων της Στέβιας, η οποία σήμερα κυμαίνεται από 2-2,5 ευρώ/ κιλό. Δηλαδή το καθαρό κέρδος θα ανέρχεται περίπου στο 50% του ετήσιου κόστους (δηλαδή απόδοση κεφαλαίου 50%)
Η Στέβια στις περισσότερες γεωργικές περιοχές της αναβλαστάνει την επόμενη Άνοιξη (όπως η μηδική), οπότε αυτό την κάνει και πολυετή καλλιέργεια. Σε τέτοια περίπτωση δεν θα χρειάζεται φύτευση της Στέβιας κάθε χρόνο και άρα το κόστος φυτών και μεταφύτευσης θα επιμερίζεται σε περισσότερα έτη. Επομένως σε πολυετή καλλιέργεια Στέβιας θα έχουμε μειωμένο κόστος καλλιέργειας, αλλά και υψηλότερα κέρδη από αυτά που αναφέραμε για ετήσια καλλιέργεια της Στέβια.
Η επένδυση στην πολυετή καλλιέργεια Στέβιας συμφέρει, διότι από την πρώτη χρονιά έχουμε απόσβεση του επενδυθέντος κεφαλαίου και επιπλέον σημαντικό καθαρό επιχειρηματικό κέρδος. Επιπλέον στη συνέχεια στα επόμενα χρόνια συνεχίζουμε να έχουμε σημαντικό επιχειρηματικό κέρδος. Επισημαίνεται δηλαδή, ότι ενώ σε άλλες πολυετείς καλλιέργειες δεν επιτυγχάνεται παραγωγή, απόσβεση και κέρδος από το πρώτο έτος, αλλά μετά από μερικά χρόνια, αντίθετα με την πολυετή καλλιέργεια της Στέβιας έχουμε ικανοποιητικό εισόδημα, απόσβεση και κέρδη από τον πρώτο χρόνο της καλλιέργειας.(Παύλος Καπόγλου, 2017)
Νέα Αγροτική Οικονομία
Οι αγρότες διεκδικούν το δικαίωμα να μην φοβούνται το μέλλον. Εργάζονται σε σκληρές συνθήκες, έρχονται αντιμέτωποι με ψεύτικες υποσχέσεις, δεν έχουν κανέναν δίπλα τους στην προσπάθεια που κάνουν για ποιοτική αναδιάρθρωση της παραγωγής τους, παρακολουθούν με απόγνωση το κόστος της παραγωγής να ανεβαίνει και τους μεσάζοντες να καρπώνονται τον κόπο τους. Η συμπίεση του κόστους παραγωγής μέσω θεσμοθέτησης μέτρων από την Ελληνική Πολιτεία θα έδινε ένα παράθυρο ευκαιρία σε νέους κυρίως αγρότες να επενδύσουν στην καλλιέργεια στέβιας με όρους αξιοπρέπειας και επιβίωσης σε μια νέα αγροτική οικονομία με ομάδες παραγωγών και σύγχρονες συνεταιριστικές οργανώσεις που επιτυγχάνουν βελτίωση ανταγωνιστικότητας μέσω οικονομιών κλίμακας, διασφάλιση διείσδυσης και παρουσίας σε ξένες δυναμικές αγορές, ανάπτυξη επαγγελματικών ικανοτήτων και διαφοροποίηση και επικέντρωση στρατηγικής.
Κι έτσι δίνω την σκυτάλη της αρθρογραφίας στην γεωπόνο, Λίνα Μήτσου για να σας δώσει περισσότερες πληροφορίες για την Στέβια τις επόμενες μέρες.
*Ο Γιάννης Σελιμάς είναι Περιβαλλοντολόγος-Μ.Sc Οικονομική & Περιφερειακή Ανάπτυξη
agriniopress.gr