Αρχές του 1962 και στις καπναποθήκες των καπνοπαραγωγών Τριχωνίδας, Βάλτου και Ξηρομέρου η παραγωγή των καπνών της σοδειάς του 1961 παραμένει αδιάθετη.
Η Κυβέρνηση Καραμανλή μετά από πίεση και διαμαρτυρίες των καπνοπαραγωγών, αναγκάζεται να δώσει εντολή προς τους καπνοβιομηχάνους να αγοράσουν τα καπνά της σοδειάς του 1961 από την 1η Απριλίου του 1962, κατά ποσοστό 20% μηνιαία, ώστε μέχρι στις 31 Αυγούστου του 1962 να έχει πουληθεί μέχρι και το τελευταίο κιλό σοδειάς 1962, και χρηματοδοτεί γι’ αυτό τους καπνοβιομηχάνους.
Παρ’ ότι όμως χρηματοδοτήθηκαν από την Κυβέρνηση, οι καπνοβιομήχανοι δεν προχώρησαν στην αγορά των καπνών.
Και η Κυβέρνηση από την μεριά της δεν ασκούσε καμία πίεση στους μεγιστάνες της καπνοβιομηχανίας.
Έτσι 7500 τόνοι καπνού της σοδειάς του 1961, πουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές και 1400 τόνοι παρέμεναν αδιάθετοι.
Οι καπνοπαραγωγοί έβλεπαν τα καπνά τους, που ήταν ποτισμένα με ιδρώτα και αίμα, να σαπίζουν στις αποθήκες τους. Έβλεπαν την συμπαιγνία κυβέρνησης και καπνοβιομηχάνων και ήξεραν ότι θα αναγκάζονταν στο τέλος να πουλήσουν το κόπο τους σε εξευτελιστική τιμή.
Την προηγούμενη χρονιά είχαν πουλήσει τα καπνά τους από 15 έως 40 δρχ το κιλό.
Με αυτές τις τιμές οι καπνοπαραγωγοί δεν μπόρεσαν να πληρώσουν ούτε καν τα χρέη τους προς την Αγροτική Τράπεζα και εύλογα ζητούσαν για την νέα σοδειά αύξηση στην τιμή πώλησης κατά 40-50%. Για να μπορέσουν έτσι να πληρώσουν τα χρέη προς την Τράπεζα και να αντιμετωπίσουν και τις βιοτικές ανάγκες τους.
Οι καπνοβιομήχανοι όχι μόνο δεν προσέφεραν τιμές ανώτερες από την προηγούμενη χρονιά, αλλά δεν έδιναν ούτε καν την αύξηση 10% που είχε αποφασίσει η Κυβέρνηση, αφού είχε βάλει νέο φόρο 50 έως 70 λεπτά στο πακέτο.
Η εύλογη αγανάκτηση των καπνοπαραγωγών τους οδηγεί σε κινητοποιήσεις, οι οποίες κορυφώνονται στα μέσα Ιουλίου του 1962.
Στις 8 Σεπτεμβρίου οι καπνοπαραγωγοί Βάλτου και Ξηρομέρου κατέβηκαν σε προειδοποιητική διαδήλωση διαμαρτυρίας.
Πάνω από 4000 άνθρωποι κινήθηκαν από τα χωριά τους και τα ξημερώματα κατέλαβαν την δημόσια οδό Αμφιλοχίας-Αγρινίου, στην Σφήνα, σημερινή Κυψέλη του δήμου Αγρινίου.
Επίσης, στο χωριό Στάνος συγκεντρώθηκαν γύρω στους 3000 παραγωγούς και στο χωριό Σφήνα γύρω στους πεντακόσιους.
Άντρες, γυναίκες, νέοι και γέροι ακόμα και μικρά παιδιά απάντησαν στους Κυβερνητικούς εκπροσώπους και στην Χωροφυλακή, ότι δεν θα διαλυθούν αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους και ότι είναι αποφασισμένοι να πέσουν όλοι για τον δίκαιο αγώνα τους.
Και τότε οι Χωροφύλακες, παρουσία του Νομάρχη Αιτωλοακαρνανίας Ιωάν. Μήλλιου, του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Μεσολογγίου Δημόπουλου, του Αντιεισαγγελέα Πρωτοδικών Αγρινίου Αθαν, Πέταλα και του βουλευτή της Δεξιάς Νικ. Φαρμάκη, πυροβόλησαν αδίστακτα εναντίον τους.
Και το αίμα των άτυχων παραγωγών χύθηκε και έβαψε τον δρόμο Αγρινίου-Αμφιλοχίας.
Ο μικρός Ευστάθιος Μπίλιας, μόλις 10 χρονών, από το χωριό Μαχαλά τραυματίζεται. Και ο Δημήτρης Βλάχος, 24 χρονών, καπνοπαραγωγός από την Λεπενού τραυματίζεται θανάσιμα στην γέφυρα της Σφήνας και μεταφέρεται στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Αγρινίου, όπου αφήνει την τελευταία του πνοή.
Ο επίλογος αυτής της αιματηρής τραγωδίας, ήταν η Δίκη των 18 καπνοπαραγωγών, που συνελήφθησαν την μέρα των γεγονότων, σαν πρωταίτιοι της “στάσεως”.
Πηγή: Το βιβλίο του αειμνήστου δικηγόρου Γρηγόρη Μπακόλα “Η Δίκη των Καπνοπαραγωγών Ξηρομέρου – Βάλτου στο Αγρίνιο το 1962”.