Το 2019, η προς πώληση παραγωγή κρασιού (συμπεριλαμβανομένου του αφρώδους οίνου) στην ΕΕ ήταν περίπου 16 δισεκατομμύρια λίτρα (bn) λίτρα. Οι μεγαλύτεροι οινοπαραγωγοί ήταν η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία, ακολουθούμενες από την Πορτογαλία, τη Γερμανία και την Ουγγαρία.
Κορυφαίος εξαγωγέας: Ιταλία
Το 2019, τα κράτη μέλη της ΕΕ εξήγαγαν 7,1 δισ. Λίτρα κρασιού. Σχεδόν το ήμισυ αυτού του οίνου εξήχθη σε χώρες εκτός της ΕΕ (3,1 δισεκατομμύρια λίτρα, ή 43% των συνολικών εξαγωγών κρασιού), κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο (0,69 δισεκατομμύρια λίτρα ή 22% των εξαγωγών εκτός ΕΕ ) και στις Ηνωμένες Πολιτείες Ηνωμένες Πολιτείες (0,65 δισ. λίτρα, 21%), ακολουθούμενη από τη Ρωσία (0,28 δισ. λίτρα, 9%) και την Κίνα (0,25 δισ. λίτρα, 8%).
Η Ιταλία ήταν μακράν ο κορυφαίος εξαγωγέας κρασιού, με εξαγωγές εκτός ΕΕ 1,1 δισεκατομμυρίων λίτρων το 2019, που αντιπροσωπεύουν το 34% των εξαγωγών κρασιού εκτός των κρατών μελών της ΕΕ. Ακολούθησε η Γαλλία (0,8 δισεκατομμύρια λίτρα, 25%) και η Ισπανία (0,7 δισεκατομμύρια λίτρα, 22%).
Κορυφαίος εισαγωγέας: Γερμανία
Εξετάζοντας τις ροές εισαγωγών, τα κράτη μέλη της ΕΕ εισήγαγαν συνολικά 4,8 δισ. λίτρα οίνου το 2019. Μόνο το 16% προήλθε από χώρες εκτός ΕΕ, ιδίως από τη Χιλή (0,17 δισ. λίτρα, 23% των εισαγωγών εκτός ΕΕ) και Νότια Αφρική (0,16 δισ. λίτρα, 21%).
Μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, οι μεγαλύτεροι εισαγωγείς οίνου ήταν η Γερμανία (0,23 δισ. λίτρα ή το 30% των εισαγωγών εκτός ΕΕ των κρατών μελών της ΕΕ), οι Κάτω Χώρες (0,11 δισ. λίτρα, 15%), η Δανία (0,07 δισ. λίτρα, 9%), Σουηδία (0,06 δισ. λίτρα, 8%), Βέλγιο και Γαλλία (και τα δύο 0,05 δισ. λίτρα, 7%) και Ιρλανδία (σχεδόν 0,05 δισ. λίτρα, 6%).