Κείμενο – Έρευνα: Λ. Τηλιγάδας
Την Κυριακή 15 Μαΐου 1932 συνέβη ένα λυπηρό γεγονός μέσα στη λέσχη του Εμπορικού Συλλόγου Αγρινίου, το οποίο βάρυνε πολύ την ατμόσφαιρα της μικρής επαρχιακής πόλης και απασχόλησε το σύνολο σχεδόν του τοπικού και πανελλαδικού τύπου.
Από τις πρώτες πρωινές ώρες ο καπνέμπορος Διονύσιος (Νιόνιος) Έξαρχος είχε κατεβεί στην αγορά της πόλης, όπου ψώνισε ψάρια, όπως αναφέρει «το Φως του Αγρινίου»[1] και μετά πήγε στα γραφεία της τοπικής εφημερίδας «Τριχωνίς», όπου, σύμφωνα με μαρτυρία, φαινόταν πολύ στενοχωρημένος. Στη συνέχεια κατέβηκε στην αγορά και επικοινώνησε με τον Δήμαρχο, Αντρέα Παναγόπουλο, και κάποιους φίλους του. Πέρασε από την αδερφή του και θέλοντας να την προϊδεάσει, της είπε: «Εμένα από σήμερα θα με χάσεις από αδερφό».
Ακολούθως έψαξε και συναντήθηκε με τον Θ. Καπέρδα για κάποιες πληροφορίες που ήθελε, αφού ο Καπέρδας μόλις είχε επιστρέψει από την Αθήνα.
Στη συνέχεια πήγε στα γραφεία του Εμπορικού Συλλόγου της Πόλης, ζήτησε από τον υπάλληλο της λέσχης πέντε χαρτοφάκελα, τα οποία τα πήρε και κλείστηκε μόνος του σε μια αίθουσα του Συλλόγου. Κλεισμένος εκεί, αφού έγραψε τέσσερεις επιστολές, πήρε ένα πιστόλι και αυτοπυροβολήθηκε στον κρόταφο.
Όσοι βρισκόταν εκείνη τη στιγμή στη λέσχη θορυβήθηκαν και υπέθεσαν, ότι ο κρότος προήλθε από κάποια κροτίδα που πέταξε κάποιος προς τα γραφεία του Συλλόγου. Ψάχνοντας τα γραφεία μήπως και ανακαλύψουν τον δράστη, βρήκαν τον Έξαρχο πεσμένο πάνω σε γραφείο αιμόφυρτο και νεκρό.
Πάνω του βρέθηκαν πέντε επιστολές: Μία προς την αστυνομία, στην οποία ανέφερε ότι τα αίτια της αυτοκτονίας του είναι οικονομικά, παραπέμποντας ως προς αυτά στην επιστολή του προς τις εφημερίδες, οι οποίες παρακαλούσε να δοθούν και στους διευθυντές της Τράπεζας Αθηνών (Σεφεριάδη) και της Εκδοτικής (Πατρινέλη), ένα σημείωμα για τους δανειστές του, η επιστολή που προαναφέραμε προς τις εφημερίδες «Τριχωνίς» και «Φως του Αγρινίου», μία επιστολή προς τους Γιάννη Παπαγιανόπουλο, ταμία της Επαρχίας Τριχωνίδας, Μιχάλη Δήμα, Τάσο Παπαπέτρο, Γιάννη Έξαρχο και Χρήστο Σπανόπουλο και μία προς τους γιούς του Ανδρέα και Λυκούργο και γαμπρό του Θανάση Κασσάρα.
Ειδοποιήθηκε αμέσως, αναφέρει ο «Νεολόγος των Πατρών»[2] ο χωροφύλακας που εκτελούσε υπηρεσία φρούρησης των γραφείων[3] και ο γιατρός Σισμάνης, ο οποίος έφθασε σχεδόν αμέσως και διαπίστωσε τον θάνατο του εμπόρου. Κατόπιν ειδοποιήθηκαν οι συγγενείς του, οι οποίοι πήραν τον νεκρό και τον μετέφεραν στο σπίτι του.
Η είδηση του θανάτου του έγινε αμέσως γνωστή στην πόλη και όπως γράψαμε και στον πρόλογο της ανάρτησης βάρυνε αρκετά το κλίμα της δημόσιας ζωής στην πόλη, γιατί ο αυτόχειρας απολάμβανε σημαντικής εκτίμησης στην πόλη. Ας σημειωθεί, ότι το Αγρίνιο εκείνη την εποχή ήταν μια μικρή επαρχιακή πόλη, η οποία μόλις πρόσφατα είχε αρχίζει να εξωραΐζεται και να αποκτά μια επιστημονικά σχεδιασμένη πολεοδομία, με έναν συνολικό πληθυσμό 15.000 κατοίκων περίπου.[4]
Οι λόγοι της αυτοκτονίας του καπνεμπόρου ήταν οικονομικοί και είχαν να κάνουν με οφειλές του, ύψους 196.000 δρχ., προς την «Εκδοτική Τράπεζα» και την «Τράπεζα Αθηνών» (μετέπειτα Εθνική Τράπεζα), προς τις οποίες είχε υποθηκεύσει ολόκληρη την ακίνητη περιουσία του. Οι δύο αυτές Τράπεζες όμως, χωρίς κανένα έλεος και χωρίς καμία ανθρώπινη πρόνοια είχαν προχωρήσει στην κατάσχεση όλων των εσόδων που είχε ο Έξαρχος από αυτή με αποτέλεσμα ο ίδιος και η οικογένεια του να έχει περιέλθει σε απόλυτη φτώχεια.
Στην επιστολή του προς τις εφημερίδες, μεταξύ άλλων, έγραφε: «Αφού πλήρως εξησφαλίσθησαν δια το ελάχιστον αυτό λαβείν τους, δεν ηρκέσθησαν εις την ανωτέρω ασφάλειαν, αλλά μου κατέσχησαν και το μόνον εισόδημά μου, από το οποίο ζούσα την οικογένειαν μου, τα ενοίκια του καπνεργοστασίου, φέροντας με, δια του πραξικοπήματος αυτού, εις απόγνωσιν, αφήσαντές με απένταρον. Απετάνθην δι’ αιτήσεως μου εις προς τας διοικήσεις να μου άρουν την κατάσχεσιν των ενοικίων για να μπορέσω αφ’ ενός να ζήσωμεν και αφ’ ετέρου ησύχως να σκεφθώ πως θα τακτοποιούσα την υπόθεσιν, πωλών μέρος της περιουσίας μου εν ανάγκη, αλλ’ ατυχώς, ενώ μοι εδώθησαν υποσχέσεις εκ κέντρου, ότι θα πράξωσι παν το δυνατόν, αναγνωρίσαντες τα εν τη αίτησει μου, εν τούτοις κανένα αποτέλεσμα μέχρι σήμερον δε βλέπω, ούτως ώστε με άφησαν απένταρον φέροντάς με εν απογνώσει. Έζησα μέχρι σήμερον εις τον πολύτιμον αυτόν άνθρωπον, Ταμίαν κ. Παπαγιαννόπουλον, δίδοντας μοι μέρος εκ των όσων μοι έχουν κατασχεθή και δια το οποίον εύχομαι να ζήση ευτυχής, δίδων προς αυτόν ο θεός όλα τα καλά. Άλλος είναι ο σκοπός των Τραπεζών και δη των ευεργετικών ιδρυμάτων, να συνδράμουν και να τους συγκρατούν εν τη κρίσει, τους εμπόρους εκείνους, όπου φρονούν ότι είναι εξησφαλισμέναι και όχι να τους πνίγουν με την παραμικροτέραν κρίσιν και αφού αφενός εξασφαλίζονται με δεκαπλασίαν αξίαν αστικής περιουσίας των όσων έχουν λαβείν, αφ΄ ετέρου καταδικάζουν οικογενείας δια τον εξ ασιτίας θάνατον στερούντας αυτάς, παντός εισοδήματος, για να ζήσουν. Εγώ εάν ήθελα να τους φάω τα λεφτά τους ηδυνάμην πριν έτους να πωλήσω την περιουσίαν μου, ην είχα ελευθέραν μέχρι του τέλους, αλλά δεν ηθέλησα να γίνω άτιμος. Είχα μέγα αντίκρυσμα, ώστε και αυτοί να πληρωθούν και μένα να μου μείνουν. Εκ των υστέρων όμως καταδεικνύεται ότι η μεγάλη τιμιότης καταντά βλακεία. Ο προοριμσός των Τραπεζών είναι ευεργετικός και ούχι εξοντωτικός. Κύριοι, υψώσατε φωνή διαμαρτυρίας, όχι τόσον για μένα, γιατί εγώ φεύγω, αλλά προς αποφυγήν νέων κρουσμάτων ή μάλλον θυμάτων, όπερ απεύχομαι. Με εκτίμησιν Δ. Έξαρχος»
Στο πίσω μέρος του φακέλου επίσης σημείωνε: «Ελπίζω τας Τράπεζας θα τας τύψη η συνείδησις για το κακό που έκαμαν, αφού ήσαν εξασφαλισμέναι. Ευχαριστώ όλους που με συνέδραμαν και συγχωρώ εκείνους που με έβλαψαν»[5].
Το «συγκλονιστικόν» γράμμα, όπως το χαρακτηρίζει σε πρωτοσέλιδο δημοσίευμά της η ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ[6] των Αθηνών, «που άφηκεν ο ατυχής αυτόχειρ του Αγρινίου, θα έπρεπεν να αποτελέσει αντικείμενον ιδιαιτέρας μελέτης μεταξύ όλων των διοικούντων τας τραπεζιτικάς επιχειρήσεις της Ελλάδος, δια να ληφθούν τάχιστα γενικαίς αποφάσεις περί της πολιτικής, την οποίαν οφείλουν να ακολουθήσουν αι Τράπεζαι μέσα εις την μαινόμενη οικονομικήν κρίσιν απέναντι της χειμαζομένης πελατείας των», αναφέρει.
Στην επιστολή αυτή, που άφησε για τις Τράπεζες, ο Έξαρχος περιέγραφε το ιστορικό της οικονομικής ασφυξίας που του είχαν επιβάλλει οι τράπεζες τις τελευταίες κρίσιμες μέρες της εμπορικής του δραστηριότητας. Αν και ο συνεχής κύκλος των συναλλαγών του, έγραφε σ’ αυτή, ήταν αρκετά εκατομμύρια την τελευταία κρίσιμη περίοδο αυτές τον εγκατέλειψαν, παρά το γεγονός ότι «το εμπορικόν του ηθικόν ήτο ακμαιότατον».
«Το δράμα κρατεί εν ζωηρά συγκινήσει τον εμπορικόν κόσμον και την κοινωνίαν Αγρινίου», συνεχίζει η εφημερίδα, η οποία αναγνωρίζει την γενικήν ύπαρξιν εις το εμπόριον των αιτιών άτινα προεκάλεσαν την αυτοκτονίαν του ατυχούς συναδέλφου των. Επί τη βάση των αντιλήψεων τούτων, ο Εμπορικός Σύλλογος Αγρινίου απέστειλε προς την Κυβέρνησιν τηλεγραφικήν διαμαρτυρίαν».
—————————————————————————–
- Το Φως του Αγρινίου, Κυριακή 26/5/ 1932, Έτος 6ο Αρ. Φύλ. 266/316, σελ. 1. (Το πρωτοσέλιδο της πραναφερόμενης έκδοσης του «Φωτός» που διαθέτει ο Ιωάννης Νερατζής στο προσωπικό του blog ΕΔΩ υπέστη βανδαλισμό, αφού κάποιος, πριν σκαναριστεί το αντικείμενο, έκοψε τον τίτλο της εφημερίδας και τον πρωτοσέλιδο τίτλο του άρθρου, μαζί με μέρος του κειμένου, αποτυπώνοντας). | 2. Της σύνταξης (Ανυπόγραφο), Τραγική αυτοκτονία καπνεμπόρου εις το Αγρίνιον, Νεολόγος των Πατρών, Δευτέρα 16/5/1932, Έτος ΛΗ, Αρ. Φύλ. 120, σελ. 3. | 3. Έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον αυτή η είδηση, για πολλούς λόγους, αλλά κυριότερα για την σπουδαιότητα του Συλλόγου εκείνη την εποχή. | 4. Για την ακρίβεια, ο πληθυσμός του Αγρινίου ήταν 15.300 κάτοικοι, «Λεξικόν των δήμων, κοινοτήτων και συνοικισμών της Ελλάδος επί τη βάσει της απογραφής του πληθυσμού του έτους 1928 και των επελθουσών μέχρι τέλους Φεβρουαρίου 1935 διοικητικών μεταβολών», Γενική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, Έτος αναφοράς 1928, Έτος έκδοσης 1936, σελ. 8. | 5. Το Φως του Αγρινίου, Κυριακή 26/5/ 1932, Έτος 6ο Αρ. Φύλ. 266/316, σελ. 1. | 6. Της σύνταξης (Ανυπόγραφο), Προς Τράπεζας παραίνεσις – Το δράμα του Αγρινίου, Ακρόπολις, Τρίτη 17/5/1932, Έτος Δ, Αρ. Φύλ. 1.183, σελ. 1.
Φωτογραφία εξωφύλλου: Ο Διονύσης Έξαρχος ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του Παναιτωλικός Γ.Φ.Σ. Στη φωτογραφία της ανάρτησης μπορείτε να δείτε όλα τα ιδρυτικά μέλη του Σωματείου (Πηγή: Αρ. Μπαρχαμπάς, Παναιτωλικός Γ.Φ.Σ., εκδόσεις Ο.Β.Ε.Π.Π, Αγρίνιο 1998, σελ. 84). Όπως αναφέρει ο Περικλής Χ. Χαντζής ΕΔΩ ανάμεσα σε αυτά βρίσκεται και ο Διονύσιος Έξαρχος. Ούτε ο Περικλής Χ. Χαντζής, ούτε ο Αρ. Μπαρχαμπάς όμως ταυτοποιεί τα πρόσωπα της φωτογραφίας, με τα ονόματα. Παρακαλούμε αν αναγνωρίζεται τα πρόσωπα ενημερώστε μας ή από κάτω στα σχόλια ή στο email:Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.. Τα πρόσωπα που καταγράφει ο κ. Χατζής, αλλά παραμένουν αταυτοποίητα είναι τα παρακάτω: Ευθύμιος Χαβέλλας- Γεώργιος Χατζόπουλος- Εμμανουήλ Θεοδωρόπουλος – Αθανάσιος Παπασωτηρόπουλος- Νικόλαος Σαραντόπουλος- Διονύσιος Έξαρχος– Ιωάννης Σελιμάς- Ανδρέας Παναγόπουλος- Γεώργιος Στύλιος- Χρήστος Γιάγκας- Λάμπρος Μπούτσος- Νικόλαος Τσιτσιμελής – Γεώργιος Πατσής- Χρήστος Παπαγιάννης- Παναγιώτης Τσιχριντζής – Γεώργιος Αλεξανδρόπουλος.
archeionagriniouemerologio.gr