Η συλλογική μνήμη και οι προφορικές αφηγήσεις αναφέρονται στις καπναποθήκες-“φυλακές” Παναγοπούλου, όπου κρατήθηκαν και βασανίστηκαν φοβερά εκατοντάδες αντιστασιακοί. Η υπέργηρη σήμερα (2008) καπνεργάτρια Δέσποινα Γιακουμίδου αναφέρει σχετικά: «Τα μεγαλύτερα βασανιστήρια έγιναν τ ‘ς αποθήκες τ’ Παναγοπουλου. Κι όταν μετά ξαναπιάσαμε δουλειά, το αίμα “ήταν νωπό ακόμα!»1
Προσφιλείς μέθοδοι βασανισμού αναφερόντα: οι άγριοι ξυλοδαρμοί “φάλαγγα”2 και οι γάτες.
Ενδεικτικό παράδειγμα μαρτυρίου με τη μέθοδο της γάτας, αποτελεί η αγρότισσα Ελένη Ανδρεοπούλου, η οποία τότε ήταν σύνδεσμος. Πρώτη αναφορά στην αγωνίστρια αυτή γίνεται από το Φίλιππα Γελαδόπουλο στο βιβλίο του με τίτλο:. Μαρία Δημάδη. Μνήμες και Ελεγεία. Εκεί γράφει για το σπουδαίο ρόλο που έπαιζαν οι γυναίκες σύνδεσμοι στην παραλαβή και παράδοση σημειωμάτων από το Αγρίνιο στο βουνό και αντίστροφα. Αναφέρονται τα ονόματα τριών γυναικών. Ένα από τα οποία είναι της Ελένης Ανδρεοπούλου, η οποία είχε το ψευδώνυμο “Αντρέα”3 Στη συνέχεια ο συγγραφέας παραθέτει τρεις προφορικές μαρτυρίες που συγκέντρωσε για τη σύλληψη, τους βασανισμούς και την εκτέλεση της αγωνίστριας.
Η Ελένη Κομματά προερχόταν από μια αγροτική οικογένεια. Παντρεύτηκε τον Επαμεινώνδα Ανδρεόπουλο και από το γάμο τους απέκτησε πέντε παιδιά. Κατοικούσε σε ένα φτωχικό σπιτάκι “ψηλά από το Αγρίνιο”, πολύ πιο πάνω από το Δημοτικό Πάρκο. Στη διάρκεια της αντίστασης μετέφερε μηνύματα “χαρτιά των ανταρτών”. Ένα απόγευμα στις 10 Ιούλη 1944 η Ελένη ακολουθώντας το συνηθισμένο δρομολόγιο προς το Αγρίνιο για να πουλήσει ξύλα προκείμενου να βγάλει μεροκάματο και παράλληλα να μεταφέρει το σημείωμα της οργάνωσης, πιάστηκε από τους τσολιάδες. Πρόλαβε όμως και κατάπιε το “χαρτί”. Μεταφέρθηκε στις φυλακές Παναγόπουλου, όπου άρχισαν οι ανακρίσεις και οι βασανισμοί για να της αποσπάσουν τα μυστικά που έκρυβε.
Στο βασανισμό της με τη μέθοδο της γάτας4 αναφέρονται τέσσερις προφορικές μαρτυρίες5 που καταγράφτηκαν κατά τη διάρκεια της παρούσας έρευνας. Ενδεικτικά παραθέτουμε την προφορική μαρτυρία της Κων/νας Μπαλωμένου6 η οποία εκείνη την περίοδο κατοικούσε στην περιοχή πάνω από το Πάρκο. «Ήταν μια γυναίκα εδώ πάν’ στο λόγο. μακριά, είχε 4 παιδιά αυτήνη κι κουβάλαε ξύλα. Κ’, τάφερνε κάτω εδώ και τα πούλαε. Και αυτή τώρα εδώ ήτανε με τ’ς αντάρτες”.
Έφερνε χαρτιά “ξέρω γω τι ήτανε, μικρά -ημείς τότε. Και την έπιασαν εδώ πιο πέρα, στον άλλο δρόμο [πάνω από το Πάρκο]. Την πιάσανε, τ’ς εκοψανε τ’ς τριχιές απ’ τα ξύλα, και την πήραν και την πήγανε στ’ Παναγόπουλου μέσα. Και τ’ς φορέσανε ένα τσουβάλι, τ’ς τόδεσανε εδώ στο λαιμό, κι τ’ς έβαλανε γάτες μέσα, και κτυπάγανε αυτήνοι κι κοπανάγανε και. γρατζούναγαν οι γάτες κι την είχανε κάνει κουμάτια. Ανδριοπουλου ήταν το επίθετο της, Ελένη. Και τελικά πέθανε αυτή εκεί μέσα. Κι βρίσκεται ένα κορίτσι απ’ τα παιδιά τ’ς τώρα στην Αθήνα…».
Η παραπάνω μαρτυρία έρχεται σήμερα (2008) να επιβεβαιώσει αυτή της Αλεξάνδρας Παντελή Κάκου, που καταγράφει ο Γελαδόπουλος για το γεγονός. Αναφέρεται στο χώρο του βασανιστηρίου όπου μεταφέρθηκε και το νεογέννητο κοριτσάκι της. ΤΙ παρουσία του νεογέννητου μωρού στη φυλακή μάλλον εξυπηρετούσε τους βασανιστές οι οποίοι απέβλεπαν στο να πετύχουν την κάμψη της μάνας μπροστά στο παιδί που μόλις είχε φέρει στον κόσμο και όχι στην ευαισθησία τους για τη φροντίδα και το θηλασμό του από εκείνη, η οποία αιμορραγούσε από τους ξυλοδαρμούς, και τα γδαρσίματα της γάτας, όπως αναφέρεται7
Η μητρική αγάπη όμως στην προκειμένη περίπτωση δεν έκαμψε την αγωνιστικότητα και την υπευθυνότητα της γυναίκας αγωνίστριας. Προτίμησε να πάρει μαζί της τα μυστικά που διακινούσε υπηρετώντας την Αντίσταση. Ο θάνατος της επήλθε από το πιστόλι του Τολιόπουλου “εκεί δίπλα στο ρέμα του Κατρουλή” στις 26 Ιουλίου 1914 ,8
Μετά το θάνατό της η πολυμελής οικογένεια τους διαλύθηκε. Τα πέντε παιδιά “σκόρπισαν” σε διάφορες οικογένειες στο Αγρίνιο, στην Αθήνα, στην Πάτρα. Το μωρό “της φυλακής” υιοθετήθηκε από τον ίδιο το δεσμοφύλακα της μάνας του, ο οποίος ήταν άτεκνος.9
Θα αναφερθούμε σε ένα ακόμα σημαντικό γεγονός που σχετίζεται με τις φυλακές Παναγόπουλου: Οι Γερμανοί ύστερα από την πετυχημένη δράση των Αντιστασιακών (30 Ιουλίου 1944) στην περιοχή Καλυβιών, αποφάσισαν να εκδικηθούν. Πήραν από τις φυλακές Παναγόπουλου εξήντα (60) ομήρους και με τη βοήθεια των ταγματασφαλιτών του Αγρινίου τους οδήγησαν στο χώρο, όπου οι Έλληνες είχαν χτυπήσει τους Γερμανούς.
Στη διασταύρωση της σιδηροδρομικής γραμμής και του δημόσιου δρόμου που υπήρχε το φυλάκιο του σιδηροδρομικού σταθμού, εκεί με πολυβόλα θέρισαν πενήντα έξι (56) ομήρους. Τους τέσσερις τους οδήγησαν στην κρεμάλα (31 Ιουλίου 1944).10
ΟΙ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1. Προφορική αφήγηση Α. Γιακουμίδου (15/2/2008) στην ερευνήτρια Μαρία Αγγέλη.
2. Ο υπέργηρος Δημήτριος Μπαλωμένος καταθέτει τον βασανισμό του στις “φυλακές” Παναγοπουλου: «Ο Παναγοπουλος που έφκιασε τ’ς αποθήκες, οι οποίες τ’ς χαλάσανε σήμερα ήτανε ιστορικές, γι.ατι εκεί ήτανε και οι φυλακές των Γερμανών επί κατοχής, που κουβαλούσαν τον κόσμο όλον και τόνε βάζαν μέσα. Έκανα και εγώ εκεί. Μ’ έπιασαν οι Ιταλοί και με βάλανε φυλακή. Μετά με μεταφερανε στους μελλοθάνατους. Με βάλανε στου Παναγοπουλου, αποκάτω. Άργησα να πούμε για να δείξω κάτι, ήβλεπες τον κόσμο όλο ήτανε ξαπλωμένος στο τσιμέντο καταή. Ήτανε μαρτύριο, μαρτύριο. Έχανα αγιογραφία στον τοίχο. Και κατέβηκε ένας τσολιάς Χι με πέτσωσε τ’ς κλωτσιές! Γιατί να χάνω αγιογραφία; Ήτανε ο Γιάννας ο Σκούλος ο λεγόμενος, ήτανε τσολιάς αυτός. Τέλος πάντων. Είχαμε πρόβατα. Έφαγαν σχεδόν τα περισσότερα πρόβατα, ταφαγανε για να μπορέσ’ να με βγάλει ο γέρος έξω, να με βγάλει απ’ τις φυλακές. Με πήρανε μετά χαι με πήγανε τ’ς φυλακές τ’ς Αγία Τριάδας […] Στις αποθήκες Παναγοπουλου πρέπει νάμεινα δύο μήνες και μετά με μεταφέρανε. Δηλαδή πως με μεταφέρανε: Είχα περάσ’ τρεις φορές φάλαγγα. Φάλαγγα είναι το οικτρότερο ξύλο! Σου βάναν το όπλο εδώ στα πόδια, στα γόνατα και στο λαιμό και είναι τα πόδια σου εκεί [δείχνει]. Και σε βαράνε με συρματόπλεγμα! Βούρδουλα είχανε με σύρμα. Λοιπόν εγώ τη μία πατούσα από το πόδι μου είχε φύβγει ολόκληρη. Είχε φυβγει δηλαδή το δέρμα ολόκληρο. Είχε φουσκώσ’ το αίμα και έσπασε και μετά με πήγανε στ’ Μαυρομάτη τ ‘ς Κλινική και παραλίγο να πάθω γάγγραινα. Κι από χει με πήγανε τ’ς φυλακές τ’ς Αγια Τριάδας. Έτσι έφυγα απ’ τις φυλακές τ’ Παναγοπουλου. Απ’ το ξύλο για να πω πού ήταν τα. όπλα! […]».
3. Προφορική αφήγηση Δημ. Μπαλωμένου (6/2/2008) στην ερευνήτρια Μαρία Αγγελή. Οι άλλες δύο ήταν: η Λαμπρινή Νικολάου και η Αμαλία Λέρη. Βλ. Φ. Γελαδότΐουλου, Μαρία Δημάδη. Μνήμες και Κλεγεία, “Νέοι Καιροί”, Αθηναϊκές Εκδόσεις, σ. 59.
4 .Μέσα σ’ ένα τσουβάλι, ένας άνθρωπος κι ένα γατί. Και απέξω ένας δήμιος να χτυπάει! Ο άνθρωπος αν άντεχε το ξύλο. δε γλύτωνε το γδάρσιμο από το αγριεμένο ζώο.
5 .Είναι οι προφορικές μαρτυρίες των: Κων/νας Μπαλωμένου, Α. Μπαλωμένου, Σ. Πύργου, Δ. Γιακουμίδου.
6 .Προφ. αφήγηση Κων/νας Αντρομανέτσικου-Μπαλωμένου (12/2/2008) στην ερευνήτρια Μαρία Αγγελή.
7 .Βλ. Φ. Γελαδόπουλος ό.π. σ. 6 1. Εοώ να συμπληρώσουμε ότι η φιλόλογος Αθανασία Βέλιου. μας αφηγήθηκε σχεδόν αυτούσια την ιστορία της Ανδρεοπούλου που αιμόφυρτη θήλαζε το βρέφος της στις φυλακές ΙΙαναγόπουλου. Την είχε ακούσει από τη μητέρα της Ελένη Βέλιου.
8. Βλ, Φ. Γελαδόπουλος ό.π. σ. (>() και 62,
9. Προφορικές πληροφορίες της Παρασκευής Ανδρεοπούλου, κόρης της Ελένης, η οποία παραβρέθηκε και παρακολούθησε το Συνέδριο, προσκεκλημένη ατΐό την καθηγήτρια και Πρόεδρο του Συνεδρίου Κων/να Μπάδα. Η Κων/να Μπάδα στην εισήγηση της με τίτλο: «Η ιστορία και η μνήμη των εκτελέσεων γυναικών στο Αγρίνιο», αναφέρθηκε και στην αγωνίστρια Ελένη Ανδρεοπούλου.
10 .Βλ. θ. Κακογιάννη, Μνήμες και σελίδες της Εθνικής Αντίστασης, εκδόσεις Κωσταράκη, Αθήνα 1977, σ. ,394-395.
http://aitoloakarnaniapress.gr