Είπαμε πολλά και σώνει… της Νένας Μπούρα
Συνέντευξη της συγγραφέως των Εκδόσεων Συμπαντικές Διαδρομές, Νένας Μπούρα, που δίνεται με την ευκαιρία του Φεστιβάλ «Όψεις του Φανταστικού 2017 – Δυτική Ελλάδα» που θα διοργανωθεί στις παρακάτω πόλεις, 31 Μαρτίου Αστακός – 1 Απριλίου Πάτρα – 2 Απριλίου Αγρίνιο και τη συμμετοχή της συγγραφέως σε αυτό.
Ερώτηση: Γεια σου, Νένα. Εδώ κανονικά ρωτάνε πως νιώθεις για το πρώτο σου βιβλίο, πως ένιωσες όταν το έπιασες στα χέρια σου και ότι έχει να κάνει γενικά με την αίσθηση του βιβλίου. Θα σου κάνω ίσως την ίδια ερώτηση αλλά σίγουρα όχι με τον ίδιο σκοπό.
Αυτό που θέλω να μάθουμε είναι πως νιώθεις που γράφεις.
Για την ακρίβεια πως νιώθεις που επιτέλους γράφεις. Νιώθεις ελευθερία, καταπίεση, άγχος, πίεση;
Ή απλά, ίσως πάντοτε, νιώθεις μόνο την ατέλειωτη ελευθερία, έχοντας στα χέρια σου ένα εργαλείο έκφρασης που δεν λογοδοτεί σε κανέναν;
Μίλησες μας, για σένα και τη συγγραφή, και την ιδέα της συγγραφής, και τι εκφράζει για σένα.
Απάντηση: Ένιωσα απέραντη χαρά όταν άγγιξα για πρώτη φορά το πρώτο μου ΄΄πνευματικό παιδί΄΄ το πρώτο μου βιβλίο «Είπαμε πολλά και σώνει». Ήταν το συναίσθημα το μητρικό που αγγίζεις κάτι που είναι δικό σου, δημιούργημά σου. Πάντοτε έγραφα, σκάλιζα μικρά στιχάκια, μικρές ιστορίες σε χαρτάκια, σε παλιά τετράδια. Μέσα από τις γραμμές που γέμιζαν με λέξεις απελευθέρωνα τον εαυτό μου. Ήταν κάτι το λυτρωτικό. Έγραφα τις δικές μου σκέψεις και αργότερα έγραφα πράγματα που μου έκαναν εντύπωση. Μέσα σε αυτά ήταν ιστορίες, παραμύθια και δημοτικά τραγούδια που άκουγα από τους παππούδες μου. Η αφορμή να δω πιο σοβαρά τη συγγραφή ήταν, όταν ως δασκάλα πια διαπίστωσα πως τα παιδιά όσο περνάνε τα χρόνια απομακρύνονται από το βιβλίο και τα παραμύθια. Υπάρχει μια επικράτηση ότι «δεν χρειάζεται να διαβάζουμε παραμύθια γιατί μεγαλώσαμε». Το ακούω συχνά και από μικρά παιδιά. Θλιβόμουν πολύ και έτσι αποφάσισα αυτά τα παραμύθια, τα παραδοσιακά να τα μοιραστώ με άλλους, γιατί είναι κομμάτι της παράδοσης μας που δεν πρέπει να χάσουμε. Είναι η συνέχεια μας και αυτό προσπαθώ να μεταφέρω και στους αναγνώστες.
Ερώτηση: Σίγουρα μια από τις πιο κλασσικές ερωτήσεις είναι να μας πεις κάποια πράγματα για το βιβλίο σου ή γιατί θα πρότεινες σε κάποιον να το αγοράσει. Θα σου κάνω και εγώ την ίδια ερώτηση αλλά όχι με το κλασσικό τρόπο, γιατί θέλω οι αναγνώστες να γνωρίσουν και εσένα και το βιβλίο σου.
Θέλω να διαλέξεις ένα απόσπασμα από το βιβλίο σου, ένα πολύ χαρακτηριστικό απόσπασμα, να το παραθέσεις εδώ και μετά να το σχολιάσεις. Πιστεύω ότι είναι ίσως ο καλύτερος δυνατός τρόπος για να μπορέσεις να αποκαλύψεις σε κάποιον αυτό που νιώθεις και πιστεύεις πραγματικά για το βιβλίο σου.
Απάντηση: Το βιβλίο μου είναι μια συλλογή λαϊκών παραμυθιών όπου απευθύνεται σε μεγάλους και μεγάλα παιδιά. Ένας παράξενος ταξιδιώτης, που είναι το παραμύθι προσωποποιημένο, κουβαλάει μια παράξενη πραμάτεια. Συναντάει ένα βασιλόπουλο, όπου ασθενεί ψυχικά. Μέσα από την πραμάτεια του αυτή το βασιλόπουλο γιατρεύει την ψυχή του. Αποκτά την παραμυθία, την παρηγοριά, όπως άλλωστε είναι και η ετυμολογία της λέξης παραμύθι. Παραθέτω ένα απόσπασμα του βιβλίου μου.
«… Εκείνη την ώρα ακούστηκε ένα αηδονάκι στο βάθος του βασιλικού κήπου. Το βασιλόπουλο άνοιξε τα μάτια του. Τον είχε πάρει γλυκά ο ύπνος. Ο άντρας με την πραμάτεια του τον κοιτούσε στοργικά. Ο νεαρός άντρας σηκώθηκε. Πήγε στο γραφείο του, άνοιξε το ντουλάπι του και πήρε ένα σακουλάκι με φλουριά.
«Παρτο, είναι η αμοιβή σου ταξιδιώτη».
«Όχι, βασιλόπουλο, η αμοιβή μου είναι να μεγαλώσεις, να κάμεις παιδιά και να πεις σε αυτά τις ιστορίες μου κι αυτά στα δικά τους παιδιά. Η αποστολή μου τελειώνει εδώ».
«Είπαμε πολλά και σώνει και ας λαλήσει κι άλλο αηδόνι, βασιλόπουλο μου» είπε ο παράξενος ταξιδιώτης και χάθηκε από τα μάτια του…»
Αυτή ακριβώς θα είναι και η επιτυχία της συνέχειας του παραμυθιού. Το μοίρασμα από ένα στόμα σε ένα αυτί και από το αυτί στο στόμα. Για αυτό άλλωστε το παραμύθι έφτασε ως τις μέρες μας, γιατί υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που το αγαπούν.
Ερώτηση: Ο σκοπός μας σαν Εκδόσεις ήταν και είναι να φέρουμε τους συγγραφείς στο προσκήνιο και σίγουρα τους συγγραφείς δίπλα στους αναγνώστες, μέσα στην κοινωνία. Με τις Όψεις του Φανταστικού και τις ανθολογίες μας πιστεύουμε ότι σε μεγάλο βαθμό το έχουμε καταφέρει. Πως βλέπεις τη συμμετοχή σου στις Εκδηλώσεις Όψεις του Φανταστικού και γενικά τις δραστηριότητες των Συμπαντικών Διαδρομών όλα αυτά τα χρόνια; Πιστεύεις ότι τελικά θα καταφέρουμε να φέρουμε τους συγγραφείς και τη λογοτεχνία στο προσκήνιο;
Απάντηση: Ναι, οι Συμπαντικές Διαδρομές προσπαθούν να αναδείξουν συγγραφείς που έχουν σπουδαία έργα, οι οποίοι είναι άγνωστοι ή δεν έχουν τις γνωριμίες ή ακόμα και τα χρήματα για να προωθήσουν τα έργα τους. Μέσα από όλα αυτά τα φεστιβάλ, τις παρουσιάσεις, τις γιορτές της φανταστικής λογοτεχνίας και όλη την προώθηση δίνουν το βήμα σε όλους τους συγγραφείς να γίνουν γνωστοί αλλά και να πλησιάσουν και τους αναγνώστες. Να τους δουν από κοντά, να συζητήσουν μαζί τους και να γνωριστούν καλυτέρα με το κοινό τους. Είμαι τυχερή που είμαι κι εγώ μέσα σε αυτή την συγγραφική ΄΄αγκαλιά΄΄ των Συμπαντικών Διαδρομών και μου δίνεται η ευκαιρία να γνωριστώ με ανθρώπους που έχουμε κοινή αγάπη τα παραμύθια.
Ερώτηση: Ένα σίγουρα μεγάλο ερώτημα για κάθε αναγνώστη που λατρεύει έναν συγγραφέα είναι πως θα είναι σαν απλός άνθρωπος, τι συνήθειες θα έχει. Τι τρώει, τι μουσική του αρέσει, που ταξίδεψε και πολλά άλλα πράγματα.
Θα προσπαθήσω να κάνω απλή αλλά αναγκαστικά και περίπλοκη ταυτόχρονα την ερώτηση.
Πες μας, που θα ήθελες να ταξιδέψεις για να απαγγείλεις κάποιο κείμενο σου και όταν θα το έκανες αυτό, τι μουσική θα ήθελες να ακούγεται, τι ποτό να γεμίζει το ποτήρι μπροστά σου και ποια αγαπημένη νοστιμιά να σε περιμένει στο πιάτο σου;
Απάντηση: Ωραία αλλά ταυτόχρονα δύσκολη ερώτηση. Δεν θα ήθελα να είμαι σε κάποιο σπουδαίο μέρος. Θα μου άρεσε να είμαι σε μια ακρογιαλιά μια ξάστερη καλοκαιρινή βραδιά με ανθρώπους γύρω μου να ακούνε τις ιστορίες μου και να ακούγεται ο ήχος των κυμάτων. Ή πάλι θα ήθελα να κάθομαι μια χειμωνιάτικη βραδιά δίπλα στο τζάκι και να με παρακολουθούν να τους αφηγούμαι ιστορίες για δράκους και για νεράιδες. Να φαίνονται οι σκιές από την φωτιά στο τοίχο και να ταξιδεύουν στα μαγικά μέρη που θα τους λέω. Δεν θα χρειάζονταν ούτε να πίναμε ούτε να τρώγαμε και μόνο τα παραμύθια είναι αρκετά για να χορταίνει η καρδιά μας και να γεμίζει η ψυχή μας από ηρεμία.
Ερώτηση: Κάτι ευχάριστο, όμορφο και γλυκό που θα ήθελες να μοιραστείς με τους αναγνώστες μας; Μέσα σε αυτόν τον σκληρό, βίαιο και απάνθρωπο κόσμο και μέσα σε αυτή την απρόσωπη κοινωνία υπάρχει κάτι που σε κρατάει, σου δίνει δύναμη;
Ίσως το όνειρο να γράψεις κάτι καινούργιο, να ζωγραφίσεις στην άμμο του χρόνου ένα καινούργιο όνειρο, ένα καινούργιο μύθο;
Απάντηση: Θα ήθελα να πω ότι δεν είναι κακό καμία φορά να μπλέκουμε στις καθημερινότητα μας και τους δράκους και τα ξωτικά και όλα αυτά τα παραμυθιακά στοιχεία. Σίγουρα ξέρουμε ότι δεν υπάρχουν αλλά κακό δεν είναι το παραμύθι, κακό είναι το παραμύθιασμα. Αν διαβάζουμε παραμύθια θα μπορέσουμε να αντέξουμε τις δυσκολίες τις ζωής άλλωστε όσο κι αν είμαστε αδύναμοι μπορούμε να νικήσουμε το δράκο. Τα παραμύθια μας το δείχνουν. Αυτό που με κρατάει και μου δίνει δύναμη είναι το χαμόγελο των παιδιών, το οποίο όσο το ενισχύουμε τόσο πιο γερές βάσεις βάζουμε στην κοινωνία μας. Ας μεγαλώσουμε ευτυχισμένους ανθρώπους εύχομαι.
Ερώτηση: Σε ευχαριστούμε για τον χρόνο σου. Κάτι τελευταίο που θα ήθελες να πεις στους αναγνώστες μας;
Απάντηση: Κι εγώ σας ευχαριστώ πολύ. Θα ήθελα να πω στους γονείς ότι είναι σημαντικό να διαβάζουν παραμύθια στα παιδιά τους γιατί όπως είπε και ο Αϊνστάιν, είναι το βασικό για να γίνουν έξυπνα! Τέλος θέλω να πω σε όλους, να έχουμε χαμόγελο και αισιοδοξία στη ζωή μας κι έτσι ας πορευτούμε.