Την Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου και ώρα 8 το απόγευμα, καλούμε στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου στη Βόνιτσα όλους όσους θα συμμετέχουν στο άρμα του Γληγοράκη έτσι ώστε να καθοριστούν οι ρόλοι του καθενός, να προετοιμάσουν και να προβάρουν τους χιουμοριστικά – σαρκαστικούς στοίχους του Γληγοράκη και τέλος να καθοριστεί ο τρόπος που θα κατέβουν στην παραλία της Βόνιτσας.
Φέτος ο Αχυρένιος – Γληγοράκης θα ξεχωρίσει απ’ το καρναβάλι (και την λαμπάντα). Θα ξεκινήσει πρώτα το καρναβάλι και μετά από 20 λεπτά θα παρελάσει ο Γληγοράκης. Ήρθε η ώρα να πάρει πάλι σιγά – σιγά την μορφή που είχε κάποτε προσαρμοσμένη στα νέα δεδομένα. Μπορεί να μην τον βάλουμε στον γάιδαρο όπως κάποτε αλλά στο άρμα αλλά οι «γιατροί» η «μάνα» οι «παπάδες» ο «πρώτος του χορού» η «νύφη» ο «εκφωνητής του επικήδειου» ο «χωροφύλακας» και οι «Βλάχοι», θα πάνε το Γληγοράκη στην παραλία της Βόνιτσας με τα γνωστά μοιρολόγια και τα τραγούδια του.
Την Δευτέρα είναι η τελευταία συγκέντρωση του γκρούπ του Γληγοράκη και για φέτος μόνο όσοι παρευρεθούν την Δευτέρα τις 8 το απόγευμα θα έχουν δικαίωμα να ανέβουν στο άρμα του Γληγοράκη. Αυτό γίνεται για να παρουσιαστεί ένα ωραίο δρώμενο με όλα τα στοιχεία που τους έχουν αναδείξει και καθορίσει εδώ και πολλά χρόνια.
Λίγα λόγια για τον Γληγοράκη όπως μας την έχει δώσει η ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΑΧΥΡΕΝΙΟΣ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΔΡΩΜΕΝΟ
Έχοντας ως σημείο την ημέρα πραγματοποίησης του δρώμενου δηλ. την Καθαρή Δευτέρα, ημέρα έξω από τα καθιερωμένα δρώμενα των Αποκρεών (κρεατοφαγία – κάλυψη προσώπων με μάσκες), αλλά και το σχήμα του δρώμενου, η αναδρομή της σκέψης μας οδηγεί στην αρχέγονη προέλευση του εθίμου, την Διονυσιακή λατρεία..
Αν δούμε περιγραφικά την εικόνα του εθίμου. Μια ομάδα κατοίκων ντύνει τα άχυρα των αγρών με ρούχα ενός κατοίκου, δημιουργεί τον αχυρένιο, και τον περιφέρει μέσα στην πόλη. Η ομάδα των κατοίκων έχει καταναλώσει κάποια ποσότητα κρασιού, για να αποκτήσει την ελευθερία και την ανοχή του λόγου. Στην ομάδα υπάρχουν ρόλοι που ομαδοποιούνται σε τρεις κατηγορίες. Οι έχοντες άμεση σχέση με τον Αχυρένιο, ο πρώτος της Κομπανίας, και ο λαός που ακολουθεί. Ανάμεσα στους συμμετέχοντες διακωμωδούνται γεγονότα και υπάρχει συνεχής ροή από σκωπτικά τραγούδια, που μέσα από αυτά διαφαίνεται η σάτιρα και η διαμαρτυρία.
Αυτή η μορφή του εθίμου εμπλουτίστηκε – διαφοροποιήθηκε – επιβλήθηκαν ορισμένες μορφές από κατοίκους – εξουσία, στην διαδρομή του χρόνου και έφτασε στις μέρες μας με την πιο κάτω μορφή.
Ένας νέος, ο Γληγόρης, έχει ετοιμαστεί για να παντρευτεί, αλλά το ξημέρωμα τον βρίσκει νεκρό. Στην νεκρώσιμη πομπή κυρίαρχη θέση έχουν γύρω από τον νεκρό (ο αχυρένιος καθισμένος σε καρέκλα ή πάνω σε γάιδαρο) οι γονείς του, η μέλλουσα γυναίκα του (ακόμη ντυμένη με το νυφικό), οι συγγενείς. Στην πομπή συν τον χρόνο προστέθηκε ο γιατρός, που μετά τον διαχωρισμό της αριστεράς (το 1968 και μέσα από την λογοκρισία της εποχής) οι γιατροί έγιναν δύο, ο ντόπιος και ο από το κυΠΑΡΙΣΙ). Επίσης από μια εποχή και μετά στην συνοδεία προστέθηκε και ο παπάς (μετά την άρνηση της εκκλησίας να χειροτονηθεί κάποιος παπάς). Η συνοδεία του νεκρού διαβαίνοντας τους δρόμους συζητά δυνατά για τα γεγονότα του θανάτου, οι άμεσα συγγενείς οδύρονται χρησιμοποιώντας κωμικές φράσεις, οι γιατροί συνεχώς αποφαίνονται για τα αίτια θανάτου, και ο παπάς με νεκρώσιμα-κωμικά συνοδεύει την ακολουθία.
Πίσω από την ακολουθία του Αχυρένιου ακολουθεί ο όχλος. Μεταξύ της συνοδείας και του όχλου υπάρχει μια συνεχής λεκτική αλληλοεπίδραση, προέχοντος κάθε φορά ενός μέλλους της συνοδείας. Ο Παπάς, ο γιατρός, η νύφη, η μάνα απευθύνουν στον όχλο ένα ερώτημα (σχετικό με τον θάνατο του Αχυρένιου) και ο όχλος απαντά μονολεκτικά ή με σκωπτικό στίχο. Τα γεγονότα της χρονιάς τροφοδοτούν με στοιχεία τον θάνατο του Αχυρένιου, αλλά γεγονότα που ήταν κάποτε σημαντικά, δεν χάνονται από την λεκτική αλληλεπίδραση μεταξύ συνοδείας και όχλου.
Πρόσκαιρα γεγονότα επηρεάζουν τα αίτια θανάτου του Αχυρένιου όπως :
α) η δηλητηρίαση που έπαθε ο Γληγόρης όταν ήταν ποδοσφαιριστής και δάγκωσε το αυτί του διαιτητή
β) η εξάντληση που έπαθε το βράδυ πρίν τον γάμο στα καμπαρέ της πόλης
γ) η άφθονος τροφή με αλογίσιο κρέας (βλέπε τα κρέατα Μπαλόπουλου) κλπ
Τα πανάρχαια γεγονότα πρόκλησης του θανάτου, συνεχώς επικαλούνται από τον πρώτο της συνοδείας του νεκρού, στην λεκτική αλληλεπίδραση με τον όχλο.
α) Ο πρώτος του Χορού αναφωνεί «μην έφαγε το σύρμα του γιαλού;» (δηλ. το χέλι), και ο όχλος απαντά με το σκωπτικό και σε ρυθμό άγνωστο στις μουσικές διαδρομές «γαμπρέ γιαλένιε μαστραπά» ή με το «μηδέ για γάμο άλλαξε , μηδέ για πανηγύρι, τώρα που ανθίζουν τα κλαριά και βόσκουν οι γαιδάροι».
Αυτό το άκουσμα και η λεκτική συνδιαλλαγή του πρώτου του χορού με τον όχλο, δεν μπορεί να θυμίσει τίποτα σε ένα πρωτακουστή, σε ένα ξένο, που παρακολουθεί το δρώμενο. Για τους παλαιούς κατοίκους που γνώριζαν τα παλαιά έθιμα και κυρίως αυτό της εξωιατρικής βεβαίωσης ότι οι μελλοντικοί σύζυγοι ήταν καλά στην υγεία τους (τότε κυριαρχούσε το χτικιό) , το βράδυ πρίν την ημέρα του γάμου , τους υποχρέωναν να φάνε καταβραδύς βαρύ μαγειρεμένο χέλι (το σύρμα του γιαλού). Η τυχόν υπάρχουσα καλυμμένη ασθένεια, άμεσα εκδηλώνονταν και πολλές φορές με άσχημες συνέπειες. Ηταν μια άμεση ιατρική γνωμάτευση, αντίστοιχη αυτής που γίνονταν στα καμπαρέ της τρούμπας, με το κόκκινο κρασί ή με το χοιρινό κρέας, για την διαπίστωση της σύφιλης.
β) Ο πρώτος του χορού «μην έφαγε πολύ πίτα» και ο όχλος απαντά «οτς αφέντη». Και όμως στις μέρες μας έχει μεταφερθεί από αυτά που ο καθένας μεγαλύτερος άφηνε στους μικρότερους, για το ανήκουστο γεγονός, να γίνει Αποκριά χωρίς την παραδοσιακή γαλατόπιτα. Οι τότε Προύχοντες, χωρίς να γνωρίζουμε σήμερα τον λόγο, δεν έδωσαν γάλα στους χωρικούς για την πίτα. Οι χωρικοί τότε έθεσαν σαν αιτία θανάτου του Αχυρένιου, την κατανάλωση πολλής πίτας (σάτιρα σαν τον Εύξεινο Πόντο).
γ) Η ερώτηση του πρώτου του χορού «μην έφαγε αυτό που κάνει πούφ’ και βγάζει μαύρο;», μας οδηγεί στην σκέψη για τα τόσα θαλασσινά που αναφέρονται ως πιθανή αιτία θανάτου.
Ορισμένοι ιστοριοδίφες, με βάση αυτή την σκέψη των θαλασσινών, αναρωτήθηκαν μήπως ο Αχυρένιος ήταν ένα πραγματικό πρόσωπο, κάτοικος της περιοχής, και είχε ασχολία την αλιεία. Μεταγενέστερες σκέψεις όρισαν την κηδεία του Αχυρένιου ως μια διαπόμπευση του Θαλασσινού άνδρα που εγκατέλειψε την θάλασσα και ασχολήθηκε με στεριανές δουλειές, και αφού απέτυχε, κατέληξε σε θάνατο.
Πάντα ο πρώτος του χορού, μετά την λεκτική αλληλοεπίδραση με τον χορό και τις διαπιστώσεις του «λαού» για την τυχόν αιτία του θανάτου, και αφού συνεχώς ακούγεται η άρνηση «οτς αφέντη δηλ. όχι αφέντη δεν πέθανε από αυτή την αιτία», ο πρώτος του χορού αναφωνεί με ερώτημα «τι τότε έφαγε και πέθανε;».
Τα σκωπτικά μεταξύ των συνοδών του Αχυρένιου τροποποιούνται ανάλογα με τα συμβάντα του έτους. Όμως πάντα κυριαρχούν μερικές παλαιότατες «ατάκες», όπως:
η απεγνωσμένη κραυγή της νύφης που κρατάει τα στήθη της και λέει «τι να τα κάνω τώρα εγώ αυτά;», και πάντα να υπάρχει μια έξυπνη απάντηση από τα μέλη της συνοδείας, απάντηση που αναλαμβάνει να δώσει ο πρώτος του χορού. Όμως η απάντηση να είναι τέτοια που δίνει το έναυσμα στον όχλο (τον χορό – την κοινή γνώμη) να τραγουδήσει «μια παπαδιά κοσκίναγε ….», «και την καθαρή Δευτέρα ….», .
Η παράκληση της μάνας για μια επιμνημόσυνη δέηση, για ένα «διάβασμα» του Παπά, ξεσηκώνει (τον χορό – την κοινή γνώμη) να τραγουδήσει , «τον υμνούμενο τον δοξολογούμενο».
Ορισμένα σκωπτικά όπως «σκατά στα σπίτια τα ψηλά, σκατά στα παραθύρια, σκατά….» μας επιστρέφουν διαχρονικά στην περιφορά του Αχυρένιου στην συνοικία Borgo Serato, την συνοικία των Ευγενών με τα δίπατα σπίτια , τους καλοστρωμένους δρόμους, όπως αυτά πολύ καλά περιγράφονται από τους Leake και Sauveur.
Οι τότε διοργανωτές του Αχυρένιου, εξέφραζαν κάτω από την μάσκα της μέθης, τα ετήσια παράπονα κατά της Διοικητικής διακυβέρνησης των κάθε φορά Δυτικών Διοικητών.
Μέσα από τα συγγράμματα για τα γεγονότα του 16 – 17 και 18ου αιώνα, μπορεί ο καθένας μας να φανταστεί τις φασκοκωμοδίες που διαδραματιζόντανε στις συνοικίες της Βόνιτσας.
Δεν γνωρίζουμε αν οι διοργανωτές προέρχονταν από όλες τις συνοικίες της Πόλης, ή αυτό ήταν αποκλειστικό δικαίωμα της συνοικίας των Ευγενών, αλλά οι δια λόγου μεταφερθείσες «ατάκες», μας οδηγούν στην υπόθεση ότι τουλάχιστον οι κάτοικοι της συνοικίας Cochino και της Bocalli, θα ήταν συνδιοργανωτές.
Μια παλιά μαρτυρία προεστού της περιοχής θέτει την εκκίνηση του δρώμενου ως μια διακωμώδηση της φυγής και παραμονής ενός κατοίκου της συνοικίας Mirtasi (ήταν στην στενή λωρίδα γής με λίγα σπίτια αχυροκαλύβες, στο ακρωτήριο απέναντι από το Κάστρο, που εμείς σήμερα το λέμε ΚΑΒΟ), στην συνοικία Borgo Serato, που κατοικούσαν κυρίως κάτοικοι καθολικοί. Η συνοικία Borgo Serato ήταν στην σημερινή περιοχή Χώρα, είχε κατά βάση δίπατα οικήματα, κατοικούνταν από Ευγενείς και από τους Βιοτέχνες υποστήριξης φαγητών και τροφοδοσίας πολεμικών στρατών.
Αρκετοί έχουν αναρωτηθεί για την σχέση των Ενετών με τον Αχυρένιο. Δηλ. με το ερώτημα αν προήλθε από τους Ενετούς ή αν οι Ενετοί το μετέφεραν την Βενετία. Θεωρούμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει σχέση των δύο εννοιών. Ο Αχυρένιος δεν έχει σχέση με τις Απόκριες και τα συνοδεύοντα γεγονότα (μάσκες, κρεατοφαγία). Είναι αυτούσιο έθιμο, έθιμο προερχόμενο από την Διονυσιακή λατρεία και κάθε φορά εμπλουτισμένο με τα γεγονότα της περιοχής. Η αρχική μορφή της διονυσιακής λατρείας (ηθοποιοί – πρώτος του χορού – χορός) αντικαταστάθηκαν από τους συγγενείς – πρώτο του χορού πχ γιατρός, πχ Παπάς, πχ Νύφη – όχλος που με τα χωρικά του απαντά σε κάθε παράξενο που συμβαίνει.
Την παλαιά εποχή ήταν το μέσο της διαμαρτυρίας, της έκφρασης του παράπονου, της αδικίας, όσων πράξεων επαχθέστατα δέχθηκε η μη διοικούσα τάξη. Η μέθη δικαιολογεί τόσο τον μεθυσμένο στο να εκφράζεται , τόσο και τον διοικούντα που ακούει τα λόγια ενός μέθυσου. Σαν κάτι που λέγεται και παρέρχεται.
Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι οι εκάστοτε διοικούντες την Βόνιτσα δεν ήταν Ανατολίτες με την αβάστακτη αγριότητα και την αδιαφορία για όσα συνέβαιναν. Ηταν Δυτικοί, που είχαν ένα ανώτερο πολιτισμό, και το κυριότερο από όλα ήταν Κυβερνήτες- Αρμοστές που έδιναν λόγο στο Κράτος τους.
Μέσα από την Ιστορία της Πόλης αντικρίζουμε τις συντονισμένες διαμαρτυρίες που απέπεμπαν τον Κλινιέ, συνέτισαν τον Γρατσιάνο, μετέτρεψαν την ανεξέλεγκτη φορολογία του Μεταξά (18ος αιώνας) στο σύστημα της δεκάτης, πίεσαν την ανάγκη των εκάστοτε ευγενών να έχουν καλές σχέσεις με τους γηγενείς, ακόμα και την διακυβέρνηση της πόλης μέσα από ένα ανεξάρτητο σύστημα συμπολιτείας των τεσσάρων ανεπτυγμένων πόλεων της Αδριατικής και Ιονίου πελάγους (Βόνιτσα –Πρέβεζα – Πάργα – Βουρθωτό).
Η διακυβέρνηση του τόπου, εκτός ολίγων ετών Τουρκοκρατίας (που κατάστρεψε την πανέμορφη περιοχή και την κατάντησε έρημο τόπο, που ακόμα και μέσα στην Πόλη μπορούσες να κυνηγήσεις αγριογούρουνα….), έδινε το δικαίωμα μιας άλλης μορφής διαμαρτυρίας των πολιτών έναντι της διακυβέρνησης, διαμαρτυρία με ένα πνεύμα κωμωδίας , διαμαρτυρία που μπορεί να ακουστεί χωρίς παρεξηγήσεις. Δεν μπορεί να φανταστεί κανείς να υπάρχει αυτή η διαμαρτυρία σε ένα Πασά, που όχι μόνο δεν έφτανε εκεί η φωνή σου , αλλά η αντίδραση θα ήταν ο θάνατος.
Ακόμα και στην δεκαετία του 1960-70 αυτή η άτυπη μορφή «τραγωδίας – κωμωδίας επί δρόμου» με τους κεντρικούς ηθοποιούς, με τον πρώτο του χορού και με τον χορό- όχλο (την καλώς ονομαζόμενη «μουλαρία») υπήρχε, και ο κάθε Βονιτσιάνος έστω και αν έλειπε ένα ολόκληρο χρόνο, εκεί θα άκουγε και θα μάθαινε με ένα ωραίο και αστείο τρόπο, όλα τα γεγονότα της χρονιάς.
– Μήπως στεναχωρήθηκες που ο ……. έκανε και πέμπτη κοπέλα;
– Μήπως παράφαγες στο Τραπέζι που έκανε ο Πρόεδρος της Κοινότητας στον Νομάρχη;
– Μήπως δεν άντεξες που φέτος δεν λειτούργησαν την Μεγάλη βδομάδα οι Αι’ Απόστολοι;