Γράφει η Αικατερίνη Λιβιτσάνου – Ντάνου
Από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ κυκλοφόρησε το Μάρτιο του 2024 ένα ακόμη βιβλίο της Ελένης Πριοβόλου με τίτλο “βαθύ το σκοτάδι πριν την αυγή” . Πρόκειται για ιστορικό μυθιστόρημα, που όπως λέει ο τίτλος αναφέρεται στο σκοταδισμό του 18ου αιώνα στην Ευρώπη, τότε που η Ελλάδα ήταν υποδουλωμένη στους Τούρκους, πριν την αυγή του διαφωτισμού και των νέων ιδεών. Στα χρόνια αυτά (1733-1793) έζησε ο Χριστόδουλος Ευσταθίου ο Ακαρνάν ή Παμπλέκης όπως καθιερώθηκε από τη φράση “πάντα μπλέκει”, προσωνύμιο που του προσήψαν οι ανταγωνιστές του.
Η Πριοβόλου επέλεξε αυτό το θέμα λόγω εντοπιότητας (είναι από το Αγγελόκαστρο Ατωλοακαρνανίας) και για να φωτίσει λογοτεχνικά την περίοδο της αρχής του Διαφωτισμού, για την οποία δεν έχουμε αντιπροσωπευτικά μεγάλα έργα. Έτσι, όπως αναγράφεται στο βιβλίο “το μυθιστόρημα στηρίζεται σε γεγονότα που έζησε ο Παμπλέκης από την άνω Πόρτα Μπαμπίνης, ωστόσο για τις ανάγκες της μυθοπλασίας η φαντασία της συγγραφέως έγινε ιχνηλάτης του μεγάλου καραβανιού της λογοτεχνίας. Για τούτο δεν μπορεί να αποτελέσει ακριβή πηγή για τους ερευνητές. Γράφτηκε για την απόλαυση ενός λογοτεχνικού αναγνώσματος”.
Στις 400 σελίδες του έργου διακρίνουμε οκτώ βιβλία (εδώ σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση διηγείται τα παθήματά του ο ίδιος ο ήρωας, ενώ στο καθένα από τα επτά έχει προμετωπίδα από το “περί Θεοκρατίας” και σε ένα από τον “αντίχριστο Χριστόδουλο”) και το επίμετρο, όπου ο συνομίληκος και μαθητής του στο τέλος Τάκος Βραχάς διηγείται όσα συνέβησαν κατά το θάνατο του Παμπλέκη και ύστερα, στον ίδιο και τους φίλους του. Η βιβλιογραφία που χρησιμοποιείται με πολλά στοιχεία για τον Ακαρνάνα κορυφαίο δάσκαλο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, η γλώσσα της εποχής εκείνης, ο ρέων λόγος και η αμεσότητα με την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, μας μεταφέρουν σε μια περίοδο δύσκολη και σκοτεινή για την ελληνική και ευρωπαϊκή Ιστορία και μας δημιουργούν συναισθήματα έντονα για τους ανθρώπους που τόσα υπέφεραν , για την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ανεξαρτησία τους. Η σύνθεση εξωφύλλου ανήκει στην Κλαίρη Σταμάτη, ενώ η ξυλογραφία του εξωφύλλου είναι από την Ακολουθία ετεροφθάλμου και αντιχρίστου Χριστοδούλου του εξ Ακαρνανίας, Βιέννη 1793.
Ο Χριστόδουλος ο Ακαρνάν, πολύ νωρίς ορφανός από μητέρα, χτυπημένος από την ευλογιά τριών μόλις ετών, που τον άφησε με ένα μάτι και με πολλές ουλές στο πρόσωπο, μεγάλωσε δύσκολα, με φτώχια και ρατσισμό για τη δυσμορφία του, με μόνη διέξοδο τα γράμματα στο ναρθηκοσχολείο του Αγίου Γεωργίου. Ο πατέρας του,επικηρυγμένος κλεφταρματωλός, αναγκάστηκε να τον πάρει μαζί του να φύγουν από τον τόπο τους , μετά από σύγκρουση με τουρκικό σώμα. Περιπλανήθηκαν στα βουνά, Αιτωλοακαρνανία, Έπαχτο, Σάλωνα, αλλά έπεσαν σε παγίδα και συνελήφθησαν. Το παιδί έγινε μάρτυρας του τραγικού θανάτου του πατέρα του (συγκλονιστική η περιγραφή της θανάτωσης) και το ίδιο κατέληξε σε σκλαβοπάζαρο, απ’ όπου το έσωσε ο άρχοντας Καλλίας. Η ζωή του άλλαξε, γνώρισε σπουδαίους ανθρώπους, έμαθε γράμματα στο ναρθηκοσχολείο του μοναστηριού στο Λιτόχωρο,τη Ραψάνη, τα Βρανιανά, την Αθωνιάδα Ακαδημία, έζησε στο Βατοπέδι ανάμεσα σε μοναχούς και φωτισμένους, αλλά και ανάμεσα σε κολασμένους δήθεν καλόγερους. Μετά Γιάννενα, απ’ όπου διωγμένος περιπλανήθηκε σε Άγραφα, Αιτωλία, Αγγελόκαστρο, Ξηρόμερο, Βόνιτσα, Ηγουμενίτσα, Βουθρωτό, Βενετία, Βιέννη, Λειψία. Εκεί πέθανε το Καλοκαίρι του 1793 στο θεραπευτήριο του γιατρού Βασδέκη, προδομένος από πολλούς φίλους, διωγμένος και αφορισμένος, κυρίως όμως πικραμένος από τον δάσκαλό του Ευγένιο Βούλγαρη, που στις υπηρεσίες της Αικατερίνης της Ρωσίας αμφισβήσησε το έργο του.
Ο Παμπλέκης ήταν μεγάλος δάσκαλος, που κυνηγήθηκε από όσους νόμισαν πως θα τους πάρει τη θέση με τα προσόντα του. Υποστήριζε πως “μόνο εάν όλοι εμείς οι θνητοί καλλιεργήσουμε το πνεύμα μας, μπορούμε να γκρεμίσουμε τα τείχη της φυλακής μας” (σελίδα 234). Μάνα δε γνώρισε , αλλά σεβόταν τς γυναίκες, ακόμα και τις ιερόδουλες, που πίστευε πως για κάποιο λόγο έφτασαν εκεί. Θαύμαζε τη γαλλίδα διανοούμενη συγγραφέα Ολέμπ Ντε Γκουζ, με την οποία συνεργάστηκε και αντάλλαξε επιστολές. Πίστευε πως “ καλά τα λόγια και οι θεωρίες και τα μεγάλα οράματα των διανοητών. Η εφαρμογή τους είναι το τρανό ζητούμενο ο δρόμος που θα βγάλει τον άνθρωπο από τη δουλεία της λατρείας του εαυτού του και θα τον οδηγήσει στο φως της πνευματικής ζωής” (σελίδα 396). Ερωτεύτηκε τη Ζωγράφω, χωρίς ανταπόκριση, σεβόταν την Ιουλία, θαύμαζε τις μαθήτριές του Κασσάνδρα και Θάλεια και γνώρισε τον έρωτα στο πρόσωπο της Μπερίμ (συγκινητική η ιστορία της στη σελίδα 323) . Η μεγαλύτερη ικανοποίηση της ζωής του ήταν όταν είδε τυπωμένο το έργο του, το δικό του βιβλίο, ενώ η μεγαλύτερη πικρία ήταν η απόρριψη του έργου του από το δάσκαλό του Ευγένιο Βούλγαρη!
“Βαθύ το σκοτάδι πριν την αυγή” ένα μυθιστόρημα που ο καθένας οφείλει να διαβάσει, για να γνωρίσει ένα άγνωστο και πολύ μεγάλο Αιτωλοακαρνάνα Διαφωτιστή, για να θυμηθεί τη γλώσσα του 18ου αιώνα , κυρίως όμως “ένα μυθιστόρημα για την αναζήτηση της ατομικής ελευθερίας και συνάμα μια ανθρώπινη τραγωδία την εποχή που ο Ρωμιός αγκομαχούσε υπό το βάρος του οθωμανικού ζυγού, ενώ στην Ευρώπη ο κόσμος είχε αρχίσει να μεταμορφώνεται”.
agrinionews.gr