H μείωση στις πιο "λαϊκές" προμήθειες που επιβάλλονται στις τραπεζικές συναλλαγές θα κυριαρχήσουν στις εξαγγελίες του πρωθυπουργού την Κυριακή με την εξειδίκευση να προγραμματίζεται για την επόμενη μέρα από το οικονομικό επιτελείο. Δύο όμως θα είναι οι βασικοί στόχοι της επόμενης περιόδου: να εκπαιδευτεί καλύτερα το καταναλωτικό κοινό ώστε να γνωρίσει πως θα αποφεύγει τις… κακοτοπιές των χρεώσεων αλλά και να λειτουργήσει καλύτερα η βασική δραστηριότητα των τραπεζών που είναι η χορήγηση δανείων με λογικούς όρους.
Οι προμήθειες που έχουν μπει στο "στόχαστρο" είναι αυτές που επιβάλλονται στα εμβάσματα (μεταφορά χρημάτων είτε εντός της χώρας είτε και σε λογαριασμούς του εξωτερικού), αυτές που αφορούν σε πληρωμές λογαριασμών, οι αναλήψεις μετρητών από ATM απομακρυσμένων περιοχών αλλά και οι ετήσιες συνδρομές για την έκδοση ή την αντικατάσταση καρτών. Για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα οι συναλλασσόμενοι με τις τράπεζες θα πρέπει να περιμένουν αλλαγές στα ακόλουθα επίπεδα:
1. Αλλαγές στις ονομαστικές χρεώσεις των μεμονωμένων προμηθειών που προαναφέρθηκαν. Οι μειώσεις θα φτάνουν ακόμη και στο 50% με το συνολικό όφελος που θα προκύψει -σε ετήσια βάση- για τους καταναλωτές να εκτιμάται ότι θα κινηθεί στα επίπεδα των 80-100 εκατ. ευρώ
2. Ενεργοποίηση της νέας κοινοτικής οδηγίας, η οποία επιβάλλει από τις αρχές του χρόνου η μεταφορά των χρημάτων να γίνεται σε πραγματικό χρόνο χωρίς επιπλέον κόστος. Σήμερα, οι "άμεσες" μεταφορές χρεώνονται περισσότερο. Με το νέο καθεστώς, τα χρήματα θα μεταφέρονται από τον έναν λογαριασμό στον άλλο με διαφορά δευτερολέπτων και οι τράπεζες δεν επιτρέπεται να χρεώνουν περισσότερο την… ταχύτητα
3. Περαιτέρω προβολή των "πακέτων" που έχουν ήδη σχεδιάσει οι τράπεζες. Με μια μηνιαία συνδρομή της τάξεως των μερικών ευρώ, όσοι εγγράφονται σε αυτά τα πακέτα, θα μπορούν να εξασφαλίζουν απεριόριστες πάγιες εντολές αλλά και ένα συγκεκριμένο αριθμό εμβασμάτων (εισερχόμενων και εξερχόμενων) χωρίς επιπλέον κόστος.
Ο οικονομικός αντίκτυπος αυτών των αλλαγών στις τσέπες των νοικοκυριών δεν θα είναι μεγάλος, όπως προκύπτει και από το ποσό που προαναφέρθηκε.
Το μείζον για τη χρονιά που ξεκινάει είναι να "τρέξουν" τα δανειοδοτικά προγράμματα και να πέσουν περισσότερα ακίνητα στην αγορά ώστε να αντιμετωπιστεί το μείζον στεγαστικό πρόβλημα της χώρας. Αν η μείωση των προμηθειών μπορεί να ευνοήσει συνολικά την οικονομία κατά 80-100 εκατ. ευρώ, το στεγαστικό μεταφράζεται σε πολλά δις. ευρώ γι’ αυτό και θα αποτελέσει προτεραιότητα. Στα σκαριά υπάρχει μια πολιτική "μαστιγίου και καρότου" για τα ακίνητα που έχουν στην κατοχή τους οι τράπεζες. Από τη μία, εξετάζεται ένα πλαίσιο επιστροφής των ακινήτων που κατέχουν οι τράπεζες στην αγορά παρακάμπτοντας εμπόδια που υπάρχουν σήμερα (π.χ υποχρεωτική τακτοποίηση) και από την άλλη εξετάζεται το ενδεχόμενο αύξησης του ΕΝΦΙΑ στα αδρανή ακίνητα των τραπεζών ώστε να ασκηθεί πίεση αξιοποίησής τους είτε για πώληση είτε και για ενοικίαση. Όσο περισσότερα ακίνητα πέσουν στην αγορά, τόσο περισσότερο θα συγκρατηθούν οι ανατιμητικές τάσεις για ενοίκια και πωλήσεις ακινήτων.
Το 3ο μεγάλο κεφάλαιο είναι να τρέξουν γρήγορα και χωρίς εκπλήξεις τα επιδοτούμενα δάνεια για την αγορά και την αναβάθμιση ακινήτων το ύψος των οποίων μπορεί να φτάσει και στα τρια δις. ευρώ. Το "σπίτι μου 2" και το "αναβαθμίζω" (επιδοτούμενα επιτόκια 50% στην πρώτη περίπτωση για δάνεια έως και 190.000 ευρώ και άτοκα δάνεια για ενεργειακές αναβαθμίσεις για ποσά έως 25.000 ευρώ) θα τρέξουν από τις αρχές του χρόνου αλλά αυτό που εκκρεμεί να ανακοινωθεί είναι οι όροι και τα "ψιλά γράμματα". Όσο χαμηλότερα τα "έξοδα φακέλου" και τα επιτόκια, τόσο ελκυστικότερα θα γίνουν τα συγκεκριμένα δάνεια τα οποία περιμένει εδώ και πολλούς μήνες η αγορά με αποτέλεσμα να "κολλήσουν" οι χρηματοδοτήσεις.