Τα χειροποίητα καλάθια αγάπης στους γάμους, γνωστά ως «κανίσκια», αποτελούν πλέον ένα έθιμο των περασμένων χρόνων που έχει εκλείψει στις μέρες μας. Τι είχε όμως μέσα ένα κανίσκι στην Αιτωλοακαρνανία;
Τα προηγούμενα χρόνια, στους γάμους της Αιτωλοακαρνανίας, της Λευκάδας, της Ηπείρου και της Κρήτης, οι συγγενείς και οι αγαπημένοι φίλοι ετοίμαζαν να στείλουν κανίσκι στο ζευγάρι που θα παντρεύονταν.
Τα «κανίσκια» συμβολίζουν την αξία των πραγμάτων, το επίπεδο διαβίωσης, το λιτό δώρο από το υστέρημα του νοικοκυριού και ορισμένες συνήθειες της λαϊκής παράδοσης.
Τι ήταν τα «κανίσκια»;
Τα κανίσκια» είναι τα χειροποίητα ψάθινα καλάθια που πήγαιναν ως δώρο οι συγγενείς σε γάμους, αφού τα είχαν γεμίσει με διάφορα αγαθά του τόπου. Συνηθισμένο περιεχόμενο των κανισκιών που προσφέρονταν ως δώρα ήταν το ελαιόλαδο, το κρασί, τα λαχανικά, τα τυριά και τόσα άλλα προϊόντα της γης τους.
Οι συγγενείς του ζευγαριού ή και οι συγχωριανοί που θα πήγαιναν στον γάμο, προετοίμαζαν το δικό τους κανίσκι με ότι πολύτιμο είχαν για να βοηθήσουν με τον τρόπο αυτό την ημέρα χαράς και γλεντιού.
Στην Αιτωλοακαρνανία, οι καλεσμένοι στο τραπέζι πριν και μετά το γάμο έπρεπε υποχρεωτικά να πάνε κανίσκι όπου μέσα περιείχε κουλούρι, σφαχτό, γλυκά – ραβανί ή κουραμπιέδες σε δίσκο και κρασί μέσα σε μεγάλη κόφα.
Η λέξη «κανίσκι»
Πρόκειται για μια πανάρχαια λέξη που προέρχεται από το «κάνεον» υποκοριστικό του «κάνειον»=«κάνιστρον εκ καλάμου πεπλεγμένο δια την μεταφορά άρτου».
Την λέξη την συναντούμε σε πολλά μέρη της Ελλάδας από την Κρήτη ως την Λευκάδα την Αιτωλοακαρνανία, το Πωγώνι της Ηπείρου και αλλού όπως στην βλάχικη λαλιά, και είναι το δώρο γάμου από τους κοντινούς συγγενείς ή και τους στενούς φίλους.
Είναι καλάθι- κοφίνι με το αρνί το κρασί και τα κουλούρια γάμου.
Κάνιστρα ή κινίστρα ή κανίστρα είναι το κοφίνι. Ομηρική λέξη («κάνεον, κανίστρα») με ρίζες στη Γραμμική Β΄ («kanijara». «σίτον δε δμωαί παρενήνεον εν κανέοισιν =το ψωμί οι δούλες κουβαλούσαν άφθονα μέσα σε κάνιστρα», Οδύσσεια α, 147.
Κανίσκι /τὸ/ (Βυζ. Κανίσκιον) = δῶρον γαμήλιον ἢ βαπτηστήριον πρὸς τὸν παράνυμφον ἀπὸ μέρους τῶν νεονύμφων ἢ τὸν ἀνάδοχον ἀπὸ μέρους τῶν γονέων τοῦ νεοφωτίστου, τὰ κατὰ τοὺς γάμους εἰσκομιζόμενα ὑπὸ τῶν προσκεκλημένων συγγενῶν διὰ τὴν κοινὴν εὐωχίαν , πληροφορούμαστε απ το Λευκαδίτικο λεξικό.