Οινιάδες, Στράτος, Μητρόπολις, Σαυρία συγκροτούν μια εντυπωσιακή μνημειακή τοπογραφία στην Παραχαλωίτιδα, η οποία, ακόμα, δυστυχώς, κρύβει πολλά μυστικά της πλούσιας ιστορίας της περιοχής, αφού μόνο μια σοβαρή και συστηματική αρχαιολογική σκαπάνη και μελέτη θα αποκαλύψει.
Του Γιώργου Π. Μπαμπάνη
Τα επιβλητικά, υπερδισχιλιετή, οχυρά που δεσπόζουν στον Κάτω Ρου του Αχελώου, που είναι κτισμένα σε ανεμοδαρμένα ύψη με μόνιμο σύντροφό τους έναν Ποταμό που λατρεύτηκε ως «Θεός», αποτελούν εντυπωσιακάμνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς.
Αν προστεθεί στη διαπίστωση αυτή και η εκπληκτική επιλογή της θέσης όπου χτίστηκαν, καθώς και η σημασία της αμυντικής αρχιτεκτονικής, δηλαδή η ενίσχυση της δύναμης και του κύρους της πόλης –κράτους, τότε μία σοβαρή και συστηματική αρχαιολογική σκαπάνη θα καταδείξει ότι η μνημειακή τοπογραφία της Παραχελεωίτιδας, όπως είναι σήμερα, δεν παρουσιάζει την πραγματική ιστορία και τη συμβολή της στον ελληνικό πολιτισμό.
Τα κάστρα αυτά χτίστηκαν, εκεί όπου το ποτάμι είναι ο μοναδικός μάρτυράς τους και κρατάει μυστικά αιώνων. Εκεί όπου το ποτάμι γίνεται ορμητικό και πλωτό για να προστατεύει τις κατοικίες των σκληροτράχηλων και πολεμοχαρών (όταν χρειάζεται) λαών και βασιλιάδων, αλλά και τα αθάνατα έργα τους , όπως τα οχυρά τους, τα Λιμάνια τους από εχθρικές επιθέσεις.
Τα παραποτάμια κάστρα εκτός από τη γοητεία της άφθαρτης πολιτιστικής αιωνιότητας (από τα βάθη των αιώνων) έχουν και κάτι ακόμα μοναδικό: την αδιαμφισβήτητη γοητεία που τους προδίδει το ποτάμι καθώς απλώνεται στα πόδια τους και δροσίζει τα «θεμέλια» τους.
Πέτρινα, με διπλούς μανδύες που ξετυλίγονται στις πλαγιές, οχυρά, ακίνητα και μεγαλειώδη, φαντάζουν σαν πρωταγωνιστές σε ένα κάδρο που διαρκώς μεταβάλλεται (ανάλογα με την εποχή), μετρούν τα χρόνια που περνούν και ψιθυρίζουν απίστευτες ιστορίες στους περαστικούς για μάχες, ειρηνικές και πνευματικές δραστηριότητες και γεμάτη μ καθημερινή ζωή!
Διότι, τα τείχη, υπερήφανα ζητούν να μη μένουν στη μνήμη, αλλά να παραμένουν ζωντανά, υπαρκτά, να ακουστεί η φωνή τους! Το μόνο που πρέπει να γίνει είναι να ενταχθούν στη ζωή μας, διότι ο πολιτισμός είναι ευεργητικός, είναι διδακτικός, είναι ανέσπερο. Για τον λόγο αυτό πρέπει να προκαλούμε συνεχώς τα μνημειώδη κάστρα να μάς διηγηθούν τη δική τους ιστορία, που είναι και δική μας!
Οι Οινιάδες, ο Στράτος, η Μητρόπολις, η Σαυρία ήταν πόλεις στενά δεμένες με τον Αχελώο, καθώς γειτόνευαν με τον ρου του ποταμού, ο οποίος ήταν πλωτός και οι πρώτες από τις παραπάνω διέθεταν λιμάνι σε αυτόν. Τα νομίσματα των Οινιάδων έφεραν στην μία όψη κεφαλή του Διός στεφανωμένου με Δάφνη και στην αντίθετη την κεφαλή του Αχελώου.
Και δεν είναι τυχαίο που αποτελούσαν διακαή πόθο κατάκτησής τους από τους Αιτωλούς, με έντονη τη λατρεία του Διός, η οποία απαθανατίζεται με την ταυτόχρονη παράστασή τους (του Διός και του Αχελώου) στα νομίσματα του Στράτου και των Οινιάδων. Αυτό καταδεικνύει λατρευτικές εκδηλώσεις σ’ αυτές τις πόλεις.
Μάλιστα σημειώνω ότι μόλις με τις τελευταίες (από το 2006 έως το 2010) αρχαιολογικές ανασκαφές υπό τον αρχαιολόγο, ομότιμο καθηγητή του Εθνικού Καποδισδτραικού Πανεπιστημίου Αθηνών με την οικονομική ενίσχυση της Εταιρείας Φίλων των Μνημείων της Παλαιομάνινας (διέθεσε 22.000 ευρώ μόνο για την έναρξή τους το 2006!) αποκάλυψαν άγνωστη πυλίδα στην ακρόπολη της Παλαιομάνινας αφιερωμένη στον πατέρα των θεών δίνοντας αρκετές υποσχέσεις για το μέλλον της ιστορίας της περιοχής!
Χαρακτηριστικό των αρχαίων αυτών πόλεων είναι οι τοξωτές πύλες των τειχών τους, όπως η επιβλητική Κεντρική Πύλη ή “Αυλόπορτα” των τειχών της αρχαίας πόλης στην Παλαιομάνινα, η «Αυλόπορτα» των τειχών της αρχαίας πόλης Στράτου και των Οινιαδών!
Πέρα από τα κάστρα, τις κεντρικές πύλες και πυλίδες, στην ίδια περιοχή υπάρχουν και οι εντυπωσιακοί θολωτοί μηκυναϊκοί τάφοι, όπως στην Αρχαία Ιθωρία, στον Άγιο Ηλία, και στη Μήλα της Παλαιομάνινας( είναι από τους μεγαλύτερους μυκηναϊκούςθολωτούς τάφους στην Ελλάδα, αλλά και ίσως ο μοναδικός που «κρύβεται» πίσω από δέντρα, θάμνους και χορτάρια, σαν να ντρέπεται για την αδιαφορία μας!!!)
Το ισχυρό τείχος της πόλης αποτέλεσε, σε συνδυασμό με τη στρατηγική της θέση, το κίνητρο για τον Φίλιππο τον Ε!
Βρίσκεται στον λόφο του «Τρικάρδου», κοντά στις εκβολές του Αχελώου ποταμού και 4 χλμ. δυτικά του σημερινού χωριού Κατοχή του Δήμου Οινιαδών.
Οι Οινιάδες ήταν ίσως η σημαντικότερη πόλη της Παραχελωΐτιδας, καθώς έλεγχε τις εκβολές του Ποταμού και την είσοδο του Πατραϊκού κόλπου.
Μυθικός ιδρυτής της πόλης ήταν ο μητροκτόνος Αργείος Αλκμαίων, ο οποίος οδηγήθηκε στην πόλη μετά από δελφικό χρησμό.
Η πόλη ήκμασε κατά την Κλασική και Ελληνιστική περίοδο (5ος – 2ος αι. π.Χ.).
Ήδη τον 5ο αι. π.Χ. ήταν μια πόλη με ισχυρή οχύρωση.
Το 424 π.Χ. η πόλη εντάχθηκε στην Αθηναϊκή Συμμαχία, ενώ τον 4ο αι. π.Χ. χρησιμοποιήθηκε ως βάση και ναυτικό ορμητήριο των Αθηναίων.
Από το 331/330 π.Χ. οι Αιτωλοί κατέλαβαν την πόλη και εξόρισαν τους κατοίκους της προκαλώντας την οργή του Μ. Αλεξάνδρου.
Οι Ακαρνάνες ανακατέλαβαν την πόλη το 314/313 π. Χ. Από τις αρχές του 3ου αι. π.Χ. η Ακαρνανία παραχωρήθηκε από τους κυρίαρχους τότε Μακεδόνες, ως αντάλλαγμα, στον βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο.
Στα μέσα του 3ου αι. π. Χ. (πιθανότατα το 263 π.Χ.) υπογράφεται συνθήκη Ισοπολιτείας μεταξύ Αιτωλών και Ακαρνάνων, αλλά η πόλη παρέμεινε στα χέρια των Αιτωλών, μετά από συμφωνία των τελευταίων με τους Ηπειρώτες.
Το ισχυρό τείχος της πόλης αποτέλεσε, όπως ήδη αναφέρθηκε, σε συνδυασμό με τη στρατηγική της θέση, το κίνητρο για τον Φίλιππο τον Ε΄ ώστε να εξαιρέσει τους Οινιάδεςαπό την καταστροφική επέλασή του στην περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας.
Ενώ κατέλαβε την πόλη το 220/219 π.Χ. και την απέδωσε στους Ακαρνάνες, τη χρησιμοποίησε συστηματικά ο ίδιος ως βάση, αφού πρώτα ενίσχυσε την οχύρωσή της κατά το δοκούν.
Στην προσπάθειά του αυτή συνέδραμε και η καταστροφή, από τον ίδιο, της γειτονικής πόλης Παιάνιο, από την οποία αφαίρεσε, μετέφερε και χρησιμοποίησε δομικό υλικό.
Το 211 π. Χ. η πόλη κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους και παραχωρήθηκε ξανά στους Αιτωλούς.
Το 189 π.Χ. επέστρεψε στα χέρια των Ακαρνάνων, αφού οι τελευταίοι συμμάχησαν με τη σειρά τους με τους Ρωμαίους.
Οι πληροφορίες για την πόλη μετά το 168 π.Χ. είναι ελάχιστες. Το 146 π.Χ. όλη η Ακαρνανία προσαρτήθηκε στη Ρωμαϊκή πια «επαρχία της Μακεδονίας».
Έκτοτε σταδιακά η πόλη παρακμάζει, υφίσταται συστηματικές λεηλασίες και υποφέρει από πειρατικές επιδρομές.
Το 30 π.Χ. με την ίδρυση της Νικόπολης από τον Οκταβιανό Αύγουστο οι κάτοικοι της Ακαρνανίας και της Ηπείρου υποχρεώθηκαν να μετοικήσουν σε αυτή.
Αρχαία Μητρόπολη: Επιβλητικά τείχη με τη μνημειώδη «Αυλόπορτα»!
Η οχύρωση της απέραντης καστροπολιτείας της αρχαίας Μητρόπολης (Ο κ. Λαμπρινουδακης την ταυτίζει με την Παλαιομάνινα), βρίσκεται στα δυτικά του Αχελώου, 44 χλμ. ΒΔ του Μεσολογγίου, σε απόσταση 16 χλμ. από τους Οινιάδες και 14 χλμ. από την αρχαία Στράτο.
Αποτελεί μια από τις σημαντικότερες οχυρωμένες θέσεις στη δυτική όχθη του Αχελώου, που ήλεγχε κατά την αρχαιότητα τα περάσματά του.
Ο περίβολός της, απλωμένος σε ένα χαμηλό ύψωμα (υψόμετρο 120 μέτρων) στα ΒΑ του σημερινού χωριού της Παλαιομάνινας, περιλαμβάνει όχι μόνο την οχύρωση της πόλης, αλλά και τη διπλή (χωρισμένη εσωτερικά με διατείχισμα) ακρόπολή της.
Έχει συνολικό μήκος γύρω στα 1.700 μ. και μόνο σε ένα μικρό τμήμα (στα Ν) απουσιάζει η τεχνική οχύρωση, αφού αναπληρώνεται από τη φυσική (γκρεμός).
Το τείχος της πόλης και της ακρόπολης περιλαμβάνει συνολικά 11 ορθογωνικής κάτοψης πύργους, οι οποίοι είναι υπό κατάρρευση και πέντε πύλες.
Και οι δύο αυτές πύλες βρίσκονται στα ανατολικά, τις οποίες για να προσπελάσει κάποιος έπρεπε να διασχίσει ένα μικρό τετράγωνο περίβολο (αυλή) τον οποίο αυτές πλαισίωναν.
Η νότια πύλη από αυτές τις δυο πύλες, η οποία είναι η κεντρική και καλείται «Αυλόπορτα» ή «Πόρτα», φέρει τοξωτή κάλυψη, ενώ η δυτική φέρει οριζόντιο υπέρθυρο.
Αρχαία Στράτος: Η πρωτεύουσα των Ακαρνάνων
Ο δρ Ιωάννης Νεραντζής στο εξαίρετο βιβλίο “Η Αρχαία Στρατική Ακαρνανίας: Μνημειακή Τοπογραφία, Επιγραφές και Αρχαιολογικά Ευρήματα” αναφέρει για τον περίβολο των τειχών τής αρχαίας πόλεως μεταξύ άλλων τα εξής:
«Σύμφωνα με τις πρόσφατες μετρήσεις του Γερμανού Αρχιτέκτονα και Δρ. Αρχαιολογίας ERNEST LUDWIG SCHWANDΝER η περίμετρος των τειχών της αρχαίας Στράτου είναι μήκους 7,5 Κm και με το Διατείχισμα που «κόβει» το τείχος εγκαρσίως, από βορράν προς νότο, σε δύο μέρη, το μήκος του φτάνει τα 10 Κm.
Τα τείχη της πόλης περικλείουν μέσα τέσσερεις μεγάλους λόφους και τρείς κοιλάδες. H διάταξη των τεσσάρων αυτών λόφων δημιουργεί τροποντινά μία κάπως στενή λεκάνη, στην οποία διακρίνονται τα λείψανα αυτής της εκτεταμένης Αρχαίας Πόλης με δικό της θέατρο του 4ου αι. π.Χ.
(Σημείωση: 'Οτι η περίμετρος των τειχών της αρχαίας Στράτου είναι μήκους 7,5 χιλιομέτρων και με το διατείχισμα που «κόβει» το τείχος εγκαρσίως, από βορράν προς νότο, σε δύο μέρη φτάνει τα 10 χιλιόμετρα, αναφέρθηκε από τον αρχιτέκτονα και Δρ. Αρχαιολογίας ERNEST LUDWIG SCHWANDLER σε Διάλεξή του στο Αγρίνιο, στις 27/5/1994, με θέμα «ΟΙ ΝΕΩΤΕΡΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΣΤΡΑΤΟ».
Ο ERNEST LUDWIG SCHWANDLER διενήργησε συστηματικές ανασκαφές στην αρχαία Αγορά της Στράτου. Επίσης, σε συνεργασία με τον τότε 'Εφορο Αρχαιοτήτων της 6ης Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων(ΕΠΚΑ) Πατρών Λάζαρο Κολώνα ανέσκαψαν το αρχαίο θέατρο της Στράτου).
Τα τείχη της πόλεως, λόγω των πολυάριθμων οδοντώσεών τους και των πολλών πύργων, πενήντα τρείς (53) τον αριθμό, μπορούν να προχρονολογηθούν στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., αν και η τεχνική της ανοικοδόμησής τους είναι η τραπεζοειδής ψευδοϊσοδομική, περισσότερο τυπική στον 4ο αι.
Πραγματικά, αφού η δυτική πλευρά του τείχους εμπερικλείει τον Ναό του Στρατίου Διός, χρονολογημένον περί το 320 π.Χ., (ΟρλάνδοςΑναστ., Τα Υλικά Δομής των Αρχαίων Ελλήνων, τόμος Β', 1958, σ. 188), το τείχος χρονολογείται μετά το 314 π.Χ., χρονιά που οι Ακαρνάνες οχυρώνουν και συνοικίζουν την Στράτο κατά προτροπήν του Κασσάνδρου, ώστε να αμύνονται αποτελεσματικότερα στις επιθέσεις των Αιτωλών.
'Ενα ενδιάμεσο τείχος, δηλαδή ένα διατείχισμα, με διεύθυνση από βορράνπρός νότο, κόβει το τείχος στή μέση ενισχύοντας έτσι την άμυνα των πολιορκημένων. Η κύρια πύλη του τείχους βρίσκεται στην νότια πλευρά, ενισχυμένη με ισχυρά αντιτοιχίσματα.
Τα τείχη της αρχαίας Στράτου είναι εξ ολοκλήρου κτισμένα σύμφωνα με το υπό του Κ. Ρωμαίου («Ανά την Ακαρνανίαν», AΔ έτους 1918, σ. 107-108) ονομασθέν «Πλευρώνιο Σύστημα».
Γράφει, συγκεκριμένα, ο ίδιος ο Κ. Ρωμαίος: «Στη σπουδή των ακαρνανικών τειχών και στην κατανόηση αυτών συνετέλεσεν, ως προπαρασκευή, η μελέτη του τείχους της αιτωλικής Πλευρώνος (Κάστρο της Κυραρήνης).
Το τείχος τούτο διατηρείται θαυμασίως και είναι γνωστής χρονολογίας: χτίστηκε ευθύς μετά το 234 π.Χ., ότε ο Δημήτριος ο Μακεδών κατέστρεψε την ''παλαιάνΠλευρώνα''. Η τοιχοδομία είναι ίδια με την τοιχοδομία των λοιπών αιτωλικών τειχών του Γ' αι. π.Χ., δηλαδή είναι σύμφωνη με το ψευδισοδομικόν λεγόμενον σύστημα, σύμφωνα με το οποίο οι λίθοι είναι τετράπλευροι, έχουν τις στρώσεις αυτών οριζόντιες και τους εκατέρωθεν αρμούς συνήθως καθέτους και ενίοτε πλαγίους.
Το ύψος των δόμων δεν είναι πάντοτε το αυτό, ουδέ συμπίπτουν οι αρμοί εις το μέσον των υπερκειμένων ή υποκειμένων δόμων, ενίοτε μάλιστα συμβαίνει υψηλός δόμος να συνεχίζεται διά δύο μικροτέρου ύψους σειρών, γομφουμένων εις αλλήλους των λίθων (empietement).
Αυτό το επωνομαζόμενονπλευρώνιον σύστημα της τοιχοδομίας, σύμφωνα με το οποίο συνήθεις είναι προσέτι οι ορθογώνιοι πύργοι, απαντά και επί πλείστων ακαρνανικών τειχών.
'Αλλ' αν εξαιρέσουμε τα τείχη της Στράτου, του Αμφιλοχικού 'Αργους και του Πραντός, ουδέν τείχος άλλο είναι εξ ολοκλήρου εκτισμένον κατά το σύστημα τούτο.
Τα τείχη, λοιπόν, της Στράτου είναι μόνον ψευδοϊσοδομικά και δεν παρουσιάζουν ουδαμού ούτε καν στη βάση αυτών λείψανον πολυγωνικού τρόπου, οφείλουν δε να είναι παλαιά, τουλάχιστον του Ε' π.Χ. αιώνα, όπως συνάγεται και από τα λεγόμενα του Θουκυδίδη (Β.79)».
Έτσι στην Ελλάδα, όπου και να πας, όπου και να περπατήσεις, θα βρεις και άλλα είτε μικρότερα, είτε μεγαλύτερα ρημαγμένα κάστρα, απομεινάρια μιας ιστορίας πλούσιας και δραματικής, που σίγουρα αξίζουν καλύτερη φροντίδα από εκείνη που τους έχουμε δώσει!
Πηγές: Οι αρχαίες αιτωλικές οχυρώσεις- Πορτελάνος, Αναστάσιος,
Τάσος Καραισκος, Θωμάς Τόγιας, Above View, Μάκης Μισ.
Πηγή: VeloutsaNews