Η αρχαία πόλη βρισκόταν σε θέση που επόπτευε την ευρύτερη περιοχή και κυριαρχούσε στη λίμνη Βουλκαριά (αρχ. Μυρτούντιο).
Λίμνη πιθανόν κατάλοιπο της λιμνοθάλασσας που κατέκλειε την έκταση της σημερινής πεδιάδας της Παλαίρου κατά τα Ομηρικά χρόνια. Η λιμνοθάλασσα αυτή ήταν κατά την παράδοση σωτήρας της Βασίλισσας Κλεοπάτρας, όταν κατά την Ναυμαχία του Ακτίου κυνηγημένη από τους διώκτες της πέρασε εύκολα με τα πλοία της από το ρηχό αύλακα της Παλαίρου. Ανάμνηση του παραπάνω περάσματος της Βασίλισσας της Αιγύπτου αποτελεί η διατήρηση της επωνυμίας του αρχαίου περάσματος ως Μόλος της Κλεοπάτρας.
Η πύλη προς τη πλευρά του Ιονίου. Εδώ η εσωτερική άποψη.
Έχει διατυπωθεί η άποψη πως στα αρχαία χρόνια η σημερινή χερσόνησος της πλαγιάς ήταν νησί.
Υπέρ του ισχυρισμού περί της νήσου Πλαγιάς συνηγορεί το γεγονός της υψομετρικής διαφοράς του κάμπου της Παλαίρου που βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας με έδαφος αμμουδερό, όπου υπήρχε θάλασσα με την οποία ήταν αποκομμένη η χερσόνησος στην οποία βρίσκεται η σημερινή Πλαγιά από την υπόλοιπη Αιτωλοακαρνανία με τέναγος (αβαθή νερά, λιμνοθάλασσα, τόπος με στάσιμα νερά, βάλτος, έλος) το οποίο εξετείνετο από τον όρμο της σημερινής Παλαίρου μέχρι του όρμου του Αγίου Νικολάου Βόνιτσας. Κατάλοιπο της λιμνοθάλασσας η Λίμνη Βουλκαριά η συνδεόμενη και σήμερα με τάφρο προς τη θάλασσα. Η άποψη ότι η Πλαγιά ήταν νησί κατά τα Ομηρικά χρόνια πυροδοτεί θεωρίες για την οποία ήταν η γεωγραφική τοποθέτηση της Ομηρικής Ιθάκης.
Αν τα παραπάνω ήσαν αληθινά η αρχαία Πάλαιρος ήταν κτισμένη σε κομβικό σημείο που έλεγχε την είσοδο και έξοδο προς τη λιμνοθάλασσα. Αυτό ενισχύεται από το γεγονός πως όσοι έχουν επισκεφτεί τη περιοχή αλλά και τα γειτονικά αρχαία κάστρα στη τοποθεσία Στέρνα πάνω από τη παλιά Πλαγιά αλλά και Λυκόνικο, πάνω από το σημερινό Μοναστηράκι θα έχουν διαπιστώσει πως υπάρχει οπτική επαφή ανάμεσα στα τρία αυτά σημεία κάτι που ευνοεί την επικοινωνία με τη μέθοδο των φρυκτωριών, που ήταν εξαιρετικά διαδεδομένη τα αρχαία χρόνια.
Για την πόλη αντλούμε στοιχεία ακόμα, από πλήθος επιγραφών των ελληνιστικών χρόνων, σύμφωνα με τις οποίες στην Πάλαιρο πρέπει να υπήρχαν και σημαντικά ιερά του Διός και της Αρτέμιδος.
Η Πάλαιρος αποτελεί ένα από τα καλύτερα σωζόμενα δείγματα αρχαίων πόλεων της Κλασικής – Υστεροκλασικής περιόδου στην Ακαρνανία, και η οχύρωσή της είναι εξέχον δείγμα της ακαρνανικής οχυρωματικής τέχνης, ενώ σώζεται έως και σήμερα όρθια σε εξαιρετική κατάσταση. Στο ψηλότερο σημείο της οχύρωσης βρίσκεται η ακρόπολη, εντός της οποίας υπάρχουν και οι δύο δεξαμενές.
Στο βορειοδυτικό τμήμα του περιβόλου εντοπίζεται ο χώρος της αγοράς, με ορατά κτίρια και κατασκευές όπως δύο αντικριστές στοές, βάσεις βάθρων κλπ.
Η οχύρωση η οποία κατά τόπους σώζεται σε ύψος 12 μ. Είναι κατασκευασμένη με διαφορετικά συστήματα δόμησης και είχε
ξεχωριστά οχυρωμένη ακρόπολη στην κορυφή.
Η πόλη θεωρείται ότι προϋπήρχε από την Μυκηναϊκή περίοδο. Απόδειξη γι’ αυτό είναι τα τείχη της πόλης που τμήμα της ανήκει στην 2η χιλιετηρίδα π.Χ.
Η κατασκευή των τειχών εναλλάσσεται ανάμεσα σε Τραπεζιόσχημα και Πολυγωνικό σύστημα και το σύνολό τους ανήκει σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
Επανιδρύθηκε πιθανά στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. και γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή της τον 3 ο αι. π.Χ.
Τα τείχη που σώζονται στις μέρες μας εντυπωσιάζουν από το μέγεθός τους και την καλή εφαρμογή των ογκόλιθων που τα αποτελούν. Οι περισσότεροι περιηγητές εκφράστηκαν γι’ αυτά με θαυμασμό και αποτελούν πράγματι ένα από τα εκπληκτικότερα δείγματα των ακαρνανικών οχυρώσεων.
Διατηρούνται καλά οι πύλες της οχύρωσης, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζει η τοξωτή βορειοδυτική πύλη.
Η βασική ανασκαφή έχει γίνει από Γερμανούς στις αρχές του 1900.
Η Πάλαιρος αναφέρεται για πρώτη φορά από το Θουκυδίδη, όταν κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών του Πελοποννησιακού πολέμου, το 431 π.Χ., οι Αθηναίοι κατέλαβαν και παρέδωσαν σε αυτήν την κορινθιακή αποικία Σόλλιον, η οποία, σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, βρισκόταν στην ακαρνανική ακτή απέναντι από τη Λευκάδα, ενώ σύμφωνα με άλλους στη θέση Πογωνιά, στον όρμο της σύγχρονης Παλαίρου.
Σπύρος Μπαράκος