Ο Κύριος και Θεός μας επιθυμεί να συνάψει μαζί μας μία σχέση βασισμένη στην απόλυτη εμπιστοσύνη
Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού
«ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις· γενηθήτω σοι ὡς θέλεις» (Μτθ. 15, 28).
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή μάς καθιστά μάρτυρες ενός από τα συγκινητικότερα περιστατικά του Ευαγγελίου. Μια μάνα ικετεύει τον Κύριο να χαρίσει την γιατρειά στην κόρη της, η οποία βρισκόταν υπό την επήρεια των δαιμόνων. Και μάλιστα, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, η επήρεια αυτή ήταν η αιτία, ώστε το κορίτσι της να υποφέρει ψυχικά, ίσως και σωματικά, προξενώντας αβάσταχτο πόνο, όχι μόνον στον εαυτό της, αλλά και σε όσους την αγαπούσαν.
Είναι απαραίτητο να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος των μαρτυρίων της κόρης εκείνης, γνωστών και από άλλες ευαγγελικές περικοπές, σχετικές με ίαση δαιμονισμένων εκ μέρους του Χριστού, προκειμένου να συναισθανθούμε, έστω και λίγο, την απόγνωση της μάνας, η οποία, μη έχοντας άλλη ελπίδα, πέφτει σήμερα στα πόδια του Χριστού, εκλιπαρώντας για βοήθεια. Μόνο ο γονιός μπορεί να νιώσει την τραγωδία της. Μόνο ο γονιός και ο Χριστός, η πηγή των οικτιρμών και του ελέους.
Κι όμως! Η εξέλιξη των γεγονότων μας αιφνιδιάζει. Ο Κύριος αδιαφορεί, σε σημείο που αναγκάζει τους μαθητές Του να μεσολαβήσουν και να Του ζητήσουν να δώσει μία οποιανδήποτε λύση, προκειμένου να ησυχάσουν από τις κραυγές του μητρικού πόνου της. Ο Κύριος όμως, όχι μόνον επιμένει στην φαινομενική αδιαφορία Του αλλά την παρατείνει, δηλώνοντας μάλιστα πως η θαυματουργική δράση Του αφορά μόνον τα πρόβατα της μάνδρας του Ισραήλ. Ωστόσο, η πονεμένη αυτή μάνα παραμένει γονατιστή στα πόδια Του, πιθανόν και με το πρόσωπο καταγής, με την ικεσία να συνεχίζει να βγαίνει από το στόμα της, ίσως φωναχτά, ίσως ψιθυριστά, αλλά πάντα με τον ίδιο σπαραγμό: «Κύριε, βοήθει μοι!»
Αυτό το θέαμα, το οποίο, είναι βέβαιο ότι θα είχε συγκλονίσει όλους τους παρισταμένους, φαίνεται να αφήνει ασυγκίνητο τον ίδιο τον Χριστό. Και προς αυτόν τον άνθρωπο, τον ευρισκόμενο στο έσχατο σημείο της συντριβής, ο λόγος Του φαίνεται να δίνει την χαριστική βολή: «Δεν είναι σωστό», λέει δημοσίως, «να στερώ το ψωμί από τα παιδιά μου και να το πετώ στα σκυλάκια».
Η αλλοεθνής Χαναναία όμως, και πάλι δεν πτοείται. Αλώβητη από την δημόσια προσβολή, έχοντας προσεγγίσει, περισσότερο και από τέκνο του Ισραήλ, δυσθεώρητα ύψη πίστεως και ταπεινοφροσύνης, ανταπαντά με ετοιμότητα, αποφασισμένη να εξαντλήσει κάθε πιθανότητα ευεργεσίας: «Ναι, Κύριε, συμφωνώ πως, ενώπιόν Σου, στέκω ως πιο ασήμαντη και από τον έσχατο άνθρωπο. Στέκω σαν σκυλάκι, αλλά ως τέτοιο σου ζητώ να με ελεήσεις. Ακόμη και τα ψίχουλα του ελέους Σου, για μένα είναι πολύτιμα».
Ιδού, λοιπόν, η στιγμή των αποκαλυπτηρίων της πίστεως αυτής της γυναίκας. Η Χαναναία σήμερα προσεύχεται προς τον Χριστό, η προσευχή της όμως αποτελεί μάθημα για όλους εμάς, που, ως Χριστιανοί, φέρουμε το δικό Του όνομα και επιθυμούμε να βρισκόμαστε διαρκώς σε σχέση μαζί Του.
Όπως εκείνη, έτσι κι εμείς, στρεφόμαστε συχνά στον Θεό, ιδιαίτερα όταν βρισκόμαστε σε ανάγκη. Πρόκειται για εκείνες τις περιστάσεις, όπου κάθε μέσο που χρησιμοποιήσαμε έχει αποδειχτεί ανεπαρκές και κάθε μας προσπάθεια έχει αποτύχει. Στην αρχή, οι προσευχές μας είναι γεμάτες ζήλο, γεμάτες φλογερή ικεσία. Αισθανόμαστε να έχει χαθεί το έδαφος κάτω από τα πόδια μας και μόνο η ολόψυχη στροφή προς τον ουρανό μοιάζει να είναι η μόνη μας ελπίδα. Συχνά, όμως, η απάντηση αργεί και, καθώς οι μέρες περνούν και λύση δεν εμφανίζεται, ένας λογισμός αρχίζει να χτυπά όλο και δυνατότερα την πόρτα της ψυχής μας: «Μήπως ο ουρανός είναι άδειος; Μήπως απευθύνομαι σε κάποιον που δεν θέλει η δεν μπορεί να με ακούσει;»
Όλοι μας γνωρίζουμε πως, όντως, η προσευχή μας συναντά συχνά μία εκκωφαντική σιωπή. Ο νους δοκιμάζεται. Η πίστη κλονίζεται. Αλλά, ακόμη και αν η πίστη παραμείνει ζωντανή, έρχεται μία αίσθηση αναξιότητας που μας κάνει να αισθανθούμε όπως τα ασήμαντα σκυλάκια και να μονολογήσουμε: «Ποιός είμαι εγώ που θα αξιωθώ το έλεος του Θεού;»
Και στη μία και στην άλλη περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: Ο ζήλος μαραίνεται, η ελπίδα καταρρέει και ο άνθρωπος κατεβάζει τα μάτια και συμφιλιώνεται απελπισμένος με την καταδίκη του.
Σε ολόκληρο το Ευαγγέλιο, ακούμε τα λόγια του Χριστού και διδασκόμαστε. Στη σημερινή περικοπή όμως, ο Κύριος μας καλεί να διδαχθούμε από την σιωπή Του. Συνήθως, διδάσκει αυτός, σήμερα όμως, την διδασκαλία αναθέτει σε μία Χαναναία μάνα, η οποία γνωρίζει πως δεν δικαιούται τίποτα, γι’ αυτό και έχει αφεθεί ολοκληρωτικά στο έλεος Εκείνου, που φαίνεται να την περιφρονεί.
Σήμερα ο Κύριος σιωπά, με τρόπο μυστικό όμως παρακινεί την Χαναναία να μας κατηχήσει στα μυστικά της πίστεως. Σαν να την καλεί να μας διδάξει. Σαν να της λέει: «Κόρη μου Χαναναία, δίδαξε στα παιδιά μου τί σημαίνει να θεωρούν Εμένα, τον Κύριο των δυνάμεων, ως την τελευταία, την έσχατη αλλά και την μεγαλύτερη ελπίδα τους. Δίδαξέ τους την δύναμη της ταπεινοφροσύνης που ανοίγει διάπλατα τον δρόμο της ψυχής στην παρουσία και το θαυματουργικό Μου έλεος. Δίδαξε τους την επίμονη προσευχή προς Εμένα, ο Οποίος, κι αν φαίνεται πως σιωπά και κωφεύει, δεν αφήνει καμία ανθρώπινη οδύνη έξω από την άβυσσο τον οικτιρμών Του. Κόρη μου Χαναναία, δίδαξέ τους την υπομονή και θύμιζέ τους διαρκώς πως ποτέ μια προσευχή, προερχόμενη από καρδία συντετριμμένη, δεν έμεινε αναπάντητη».
Ο Κύριος και Θεός μας επιθυμεί να είναι για μας κάτι πολύ περισσότερο από έναν απλό πάροχο δωρημάτων. Επιθυμεί να συνάψει μαζί μας μία σχέση βασισμένη στην απόλυτη εμπιστοσύνη. Πράγματι, οι ευεργεσίες μπορούν να δυναμώσουν την πίστη. Όταν βλέπει κανείς δωρεές, όταν μάλιστα αξιωθεί να δει ακόμη και θαύμα, είναι παράλογο να μην πιστέψει. Όταν όμως εξακολουθείς να πιστεύεις, παρά το ότι δεν βλέπεις κανένα δείγμα της δύναμης του Θεού, παρά το ότι αισθάνεσαι ακόμη και ένα προσωρινό αίσθημα εγκατάλειψης, τότε είναι ο καιρός για το άνθισμα μιας πίστης ελεύθερης, η οποία δεν στηρίζεται στην παροχή αλλά στη βεβαιότητα μιας παρουσίας. Μιας παρουσίας αναμφίβολης, μιας παρουσίας θεϊκής, η οποία, κάποιες στιγμές, παραμένει στο σκοτάδι.
Όταν όμως το γλυκό πρόσωπο του Χριστού γίνεται και πάλι ορατό, με τρόπο και σε χρόνο που Εκείνος γνωρίζει, μια φωνή, μια γλυκύτατη φωνή θα γεμίζει πάντοτε την ψυχή όσων δεν πτοήθηκαν από την φαινομενική απουσία και θα τους διαβεβαιώνει, όπως διαβεβαίωσε και την Χαναναία: «Παιδί μου, μεγάλη υπήρξε η πίστη σου. Ο,τι ζήτησες, θα το έχεις».