Παρακάτω θα δούμε τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από την έκθεση που έγραψε η κ. Τσιφόρου. Πώς λειτουργεί η ΚΑΠ Η ΚΑΠ, παρά τις κατά καιρούς μεταρρυθμίσεις της, διαχρονικά έχει ως σκοπό να ενισχύσει το εισόδημα και την οικονομική βιωσιμότητα των αγροτών. Για ποιο λόγο; Κυρίως επειδή η ίδια η φύση του αγροτικού επαγγέλματος είναι επισφαλής -για παράδειγμα, λόγω της σημαντικής εξάρτησής του από τις κλιματικές συνθήκες. Όπως γράφει το κείμενο, "ο πρωτογενής τομέας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις κλιματικές μεταβολές και από τους γεωγραφικούς περιορισμούς, υφίσταται τις συστημικές ανισορροπίες μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης και, κατά συνέπεια, χαρακτηρίζεται από μεγάλη αστάθεια των τιμών και των εισοδημάτων, διαστάσεις που θεμελιώνουν την ανάγκη στήριξής του". Ωστόσο, στην πορεία των χρόνων η πολιτική ενσωμάτωσε πολλούς επιπλέον στόχους που σχετίζονται τόσο με περιβαλλοντικές και κοινωνικές διαστάσεις της γεωργίας όσο και με την ανάπτυξη της υπαίθρου. Η ΚΑΠ μετά το 2013 απέκτησε μια δομή που αποτελείται από δύο βασικούς Πυλώνες στήριξης, οι οποίοι εξειδικεύονται σε τρεις κύριους τομείς δράσης. Ο πρώτος Πυλώνας περιλαμβάνει την άμεση στήριξη, δηλαδή τις λεγόμενες "αγροτικές επιδοτήσεις" -ετήσιες ενισχύσεις προς τους παραγωγούς, κυρίως βάσει της επιλέξιμης έκτασης που διατηρούν. Φυσικά, οι ενισχύσεις αυτές δεν παρέχονται χωρίς προϋποθέσεις: οι παραγωγοί πρέπει να συμμορφώνονται με απαιτήσεις που σχετίζονται με τη δημόσια υγεία και την ασφάλεια των τροφίμων, την υγεία των ζώων και των φυτών, αλλά και του περιβάλλοντος. Στον πρώτο Πυλώνα περιλαμβάνονται επίσης άλλα ειδικά καθεστώτα ενισχύσεων (π.χ. νέοι γεωργοί) καθώς και μέτρα για τις αγορές γεωργικών προϊόντων -όπως γράφει το κείμενο, πρόκειται για "ένα σύνολο κανόνων για τη διευκόλυνση της ομαλής λειτουργίας της ενιαίας αγοράς και τη διασφάλιση της ποικιλομορφίας, της διαθεσιμότητας, της οικονομικής προσιτότητας, της ποιότητας και της ασφάλειας των γεωργικών προϊόντων". Ο Πυλώνας αυτός χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων. Ο δεύτερος Πυλώνας της ΚΑΠ σχετίζεται περισσότερο με την ανάπτυξη του κλάδου και στοχεύει στην ευρύτερη βιωσιμότητα των αγροτικών περιοχών, μεταξύ άλλων χρηματοδοτώντας ιδιωτικές ή δημόσιες επενδύσεις αλλά και την εφαρμογή πρακτικών φιλικών προς το περιβάλλον και το κλίμα. Μέσω αυτού του Πυλώνα προωθούνται σύγχρονες γεωργικές πρακτικές, ενθαρρύνεται η συνεργασία μεταξύ των αγροτών καθώς και η έρευνα και η καινοτομία. Η χρηματοδότηση των δράσεων αυτού του Πυλώνα προέρχεται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και συμπληρώνεται από εθνικούς πόρους της κάθε χώρας. Γιατί είναι, όμως, τόσο σημαντική η ΚΑΠ; Μια προφανής απάντηση είναι επειδή αφορά τόσο πολλούς ανθρώπους: σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι αγροτικές περιοχές στην ΕΕ φιλοξενούν 137 εκατομμύρια άτομα, δηλαδή περίπου 30% ολόκληρου του πληθυσμού της Ένωσης. Από την άλλη πλευρά, η ΚΑΠ είναι ένα κεντρικό και ιδιαίτερα σημαντικό χρηματοδοτικό εργαλείο της ΕΕ, που η εξέλιξή του -οι αλλαγές και οι διαφωνίες γύρω από αυτό- συμπορεύονται και συνδιαμορφώνουν σε κάποιο βαθμό την εξέλιξη της Ένωσης· έτσι, άλλωστε, συνέβαινε ήδη από τη δεκαετία του 1960 με την "κρίση της άδειας καρέκλας". Αλλά και πιο πρόσφατα, η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία επανέφεραν στην επικαιρότητα σοβαρά ζητήματα επισιτιστικής ασφάλειας, τα οποία επηρεάζουν το σύνολο των πολιτών-καταναλωτών της ΕΕ (και όχι μόνο). Η μεν πανδημία διατάραξε την εφοδιαστική αλυσίδα σε πολλές περιοχές του κόσμου, η δε εμπόλεμη σύρραξη συμβαίνει σε μια χώρα που αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς σιτηρών παγκοσμίως. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και του σχεδιασμού της νέας ΚΑΠ εισήχθη ως οριζόντια προτεραιότητα η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, εν πολλοίς η στρατηγική της ΕΕ προκειμένου να ανταποκριθεί στη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα (COP 16) αλλά και στους σχετικούς στόχους βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ. Η μακρά διαδικασία της τελευταίας μεταρρύθμισης της ΚΑΠ είχε ήδη ξεκινήσει το 2017 έχοντας ως στόχο "τον εκσυγχρονισμό και την απλοποίησή της", με την έναρξη της εφαρμογής της να τοποθετείται τελικά στις αρχές του 2023. Ενόσω εξελισσόταν η διαδικασία της μεταρρύθμισης, προβλέφθηκε η εφαρμογή μιας "μεταβατικής ΚΑΠ" κατά τη διετία 2020-2022. Στο μεταξύ, η ευρωπαϊκή απάντηση στην κρίση της πανδημίας, το πρόγραμμα Next Generation EU, προσέθεσε επιπλέον περίπου €8 δισ. στον προϋπολογισμό της μεταβατικής αυτής ΚΑΠ, προκειμένου να συνεισφέρει στην ανάκαμψη του ευρωπαϊκού πρωτογενούς τομέα από τον σοβαρό αντίκτυπο της Covid-19 . Ο συνολικός προϋπολογισμός της ΚΑΠ για ολόκληρη την προγραμματική περίοδο 2021-2027 ανέρχεται στα €387 δισ. Τι αλλάζει στη νέα ΚΑΠ Η νέα ΚΑΠ εστιάζει σε δέκα οικονομικούς, περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς στόχους: ανταγωνιστικότητα, αξιακή αλυσίδα των τροφίμων, κλιματική αλλαγή, προστασία του περιβάλλοντος, τοπία, ανανέωση των γενεών, αγροτικές περιοχές, τρόφιμα και υγεία, δίκαιο εισόδημα, και στον "εγκάρσιο" στόχο της γνώσης, της καινοτομίας και της ψηφιοποίησης. Ωστόσο, οι μεγαλύτερες αλλαγές σε σχέση με τις προηγούμενες περιόδους αφορούν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί. Πλέον το βάρος του σχεδιασμού της εφαρμογής και της παρακολούθησης της ΚΑΠ μετατίθεται κατά κύριο λόγο στα κράτη-μέλη της ΕΕ, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θέτει τους γενικούς στόχους, τις βασικές προϋποθέσεις της παρεχόμενης στήριξης και το "μενού" των μέτρων από το οποίο επιλέγουν τα κράτη-μέλη, βάσει των αναγκών/προτεραιοτήτων τους, εκτός από την εφαρμογή ορισμένων καθεστώτων που παραμένουν κοινά σε όλη την επικράτεια της Ένωσης. Η νέα έκθεση της διαΝΕΟσις σημειώνει ότι το νέο μοντέλο υλοποίησης αποτελεί "αλλαγή παραδείγματος" και δίνει "μεγαλύτερη έμφαση στα αποτελέσματα και τις επιδόσεις της πολιτικής καταρχάς σε εθνικό και έπειτα σε κοινοτικό επίπεδο". Στο νέο αυτό μοντέλο τα κράτη–μέλη υποχρεούνται να καταρτήσουν εθνικά Στρατηγικά Σχέδια για την επικράτειά τους, "βάσει λεπτομερούς ανάλυσης των αναγκών, ανάλυσης SWOT και διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη". Βεβαίως, αυτό το νέο μοντέλο υλοποίησης της ΚΑΠ, ενώ δίνει στις χώρες τη δυνατότητα να προσαρμόσουν τους πόρους της ΚΑΠ στις τοπικές ανάγκες τους, προβλέπει έναν αυστηρό εποπτικό ρόλο από πλευράς Ευρωπαϊκής Επιτροπής ο οποίος αφορά "την έγκριση και την παρακολούθηση της ορθής εφαρμογής των εθνικών στρατηγικών σχεδίων αλλά και του συνόλου της πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ", όπως γράφει το κείμενο. Αυτός ο ρόλος "συνεπάγεται αυξημένη λογοδοσία για τις εθνικές διοικήσεις, καθώς τα στρατηγικά σχέδια θα υποβάλλονται σε ετήσια και πολυετή αξιολόγηση βάσει ενός κοινού, σε επίπεδο ΕΕ, πλαισίου δεικτών παρακολούθησης της ΚΑΠ που λειτουργεί ως πλαίσιο αναφοράς για τον καθορισμό εθνικών ορόσημων. Μάλιστα, το κοινοτικό κανονιστικό πλαίσιο προβλέπει ακόμα και μείωση ή αναστολή των πληρωμών σε περιπτώσεις σημαντικής απόκλισης των κρατών-μελών από τα ορόσημα που έχουν θέσει στο πλαίσιο του εθνικού τους σχεδιασμού". Παράλληλα, η νέα ΚΑΠ είναι "πιο πράσινη", καθώς δίνει αυξημένη έμφαση στο περιβάλλον, στο κλίμα και στη βιωσιμότητα της παραγωγής των τροφίμων. Η ενσωμάτωση στο θεσμικό πλαίσιο της ΚΑΠ των στρατηγικών που απορρέουν από την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, δηλαδή της στρατηγικής "από το αγρόκτημα στο πιάτο" και της στρατηγικής "για τη βιοποικιλότητα", εντείνουν την υψηλή φιλοδοξία των "πράσινων" στόχων της πολιτικής. Σε αυτό το πλαίσιο υπάρχουν προβλέψεις για λιγότερα φυτοφάρμακα, για μικρότερη απώλεια θρεπτικών ουσιών του εδάφους, για βιολογική καλλιέργεια στο ¼ της γης, καθώς και για την ενίσχυση της ποικιλομορφίας του τοπίου. Ενδεικτική, επίσης, της "πράσινης" κατεύθυνσης της νέας περιόδου είναι η δέσμευση ότι το 40% του συνολικού προϋπολογισμού της ΚΑΠ θα αφιερωθεί σε δράσεις για το κλίμα, καθώς επίσης και τα νέα, ενισχυμένα, πρότυπα για την Καλή Περιβαλλοντική και Γεωργική Κατάσταση που θεσπίζει. Τέλος, η νέα ΚΑΠ εισάγει έναν νέο οριζόντιο/"εγκάρσιο" στόχο ο οποίος αφορά την ενίσχυση της γνώσης, της καινοτομίας και της ψηφιοποίησης, προτείνοντας ειδικά εργαλεία στήριξης, ενώ προτείνει επίσης νέα είδη στήριξης σε σχέση με τη διαχείριση κινδύνων και την ενίσχυση των Οργανώσεων Παραγωγών. Θα είναι όμως πιο δίκαιη η εφαρμογή της νέας ΚΑΠ; Πώς απαντά σε διαχρονικά ζητήματα σχετικά με το θέμα της δίκαιης κατανομής της παρεχόμενης στήριξης; Η νέα έκθεση της διαΝΕΟσις σημειώνει ότι "τα επίπεδα της άμεσης εισοδηματικής στήριξης θα συγκλίνουν περισσότερο, τόσο στο εσωτερικό των κρατών-μελών της ΕΕ όσο και μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ". Ακόμη σημειώνει ότι "τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα πρέπει να διαθέσουν υποχρεωτικά τουλάχιστον το 10% των κονδυλίων των άμεσων ενισχύσεων που τους αναλογούν στο καθεστώς της αναδιανεμητικής εισοδηματικής στήριξης, για την καλύτερη αντιμετώπιση των εισοδηματικών αναγκών των μικρότερων και μεσαίων γεωργικών εκμεταλλεύσεων". Τέλος, αναφέρεται και στις νέες προβλέψεις για τη στήριξη γεωργών νεότερης ηλικίας (τουλάχιστον 3% των ενισχύσεων) και στην επιβολή ανώτατων ορίων στις ενισχύσεις.
|