Γράφει η Βασιλική Γκουντσίδου, Φυσικός, μέλος της Διοικούσας επιτροπής του ευρωπαϊκού προγράμματος για το cyberbullying
Σύμφωνα με τον ορισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, για να είναι ένα παιδί υγιές, θα πρέπει να έχει, εκτός από σωματική και ψυχική και κοινωνική υγεία. Εντασσόμενο στο κοινωνικό σύνολο του σχολείου, ενδέχεται να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του bullying με χαρακτηριστικά στοιχεία την πρόθεση, την επανάληψη και την άνιση κατανομή ισχύος ανάμεσα στο θύτη και το θύμα. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στον τρόπος αντιμετώπισης τέτοιων περιστατικών, γιατί τόσο το θύμα όσο και ο θύτης είναι παιδιά. Μια τρίτη σημαντική κατηγορία είναι και αυτή των μαρτύρων.
Το cyberbullying είναι το bullying με τη χρήση των ICTs, δηλαδή των νέων τεχνολογιών, ενημέρωσης και επικοινωνίας (κινητό, διαδίκτυο κ.λ.π.). Στο κλασικό bullying υπάρχει άμεση σχέση με τη σωματική υπεροχή του δράστη και τον αριθμό των δραστών, ενώ στο cyberbullying, ο θύτης κρύβεται πίσω από την ανωνυμία και την καλή γνώση των νέων τεχνολογιών.
Για την αντιμετώπιση, αλλά και την πρόληψη περιστατικών είναι απαραίτητη η συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων, των γονέων, των παιδιών, των εκπαιδευτικών, αλλά και ολόκληρης τη σχολικής κοινότητας. Το φαινόμενο της ενδοσχολικής βίας δεν είναι κάτι καινούριο και οι εκπαιδευτικοί έχουν εμπειρία σε τέτοιου είδους συμπεριφορές. Το cyberbullying έχει εμφανιστεί την τελευταία περίπου δεκαετία με τους εφήβους να είναι “ιθαγενείς”στο διαδίκτυο και με περισσότερες γνώσεις από τους ενήλικες στη χρήση του.
Η πολιτεία θα πρέπει να οργανώνει επιμορφωτικά σεμινάρια για γονείς και εκπαιδευτικούς, δίνοντας βάσει εκτός από τους τρόπους αντιμετώπισης και στην πρόληψη του φαινομένου. Η εμπειρία από το πρόγραμμα GRUNDTVIG-WE CAN που αφορούσε χώρες στις οποίες η μητρική γλώσσα δεν είναι η Αγγλική, έδειξε ότι οι γονείς σε οποιαδήποτε περιοχή της Ευρώπης και να βρίσκονται, αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα. Όσο ποιο ενημερωμένοι είναι οι γονείς σε θέματα πρόληψης και αναγνώρισης των κινδύνων που ελλοχεύουν για τα παιδιά τους και όσο περισσότερο είναι δίπλα στα παιδιά τους και επικοινωνούν ουσιαστικά μαζί τους, τόσο ασφαλέστερα θα είναι αυτά στην διαδικτυακή τους ζωή. Μαθητές με μεγάλη γονική στήριξη, που έχουν πολύ καλή σχέση με τους γονείς, φαίνεται να εμπλέκονται λιγότερο σε περιστατικά bullying και σε περίπτωση που πέσουν θύματα, εμφανίζουν μικρότερο ποσοστό κατάθλιψης.
Οι ηλικιωμένοι, ως μετανάστες του διαδικτύου, βιώνουν πολλές φορές τον ψηφιακό απόκλεισμό. Σήμερα, που λόγω covid ζούμε μια online ζωή κυριολεκτικά, το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο και στη λύση του εκτός από την πολιτεία και τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους μεγάλο ρόλο παίζει και η ενδογενεακή αλληλεγγύη.
Συνοπτικά τα παιδιά μας πρέπει να έχουν υπόψη τους τα 4 Α:
Αναγνώριση: Να μπορούν να αναγνωρίζουν τις τεχνικές που χρησιμοποιούν οι πιθανοί δράστες για να εξαπατήσουν τα υποψήφια θύματά τους. Σ’ αυτόν τον τομέα ο ρόλος των ενηλίκων, που έχουν μεγαλύτερη εμπειρία ζωής είναι καταλυτικός.
Άρνηση: Να αρνούνται να δώσουν οποιαδήποτε προσωπική πληροφορία.
Αντίδραση: Να αντιδρούν ακαριαία αν ποτέ βρεθούν σε δύσκολη ή περίεργη κατάσταση, βγαίνοντας από το πρόγραμμα, κάνοντας log off, ή απλά κλείνοντας τον υπολογιστή.
Αναφορά: Να αναφέρουν λεπτομερώς και αμέσως το συμβάν, ή οποιαδήποτε ύποπτη ή επικίνδυνη προσέγγιση στους γονείς τους, στους δασκάλους ή στους γιατρούς.
Πηγή/φωτογραφία: ampa.lifo.gr