Τα µοσχάρια, αρσενικά ή θηλυκά, αποτελούν σηµαντικό κεφάλαιο για κάθε αγελαδοτροφική εκµετάλλευση, γι’ αυτό και πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή και φροντίδα στη στέγαση και διατροφή τους στα πρώτα στάδια της ζωής τους.
Παρ’ όλη την ανάπτυξη της αγελαδοτροφίας και τη βελτίωση των συνθηκών διαχείρισης στις µονάδες, εντούτοις το ποσοστό θνησιµότητας των νεαρών µοσχαριών παραμένει υψηλό.
Από την κατάλληλη διαχείριση και τη σωστή επιλογή των µικρών θηλυκών µοσχαριών εξαρτάται η κανονική ανανέωση της αγέλης και η βελτίωση της παραγωγικότητας της µονάδας, αφού υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο σε κανονικές συνθήκες πρέπει να αντικαθίσταται το 15-20% των γαλακτοφόρων αγελάδων.
Τα αρσενικά µοσχάρια αποτελούν µια δεύτερη πηγή εισοδήµατος για τη µονάδα, αφού αυτά προορίζονται να διατεθούν σαν µοσχαρίσιο κρέας.
Το γεγονός αυτό προϋποθέτει τη σωστή εκτροφή τους ώστε να αποκτήσουν το σωστό σωµατικό βάρος στα δοσµένα χρονικά πλαίσια των 10-12 µηνών µε παράλληλo στόχο την ποιοτική βελτίωση του παραγόμενου κρέατος.
Φροντίδες αµέσως µετά τον τοκετό
Αµέσως µε τη γέννηση του µοσχαριού, πρέπει να καθαριστεί το στόµα και η µύτη του, από τις βλέννες, για να µπορεί να αναπνέει ελεύθερα. Ταυτόχρονα, πρέπει να µεταφερθεί σε χώρο καθαρό, στεγνό, απολυµασµένο και µε καθαρή στρωµνή. Το σηµείο τοµής του οµφάλιου λώρου πρέπει να απολυµανθεί µε βάµµα ιωδίου, ενέργεια η οποία πρέπει να επαναληφθεί και 24 ώρες αργότερα. Ένα υγιές και σφριγηλό µοσχάρι µισή µέχρι µία ώρα µετά τη γέννηση του µπορεί να σταθεί όρθιο και να θηλάσει.
Διατροφή νεογέννητου µοσχαριού
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στη διατροφή του νεογέννητου µοσχαριού κατά τις πρώτες µέρες της ζωής του.
Τη χρονική αυτή περίοδο ο οργανισµός του µοσχαριού δεν διαθέτει µηχανισµούς προστασίας από τα µικρόβια του περιβάλλοντος και το µόνο µέσο που βοηθά τον οργανισµό του νεαρού ζώου να αντιστέκεται κατά των µικροβίων είναι το πρωτόγαλα.
Πρωτόγαλα είναι το γάλα που παράγει η αγελάδα τις τρεις πρώτες µέρες της γαλουχίας µετά τον τοκετό και είναι πλούσιο σε βιταµίνη Α, ανόργανα άλατα και αντισώµατα.
Παράλληλα, το πρωτόγαλα έχει καθαρκτική δράση που είναι αναγκαία για την αποµάκρυνση των ακαθαρσιών από το πεπτικό σύστηµα του νεογνού. Επειδή η απορροφητικότητα των αντισωµάτων του πρωτογάλακτος από το πεπτικό σύστηµα του νεογέννητου µοσχαριού µειώνεται µε την πάροδο του χρόνου από τη γέννηση του, στόχος του αγελαδοτρόφου πρέπει να είναι η παροχή όσο το δυνατό µεγαλύτερης ποσότητας πρωτογάλακτος τις πρώτες 24 µέχρι 48 ώρες της ζωής του.
Το πρώτο γεύµα προσφέρεται 1-2 ώρες µετά τη γέννηση, ενώ η διατροφή µε πρωτόγαλα πρέπει να συνεχιστεί και τις επόµενες δύο µε τρεις µέρες, µε σταδιακή αντικατάσταση του στη συνέχεια µε κανονικό γάλα αγελάδας.
Στις περιπτώσεις που το µοσχάρι αποµακρύνεται αµέσως από τη µητέρα του το πρωτόγαλα χορηγείται σ’ αυτό µε τη βοήθεια τεχνητών µέσων. Στο πρώτο γεύµα µπορεί να δοθεί µέχρι και 1 λίτρο πρωτογάλακτος, ενώ στα επόµενα η ποσότητα αυτή µπορεί να αυξηθεί στα 2-2,5 λίτρα.
Συνολικά τις τρεις πρώτες µέρες της ζωής του ένα µοσχάρι µπορεί να καταναλώσει µέχρι και 20 λίτρα πρωτόγαλα σε µικρές και συχνές δόσεις. Μετά την τρίτη µέρα και µέχρι τον απογαλακτισµό προσφέρεται κανονικό γάλα αγελάδας. Σηµειώνεται όµως ότι το γάλα αυτό δεν πρέπει να προέρχεται από αγελάδες που πάσχουν από µαστίτιδα, βρουκέλλα ή άλλες ασθένειες.
Από τη δεύτερη εβδοµάδα και παράλληλα προς το πλήρες γάλα, χορηγείται τριφυλλοσανός πολύ καλής ποιότητας, µίγµα συµπυκνωµένης τροφής ψηλής πρωτεϊνικής αξίας και άφθονη ποσότητα καθαρού νερού.
Τα υποκατάστατα αγελαδινού γάλακτος είναι παρασκευάσµατα τα οποία χρησιµοποιούνται για τη διατροφή των νεαρών µοσχαριών.
Έχουν τη µορφή αλεύρου (σκόνης) και η σύνθεση τους είναι περίπου η ακόλουθη:
- Αποβουτυρωµένη σκόνη γάλακτος 78 - 82%
- Ζωικό ή φυτικό λίπος 17 - 20%
- Λεκιθίνες από σόγια 1 - 2%
Μίγµα βιταµινών και ιχνοστοιχείων ιδιαίτερα ενισχυµένο σε βιταµίνη Α και σίδηρο.
Ένα καλό υποκατάστατο γάλακτος πρέπει να περιέχει τουλάχιστο 22% πρωτεΐνη, 17-20% λίπος, 1,45% λυσίνη, 0,90% ασβέστιο και 0,65% φωσφόρο και όχι πέραν του 3,0% κυτταρίνη.
Τα υποκατάστατα αγελαδινού γάλακτος χορηγούνται στα µοσχάρια σαν ρόφηµα, από την ηλικία των πέντε ηµερών µέχρι και τον απογαλακτισµό. Για την ετοιµασία του ροφήµατος αραιώνεται µια ποσότητα σκόνης σε ζεστό νερό και το ρόφηµα προσφέρεται στο ζώο σε θερµοκρασία 36 – 38° Κέλσιου.
Σήµανση και αποκεράτωση των µοσχαριών
Το νεογέννητο µοσχάρι πρέπει να σηµαίνεται το ταχύτερο δυνατό από τη γέννηση του µε ενώτιο για να είναι εύκολη και γρήγορη η αναγνώριση της καταγωγής του.
Η σήµανση γίνεται µε ενώτιο χρώµατος κίτρινου σύµφωνα µε τις πρόνοιες του Γενικού Σχεδίου Σήµανσης Ζώων (βοοειδή) και στο οποίο είναι τυπωµένος ο αριθµός αναγνώρισης του ζώου. Παράλληλα, θα πρέπει να συµπληρώνονται στο Μητρώο Βοοειδών που διατηρείται στη µονάδα όλα τα στοιχεία που αφορούν το ζώο, όπως η ηµεροµηνία γέννησης, το φύλο, η φυλή και ο κωδικός αναγνώρισης της µητέρας.
Η αποκεράτωση των βοοειδών είναι αναγκαία για την αποφυγή τραυµατισµών, τόσο των ιδίων των ζώων κατά τη διακίνηση τους στα υποστατικά της µονάδας, όσο και του προσωπικού. Η αποκεράτωση συστήνεται να γίνεται όταν τα µοσχάρια είναι ηλικίας 2 έως 4 εβδοµάδων και γίνεται µε καυτηρίαση του κεράτινου ιστού, στο σηµείο της κεφαλής των ζώων, από το οποίο εκφύονται τα κέρατα.
Στέγαση των µοσχαριών
Η εξασφάλιση κατάλληλων συνθηκών στέγασης στα νεαρά µοσχάρια, µειώνει την πιθανότητα εκδήλωσης αρνητικών επιπτώσεων τόσο στη σωµατική τους ανάπτυξη όσο και στην υγεία τους.
Τα µοσχάρια µέχρι την ηλικία των 8 εβδοµάδων µπορούν να σταβλίζονται είτε σε ατοµικά κλουβιά εκτροφής που είναι µόνιµα τοποθετηµένα σε ειδικό κτήριο της µονάδας είτε σε µετακινούµενα ατοµικά κλουβιά τα οποία τοποθετούνται σε ανοικτό χώρο κοντά στα άλλα υποστατικά της µονάδας.
Τα µόνιµα τοποθετηµένα σε ειδικό κτήριο ατοµικά κλουβιά εκτροφής µοσχαριών αποτελούσαν τρόπο στέγασης που εφαρµοζόταν παλαιότερα αποκλειστικά, σήµερα όµως η µέθοδος αυτή δεν συστήνεται στις νέες µονάδες που δηµιουργούνται, λόγω µειονεκτηµάτων που παρουσιάζουν έναντι των µετακινούµενων.
Τα κλουβιά µε το σύστηµα αυτό συνήθως κατασκευάζονται σε σειρές των 4,5 ή 6 κλουβιών, είναι µόνιµα τοποθετηµένα σε ειδικό κτήριο της µονάδας και είναι µεταλλικές κατασκευές.
Χωρίζονται µεταξύ τους µε ξύλινα διαχωριστικά για να αποφεύγεται η άµεση επαφή µεταξύ των µικρών µοσχαριών και η µετάδοση ασθενειών. Το δάπεδο τους είναι ξύλινη σχάρα, υπερυψωµένη κατά 50-60 εκατ. από το δάπεδο του χώρου στο οποίο είναι τοποθετηµένα.
Οι διαστάσεις των κλουβιών αυτών είναι περίπου οι ακόλουθες: µήκος 170 εκ., πλάτος 120 εκ., ύψος 100 εκ. Ο χώρος µέσα στον οποίο διακινούνται πρέπει να διατηρείται καθαρός, να απολυµαίνεται τακτικά και να έχει καλό αερισµό, χωρίς όµως να δηµιουργούνται ρεύµατα αέρα, τα οποία µπορεί να προκαλέσουν πνευµονία στα µοσχάρια.
Τα µετακινούµενα ατοµικά κλουβιά εκτροφής µοσχαριών σε ανοικτό/ακάλυπτο χώρο αποτελούν µια νέα µέθοδο εκτροφής που εφαρµόζεται µε πολλή επιτυχία αφού οι κλιµατολογικές συνθήκες της χώρας µας είνα ιδιαίτερα ευνοϊκές για τέτοιας µορφής σταβλισµό.
Η κατασκευή αποτελείται από δύο µέρη, το καλυµµένο τµήµα που κατασκευάζεται από γαλβανιζέ λαµαρίνα ή υαλοβάµβακα και το προαύλιο που σχηµατίζεται µε µεταλλική περίφραξη µπροστά στην είσοδο του καλυµµένου τµήµατος.
Σε πολλές περιπτώσεις η οροφή του καλυµµένου τµήµατος ανυψώνεται περιστασιακά, ιδιαίτερα σε µέρες µε πολύ ψηλές θερµοκρασίες, τεχνική η οποία δίνει ευεργετικά αποτελέσµατα στη διαβίωση του µικρού µοσχαριού.
Οι διαστάσεις των κλουβιών αυτών είναι περίπου οι ακόλουθες:
- Καλυµµένο τµήµα: µήκος 120 εκατ., πλάτος 90 εκατ., ύψος 120 εκατοστόµετρα.
- Περίφραξη: µήκος 120 εκατ., πλάτος 90 εκατ., ύψος 100 εκατοστόµετα.
Με τη συµπλήρωση της χρονικής διάρκειας παραµονής του µοσχαριού, το κλουβί πρέπει να µετακινείται σε άλλο χώρο και το σηµείο εκείνο να απολυµαίνεται.
Ασθένειες των µοσχαριών
Ένα από τα πιο σοβαρά προβλήµατα που προκύπτουν κατά την εκτροφή των νεαρών µοσχαριών είναι οι απώλειες λόγω ασθενειών του πεπτικού και του αναπνευστικού συστήµατος.
Η εφαρµογή µέτρων σωστής διαχείρισης και κατάλληλης διατροφής, αλλά κυρίως η φροντίδα για την επικράτηση συνθηκών υγιεινής και καθαριότητας στους χώρους εκτροφής ελαχιστοποιούν το ποσοστό θνησιµότητας και την ανάγκη κτηνιατρικών παρεµβάσεων.
Η πιο σηµαντική ασθένεια του πεπτικού συστήµατος είναι οι διάρροιες που οφείλονται σε δυσεντερίες µολυσµατικής φύσης (κολιβακίλλους) ή σε εντερίτιδες, ενώ του αναπνευστικού συστήµατος είναι οι πνευµονίες που προκαλούνται από ψυχρά ρεύµατα αέρα, υγρασία και από απότοµες αλλαγές της θερµοκρασίας.
Και οι δύο µορφές των ασθενειών αυτών απαιτούν άµεση κτηνιατρική επέµβαση προκειµένου να µειωθούν τα ποσοστά θνησιµότητας.