Η αρχή της ιστορίας του Πόντου χρονολογείται το 1000 π.Χ. Με την κάθοδο των Δωριέων στην Ελλάδα εξαναγκάστηκαν οι Αχαιοί, κατά ρεύματα να μεταναστεύσουν (να αποικήσουν), πρώτα στα παράλια της Ιωνίας και μετά στα νότια παράλια της Ιταλίας και τη Σικελία και τελικά στη Μαύρη Θάλασσα, στο γεωγραφικό Πόντο.
Η αρχική ονομασία «Άξενος», αφιλόξενος Πόντος (μάλλον για τα αφιλόξενα, βαθιά νερά αλλά και για τους λαούς που ζούσαν εκεί), έγινε γρήγορα «Εύξεινος Πόντος» , δηλαδή φιλόξενος, από τους Έλληνες, που δημιούργησαν τις αποικίες εκεί. Οι λόγοι που ώθησαν τους πρώτους αποικιστές προς τον Πόντο ήταν καθαρά οικονομικοί. Από την περιοχή αυτή έφερναν στην Ελλάδα σίδηρο, χαλκό, αλάτι, λινάρι, ξυλεία, σιτηρά, κερί, μέλι και χρυσάφι. Επί 3000 χρόνια οι Έλληνες του Πόντου διατήρησαν αναλλοίωτη την ελληνική γλώσσα, στη μορφή της ποντιακής διαλέκτου, η οποία διατηρεί τα στοιχεία της αρχαίας ελληνικής (ιωνικής) προφοράς, άκμασαν στο εμπόριο και στα γράμματα. Ακόμη και κάτω από δύσκολες συνθήκες ίδρυσαν σχολεία (1682 – Φροντιστήριο Τραπεζούντας) και δίδαξαν τα γράμματα στα παιδιά τους. Οι Έλληνες του Πόντου ήταν δάσκαλοι, καθηγητές, τραπεζίτες, γιατροί και γενικά επιστήμονες. Με την διάδοση του χριστιανισμού έχτισαν δεκάδες μονές που διατηρούσαν επί χρόνια, όπως είναι η Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά, που βρισκόταν στο όρος Μελάς, απ΄ όπου έλαβε το όνομά της. Η ιστορία των Ελλήνων του Πόντου έχει ωστόσο και το δικό της τραγικό κομμάτι. Με περισσότερους από 353.000 νεκρούς, η γενοκτονία των Ποντίων (1916 – 1923), αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του 20ου αιώνα. Το 1911 από τους Νεότουρκους πάρθηκε η απόφαση, ότι η Μικρά Ασία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα. Έτσι άρχισε η επιστράτευση όλων από 15 έως 45 ετών και η αποστολή τους σε Τάγματα Εργασίας. Στην αρχή οι άτακτες ορδές επιτίθονταν στα απομονωμένα ελληνικά χωριά κλέβοντας, φονεύοντας, βιάζοντας ,καταστρέφοντας.
Οι σποραδικές δολοφονίες αρχίζουν να αυξάνονται. Σκοπός είναι η αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών ούτως να επιτευχθεί ευκολότερα ο εκτουρκισμός εκείνων που ενδεχόμενα απέμεναν. Από την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1914) ως τη Μικρασιατική Καταστροφή (1922) οι Νεότουρκοι αποδεχόμενοι το γεγονός ότι οι χριστιανικές κοινότητες των Ελλήνων Ποντίων είχαν αποκτήσει μεγάλη οικονομική και κοινωνική δύναμη , έπρεπε να εξαφανιστούν γιατί κρατούσαν στα χέρια τους το εμπόριο και επηρέαζαν σοβαρά την οικονομία της χώρας. Με τα σκληρά μέτρα που έλαβαν κατά των χριστιανικών κοινοτήτων των Ελλήνων του Πόντου , με τη μέθοδο των εξοριών , βιασμών , σφαγών , εξανδραποδισμών και απαγχονισμών εξόντωσαν έως το 1922 303.238 Έλληνες ενώ έως το 1924 τα θύματα ανήλθαν στις 353.000 , ποσοστό άνω του 50% του πληθυσμού. Η σκληρότερη φάση της Γενοκτονίας άρχισε στις 19 Μαΐου 1919 με την αποβίβαση του Κεμάλ Ατατούρκ στην Σαμψούντα. Οι περίπου 20.000 Πόντιοι αντάρτες, σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, αντιστάθηκαν και ζήτησαν ενίσχυση από την Ελλάδα αλλά οι εκκλήσεις τους για στρατιωτική βοήθεια έμειναν χωρίς απάντηση από την ελληνική κυβέρνηση διότι δεν μπόρεσε να κατανοήσει την δυναμική του ποντιακού αγώνα. Υπό αυτές τις συνθήκες η ιδέα /επιθυμία της ανεξαρτητοποίησης της ΄΄ Δημοκρατίας του Πόντου ΄΄ ποτέ δεν υλοποιήθηκε. Τον επίλογο της τραγικής ποντιακής γενοκτονίας αποτελεί ο βίαιος ξεριζωμός των επιζώντων μετά τη νίκη της Τουρκίας. Οι τότε ιδιαίτερες συνθήκες που επικράτησαν στην περιοχή και νομιμοποιήθηκαν με την επίσημη συνθήκη ειρήνης (Λωζάνη 1923) ανάγκασαν τον πληθυσμό αυτό να εγκαταλείψει την κοιτίδα του και να εγκατασταθεί στον εδαφικό χώρο της Ελλάδας. Με τη συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών οι ξεριζωμένοι εγκαταλείπουν την πατρώα γη και όλα τα υπάρχοντά τους. Παίρνουν μαζί τους τα ιερά κειμήλια και λίγο χώμα από τη γη του Πόντου. Ύστερα από 27 αιώνες ζωής , ένας λαός εκριζώθηκε από τη γη του αφήνοντας εστίες , σπίτια , εκκλησίες και τάφους προγόνων. Το μεγαλύτερο όγκο προσφύγων υποδέχθηκε η Μακεδονία και η Θράκη. Με ταχύτατη ενσωμάτωση, εργατικότητα και με μόνες εκδηλώσεις έκφρασης της σύγχρονης ύπαρξης του τον χορό (ένδοξος πυρρίχιος-σέρρα) , το τραγούδι , την μουσική , την θρησκεία και την λαογραφία οι Πόντιοι κατάφεραν την αναγέννηση τους. Αξιοσημείωτη σήμερα είναι η πολυπληθής οργάνωσή τους σε πολιτιστικούς συλλόγους , αξιέπαινη η ίδρυση επιστημονικών ιδρυμάτων, πολυάριθμες οι εκδηλώσεις απόδοσης τιμής στην μνήμη των αθώων θυμάτων/προγόνων τους (π.χ. προσκύνημα στην Παναγία Σουμελά) και τέλος η άνευ προηγουμένου μαζική συμμετοχή τους σε εκδρομές στην πατρώα γη του Πόντου.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων με το Ν. 2193/94 ,ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως , Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο“, ακριβώς την ημέρα που πριν 75 χρόνια το 1919, ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα. Ο ορισμός , η καθιέρωση της 19ης Μαΐου ως ημέρα μνήμης της Ποντιακής Γενοκτονίας συμβολίζει την εναντίωση απέναντι στη λήθη , στην απόκρυψη της ιστορίας , ημέρα απόδοσης τιμής στα τόσα θύματα της συστηματικά προσχεδιασμένης πολιτικής γενοκτονίας. Είναι δικαίωμα του Ποντιακού Ελληνισμού , ενός λαού με μεγάλη αγάπη στην ελευθερία, τη ζωή, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια , τις ηθικές αξίες και τον άνθρωπο να επιθυμεί και να επιδιώκει την διάδοση,εδραίωση και παγίωση της Αλήθειας…. της γενοκτονίας του από τον Τουρκικό Εθνικισμό.
Μετά από 100 Χρόνια προσπάθειας και με ότι δυσχέρειες ανά καιρούς ανέκυπταν, είμαστε ακόμη επιβεβλημένα προσηλωμένοι και αφοσιωμένοι σε ένα και μόνο Δικαιωμένο στόχο :
Διεθνής αναγνώριση της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού.
Η Ρωμανία κι αν επέρασεν , ανθεί και φέρει κι άλλο…
ΤΑΦΙΑΔΗΣ Χρ.Νικόλαος
Λιμενικός