Διετέλεσε επτά φορές πρωθυπουργός, στις τελευταίες εκλογές δεν κατάφερε να εκλεγεί ούτε βουλευτής
Σαν σήμερα, στις 10 Δεκεμβρίου του 1893, μια από τις κορυφαίες πολιτικές μορφές της πολιτικής ζωής της χώρας, ο Χαρίλαος Τρικούπης, είπε το ιστορικό «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν».
Διετέλεσε επτά φορές πρωθυπουργός και συνέδεσε το όνομά του με την προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας. Η πολιτική του καριέρα έληξε άδοξα. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο στις 11 Ιουλίου 1832 και ήταν γιος του πολιτικού και ιστορικού Σπυρίδωνα Τρικούπη και της Αικατερίνης Μαυροκορδάτου, αδελφής του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου.
Από το 1853 έως το 1864 ο Τρικούπης υπηρέτησε στο Διπλωματικό Σώμα. Αρχικά στην Πρεσβεία του Λονδίνου, στην οποία επικεφαλής ήταν ο πατέρας του. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Γηραιά Αλβιόνα έλαβε πολύτιμα μαθήματα για τον τρόπο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος της Μεγάλης Βρετανίας, τα οποία του φάνηκαν ιδιαιτέρως χρήσιμα, όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική. Το 1863 ήταν επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας, που διαπραγματεύτηκε τη συνθήκη προσάρτησης των Ιονίων Νήσων στην Ελλάδα, η οποία υπογράφηκε στις 16 Μαρτίου 1864.
Το βάπτισμα στην πολιτική το πήρε το 1862, όταν εξελέγη πληρεξούσιος της ελληνικής παροικίας του Μάντσεστερ στη Συντακτική Συνέλευση. Το 1865 εξελέγη βουλευτής Μεσολογγίου υπό τη σκέπη του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, ο οποίος όταν κλήθηκε να σχηματίσει κυβέρνηση στις 18 Δεκεμβρίου, του εμπιστεύθηκε το κρίσιμο Υπουργείο Εξωτερικών, σε μια δύσκολη περίοδο, καθώς είχε ξεσπάσει η Κρητική Επανάσταση. Ο Τρικούπης ήταν μόλις 33 ετών.
Η μεγάλη στιγμή του Τρικούπη ήρθε τον Ιούνιο του 1874, όταν δημοσίευσε το περίφημο άρθρο με τίτλο “Τίς Πταίει”. Ο πολιτικός κατηγορούσε τον βασιλιά Γεώργιο Α’ ότι διόριζε τους κυβερνήτες ανάλογα με τα δικά του συμφέροντα, χωρίς να τηρεί τις δημοκρατικές διαδικασίες. Το πρόβλημα αυτό έλυσε λίγο αργότερα, με την ψήφιση της “αρχής της δεδηλωμένης”, σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση πρέπει να έχει τη “δεδηλωμένη” εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας της Βουλής. Το άρθρο δημοσιεύτηκε ανώνυμα στην εφημερίδα “Καιροί”, αλλά η ταυτότητα του αρθρογράφου αποκαλύφθηκε γρήγορα και ο Τρικούπης φυλακίστηκε για μερικές μέρες. Η καριέρα του όχι μόνο δεν ζημιώθηκε, αλλά η πολιτική του στάση κέρδισε πολλούς υποστηρικτές.
Τον επόμενο χρόνο, τον Απρίλιο του 1875, έγινε για πρώτη φορά Πρωθυπουργός, μια θέση που θα κατείχε άλλες εφτά φορές μέχρι το τέλος της ζωής του.
Όνειρο του Τρικούπη ήταν να εκσυγχρονίσει την Ελλάδα. Να τη μετατρέψει από μία αγροτική επαρχία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό κράτος. Για ένα διάστημα φάνηκε ότι θα τα κατάφερνε. Ξεκίνησε σημαντικά, μεγαλεπήβολα δημόσια έργα και έκανε ριζικές μεταρρυθμίσεις. Αποξήρανε τη λίμνη Κωπαΐδα, δημιούργησε σιδηροδρομικό δίκτυο, κατασκεύασε τη διώρυγα της Κορίνθου, αναδιοργάνωσε την αστυνομία και τη Σχολή Ευελπίδων. Δυστυχώς όμως, η ελληνική οικονομία δεν μπορούσε να αντέξει τα φαραωνικά έργα. Ο Τρικούπης χρηματοδότησε τις κατασκευές με συνεχόμενα δάνεια από το εξωτερικό, τα οποία η χώρα δεν μπορούσε να αποπληρώσει, καθώς παράλληλα ξέσπασε και η σταφιδική κρίση, που έπληξε καίρια την οικονομία. Το 1892 επέβαλε βαριά φορολογία και μέτρα λιτότητας, αλλά η αντίδραση του κόσμου ήταν βαθύτατα αρνητική. Από εκσυγχρονιστής για τους αντιπάλους του και μερίδα της κοινής γνώμης, έγινε «φορομπήχτης»….
Στις εκλογές της 16ης Απριλίου 1895 το κόμμα του παθαίνει πανωλεθρία και ο ίδιος αποτυγχάνει να εκλεγεί βουλευτής Μεσολογγίου. Χάνει την έδρα για τέσσερις ψήφους από τον άσημο Γουλιμή. Αποχωρεί από την πολιτική γεμάτος πίκρα, με την κλασσική φράση «Ανθ” ημών Γουλιμής… Καληνύχτα σας!». Στη συνέχεια αναχωρεί για ένα ταξίδι στην Ευρώπη, αλλά η απουσία του από τα πολιτικά πράγματα καθίσταται εμφανής. Οι πολιτικοί του φίλοι τον εκθέτουν υποψήφιο για την αναπληρωματική εκλογή της επαρχίας Βάλτου (επαρχία και σήμερα του Νομού Αιτωλοακαρνανίας), χωρίς ο ίδιος να το γνωρίζει. Εκλέγεται σχεδόν παμψηφεί στις 17 Μαρτίου 1896, αλλά πέντε μέρες αργότερα η Αθήνα μαθαίνει εμβρόντητη ότι ασθενεί βαρέως στις Κάννες.
Ο Χαρίλαος Τρικούπης άφησε την τελευταία του πνοή στο γαλλικό θέρετρο στις 30 Μαρτίου 1896, την ώρα που η ελληνική πρωτεύουσα φιλοξενούσε τους Α” Ολυμπιακούς Αγώνες. Η σορός του έφτασε στον Πειραιά στις 9 Απριλίου και εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο ναό της Ζωοδόχου Πηγής. Ετάφη χωρίς επισημότητες, όπως το είχε ζητήσει, στον οικογενειακό τάφο των Τρικούπηδων στο Α” Νεκροταφείο Αθηνών.
thetoc.gr