Από τη γέφυρα της Εθνικής Οδού στον Ασπρόπυργο διέρχονται καθημερινά αμέτρητα οχήματα με προορισμό την πύλη κάποιας βιομηχανίας, ναυπηγείου ή μίας από τις (όλο και περισσότερες) εταιρείες logistics που ορίζουν τη σύγχρονη ταυτότητα της περιοχής, σε πλήρη αντίθεση με το μακρινό παρελθόν, όταν το Θριάσιο Πεδίο αποτελούσε μια τεράστια κοιλάδα και ύψιστο κέντρο ιερατικότητας. Σημάδια του παρελθόντος αυτού επιβιώνουν σιωπηλά σε διάσπαρτα σημεία στην περιοχή, αλλά δυστυχώς έχουν περάσει σχεδόν στο φάσμα του αόρατου πλέον.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι μεγάλοι κυβόλιθοι στα πρανή δίπλα στη λεωφόρο που αναφέραμε παραπάνω, στο σημείο αμέσως μετά το Ι.Κ.Α Ασπρόπυργου, όπου μεταφέρθηκαν (με τη μορφή λιθοσωρού) όταν έγινε η διαπλάτυνση της Ιεράς Οδού.
Παραπλεύρως του δρόμου, έχει αναρτηθεί ενημερωτική πινακίδα με πληροφορίες για την Ιερά Οδό και το φρουριακό μνημείο το οποίο αποτελούσε το σήμα κατατεθέν της πόλης: τον μεσαιωνικό Άσπρο Πύργο που σχημάτιζαν κάποτε τα διάσπαρτα σήμερα μάρμαρα. Σε αυτό το οικοδόμημα οφείλεται το όνομα της περιοχής στα νεότερα χρόνια, όπως μετονομάστηκε με το βασιλικό διάταγμα που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 1899.
Πολύ παλιότερα, ο οικισμός λεγόταν Χασιώτικα Καλύβια ή Καλύβια Χασιάς, όνομα το οποίο σχετίζεται με τις σκόρπιες καλύβες που είχε καταγράψει κατά το ταξίδι του στην Ελλάδα το 1800 ο περιηγητής και αρχαιοδίφης Edward Dodwell. Οι καλύβες αυτές πιστεύεται ότι ανήκαν σε αρβανίτες που ζούσαν στις κοντινές περιοχές των Κούνδουρων και της Χασιάς, ενώ αργότερα, μετά τον πόλεμο με τους Φράγκους, η περιοχή ερημώθηκε κι όταν κατοικήθηκε εκ νέου, είχε αποκτήσει καινούργια χαρακτηριστικά, εξού προέκυψε και η ανάγκη για ένα νέο όνομα.
Η ιστορία του Άσπρου Πύργου
Το μνημείο έχει αποτελέσει αντικείμενο μελέτης πολλών ερευνητών κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, με πιο εκτενή ανασκαφή εκείνη του αρχαιολόγου Δημήτρη Φίλιου, το 1892. Επαναληπτικές ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν το 1972 και το 1993, με αφορμή τη διαμόρφωση και έπειτα τη διαπλάτυνση της Ιεράς Οδού. Από όλες τις παραπάνω έρευνες, έχει διαμορφωθεί μια συνεκτική και εμπεριστατωμένη εικόνα σε σχέση με τον εμβληματικό Άσπρο Πύργο που κοσμούσε για αιώνες το ένα άκρο της περιοχής.
Οι περισσότεροι αρχαιολόγοι συμφωνούν ότι επρόκειτο για μεσαιωνικό κτίσμα με οχυρωματικό χαρακτήρα, ανάλογου χαρακτήρα με τον οποίον, όπως διαβάζουμε σε βιβλίο για την ιστορία του Ασπροπύργου που εξέδωσε ο Δήμος Ασπροπύργου, έχουν εντοπιστεί ακόμη δύο στην περιοχή – ένας ο οποίος βρισκόταν σε λόφο στα βόρεια της λίμνης Κουμουνδούρου και ένας στο Ποικίλο όρος.
Το ενδιαφέρον και διακριτό στοιχείο με τον Λευκό Πύργο της Ιεράς Οδού είναι ότι φέρει δομικά υλικά που ανάγονται στην κλασική αρχαιότητα.
Όπως είναι γνωστό, κατά μήκος της Ιεράς Οδού βρίσκονταν εντυπωσιακά ταφικά μνημεία και μια εγχάρακτη επιγραφή σε έναν από τους κυβόλιθους του Πύργου μαρτυρά σήμερα ότι για την κατασκευή του είχαν αξιοποιηθεί κομμάτια από τον κτίσμα του τάφου του Στράτωνα. Συγκεκριμένα, κομμάτια αυτού (μαρμάρινοι πλίνθοι και πωρόλιθοι) είχαν χρησιμοποιηθεί για την ανωδομή του πύργου, ενώ για τα θεμέλια είχαν χρησιμοποιηθεί ποτάμιοι λίθοι, με πηλό και κομμάτια πλίνθων ανάμεσα, ως συνδετικό υλικό. Αυτή η τεχνοτροπία σύνδεσης ήταν χαρακτηριστική για την εποχή της Φραγκοκρατίας.
Αναμφίβολα, ήταν ένας επιβλητικός πύργος, από τους μεγαλύτερους της εποχής του, με πλευρικές διαστάσεις μήκους 9,30 επί 9,30 μ. (όπως φαίνεται από τα θεμέλια στο έδαφος), γεγονός το οποίο εξηγεί γιατί εξελίχθηκε σε σήμα κατατεθέν για την περιοχή και τελικά την ονομάτισε. Όπως φαίνεται στα σχέδια των αρχαιολόγων, το εσωτερικό του πύργου χωριζόταν σε δύο άνισα δωμάτια από έκκεντρο τοίχο, μέσα στους οποίους είχαν εντοπιστεί αποθηκευτικά πιθάρια.
Βέβαια, ένας περαστικός στη σημερινή εποχή δυσκολεύεται να πλάσει με τη φαντασία του την εικόνα του μεγάλου πύργου, βλέποντας απλώς μια σωρό από κυβόλιθους.