Τήν Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου 2024, πραγματοποιήθηκε ἡ μηνιαία Ἱερατική Σύναξη τῶν Κληρικῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, στήν Ναύπακτο. Στήν ἀρχή τὴς Συνάξεως ὁ Σεβασμιώτατος ἔκανε μιά μικρή παρουσίαση τῶν ἐγκυκλίων του πού θά διαβαστοῦν στούς Ἱερούς Ναούς τά Χριστούγεννα καί τήν Πρωτοχρονιά. Στήν ἐγκύκλιο τῶν Χριστουγέννων εἶπε ὅτι ἀναφέρεται στό σπήλαιο καί τήν φάτνη τῆς Βηθλεέμ, ὅπως τά περιγράφει ἀναγωγικά ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ἐνῶ στήν ἐγκύκλιο τῆς Πρωτοχρονιᾶς, πού θά διαβαστῆ στήν ἀρχή τοῦ ἔτους 2025 κατά τό ὁποῖο συμπληρώνονται 1700 ἔτη ἀπό τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, παρουσιάζει τίς βασικές θέσεις ἑνός κειμένου τοῦ ὁσίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, τό ὁποῖο ἔγραψε ὁ νέος ὅσιος τό 1925, στό ὁποῖο ἀναφέρεται στόν σύγχρονο ἀρειανισμό.
Συνεχίζοντας τήν θεματολογία του ἀπό τίς Ἐγκυκλίους τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, παρουσίασε μέσα ἀπό αὐτές τό ποιμαντικό ἔργο του. Κυρίως ἀναφέρθηκε στίς πρῶτες Ἐγκυκλίους του, ἐπισημαίνοντας ὅτι ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἀρχιερατικῆς του διακονίας ἐνδιαφέρθηκε γιά τήν καλή ὀργάνωση τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου τῆς Μητροπόλεώς του. Ἔδειξε ὅτι τό ἔργο του, ὡς Μητροπολίτου, ἦταν ἔργο θεολογικό, λειτουργικό καί ποιμαντικό. Θεμελιωνόταν στήν θεολογία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, στίς διδασκαλίες τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν ἁγίων Πατέρων. Συνδεόταν μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καί κυρίως τήν θεία Λειτουργία. Ἔτσι τό κήρυγμα ἦταν, ὅπως ὁ ἴδιος τό θεωροῦσε, μετάδοση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Δέν ἀρκεῖτο ὅμως στό κήρυγμα. Ἐπικοινωνοῦσε μέ τόν λαό τῆς Ἐπαρχίας του, ἀπό τήν ὁποία δέν ἀπομακρυνόταν ποτέ. Ἐπισκεπτόταν μέ διάφορες ἀφορμές τά σπίτια τῶν πιστῶν καί κάθε ἑβδομάδα τά Νοσοκομεῖα, μεταδίδοντας λόγο παρακλητικό καί διδακτικό. Μέ μεγάλο ζῆλο δραστηριοποίησε τούς Κληρικούς στήν διάδοση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀλλά καί τῶν ἔργων τῶν ἁγίων Πατέρων. Κινητοποίησε ὅλους τούς Κληρικούς στήν ὀργάνωση κατηχητικῶν σχολείων γιά τούς νέους, ἀλλά καί Ἁγιογραφικῶν Κύκλων γιά τούς μεγαλύτερους. Ἤθελε κάθε Ἐνορία νά ἔχη τουλάχιστον δύο Ἁγιογραφικούς Κύκλους, ἕνα ἀνδρῶν καί ἕνα γυναικῶν, τούς ὁποίους προγραμμάτιζε νά ἐπισκέπτεται. Τό ἴδιο ἐνδιαφέρον εἶχε καί γιά τήν ἐξωτερική Ἱεραποστολή, ἐνισχύοντας αὐτούς πού ἐργάζονταν σέ χῶρες στίς ὁποῖες ἐπικρατοῦσε ἡ εἰδωλολατρεία.
Αὐτό τό πλούσιο ποιμαντικό ἔργο, πού γινόταν μέ μεγάλο ζῆλο, ἀγάπη καί πείρα διοικητική, ἔδωσε πλούσιους καρπούς. Στό τέλος τῆς σύναξης ἔγινε λόγος γιά τρέχοντα διοικητικά θέματα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.