Η αναζήτηση χρηματοδότησης για το μεγάλο ηλεκτρικό καλώδιο Κρήτης – Κύπρου από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, η είσοδος της Κύπρου, καθώς και επενδυτών διεθνούς εμβέλειας στο μετοχικό κεφάλαιο του μεγάλου project συνιστούν τους επόμενους σταθμούς της ηλεκτρικής διασύνδεσης για την ελληνική κυβέρνηση μετά τη συμφωνία που επιτεύχθηκε με την κυπριακή πλευρά.
Πρόκειται για δύο παραμέτρους του έργου στις οποίες ρίχνει ιδιαίτερο βάρος η κυβέρνηση, καθώς απαιτούν λεπτούς χειρισμούς και συνδέονται με τη διεθνή στήριξη και αναγνώριση της ηλεκτρικής διασύνδεσης που πέρασε από σαράντα κύματα τους προηγούμενους μήνες.
Από την πρόοδο που θα συντελεστεί σε αυτό το επίπεδο το επόμενο διάστημα φαίνεται να εξαρτάται και η τελική εντολή που θα δώσει ο ΑΔΜΗΕ στη γαλλική Nexans για να προχωρήσει το έργο, το λεγόμενο Foul Notice to Proceed.
Οπως τονίζουν κυβερνητικές πηγές, πρόκειται για παράλληλες διαδικασίες στις οποίες εντάσσεται και η είσοδος της Κύπρου στο μετοχικό κεφάλαιο του Great Sea Interconnector.
Διαδικασίες που δεν απαιτούν ιδιαίτερη βιασύνη (άλλωστε τα κρίσιμα ρυθμιστικά θέματα έχουν επιλυθεί), καθώς οι διεθνείς εταίροι του καλωδίου θα μειώσουν τη δανειακή επιβάρυνση του ΑΔΜΗΕ στη μεγάλη επένδυση που θα προσεγγίσει τα 2 δισ. ευρώ (ώστε να εξοικονομήσει κεφάλαια και για άλλα έργα) και παράλληλα θα υποβοηθήσουν το έργο σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής για να αντιμετωπιστούν κάθε λογής γεωπολιτικές προκλήσεις στο παρόν αλλά και στο μέλλον.
«Το ιδανικό θα ήταν να έχουμε στο έργο τρεις διεθνείς μετόχους», λέει η ίδια κυβερνητική πηγή και τονίζει ότι είναι μια λεπτή διεθνής διαπραγμάτευση που δεν προδικάζει την έκβαση των συζητήσεων καθώς υπεισέρχονται σε αυτές οικονομικά και γεωπολιτικά ζητήματα.
Συμπερασματικά, λοιπόν, ως έναν βαθμό το Full Notice to Proceed θα εξαρτηθεί και από τις μετοχικές εξελίξεις στο έργο. Ηδη τα μηνύματα που εκπέμπουν οι εμπλεκόμενες πλευρές καλλιεργούν ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον για είσοδο στο μετοχικό κεφάλαιο του GSI από το γαλλικό fund της Meridian, την αραβική TAQA από το Αμπού Ντάμπι, η οποία έχει υπογράψει μνημόνιο κατανόησης με τον ΑΔΜΗΕ και την Κύπρο, το κρατικό ταμείο των ΗΠΑ DFC, αλλά και ισραηλινό fund, παρότι το τελευταίο είναι ένας παράγοντας που μάλλον ατονεί λαμβάνοντας υπόψη της τελευταίες πολιτικές εξελίξεις στο Τελ Αβίβ.
Ο ρόλος της ΕΤΕπ
Παράλληλα όμως η κυβέρνηση ποντάρει και στον άλλον πυλώνα χρηματοδότησης του έργου, που είναι η ΕΤΕπ. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων είχε αρνηθεί να χορηγήσει στο παρελθόν χρηματοδότηση 500 εκατ. ευρώ στον Great Sea Interconnector διατηρώντας τις επιφυλάξεις της για τη βιωσιμότητα του έργου, αλλά και την αξιοπιστία του επενδυτή προτού εκείνο περάσει στον έλεγχο του ΑΔΜΗΕ.
Οταν δηλαδή βρισκόταν ακόμη στα χέρια του Κύπριου επιχειρηματία Νάσου Κτωρίδη, αλλά και πολύ προτού οι δύο κυβερνήσεις δείξουν με έμπρακτο τρόπο το πραγματικό τους ενδιαφέρον για την υλοποίησή του. Κατάληξη που επισφραγίστηκε με την πρόσφατη διακρατική συμφωνία και την ψήφιση του νόμου από την Ελληνική Βουλή, με την οποία επικυρώθηκε η κατανομή του γεωπολιτικού ρίσκου μεταξύ των δύο χωρών με ισόποσο τρόπο (50%-50%).
Ηταν η παραχώρηση που έκανε η Ελλάδα για να απεμπλέξει το έργο και να αποφύγει ένα πιθανό ναυάγιο έπειτα από έναν μαραθώνιο διαπραγματεύσεων, τριβών και συγκρούσεων που διήρκεσαν μήνες.
Τώρα που το ρυθμιστικό τοπίο γύρω από το έργο έχει ξεκαθαρίσει, Ελλάδα και Κύπρος θεωρούν ότι μπορεί πιο εύκολα να ανοίξει ο δρόμος για να εγκριθεί δάνειο από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και να «ξεκλειδώσει» συνολικά το σχέδιο διεύρυνσης της μετοχικής βάσης του έργου, το οποίο φαίνεται να προωθεί και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης.
Οι εκκρεμότητες
Με την ψήφιση του νόμου από την Ελληνική Βουλή απομακρύνονται οι μεγάλες αβεβαιότητες για την υλοποίηση του καλωδίου παρότι εκκρεμεί, όπως προαναφέρθηκε, η τελική εντολή του ΑΔΜΗΕ προς τη γαλλική Nexans για τη συνέχιση της κατασκευής του project, στην οποία πρόσφατα κατέβαλε 26,8 εκατ. ευρώ.
Εκκρεμούν όμως και επιπλέον ζητήματα, όπως η είσοδος της ίδιας της Κύπρου στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου με 100 εκατ., για την οποία έχει δεσμευτεί η κυπριακή κυβέρνηση διενεργώντας due diligence που είναι άγνωστο πότε θα ολοκληρωθεί, και η ανάκτηση επιπλέον 36 εκατ. ευρώ από δαπάνες που έχει κάνει ο ΑΔΜΗΕ για το έργο και που δεν αναγνωρίζουν οι δύο ρυθμιστικές αρχές θεωρώντας τες μη τεκμηριωμένες με βάση τα στοιχεία που παρουσίασε. Ζήτημα το οποίο ο Διαχειριστής θα επαναφέρει για επαναξιολόγηση αφού προσκομιστούν νεότερα στοιχεία.
Το καράβι
Σε εκκρεμότητα όμως -κι αυτό είναι ίσως το σοβαρότερο σημείο της επόμενης φάσης του έργου- είναι και οι θαλάσσιες έρευνες για την πόντιση του υποβρύχιου καλωδίου.
Οι έρευνες αυτές έχουν ήδη ξεκινήσει από το «MG Wοrker» από τα τέλη Σεπτεμβρίου και θα διαρκέσουν μέχρι και τις 15 Οκτωβρίου στα κυπριακά χωρικά ύδατα.
Το πλοίο, σύμφωνα με κυπριακά δημοσιεύματα, έχει προγραμματιστεί να κάνει λεπτομερή χαρτογράφηση και σε δύσκολες περιοχές και να εμπλουτίσει τα στοιχεία που έχουν αντληθεί μέχρι σήμερα, καθώς οι πρώτες έρευνες για τη χαρτογράφηση του βυθού έγιναν το μακρινό 2016.
Οταν ολοκληρωθούν οι θαλάσσιες έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ, το καράβι θα μετακινηθεί και στα ελληνικά χωρικά ύδατα, κάτι όμως που κυβερνητικά στελέχη αποφεύγουν να σχολιάσουν και να δώσουν περισσότερες λεπτομέρειες. Δεν αποκλείεται το timing να είναι συνάρτηση των ευρύτερων γεωπολιτικών εξελίξεων στη Μέση Ανατολή, ίσως ακόμη και των αμερικανικών εκλογών, με τις ΗΠΑ να αποτελούν μόνιμο και σταθερό σύμμαχο της ηλεκτρικής διασύνδεσης.
Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Ιούλιο η Αγκυρα αντέδρασε με πρόσχημα την παραβίαση της τουρκικής υφαλοκρηπίδας όταν το ιταλικό πλοίο «Ievoli Relume» είχε ξεκινήσει τις έρευνες για την εγκατάσταση των υποβρύχιων καλωδίων της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου.
Η αντίδραση της Τουρκίας στο σχεδιαζόμενο project πυροδότησε τη συζήτηση και για τους γεωπολιτικούς κινδύνους του έργου, που αποτέλεσαν σημείο τριβής μεταξύ των δύο χωρών ως προς το ποιος θα αναλάβει το κόστος των δαπανών σε περίπτωση που αυτό ακυρωθεί ή σταματήσει χωρίς υπαιτιότητα του φορέα υλοποίησης, δηλαδή του ΑΔΜΗΕ.
Η ελληνική κυβέρνηση έσωσε την παρτίδα αποφασίζοντας να αυξήσει τη δική της συμμετοχή στο γεωπολιτικό ρίσκο και από 37% να ανέβει στο 50%. Με τον τρόπο αυτό ανέλαβε ένα επιπλέον 13% της ανάκτησης των δαπανών σε περίπτωση ματαίωσης του έργου λόγω εξωγενών παραγόντων που θα καλυφθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ζητούμενο από δω και πέρα είναι πώς θα επιβαρυνθούν και οι Ελληνες καταναλωτές για το έργο, καθώς πρόσφατα οι ρυθμιστικές αρχές της Ελλάδας και της Κύπρου ενέκριναν τις κεφαλαιουχικές δαπάνες (capex) του Great Sea Interconnector, οι οποίες ανέρχονται σε 572 εκατ. ευρώ.
Υπολογίζεται ότι για τη ρυθμιστική περίοδο του 2025 τα τέλη χρήσης για τους Ελληνες καταναλωτές θα επιβαρυνθούν με επιπλέον 15,2 εκατ. από την ηλεκτρική διασύνδεση και θα προστεθούν στο ρυθμιζόμενο έσοδο που θα εισπράξει ο ΑΔΜΗΕ μέσω των τελών χρήσης δικτύου.
ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΤΖΑΝΝΕ – newmoney.gr