Του Γιώργου Κωνσταντινίδη*
Η συζήτηση για το μέλλον των ορεινών περιοχών είναι μια μεγάλη και πολυεπίπεδη υπόθεση. Απαιτεί διαμόρφωση προσωπικής άποψης από όσους ενδιαφέρονται για το θέμα και από όσους ασκούν πολιτική σε όλα τα επίπεδα, απαιτεί διαμόρφωση θέσεων και πολιτικών συλλογικά, απαιτεί διάλογο με επιχειρήματα, απαιτεί θέληση.
Στη συζήτηση αυτή θέλουμε να συμβάλλουμε με την ημερίδα που οργανώνουμε στις 3 Αυγούστου 2024, στο Αργυρό Πηγάδι του Δήμου Θέρμου, στο Κέντρο Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης και Ανάδειξης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς Ορεινών Χωριών, οι Σύλλογοι Αμβρακιωτών και Αργυροπηγαδιτών Τριχωνίδας, Καστανιωτών Ευρυτανίας και η ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ “Ορεινή”, σε συνδιοργάνωση με τον Δήμο Θέρμου, και στην οποία προσκαλούμε να πάρουν μέρος και να τοποθετηθούν όλοι όσοι ενδιαφέρονται για το θέμα.
Σε ένα γενικότερο επίπεδο και με δεδομένα τα προβλήματα από την κλιματική και περιβαλλοντική κρίση, την έντονη αστικοποίηση και την περιθωριοποίηση μεγάλων τμημάτων του παγκόσμιου πληθυσμού, διαφαίνεται ένα αυξημένο ενδιαφέρον, με θετικό τρόπο, για το μέλλον των ορεινών περιοχών.
Πρώτος ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, η Κομισιόν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μεγάλες διεθνείς οργανώσεις και προσωπικότητες εδώ και δεκαετίες διακηρύσσουν των ανάγκη προστασίας των ορεινών περιοχών, της στήριξης της ζωής και της δυνατότητας πρόσβασης σε αυτές, ώστε όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι να απολαμβάνουν αυτά που η ορεινή φύση προσφέρει για την σωματική και πνευματική τους υγεία και ισορροπία.
Σε εθνικό επίπεδο, το αρ. 106 του Συντάγματος επιτάσσει ότι το Κράτος οφείλει να «[λ]αμβάνει τα επιβαλλόμενα μέτρα…. για την προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης και την προαγωγή ιδίως της οικονομίας των ορεινών, νησιωτικών και παραμεθόριων περιοχών».
Πολύ θετική είναι και η πρόσφατη (Φεβρουάριος 2024) συγκρότηση ανεξάρτητης Επιτροπής της Βουλής για τις ορεινές περιοχές και οι τοποθετήσεις των μελών της από την πρώτη της συνεδρίαση. Να υιοθετήσουμε το γαλλικό σύνθημα: «κάθε χωριό και προορισμός, κάθε χωριό και αναπτυξιακός πόλος» πρότεινε ο Πρόεδρος της Επιτροπής Μάνος Κόνσολας.
Θετική είναι επίσης η συζήτηση για το κυβερνητικό Στρατηγικό Σχέδιο Ορεινότητας και η ανακοίνωση από το 2022 του Ειδικού Αναπτυξιακού Προγράμματος για τις περιοχές Αγράφων, Αργιθέας και Πλαστήρα.
Παράλληλα λαμβάνουν χώρα σημαντικές μελέτες και έρευνες, εκδηλώσεις και συζητήσεις με συμμετοχή πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και άλλων φορέων για το μέλλον των ορεινών περιοχών και την εκπόνηση σχετικών προγραμμάτων. Πρωτοπόρο το Μετσόβιο Κέντρο Διεπιστημονικής Έρευνας -ΜΕ.Κ.Δ.Ε. του Μετσόβιου Πολυτεχνείου, «…Το ΜΕ.Κ.Δ.Ε. στοχεύει στο ζωντάνεμα της ορεινής Ελλάδας σε υγιείς βάσεις, την ισότιμη συμμετοχή των ορεινών και απομονωμένων κοινωνιών στις ευκαιρίες ανάπτυξης και στην προστασία των ευαίσθητων ορεινών οικοσυστημάτων. Η εμβάθυνση της γνώσης για τα βουνά είναι σήμερα μια παγκόσμια προτεραιότητα.» διακηρύσσεται καθαρά στην ιστοσελίδα του.
Και φυσικά πολύ ενθαρρυντική είναι η ανάπτυξη πλήθους δραστηριοτήτων, ανάδειξης παραγωγικών δραστηριοτήτων, αθλητικών δράσεων, καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, φεστιβάλ και γιορτών σε όλη τη χώρα από πολλούς και διάφορους φορείς που τονίζουν την ανάγκη να βλέπουμε τη ζωή και το μέλλον μας συνυφασμένο με το φυσικό μας περιβάλλον και επισημαίνουν την ανάγκη να επιζήσουν οι ορεινές περιοχές.
Φαίνεται λοιπόν ότι η ανάγκη να παραμείνουν ζωντανά τα ορεινά χωριά μας είναι πλατιά αποδεκτή. Το θέμα όμως είναι πώς οι γενικές θέσεις θα γίνουν συγκεκριμένες πολιτικές, υλοποιήσιμες. Και το σπουδαιότερο πώς θα γίνουν πράξη.
Κοινά αποδεκτό είναι πως ο κάθε ορεινός τόπος έχει τα δικά του φυσικά, πολιτισμικά και παραγωγικά χαρακτηριστικά, που καλείται να αναδείξει για να στηρίξει τη ζωή και την προοπτική του. Αυτό όμως απαιτεί μελέτη των δυνατοτήτων κάθε περιοχής και διαμόρφωση αναπτυξιακού προγράμματος, απαιτεί χρηματοδοτικά εργαλεία. Απαιτεί κινητοποίηση δυνάμεων.
Θα τα καταφέρουν όλες οι ορεινές περιοχές; Μακάρι αλλά δεν είναι σίγουρο. Κάποιες, μερικές ή πολλές, θα επιζήσουν. Αλλά όχι όλες. Είναι θέμα προϋποθέσεων.
Εξάλλου και σήμερα υπάρχουν αναπτυγμένες ορεινές περιοχές στην Ελλάδα. Κατάφεραν να αναπτυχθούν γιατί πέρα από το φυσικό περιβάλλον είχαν ισχυρές πολιτικές προσβάσεις, προσέχθηκαν από τις κυβερνήσεις, ανέπτυξαν υποδομές, είχαν τοπικό δυναμικό δραστήριο και ικανό.
Το ευνοϊκό γενικότερο πλαίσιο είναι απαραίτητο, αλλά χρειάζεται και ο υποκειμενικός παράγοντας, η θέληση του κάθε επιμέρους χωριού, της κάθε επιμέρους κοινότητας. Αν το κάθε ορεινό χωριό δεν προσπαθήσει, δεν παλέψει, δεν θα το σώσει κανένας. Υπάρχουν οι απαραίτητες τοπικές δυνάμεις για αυτή την προσπάθεια;
Η παραδοσιακή Κοινότητα δεν υπάρχει πλέον. Δεν μπορούσε να υπάρχει. Έχει υποβαθμιστεί, μέχρι εξαφάνισης, μέσα στους διευρυμένους Δήμους οι οποίοι σε θεσμικό επίπεδο καλούνται να ανταποκριθούν στον ρόλο τους.
Υπάρχουν βέβαια οι Σύλλογοι των χωριών. Αυτοί σηκώνουν το μεγάλο βάρος, συσπειρώνουν ευρύτερα. Και είναι γνωστό ότι η δύναμη των ορεινών χωριών δεν είναι σήμερα οι μόνιμοι κάτοικοί τους. Είναι οι καταγόμενοι από τα χωριά όπου και αν ζουν, είναι οι φίλοι των ορεινών χωριών. Υπάρχουν οι άνθρωποι που αγαπούν τις ορεινές περιοχές και ενδιαφέρονται για αυτές.
Υπάρχουν και αυτοί που θεσμικά, άτομα και συλλογικότητες, έχουν ρόλο και υποχρέωση να διαμορφώσουν άποψη και για τις ορεινές περιοχές. Είναι οι αυτοδιοικητικές παρατάξεις, Δημοτικές και Περιφερειακές, είναι οι Βουλευτές και τα Πολιτικά Κόμματα. Το έχουν κάνει, στην περιοχή μας, μέχρι τώρα; Η υπάρχουσα κατάσταση λέει πως όχι.
Είναι κοινά αποδεκτό ότι η πιο βασική υποδομή και προϋπόθεση οποιασδήποτε ανάπτυξης είναι το οδικό δίκτυο. Τα ορεινά χωριά του Δήμου Θέρμου ακριβώς από το κακό οδικό δίκτυο υποφέρουν και καταδικάζονται. Κάποια συνδέονται ακόμα με το κέντρο του Δήμου και μεταξύ τους με κακοτράχαλους χωματόδρομους, κακά ή καθόλου συντηρημένους.
Έφτασαν οι Πρόεδροι των Συλλόγων στον Πρωθυπουργό της χώρας ο οποίος εξέφρασε την έκπληξή του για την ύπαρξη ακόμα χωματόδρομων στην ορεινή Τριχωνίδα, κάτι που σημαίνει βέβαια ότι σήμερα δεν είναι αποδεκτή μια τέτοια κατάσταση. Δεν είπε ότι δεν χρειάζονται οι δρόμοι και ας αφήσουμε τα χωριά να σβήσουν.
Το είχε πει και στην παρουσίαση του Ειδικού Αναπτυξιακού Προγράμματος για την περιοχή των Αγράφων, Αργιθέας, Πλαστήρα τον Οκτώβριο του 2022:
«Όλοι οι Έλληνες πολίτες έχουν δικαίωμα στις ίδιες ευκαιρίες για προκοπή και πρέπει να απολαμβάνουν την ίδια πρόνοια του κοινωνικού κράτους ασχέτως με το αν βρίσκονται στην Αθήνα ή στο πιο απομακρυσμένο χωριό της Αργιθέας…»
Τι λέει η πρωθυπουργική έκπληξη για το Πολιτικό Προσωπικό αυτού του Νομού και της Περιφέρειας; Τι λέει για την Περιφέρεια ως θεσμό στην αρμοδιότητα και ευθύνη της οποίας ανήκει το επαρχιακό δίκτυο; Τι λέει για τον Δήμο ευθύνη του οποίου είναι η διεκδίκηση ενός αξιοπρεπούς επαρχιακού δικτύου;
Τις δεκαετίες 1960-70, υπήρξε ως πολιτική της κεντρικής Διοίκησης, όπως λειτουργούσε τότε, η διάνοιξη των δρόμων προς όλα τα χωριά, χρησιμοποιώντας ως εργαλεία τη ΜΟΜΑ και τη Δασική Υπηρεσία. Και ανοίχτηκαν οι δρόμοι. Και ήρθε στη συνέχεια η ηλεκτροδότηση όλων των χωριών, η κατασκευή υδραγωγείων κλπ.
Η ασφαλτόστρωση δεν έγινε. Και εν τω μεταξύ άρχισε να λειτουργεί το νέο Περιφερειακό σύστημα Διοίκησης με τους διευρυμένους Δήμους και τις Περιφέρειες. Που κινδυνεύει να αποδειχτεί καταστροφικό για τα μικρά χωριά. Γιατί λείπουν οι ενιαίες πολιτικές, π.χ. ασφαλτόστρωση των δρόμων προς όλα τα χωριά. Κυριαρχεί η λογική: αφού τα χρήματα είναι λίγα και οι ανάγκες πολλές, ας ρίξουμε το βάρος, ας βάλουμε σε προτεραιότητα τις ανάγκες των πολλών, των μεγάλων κέντρων, εκεί υπάρχουν άλλωστε και οι πολλές ψήφοι.
Το οδικό δίκτυο των ορεινών χωριών στη δική μας Περιφέρεια δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ ως προτεραιότητα.
Αλλά και η συντήρηση του επαρχιακού δικτύου, και κυρίως των χωματόδρομων πάσχει, που είναι ευθύνη της Περιφέρειας. Προβάλλονται διάφοροι λόγοι. Δεν υπάρχουν μηχανήματα, δεν υπάρχει προσωπικό, τα ορεινά χωριά είναι απομακρυσμένα, τα πραγματικά ωράρια εργασίας περιορισμένα, το αποτέλεσμα τελικά είναι μια κατάσταση απαράδεκτη.
Δεν συμβαίνει το ίδιο με όλες τις Περιφέρειες. Όσοι συνορεύουν με την Ευρυτανία γνωρίζουν ότι και η ασφαλτόστρωση και η συντήρηση των όποιων χωματόδρομων δεν έχει σχέση με αυτήν της Τριχωνίδας. Από την κατάσταση των δρόμων αντιλαμβάνεται κάποιος τα όρια των δυο Νομών.
Η κατάσταση αυτή επιβάλλεται να αλλάξει. Το δικαίωμα της πρόσβασης πρέπει να αναγνωριστεί για όλους τους Έλληνες. Όλοι πληρώνουν ΕΝΦΙΑ κανονικά για τα σπίτια τους και στο πιο ορεινό χωριό, στο οποίο όμως δεν μπορούν να πάνε.
Η Περιφέρεια οφείλει να δει ως προτεραιότητα την ασφαλτόστρωση των σημερινών χωματόδρομων. Να προχωρήσει σε υλοποίηση, να γίνει αποτελεσματική γιατί αυτό είναι η ουσία της Πολιτικής, σε αυτό που είχε διακηρύξει ο ίδιος ο Περιφερειάρχης Νεκτάριος Φαρμάκης, σε συνέντευξή του στις 28 Σεπτεμβρίου 2020:
«Στην δική μας αντίληψη, δεν υπάρχουν “παιδιά και αποπαίδια”. Η μείωση των ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων αποτελεί το πρώτο και κυρίαρχο βήμα για την συνολική ανάπτυξη της Περιφέρειας. Οι πολίτες σε όλη τη Δυτική Ελλάδα, στις πόλεις και στα χωριά, έχουν την ίδια ανάγκη να απολαύσουν έργα που θα αναβαθμίσουν τον τόπο τους, που θα τον κάνουν πιο ελκυστικό για επενδύσεις και πιο όμορφο» είχε πει, ανακοινώνοντας μια σειρά έργων. Τα οποία όμως δυστυχώς δεν προχώρησαν. Ενδεικτικά, από τον Μάρτιο του 2021 ανακοινώθηκε ένα ποσό 1.400.000 Ευρώ για τον δρόμο Μελίγκοβας – Αμβρακιάς που όμως δεν έχει δημοπρατηθεί ακόμα, αν και πέρασαν πάνω από 3 χρόνια.
Προβάλλεται πολλές φορές ως αιτία των καθυστερήσεων για περιφερειακά και δημοτικά έργα η έλλειψη μηχανικών και μπορεί να έχει βάση. Αλλά δεν είναι απαράδεκτο σε μια χώρα που βγαίνουν κάθε χρόνο εκατοντάδες μηχανικοί από τα Πολυτεχνεία και αναζητούν απασχόληση, χωρίς να βρίσκουν, να μην μπορούν να στελεχωθούν οι Τεχνικές Υπηρεσίες των Δήμων και των Περιφερειών με μηχανικούς για να τρέξουν γραφειοκρατικές διαδικασίες, να μελετήσουν και να επιβλέψουν ακόμα και μικρά έργα και αυτό το κράτος να θέλει να λέγεται σύγχρονο;
Το ότι η περιοχή του Δήμου Θέρμου έχει μείνει πίσω στους τομείς υποδομών και ανάπτυξης αναδείχτηκε με επώδυνο τρόπο κερδίζοντας την πρωτιά μείωσης πληθυσμού στην τελευταία απογραφή. Το γιατί είναι μια μεγάλη συζήτηση που ίσως δεν έχει και νόημα να επικεντρωθούμε σήμερα. Αυτό που ενδιαφέρει είναι το σήμερα και το αύριο, ο αγώνας που πρέπει να δοθεί.
Και ποιος θα επωμιστεί το βάρος της προσπάθειας; Μα ποιος άλλος πέρα από τις συντεταγμένες δυνάμεις: το Δήμο Θέρμου, το Δήμαρχο και το Δημοτικό Συμβούλιο, με τη συμπαράσταση των συλλογικοτήτων της περιοχής και όλων των ενεργών πολιτών.
Χρειάζεται όμως μια ειλικρινής και τίμια συζήτηση. Σε ημερίδες, σε συνέδρια, στο ίδιο το Δημοτικό Συμβούλιο, σε κάθε χωριό. Και αν πιστεύουμε ότι πρέπει να επιζήσουν τα ορεινά χωριά ας διαμορφώσουμε μια Πολιτική για το σύνολο του Δήμου, συμπεριλαμβανομένων των ορεινών χωριών.
Να καθοριστούν από το Δημοτικό Συμβούλιο προτεραιότητες. Το οδικό δίκτυο είναι η πρώτη. Η ασφαλτόστρωση όλων των χωματόδρομων αλλά και η σωστή συντήρησή τους δεν μπορεί να μην είναι προτεραιότητα του Δήμου ακολουθητέα από όλα τα στελέχη του.
Να αναθέσει την εκπόνηση Ειδικού Αναπτυξιακού Προγράμματος για την περιοχή έχοντας ως πιλότο αυτό των Αγράφων που ήδη υλοποιείται, να συνεργαστεί, να προτείνει, να διεκδικήσει, να φέρει αποτελέσματα.
Έχει ο Δήμος Θέρμου την δυνατότητα να κερδίσει το στοίχημα της ανάπτυξης για την περιοχή του; Οι αντικειμενικές προϋποθέσεις υπάρχουν. Δεν αξιοποιήσαμε τον χρόνο μέχρι τώρα αλλά ποτέ δεν είναι αργά. Ο συγγραφέας της Ελπίδας, ο μεγάλος Αντώνης Σαμαράκης, είναι κατηγορηματικός: «Mην πεις ποτέ σου “είναι αργά” -τ’ ακούς- ό,τι κι αν γίνει».
*Αντιπροέδρου Συνδέσμου Αργυροπηγαδιτών