Τον λόγο στη συνέχεια έλαβε ο Ευθύμης Λέκκας, ο οποίος εμφανίστηκε από την Τουρκία, όπου βρισκόταν για να μελετήσει τις συνέπειες των πρόσφατων σεισμών. Ξεκινώντας την τοποθέτησή του έκανε μια σύγκριση των πιθανών συνεπειών ενός ισχυρού σεισμού στην Ελλάδα, με την κατάσταση στις σεισμόπληκτες περιοχές στα σύνορα Συρίας-Τουρκίας, με αφορμή τη συμμετοχή του στην ελληνική αποστολή, μαζί με την ΕΜΑΚ και το ΕΚΑΒ, στην περιοχή. Μιλώντας για την Τουρκία ανέφερε ότι "με δυο λόγια θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο σεισμός ο οποίος προκάλεσε πάνω από 50.000 θανάτους, έχει ήδη 50.000 αγνοούμενους, 300.000 τραυματίες και 2,5 εκατομμύρια άστεγους, προκάλεσε τεράστιες επιπτώσεις στις υποδομές και στις κατασκευές. Οι υποδομές δεν άντεξαν και κυρίως δεν άντεξε το οδικό δίκτυο, οι γέφυρες και οι απλές κατασκευές". Έκανε ωστόσο ένα διαχωρισμό όσον αφορά τις σύγχρονες κατασκευές, οι οποίες ανταπεξήλθαν επιτυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις. Ο κ. Λέκκας διαβεβαίωσε ότι στον ελλαδικό χώρο δεν θα συνέβαινε τέτοιου μεγέθους καταστροφή γιατί δεν έχουμε τόσο μεγάλα ρήγματα και τα κτήρια είναι πιο κατάλληλα κατασκευασμένα. Στη συνέχεια, περιγράφοντας την υφιστάμενη κατάσταση των κτηρίων στην Ελλάδα, διαχώρισε την προστασία τους ανάλογα με τον χρόνο κατασκευής τους. Τόνισε τη σημασία της ίδρυσης του οργανισμού αντισεισμικού σχεδιασμού και προστασίας (ΟΑΣΠ) το 1982 και τη θεσμοθέτηση του πρώτου ελληνικού αντισεισμικού κανονισμού (1985), ο οποίος είχε ως αποτέλεσμα πιο ανθεκτικές κατασκευές. "Το πρόβλημα λοιπόν έγκειται στο τι γινόταν πριν το 1985", όπως είπε ο κ. Λέκκας, και παρόλο που τότε οι μηχανικοί λειτουργούσαν μόνο με συστάσεις, η κατάσταση αυτού του δομημένου ιστού είναι σε καλό επίπεδο, αρκεί να έχει γίνει κανονικά η συντήρηση και να μην έχουν γίνει παρεμβάσεις. Από το 1928 μέχρι το 1959 ο δομημένος ιστός μπορεί να μην πληροί τις σύγχρονες τεχνικές προδιαγραφές, είχε όμως δομηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ανθεκτικός. Η συντήρηση, υπογράμμισε, είναι κομβικής σημασίας σε όλες τις υποδομές, και ανέφερε τις κανονιστικές διατάξεις του ΟΑΣΠ, ΚΑΝΕΠΕ και ΚΑΔΕΤ, για το πώς μπορούμε να ενισχύσουμε τα κτήρια τα οποία έχουν χαμηλό βαθμό δείκτη αντισεισμικής επάρκειας. Κλείνοντας, υπογράμμισε τη σημασία της πρόσφατης, πριν 15 μέρες, θεσμοθέτησης του υποχρεωτικού πρωτοβάθμιου ελέγχου σε όλα τα δημόσια κτήρια της χώρας. Πιο συγκεκριμένα, αυτός θα υλοποιηθεί στα σχολεία και στα νοσοκομεία (στόχος ο πρώτος αυτός κύκλος να έχει ολοκληρωθεί σε ένα χρόνο) και στη συνέχεια θα επεκταθεί σε όλα τα δημόσια κτήρια. Αποτελεί μία συνεργασία του ΤΕΕ, του ΟΑΣΠ, του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης & Πολιτικής Προστασίας και της ΚΕΔΕ, και θα εκτελεστεί περίπου από 5.000 μηχανικούς που θα επιλέξει το ΤΕΕ σε όλη την Ελλάδα, τους οποίους θα εκπαιδεύσει ο ΟΑΣΠ στη συμπλήρωση των νέων δελτίων πρωτοβάθμιου ελέγχου. Επιπλέον, ανέφερε την αναβάθμιση της τράπεζας δεδομένων του ΟΑΣΠ, με σκοπό να υποδεχτεί αυτό τον νέο όγκο πληροφορίας. "Με την διαδικασία αυτή μπορούμε να διακρίνουμε αν ένα κτήριο θα πρέπει να πάει σε μελέτη και επισκευή ή όχι", διευκρίνισε, ενώ επεσήμανε ότι "για πρώτη φορά θέτουμε τις βάσεις για να έχουμε μια επαρκή εικόνα του τι γίνεται με τον δομημένο ιστό και τις υποδομές της χώρας σε σχέση με τον σεισμικό κίνδυνο, αλλά και για τους άλλους, συνοδούς κινδύνους".
|