Η συμφωνία (γενική προσέγγιση) στην οποία κατέληξε πρόσφατα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αφορά στοχευμένες τροποποιήσεις της οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες προτείνονται στο πλαίσιο του σχεδίου REPowerEU.
Τα κράτη μέλη θα προσδιορίζουν συγκεκριμένες περιοχές πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με συντομευμένες και απλουστευμένες διαδικασίες αδειοδότησης, σε περιοχές χαμηλότερου περιβαλλοντικού κινδύνου.
Το Συμβούλιο επιβεβαίωσε ότι ο στόχος είναι, το μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 40 % της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης της Ένωσης το 2030, όπως ορίζεται στη γενική προσέγγισή του σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η οποία εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2022. Στην πρόταση της Επιτροπής στο σχέδιο REPowerEU ο στόχος αντιστοιχούσε στο 45 % κατ’ ελάχιστο όριο για το 2030. Ο ισχύων στόχος της οδηγίας του 2018 για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ισούται με ποσοστό της τάξης του 32,5 % για το 2030.
Περιοχές πρώτης επιλογής
Το Συμβούλιο συμφώνησε τα κράτη μέλη να χαρτογραφήσουν, εντός 18 μηνών από την έναρξη ισχύος της οδηγίας, τις περιοχές που είναι αναγκαίες για την εθνική συμβολή τους στην επίτευξη του στόχου του 2030 για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.
Τα κράτη μέλη, εντός 30 μηνών από την έναρξη ισχύος της οδηγίας, θα εγκρίνουν σχέδιο ή σχέδια στα οποία θα προσδιορίζουν «περιοχές πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».
Οι περιοχές πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα είναι στην ξηρά, τη θάλασσα ή τα εσωτερικά ύδατα, και θα επιλέγονται με γνώμονα την ιδιαίτερη καταλληλότητά τους για συγκεκριμένες τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και ως περιοχές με χαμηλότερους κινδύνους για το περιβάλλον. Οι προστατευόμενες περιοχές, για παράδειγμα, θα πρέπει να αποφεύγονται.
Στα σχέδιά τους για τον καθορισμό των περιοχών πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα κράτη μέλη θα εγκρίνουν επίσης μέτρα μετριασμού για την αντιμετώπιση των πιθανών αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων που θα έχουν οι δραστηριότητες ανάπτυξης των έργων που βρίσκονται σε κάθε περιοχή πρώτης επιλογής. Στη συνέχεια, θα υπόκειται το σύνολο των σχεδίων σε απλουστευμένη εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αντί να διενεργείται εκτίμηση για κάθε έργο, όπως συμβαίνει συνήθως.
Οι περιοχές πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα περιορίσουν επίσης τους λόγους νομικής ένστασης ως προς νέες εγκαταστάσεις, καθώς θα νοείται ότι εξυπηρετούν επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Το Συμβούλιο συμφώνησε σε συντομευμένη εξάμηνη προθεσμία για περιοχές που έχουν ήδη χαρακτηριστεί ως κατάλληλες για την επιτάχυνση της ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, εφόσον, μεταξύ άλλων, δεν βρίσκονται σε περιοχές Natura 2000 και έχουν υποβληθεί σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Τα κράτη μέλη συμφώνησαν να τους επιτρέπεται να εξαιρούν τις μονάδες καύσης βιομάζας και τους υδροηλεκτρικούς σταθμούς από τον προσδιορισμό των περιοχών πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, λόγω των ιδιαιτεροτήτων τους.
Ταχύτερες διαδικασίες αδειοδότησης
Όσον αφορά τις περιοχές πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το Συμβούλιο συμφώνησε ότι οι διαδικασίες αδειοδότησης δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το ένα έτος για έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, και τα δύο έτη για τα έργα υπεράκτιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες περιστάσεις, η διετής περίοδος μπορεί να παραταθεί για έξι επιπλέον μήνες το πολύ.
Οι διαδικασίες για την ανανέωση ενεργειακής πηγής σταθμών παραγωγής και για νέες εγκαταστάσεις ηλεκτρικής ισχύος μικρότερης των 150 kW, συστεγαζόμενες εγκαταστάσεις αποθήκευσης ενέργειας, καθώς και για τη σύνδεσή τους με το δίκτυο, θα πρέπει να περιορίζονται στους έξι μήνες, και το ένα έτος για έργα υπεράκτιας αιολικής ενέργειας. Σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες περιστάσεις, όπως για επιτακτικούς λόγους ασφαλείας, η περίοδος μπορεί να παραταθεί για τρεις επιπλέον μήνες το πολύ.
Για τις περιοχές εκτός περιοχών πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι διαδικασίες αδειοδότησης δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τα δύο έτη, ή τα τρία έτη για έργα υπεράκτιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες περιστάσεις, η διετής περίοδος μπορεί να παραταθεί για έξι επιπλέον μήνες το πολύ.
Οι διαδικασίες για την ανανέωση ενεργειακής πηγής σταθμών παραγωγής και για νέες εγκαταστάσεις ηλεκτρικής ισχύος μικρότερης των 150 kW, συστεγαζόμενες εγκαταστάσεις αποθήκευσης ενέργειας, καθώς και για τη σύνδεσή τους με το δίκτυο, δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το ένα έτος, και τα δύο έτη για τα έργα υπεράκτιας αιολικής ενέργειας. Σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες περιστάσεις, η περίοδος μπορεί να παραταθεί για τρεις επιπλέον μήνες το πολύ.
Το Συμβούλιο συμφώνησε ότι ο χρόνος κατασκευής ή ανανέωσης των σταθμών, των συνδέσεών τους με το δίκτυο και των σχετικών αναγκαίων υποδομών δικτύου δεν θα πρέπει να προσμετράται σε αυτές τις προθεσμίες.
Για τον ηλιακό εξοπλισμό τα κράτη μέλη συμφώνησαν ότι η διαδικασία αδειοδότησης δεν θα υπερβαίνει τους τρεις μήνες.
Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η έλλειψη απάντησης εντός των καθορισμένων προθεσμιών θα μπορούσε να θεωρηθεί σιωπηρή συμφωνία για τα ενδιάμεσα στάδια. Για τις άδειες, ωστόσο, θα απαιτείται ρητή τελική απόφαση σχετικά με το αποτέλεσμα της διαδικασίας.
Συμφωνήθηκε επίσης, ότι προκειμένου να διευκολυνθεί η ενσωμάτωση της ανανεώσιμης ενέργειας στα δίκτυα διανομής και μεταφοράς, ο έλεγχος ή η εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων για τις ενισχύσεις του δικτύου θα πρέπει να περιορίζεται στις πιθανές επιπτώσεις που απορρέουν από την αλλαγή στις υποδομές δικτύου.