Βάσει χηµικής ανάλυσης εδάφους.
Η γονιµότητα και η παραγωγικότητα των εδαφών είναι, από τη φύση της, διαφορετική. Η αφαίρεση των θρεπτικών στοιχείων από τη φυτεία και η αποµάκρυνσή τους λόγω έκπλυσης ή/και διάβρωσης συµβάλλουν στην ποικιλοµορφία τους.
Η γονιµότητα και η παραγωγικότητα των εδαφών εξαρτάται από την περιεκτικότητά τους σε θρεπτικά στοιχεία, καθώς και από τις διάφορες φυσικές και χηµικές τους ιδιότητες. Με δεδοµένες τις διαφορές γονιµότητας και παραγωγικότητας, που παρουσιάζουν τα εδάφη µεταξύ τους, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι, δεν είναι δυνατό να γίνονται γενικευµένες λιπάνσεις που βασίζονται απλά σε εµπειρίες.
Η ανάλυση του εδάφους προσφέρει χρήσιµες πληροφορίες για την ορθή διάγνωση της γονιµότητας και παραγωγικότητάς του και µπορεί να αποτελέσει τη βάση για την εφαρµογή ορθολογικών λιπάνσεων.
Η εφαρµογή της ορθολογικής λίπανσης µπορεί να επιτευχθεί όταν ο ενδιαφερόµενος παραγωγός γνωρίζει τα αποθέµατα του εδάφους σε θρεπτικά στοιχεία, τις θρεπτικές ανάγκες της φυτείας, και τον τρόπο, ώστε να παρέχει, ανά πάσα στιγµή, τις αναγκαίες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων στη φυτεία του.
Η ανάλυση του εδάφους είναι το αποτέλεσµα µιας σειράς διαδικασιών που επιτρέπουν τον προσδιορισµό χρήσιµων παραµέτρων του, όπως η µηχανική σύσταση, η οργανική ουσία, η περιεκτικότητα σε διάφορα θρεπτικά στοιχεία κ.ά.
Αναµφισβήτητα, θεωρείται ως το πρώτο βήµα που πρέπει να γίνεται από τον κάθε παραγωγό πριν την εγκατάσταση της φυτείας, ανεξάρτητα αν η φυτεία είναι ετήσια ή πολυετής. Οι ορθολογικές λιπάνσεις θα πρέπει να βασίζονται σε επιστηµονική βάση, έτσι ώστε η λίπανση να γίνεται σύµφωνα µε τα διαθέσιµα θρεπτικά στοιχεία στο έδαφος και τις ανάγκες της κάθε φυτείας για να ρυθµιστεί η λιπαντική τακτική που θα ακολουθηθεί.
Η σηµασία και η σπουδαιότητα της ανάλυσης του εδάφους ολοένα και αυξάνει, λόγω της εντατικοποίησης και αυτοµατοποίησης της γεωργίας, καθώς και του γεγονότος ότι, οι τύποι και οι µορφές των λιπασµάτων αυξάνουν. Μέσα από το βασικό στόχο της ανάλυσης, που είναι η ορθολογική χρήση των λιπασµάτων, επιτυγχάνεται µια σειρά άλλων στόχων, όπως η ελαχιστοποίηση του κόστους παραγωγής, η ποιοτική και ποσοτική µεγιστοποίηση της παραγωγής, η µικρότερη επιβάρυνση των φυσικών πόρων, η διατήρηση των υψηλών ρυθµών ανάπτυξης της γεωργίας, ενώ επιπρόσθετα, µειώνεται ο κίνδυνος να προκληθεί σοβαρή ανισορροπία µεταξύ των διαφόρων θρεπτικών στοιχείων και να δηµιουργηθούν συνθήκες ανταγωνισµού µε αρνητικές συνέπειες στο φυτό και το έδαφος.
Με οδηγό τα αποτελέσµατα της ανάλυσης του εδάφους είναι δυνατό να ετοιµαστεί ένα πρόγραµµα λίπανσης, για κάθε φυτεία, µε σκοπό την επίτευξη όλων των επιδιωκόµενων στόχων.
Το δείγµα του εδάφους που θα αναλυθεί, πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό του τεµαχίου από το οποίο λήφθηκε. Για να πετύχει αντιπροσωπευτικό δείγµα εδάφους απαιτείται από το δειγµατολήπτη να τηρούνται τα ακόλουθα:
- ∆ιαχωρισµός του κτήµατος σε τεµάχια όταν δεν είναι οµοιογενές.
- Αντιπροσωπευτική λήψη δειγµάτων από όλα τα σηµεία του τεµαχίου.
- Για ετήσιες φυτείες, λαµβάνεται δείγµα από την επιφάνεια και µέχρι βάθους 0-30 εκατοστών, αφού φυσικά καθαριστεί η επιφάνεια από οποιεσδήποτε ξένες ουσίες.
- Για µόνιµες φυτείες (δενδρώδεις), όταν η άρδευση δεν γίνεται µε βελτιωµένα συστήµατα άρδευσης και δεν εφαρµόζεται η µέθοδος της υδρολίπανσης, τότε λαµβάνονται δείγµατα και από µεγαλύτερα βάθη, ανάλογα µε το είδος της φυτείας (βαθύριζα, επιπολαιόριζα, θυσανόριζα, θάµνοι, κ.ά.).
- Από κάθε σηµείο λαµβάνεται πάντοτε ίση ποσότητα εδάφους.
- Για την ετοιµασία αντιπροσωπευτικού δείγµατος λαµβάνεται χώµα, τουλάχιστον από 8-12 διαφορετικά σηµεία.
- Aποφεύγεται η δειγµατοληψία εδάφους από µέρη του κτήµατος που είναι δυνατό να επηρεάζονται από διάφορους εξωγενείς παράγοντες, όπως άρδευσης, λίπανσης, γειτνίασης, µετακίνησης εδάφους, διάβρωσης, πρόσφατης επιχωµάτωσης, κ.ά.
∆είγµατα εδάφους είναι δυνατόν να λαµβάνονται καθ΄όλη τη διάρκεια του χρόνου νοουµένου ότι, η θρεπτική κατάσταση του εδάφους δεν έχει πρόσφατα επηρεαστεί από οποιαδήποτε επέµβαση. Η καταλληλότερη περίοδος δειγµατοληψιών για τις εποχιακές φυτείες είναι λίγο πριν τη σπορά ή τη φύτευση αν είναι δυνατό. Αναφορικά µε τις µόνιµες φυτείες όπως εσπεριδοειδή, φυλλοβόλα, ελιές, αµπέλια, κ.ά., απαιτείται να γίνεται ταυτόχρονα ανάλυση εδάφους και φύλλων για διακρίβωση της θρεπτικής κατάστασης τόσο των φυτειών, όσο και του εδάφους. Η καταλληλότερη περίοδος δειγµατοληψιών για φύλλα δεν είναι ίδια για όλες τις φυτείες.
Για το πόσο συχνά θα πρέπει να επαναλαµβάνεται µια ανάλυση στο ίδιο έδαφος οι απόψεις διίστανται. Σε πτωχά άγονα εδάφη, σε περιοχές µε πολλές βροχοπτώσεις, σε εδάφη που παρουσιάζουν διάφορα προβλήµατα, θα πρέπει να γίνεται όποτε αυτό κρίνεται αναγκαίο. Γενικά, συνιστάται να γίνεται ανάλυση κάθε 2-3 χρόνια για τις µόνιµες φυτείες υπό κανονικές συνθήκες και σε εντατικές φυτείες (θερµοκήπια, υδροπονία) αναλύσεις είναι δυνατό να γίνονται ανά πάσα στιγµή, ανάλογα µε την πορεία της φυτείας λόγω του ότι, οι συντελεστές παραγωγής είναι ελεγχόµενοι και είναι δυνατό να µεταβάλλονται ανά πάσα στιγµή.
Κατά συνέπεια, το έδαφος επιβάλλεται να διαθέτει όλα τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία στις απαιτούµενες αναγκαίες ποσότητες για εξασφάλιση της επιθυµητής ποσοτικής και ποιοτικής παραγωγής. Η εξασφάλιση των πιο πάνω στόχων επιτυγχάνεται µε την εφαρµογή ορθολογικών λιπάνσεων. Οι καιροί το επιβάλλουν και το απαιτούν οι λιπάνσεις να βασίζονται στις πραγµατικές ανάγκες των φυτειών.
Αλέκος Νικολάου
Λειτουργός Γεωργίας