Οι γύφτοι-λαλητάδες, οι ρίζες τους, τα μουσικά όργανα και η σπουδαιότερη πολιτιστική εκδήλωση του Μεσολογγίου…
Όταν λέμε Ζυγιά εννοούμε την ολιγομελή λαϊκή ορχήστρα που συντροφεύει κάθε παρέα αρματωμένων και καβαλαραίων στο πανηγύρι του Αη-Συμιού.
Στη λαογραφική παραγωγή της χώρας μας δεν είναι άγνωστη η Ζυγιά. Τα δημοτικά τραγούδια μας συχνά τη μνημονεύουν. Ένα αρχοντόπουλο κινάει για τους αρραβώνες του «με τετρακόσιους άρχοντες, μ’ εννιά ζυγιές παιγνίδια». Και ο λεβέντης του τραγουδιού της τάβλας, που τραβάει για τα πεθερικά του, διασχίζοντας καβαλάρης τους κάμπους σέρνει από κοντά του «νταούλια τριανταδυό, καλάμια (δηλαδή ζουρνάδες) εξηνταπέντε».
Γνωστή ήταν η Ζυγιά και στα χρόνια του Ξεσηκωμού. Αποκλειστικοί εκπρόσωποι της Μεσολογγίτικης Ζυγιάς ήταν οι περιπλανόμενοι στην περιοχή σκηνίτες Τουρκόγυφτοι και κυρίως οι περίφημοι εκείνοι οργανοπαίχτες της Πενταλόφου (Ποδολοβίτσας).
Παίκτες της Ζυγιάς που άφησαν εποχή στα τοπικά γλεντζέδικα χρονικά είναι:
Πενταλοφιώτες:
Στράτος Ι. Κηρύκος (Ματάκιας), Νίδας Σωτ. Χαμπέκος, ο θείος και ανεψιός Νίκος Θ. Μωραΐτης και Θεόδωρος Μωραΐτης (Παγουραίοι), όλοι τους μαστόροι ζουρνατζήδες.
Οι μπασαδόροι: Βαγγέλης Ι. Κηρύκος, Γιάννος Σωτ.Χαμπέκος, Νάσος Θ. Μωραΐτης και οι νταουλιέρηδες: Γρηγόρης (Γκάκιας) Κ.Καραγιώργος, Πάνος Ν. Αλεξόπουλος (Ψηλός), Θύμιος Γ. Τριανταφυλλόπουλος και Παύλος Αθ. Μωραΐτης (Παυλάκιας) ο ονομαστότερος μεταξύ όλων των νταουλιέρηδων.
Αλλοι μουσικοί της ευρύτερης περιοχής:
Ο Χ. Καραγιάννης, διάσημος μάστορας, ο Ασημάκης Καραγιάννης, ο Νικ. Πανόπουλος ή Κουμπούρας, ο Κ. Σαλέας, ο Κ.Αριστόπουλος, ο Κ. Καραγιάννης, ο Ασημάκης Μπέκος, ο Απ. Μπέκος ή Καλός και ο Ηλίας Αριστόπουλος (Κακαρούκας), μάστοροι.
Ο Γ. Σαλέας, ο Κ. Πανόπουλος, ο Δημοσθένης Μπέκος, μπασαδόροι και οι νταουλιέρηδες Ι. Ντόβας, Ασημάκης Σούτας, Ασημάκης Ντόβας, Μάκης Σαλέας, Δημ. Κρίκος, Κώστας Σούτας, Μένιος Κούτρας.
Οι τρεις πρώτες Ζυγιές μοιάζουν ως προς τα όργανά τους. Οι πίπιζες και τα τούμπανα είναι πολύ μεγάλα και επομένως οι ήχοι τους είναι παχύτεροι και μαλακότεροι. Έπειτα οι παίχτες τους βαρούν τους σκοπούς μ’ άλλο τρόπο, δηλαδή η παιχτική δεξιότητα των Γύφτων του Μοριά κι εκείνων του Καρπενησιού και της Αράχοβας είναι κάπως κατώτερη από εκείνη των Γύφτων του Μεσολογγίου.
Στο Μεσολόγγι ο ζουρνάς είναι μικρός, μόλις φτάνει τα 20 εκ., είναι πράγματι στριγγόλαλος, οξύφωνος με στριγγούς και μονότονους ήχους. Το παίξιμο είναι σωστό σκούξιμο, η φωνή του δυνατή και τσιριχτή. Το νταούλι είναι και αυτό μικρό διαμέτρου 25 εκ. και μήκους 30 εκ. και βγάζει ήχο τέτοιας οξύτητας, που ταιριάζει με τους ζουρνάδες. Όπως οι καραμούζες είναι γνωστές με τον όρο ψιλά ζουρνάδια του Μεσολογγίου, έτσι και το μεσολογγίτικο νταούλι το λένε τσοκάνι, μεταφορικά βέβαια από ένα είδος μικρού κουδουνιού από τα οξύτερα και τα διαπεραστικά σε ήχο.
Είναι κι αυτό λοιπόν βροντερόηχο. Τρία είναι τα μελωδικά όργανα της Ζυγιάς: Ο ζουρνάς α’, ο ζουρνάς β’ και το νταούλι.
Από τους δύο ζουρνάδες ο ένας, ο α’ παίζει το τραγούδι. Ο παίκτης του λέγεται μάστορας ή πριμαδόρος και είναι ο μαέστρος, ο αρχηγός της Ζυγιάς.
Ο ζουρνάς β’ κρατάει απλά το ίσο του τραγουδιού, το μπάσο, γι’ αυτό και λέγεται μπασαδόρος. Και οι δύο μαζί λέγονται ζουρνατζήδες.
Το νταούλι χτυπά το ρυθμό του τραγουδιού. Ο παίκτης λέγεται νταουλιέρης…
Μία απ’ αυτές τις μελωδίες είναι η λεγόμενη «μπαντουνάδα» ή «πατινάδα» τ’ Αη-Συμιού την οποία παίζει η Ζυγιά στους δρόμους.
Το πανηγύρι του Άη Συμιού έχει ένα πολυσύνθετο ιστορικό, κοινωνικό και συμβολικό χαρακτήρα. Πρόκειται για μία τελετή που εξυμνεί τη λεβεντιά και τον πόθο των Μεσολογγιτών για λευτεριά. Είναι το πανηγύρι των αρματωμένων ανδρών -που ντύνονται όπως οι παλαιοί κλέφτες και αγωνιστές- και των καβαλάρηδων, οι οποίοι ομαδικά ξεκινούν από το Μεσολόγγι και επισκέπτονται τον Αη Συμιό, προσκυνούν και γλεντούν όλη τη νύχτα για να επιστρέψουν την επόμενη ημέρα έφιπποι στην πόλη του Μεσολογγίου, παρελαύνοντας και γλεντώντας.
Ένα στοιχείο του πανηγυριού αυτού, που διατηρείται έως σήμερα, είναι ο ήχος του ζουρνά και του νταουλιού, το οποίο μέσω της συμμετοχής των τσιγγάνων παρέμεινε ανόθευτο για να εκφράζει τον ηρωισμό και τη λεβεντιά των Μεσολογγιτών.
Πάρτε μια γεύση από τη ταινία μικρού μήκους “Tα Δολλάρια για ένα Άγιο” της Αυρας Γεωργίου, που προβλήθηκε στο Φεστιβαλ Ντοκυμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Οι στίχοι του Κωστή Παλαμά από το ποίημα «O Δωδεκάλογος του Γύφτου» όπου αναφέρεται στους γύφτους μουσικούς…
«Κ’ ήρθαν κ’ οι πλάστες οι μεγάλοι
που είναι τα έργα τους από ήχο
κι από ρυθμό κι από όνειρο είναι,
κ’ ήρθαν κ’ οι γύφτοι οι λαλητάδες.
κ’ ήρθαν οι γύφτοι που ξεχνάνε,
κι ως και τη γλώσσα τους ξεχνάνε,
από τη μια στην άλλη χώρα,
και την αλλάζουνε κι κείνη
καθώς αλλάζουν τα ραβδιά τους,
περπατητάδες, από τόνα
κι απ’ τ’ άλλο δέντρο κόβοντάς τα,
και η γλώσσα τους ποτέ δε στέκει,
μόνο κι απ’ όπου κι αν περάσουν,
λόγια από κάθε λαό κλέβουν,
και στα δικά τους τα ταιριάζουν
τα ξένα λόγια, καθώς ζέβουν
τα ζα στα κάρρα τους απάνου,
που είναι μαζώματα κι κείνα
της αρπαξιάς, κ’ είν’ απ’ ολούθε.
Κ’ ένα μονάχα δεν αρπάζουν,
κ’ ένα μονάχα δεν αλλάζουν,
κ’ ένα ο καρπός της αμοιριάς τους,
κ’ ένα της άκαρδης καρδιάς τους
το πλάσμα. Πλάσμα εσύ από ήχο,
πλάσμα ρυθμού και πλάσμα ονείρου,
εσ’ είσαι η γλώσσα τους η μία
κ’ η ασάλευτη και η μυστική!
Κ’ ήρθαν κ’ οι γύφτοι οι μουσικοί».
Απο το βιβλίο του Αρ. Καβάγια «Στο Πανηγύρι τ’ Αη-Συμιού-Με το νταούλι & με το Ζουρνά» 2005
agriniopress.gr