Μεταξύ Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2020, οι εξαγωγές της ΕΕ27 ανήλθαν σε 151,8 δισεκατομμύρια ευρώ (αύξηση 0,5% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2019), ενώ οι εισαγωγές ανήλθαν σε 102 δισεκατομμύρια ευρώ (αύξηση 0,1%).
Ως αποτέλεσμα, το πλεόνασμα του εμπορίου γεωργικών ειδών διατροφής αυξήθηκε κατά 1,3% στα 49,8 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτές είναι από τις κύριες εξελίξεις που δημοσιεύθηκαν σήμερα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη μηνιαία έκθεση εμπορίου για τον Ιανουάριο-Οκτώβριο 2020.
Η ισχυρή απόδοση των εξαγωγών γεωργικών προϊόντων διατροφής της ΕΕ προς την Κίνα συνεχίστηκε, με αύξηση 3,09 δισεκατομμυρίων ευρώ με επικεφαλής το χοιρινό κρέας, το σιτάρι και τις βρεφικές τροφές. Υπήρξε επίσης αύξηση της αξίας των εξαγωγών γεωργικών προϊόντων διατροφής της ΕΕ στη Σαουδική Αραβία (ύψους 629 εκατ. Ευρώ), που ενισχύθηκε από τις πωλήσεις κριθαριού και γαλακτοκομικών προϊόντων. Ένα ευρύ φάσμα προϊόντων προωθούσε την αύξηση της αξίας των εξαγωγών γεωργικών προϊόντων διατροφής της ΕΕ προς την Ελβετία (κατά 531 εκατ. Ευρώ), ενώ το σιτάρι και διάφορα γαλακτοκομικά προϊόντα παρουσίασαν έντονη απόδοση στην Αλγερία και το Μαρόκο, όπου οι τιμές εξαγωγής γεωργικών προϊόντων διατροφής αυξήθηκαν κατά ? 408 εκατομμύρια και 393 εκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα.
Όσον αφορά το εμπόριο με το Ηνωμένο Βασίλειο, οι εισαγωγές της ΕΕ από το Ηνωμένο Βασίλειο μειώθηκαν σε αξία κατά 1,56 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ οι εξαγωγές της ΕΕ στο Ηνωμένο Βασίλειο μειώθηκαν κατά 546 εκατομμύρια ευρώ. Η πτώση του εμπορίου επηρέασε την πλειονότητα των γεωργικών προϊόντων διατροφής, κυρίως κρασί, οινοπνευματώδη ποτά και λικέρ, κρέας πουλερικών, ζώντα ζώα και βούτυρο. Ωστόσο, οι εξαγωγές σιταριού, ζυμαρικών και ζαχαροπλαστικής στην ΕΕ σημείωσαν αύξηση αξίας.
Η μείωση της πρόσληψης σπόρων σόγιας και κέικ από την ΕΕ στην ΕΕ συνέβαλε στη συνολική πτώση της αξίας των εισαγωγών κατά 663 εκατ. Ευρώ, ενώ η αξία των εξαγωγών της ΕΕ μειώθηκε κατά 705 εκατ. Ευρώ, με τα κύρια αλκοολούχα ποτά και κρασί. Υπήρξε, ωστόσο, αύξηση της εξαγωγικής αξίας των παρασκευασμάτων τροφίμων της ΕΕ.
Άλλες χώρες όπου το εμπόριο γεωργικών ειδών διατροφής αντιμετώπισαν δυσκολίες ήταν η Σιγκαπούρη και το Χονγκ Κονγκ (όπου η αξία των εξαγωγών γεωργικών προϊόντων διατροφής στην ΕΕ μειώθηκε κατά 347 εκατομμύρια ευρώ και 312 εκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα) και η Ουκρανία και η Ινδία, όπου οι τιμές εισαγωγής μειώθηκαν κατά 775 εκατομμύρια ευρώ και 258 εκατομμύρια ευρώ, αντίστοιχα.
Με άνοδο 713 εκατομμυρίων ευρώ, ο Καναδάς ήταν η κύρια πηγή ανάπτυξης των εισαγωγών γεωργικών προϊόντων διατροφής στην ΕΕ, λόγω της πρόσληψης κραμβόσπορου και σιταριού. Άλλες αναπτυσσόμενες πηγές περιλάμβαναν τη Βραζιλία (αύξηση 623 εκατομμυρίων ευρώ, με βάση τα φασόλια σόγιας), την Ινδονησία (541 εκατομμύρια ευρώ, με επικεφαλής το φοινικέλαιο) και την Τουρκία (528 εκατομμύρια ευρώ, με καρύδια και εσπεριδοειδή).
Όσον αφορά τις κατηγορίες προϊόντων, σημειώθηκαν αξιοσημείωτες αυξήσεις στις εξαγωγικές τιμές του χοιρινού κρέατος της ΕΕ (κατά 2,17 δισεκατομμύρια ευρώ) και του σίτου (1,44 δισεκατομμύρια ευρώ). Οι τροφές για κατοικίδια (των οποίων η αξία εξαγωγής αυξήθηκε κατά 399 εκατομμύρια ευρώ), το κραμβέλαιο και το ηλιέλαιο (338 εκατομμύρια ευρώ) και οι χονδροειδείς κόκκοι (296 εκατομμύρια ευρώ) ήταν μεταξύ των άλλων αναπτυσσόμενων κατηγοριών προϊόντων κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Κατά τη διάρκεια του 2020, η κρίση COVID-19 επηρέασε σημαντικά τους τομείς του οίνου, των αλκοολούχων ποτών και των λικέρ. Σε σύγκριση με τον Ιανουάριο-Οκτώβριο του 2019, η αξία των εξαγωγών οινοπνευματωδών ποτών και λικέρ της ΕΕ μειώθηκε κατά 1,53 δισ. Ευρώ, ενώ η αξία του κρασιού μειώθηκε κατά 1,43 δισ. Ευρώ.
Όσον αφορά τις εισαγωγές, η αξία των χονδροειδών δημητριακών μειώθηκε κατά 1,06 δισεκατομμύρια ευρώ, τα οινοπνευματώδη ποτά και τα λικέρ μειώθηκαν κατά 549 εκατομμύρια ευρώ και τα κέικ ελαίου μειώθηκαν κατά 464 εκατομμύρια ευρώ). Πιο θετικές εμπορικές εξελίξεις καταγράφηκαν για φρέσκα και αποξηραμένα τροπικά φρούτα (των οποίων η αξία εισαγωγής αυξήθηκε κατά 666 εκατομμύρια ευρώ), το φοινικέλαιο και το φοινικέλαιο (κατά 566 εκατομμύρια ευρώ), και τα λιπαρά οξέα και κεριά (αύξηση 621 εκατομμύρια ευρώ).