Ένα εξαιρετικό κείμενο για τους αδελφούς Παπαστράτου και τον ρόλο τους στην Ελληνική Καπνοβιομηχανία έγραψε ο Χρήστος Μπουτάρης (Επιχειρηματίας, αντιπρόεδρος Δ.Σ. της DMN A.E., κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στο Μάνατζμεντ και στη Στρατηγική Επιχειρήσεων από το LSE.) για το reporter.gr, το οποίο αναδημοσιεύουμε αυτούσιο.
Πρόκειται για την περίφημη οικογένεια τεσσάρων αδελφών από το Αγρίνιο (Επαμεινώνδας, Ιωάννης, Σωτήριος και Ευάγγελος), γιων του Αναστασίου Παπαστράτου και της Χαρίκλειας, το γένος Καββαδία. Η καπνοβιομηχανία Παπαστράτου διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομική ζωή ολόκληρης της Ελλάδας και εξελίχτηκε σε διεθνή εμπορικό και βιομηχανικό κολοσσό. Παρ’ όλες τις δυσκολίες και τα εμπόδια (Βαλκανικοί, Πρώτος και Δεύτερος Παγκόσμιος, Κατοχή, Ελληνικός Εμφύλιος, αγκυλώσεις και παθογένειες της ελληνικής οικονομίας, κ.λπ.), τα αδέλφια Παπαστράτου τα κατάφεραν: Πετύχανε το όραμά τους και καταξιώθηκαν επαγγελματικά, μένοντας πάντοτε δεμένοι μεταξύ τους και πάντοτε δεμένοι με την πατρίδα τους.
«Η καπνική εποποιία των αδελφών Παπαστράτου»
Ο Ευάγγελος Παπαστράτος, αν και ήταν ο μικρότερος σε ηλικία μεταξύ των αδελφών του, υπήρξε ο θεμελιωτής του οικογενειακού και εμπορικού τους οίκου. Γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1884, στη συνοικία Καραπανέικα Αγρινίου στο σπίτι που διέμενε με ενοίκιο η οικογένειά του, πάνω από το παντοπωλείο του πατέρα του. Αποφοίτησε από το Σχολαρχείο και αντίθετα με τις προτροπές των γονιών του που επιθυμούσαν να γίνει παπάς, ο ίδιος προτίμησε να ακολουθήσει στη ζωή του πιο πρακτικά μονοπάτια.
Τον Ιούλιο του 1896, λίγες ημέρες μετά την αποφοίτησή του, εργάστηκε ως βοηθός στο εμπορικό κατάστημα του Αναστασίου Παναγόπουλου, όπου παρέμεινε για πέντε χρόνια, κάνοντας συχνά τον κράχτη στην πόρτα του. Μη διαβλέποντας περαιτέρω δυνατότητες προσωπικής επαγγελματικής εξέλιξης, αποφάσισε να μεταναστεύσει στις Η.Π.Α., προοπτική που ανατράπηκε λόγω της έντονης αντίδρασης των γονιών του. Το 1901 πήγε υπάλληλος στην εταιρία εισαγωγών-εξαγωγών «Ανδρέα Ρόζη & Αθανασίου Βαρνάβα», τη μεγαλύτερη εμπορική επιχείρηση της Αιτωλοακαρνανίας την περίοδο εκείνη. Στη νέα επιχείρηση, όπως σημειώνει ο βιογράφος του Αχιλλέας Μάντζαρης, «…το γεμάτο ζωή και πρωτοβουλία παιδί αντιλαμβάνεται σύντομα την αξίαν και το ευρύ μέλλον που είχε το προϊόν του καπνού δια το Αγρίνιον και την όλην εθνικήν οικονομίαν της Ελλάδος και στρέφει έκτοτε όλην την προσοχήν και δραστηριότητά του εις την γνώσιν των όρων της παραγωγής και διακινήσεως του προϊόντος, που ήσαν, τότε ακόμη, υποτυπώδεις».
Το 1906, σε ηλικία 22 χρονών, αποφασίζει να εγκαταλείψει την εταιρία Ρόζη-Βαρνάβα και με κεφάλαιο 3.000 δραχμών, δανεισμένο από τοκιστή, να ασκήσει το επάγγελμα του εμπόρου. Μαζί με τον Κεφαλλονίτη Σωτήριο Αυγερινό, επίσης αυτοδημιούργητο, συστήνουν με κεφάλαιο 6.000 δραχμές ομόρρυθμο εταιρία με κύρια απασχόληση το καπνεμπόριο. Σύντομα, ο κύκλος εργασιών της νεοσύστατης εταιρίας μεγεθύνθηκε και το 1913 οι παραγγελίες της ξεπέρασαν τα 400.000 κιλά ετησίως. Ο Ευάγγελος Παπαστράτος ήρθε σε επαφή με την αγορά της Αιγύπτου, της Ολλανδίας (Ρότερνταμ) και της Γερμανίας (Βρέμη, Ανόβερο, Αμβούργο), αλλά υποχρεώθηκε να διαλύσει την εταιρία λόγω του κλονισμού της υγείας του συνεταίρου του. Στο διάστημα μίας μόλις επταετίας η εταιρία είχε πραγματοποιήσει καθαρά κέρδη 150.000 δραχμών.
Ο Ευάγγελος Παπαστράτος και ο αδελφός του Σωτήριος, που εργαζόταν στην εταιρία «Αυγερινού-Παπαστράτου» ήδη από το 1909, δημιούργησαν νέα εταιρία με την επωνυμία «Αδελφοί Παπαστράτου Ο.Ε.». Στο νέο αυτό σχήμα ενσωματώθηκαν και οι υπόλοιποι δύο αδελφοί, ο Ιωάννης το 1914 και ο Επαμεινώνδας το 1915 όταν εγκατέλειψε την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία. Χάρις στα προσόντα του Επαμεινώνδα, της επιστημονική του μόρφωσης και της γλωσσομάθειάς του, οι Παπαστράτοι έρχονταν σε άμεση επαφή με τους πελάτες του εξωτερικού, δίχως τη μεσολάβηση τρίτων. Το 1920, ίδρυσαν γραφεία στο Άμστερνταμ και το 1921 την εμπορική εταιρία «G.m.b.H. Papastratos Freres» στη Δρέσδη. Συνεργάστηκαν, επίσης, σε ευρεία κλίμακα με διάφορα μονοπώλια καπνού στο εξωτερικό (Αυστρία, Σουηδία, Γαλλία, Ισλανδία και άλλες χώρες).
Οι Παπαστράτοι αποτέλεσαν σταθμό στην ιστορία της βιομηχανικής ζωής του τόπου θέτοντας ισχυρά θεμέλια στην ελληνική οικονομία, η οποία κινούνταν και ανέπνεε για πολλές δεκαετίες από το προϊόν του καπνού, όταν πλέον σταμάτησε να παίρνει οξυγόνο από την παραγωγή και εμπορία σταφίδας. Έβαλαν τη σφραγίδα τους ανατρέποντας εντελώς τα δεδομένα στον ανοργάνωτο, μέχρι τότε, κλάδο του καπνεμπορίου στην Ελλάδα. Μεγάλες καπναποθήκες ανεγέρθηκαν σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, όπως στον Πειραιά, το Αγρίνιο, το Βόλο, το Ναύπλιο, την Καρδίτσα, τη Θεσσαλονίκη, την Καβάλα κλπ. Προτρέποντας τους παραγωγούς να ασχοληθούν με πιο ποιοτικά καπνά και εκσυγχρονίζοντας τον τρόπο συσκευασίας -καταφέρνοντας έτσι να ελέγχουν την σταθερή ποιότητα των καπνών που εμπορεύονταν- κατέστησαν τον ελληνικό καπνό προϊόν αρίστης ποιότητας και μεγάλης αξίας στις αγορές του εξωτερικού. Σύμφωνα με τις στατιστικές του υπουργείου το 1936, στα καπνά απασχολούνταν περίπου 1.000.000 εργάτες και υπάλληλοι, σχεδόν το 1/6 του ελληνικού πληθυσμού. Από την πώληση των καπνών στο εξωτερικό εισάγονταν χρήματα που αντιπροσώπευαν το 40% με 50% των χρημάτων που εισάγονταν από όλα τα υπόλοιπα προϊόντα, ενώ με τη φορολογία του καπνού το ελληνικό κράτος εισέπραττε το 1/5 των προσόδων του. Τα τσιγάρα των αδελφών Παπαστράτου, ειδικά ο Άσσος Παπαστράτου, έγιναν πολύ δημοφιλή στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, αν και η λέξη Άσσος δεν εμφανιζόταν αρχικά πουθενά επάνω στο πακέτο.
Το 1929, όταν το παγκόσμιο οικονομικό κραχ χτύπησε τα ελληνικά καπνά, οι Παπαστράτοι αποφάσισαν να στραφούν προς την καπνοβιομηχανία. Η οικονομική κρίση τους βρήκε με μεγάλη ταμειακή ρευστότητα, γεγονός που οι ίδιοι εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο προχωρώντας την κατάλληλη χρονική στιγμή σε επενδύσεις. Έτσι, το 1930, συνέστησαν την «Ανώνυμον Βιομηχανικήν Εταιρείαν Σιγαρέττων Παπαστράτος (Π.Α.Β.Ε.Σ.)» και τον Μάρτιο του 1931 ανέγειραν ένα υπερσύγχρονο, για τα δεδομένα της εποχής, εργοστάσιο τσιγάρων στον Πειραιά. Από τον επόμενο χρόνο (1932) συστήνουν εμπορικό κατάστημα στο Λονδίνο, ιδρύουν στη Γερμανία την καπνοβιομηχανία «Hellas» και το 1933 αγοράζουν την παλαιά καπνοβιομηχανία της Αιγύπτου του ομογενούς Νέστορα Τζανακλή.
«Βιογραφικά στοιχεία των αδελφών Παπαστράτου»
Ο Ευάγγελος Παπαστράτος ήταν παντρεμένος με την Αικατερίνη, το γένος Αναστασίου Δαμβέργη, και απέκτησε μία κόρη τη Χαρίκλεια, σύζυγο του βιομηχάνου Αθανασίου Γκέρτσου. Πέθανε στην Αθήνα το 1974 σε ηλικία 90 ετών. Το 1964 πρόλαβε και έγραψε την αυτοβιογραφία του με τίτλο «Η Δουλειά κι ο Κόπος της». Για να αντιληφθεί κανείς τον τρόπο σκέψης του μεγάλου αυτού επιχειρηματία, αξίζει να σημειωθούν κάποια αποσπάσματα από το βιβλίο του: «Όλη μου τη ζωή είχα για κανόνα -που μου έγινε δεύτερη φύση- να μην παρατώ δουλειές μισοτελειωμένες», «Το πρώτο που έμαθα στη ζωή μου ήταν πόσο υπέροχη ευλογία είναι η οικογενειακή σύμπνοια και η αλληλεγγύη. H αγάπη ανάμεσα στα αδέλφια, όσο κι αν διαφέρουν οι χαρακτήρες τους, αποτελεί μια δύναμη ανεκτίμητη», «Τα παιδιά πού ξεκινούν για τη ζωή, πρέπει να πιστεύουν σε κάτι- να έχουν κάποιο ιδανικό, πέρα από τον πόθο της οικονομικής επιτυχίας» και «Είναι ψέμα και μεγάλο λάθος να δίνεται στους νέους ή εντύπωση πώς είναι αδύνατο να προκόψουν, αν δε χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα, κι εκείνα πού δεν είναι αδιάβλητα. Η τιμιότητα είναι το καλύτερο μέσο για ένα νέο πού θέλει να επιτύχει στη ζωή του, αν είναι πραγματικά αποφασισμένος να δώσει όλες του τις δυνάμεις στον σκοπό πού θα τάξει στον εαυτό του, χωρίς βέβαια τη μονομέρεια πού μαραίνει τα νιάτα και την ανθρωπιά του, άλλα και χωρίς να σπαταλάει τις δυνάμεις του σε πολλά και σε τίποτα και να χάνει το κουράγιο του σε κάθε φύσημα αντίξοου ανέμου». Στις αυτοβιογραφικές σελίδες παρελαύνουν και τραγελαφικές γραφειοκρατικές παρεμβάσεις που συνάντησε, όπως όταν το υπουργείο τους απαγόρευσε να χρησιμοποιούν μηχανές για την επικόλληση της φορολογικής ταινίας υποστηρίζοντας ότι ξεκολλάει εύκολα, ενώ αν κολληθεί με το χέρι δεν θα ξεκολλάει!
Ο Επαμεινώνδας Παπαστράτος, ο πρεσβύτερος των τεσσάρων αδελφών, σπούδασε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια εργάστηκε ως καθηγητής ελληνικού σχολείου στη Ναυπακτία. Με κρατική υποτροφία σπούδασε οικονομικές επιστήμες στα πανεπιστήμια της Λειψίας, της Λωζάννης και του Παρισιού. Κατόπιν, διορίστηκε καθηγητής λογιστικής στην Εμπορική Σχολή Αθηνών, αλλά τελικά εγκατέλειψε την καθηγητική του καριέρα προκειμένου να αναμιχθεί στις επιχειρηματικές δραστηριότητες των αδελφών του. Στα χρόνια που ακολούθησαν διέμεινε μόνιμα στο εξωτερικό, κυρίως στη Γερμανία, όπου αντιπροσώπευε την οικογενειακή εταιρία της οποίας είχε αναλάβει το τμήμα των πωλήσεων εξωτερικού. Επέστρεψε στην Αθήνα το 1936 και πέθανε άγαμος το 1953 σε ηλικία 75 χρόνων, κληροδοτώντας σημαντικά ποσά υπέρ κοινωφελών και φιλανθρωπικών σκοπών.
Ο Ιωάννης Παπαστράτος φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ανακηρύχθηκε διδάκτοράς της. Εξάσκησε το δικηγορικό επάγγελμα στη γενέτειρά του μέχρι το 1914, έτος κατά το οποίο με προτροπή των αδελφών του εισήλθε στην οικογενειακή επιχείρηση. Ως νομικός, ανέλαβε να υπερασπίζει τα συμφέροντα του οίκου ενώπιον των αρχών. Χρημάτισε γερουσιαστής Αιτωλίας και Ακαρνανίας από το 1929 έως το 1932 και βουλευτής στην Αθήνα από το 1932 έως το 1935 με το Προοδευτικό Κόμμα. Πέθανε στην Αθήνα, το 1958, σε ηλικία 79 χρόνων. Ο γιος του, Αναστάσιος, σπούδασε οικονομικά στο πανεπιστήμιο της Λωζάννης και ανέλαβε επάξια να συνεχίσει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της οικογένειας.
Ο Σωτήριος, προτού αποτελέσει συνιδρυτής της οικογενειακής επιχείρησης, είχε καταταχτεί στο στρατό και έφτασε στο βαθμό του επιλοχία. Εγκατέλειψε, όμως, το στράτευμα για να ιδιωτεύσει επαγγελματικά. Μέχρι το θάνατό του, επιδεικνύοντας ασυνήθιστες επιχειρηματικές ικανότητες συνέδραμε τα μέγιστα στη μεγιστοποίηση της επιχείρησης. Προικισμένος με οργανωτικό πνεύμα, στρατιωτική πειθαρχία και ασύγκριτη εργατικότητα, αποτέλεσε την πνοή του ομίλου. Πέθανε ξαφνικά από καρδιά μέσα στο εργοστάσιο του στον Πειραιά στις 23 Σεπτεμβρίου 1940 σε ηλικία 58 ετών. Η κόρη του, Ντόρη, σπούδασε νομικά και εργάστηκε για είκοσι χρόνια στις εταιρίες Παπαστράτου.
H μεγάλη οικογένεια των Παπαστράτων ευτύχησε να αποκτήσει πολλά παιδιά αλλά λίγους γιους και για αρκετά χρόνια, κατά το παρελθόν, επιτελική θέση είχε αναλάβει ο Θάνος Kαψάλης, γιος της αδελφής των Παπαστράτων, Aλεξάνδρας. Η επιχείρηση δραστηριοποιείται ως σήμερα, αλλά από το 2003 εξαγοράστηκε από τον όμιλο Philip Morris International. Στη δεκαετία του ’70, είχε ήδη συμπλεύσει με τη Philip Morris αναλαμβάνοντας την κυκλοφορία του Marlboro στην Ελλάδα.
«Οι ευεργεσίες της οικογένειας»
Οι αδελφοί Παπαστράτου δεν διακρίθηκαν μόνο ως επιτυχημένοι μεγαλέμποροι και βιομήχανοι. Τα επιτεύγματα της οικογένειας επεκτάθηκαν και στον κοινωνικό τομέα όπου με σειρά δωρεών, φιλανθρωπικών και κοινωφελών έργων και χορηγιών έκανε αισθητή την παρουσία της.
Ο Ευάγγελος Παπαστράτος τιμήθηκε από το ελληνικό κράτος με το Χρυσό Σταυρό του Βασιλικού Τάγματος Γεωργίου Α’ και το Παράσημο του Ταξιάρχου του Φοίνικος. Ξεχωριστά τον τίμησε ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός για τις υπηρεσίες που προσέφερε κατά τη διάρκεια της κατοχής 1941-1944, απονέμοντάς του το Μετάλλιον Αρίστων Πράξεων και το Σταυρό των Ιπποτών του Παναγίου Τάφου.
Συγκεκριμένα, μεταξύ πολλών έργων ευποιίας, ο Ευάγγελος Παπαστράτος υπήρξε ένας από τους κυριότερους χορηγούς υπέρ της ανάπτυξης της Κηφισιάς. Διέθεσε δύο εκατομμύρια δραχμές προ του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου για την κατασκευή δρόμων, διοργάνωση εκθέσεων, ίδρυση κέντρου παιδικής χαράς, οργάνωση συναυλιών, συγκρότηση τουριστικής επιτροπής, ίδρυση αθλητικού ομίλου κ.ά. Η γενέτειρά τους πόλη, το Αγρίνιο, υπήρξε ένας από τους κυριότερους αποδέκτες της κοινωνικής ευαισθησίας των αδελφών Παπαστράτου. Συγκεκριμένα, διέθεσαν υπέρογκα ποσά για την εκπόνηση του σχεδίου πόλεως, της ηλεκτροδότηση της πόλης, την ίδρυση του Παπαστράτειου Πάρκου (μάλιστα στο χώρο του πάρκου οι δωρητές ανέγειραν την εκκλησία του Χριστού Σωτήρος), την ίδρυση των Παπαστράτειων Εκπαιδευτηρίων, την ανοικοδόμηση του Αρχαιολογικού Μουσείου της πόλης και πολλών άλλων κοινωφελών ιδρυμάτων του Αγρινίου.
Πέραν όμως της πόλης του Αγρινίου, οι ευεργεσίες της οικογένειας επεκτάθηκαν και στην πόλη των Αθηνών. Ίδρυσαν την ομώνυμη πτέρυγα «Περίπτερον» στο Ασκληπιείο Βούλας και την Παπαστράτειο Σχολή Αμφιέσεως και Διακοσμητικής στον Υμηττό. Διακρίθηκαν για την ίδρυση των Παπαστράτειων Παιδικών Στεγών στην Αθήνα και τον Πειραιά, ενώ δώρισαν μεγάλα χρηματικά ποσά σε φιλανθρωπικές εταιρίες, γηροκομεία, άσυλα και ορφανοτροφεία. Ειδικότερα, ο Ευάγγελος διετέλεσε μέλος Δ.Σ. πολλών ιδρυμάτων.
Επίσης, προικοδότησαν μεγάλο αριθμό εργατριών των επιχειρήσεων της οικογένειας και δώσανε υποτροφίες για φοίτηση σε άπορους νέους από την Αιτωλοακαρνανία. Ανάμεσα στις σημαντικότερες δωρεές τους συγκαταλέγεται και η μεγάλη οικονομική συμβολή τους στην ανέγερση του ελληνικού περίπτερου της πανεπιστημιούπολης του Παρισιού.
πηγή: http://agriniovoice.gr