γράφει ο Γιώργος Λαμπρόπουλος*
Το “επιχειρείν” στην χώρα μας είναι μια δύσκολη διαδικασία, σε οποιονδήποτε τομέα και εάν αποφασίσει κάποιος να δραστηριοποιηθεί. Η κραταιά – ακόμη – γραφειοκρατία, οι ενίοτε παραλογισμοί των ελεγκτικών μηχανισμών που επιδεικνύουν επικεία σε ουσιώδης παραβατικές συμπεριφορές, εξαντλώντας όμως την αυστηρότητα τους σε περιπτώσεις μηδαμινής σημασίας και οι συνεχείς αλλαγές του φορολογικού συστήματος, προκαλούν την αίσθηση ότι το ίδιο το κράτος ευνοεί τον αθέμιτο ανταγωνισμό ενάντια στον μικρομεσαίο επιχειρηματία. Αν προσθέσουμε το ρευστό μακροοικονομικό περιβάλλον, το οποίο επί της ουσίας αποτρέπει επενδύσεις μικρής κλίμακας και προσφάτως την υγειονομική κρίση, η οικονομική ασφυξία είναι πλέον γεγονός ακόμα και για τους μέχρι πρότινος υγιείς επιχειρηματίες. Ο κλάδος οδηγείται σταθερά σε οικονομική κατάρρευση.
Στη δεύτερη φάση της πανδημίας το μοναδικό μέτρο που εξαγγέλθηκε και αφορά άμεσα τη ρευστότητα μιας επιχείρησης εστίασης, είναι η μη επιστροφή του 50% από την προκαταβολή που παρέχει το κράτος. Επί του πρακτέου όμως, αυτό σημαίνει, ότι μία Ομόρρυθμη Εταιρία με τρεις μετόχους και δύο υπαλλήλους, θα λάβει 4.000 euro. Εξ αυτών καλείται να επιστρέψει τα 2.000 euro και με τα υπόλοιπα 2.000 euro να πληρώσει τα πάγια έξοδα του καταστήματος και τριών νοικοκυριών. Είναι παράλειψη του κράτους να μην συνυπολογίζονται στην εξίσωση της επιστρεπτέας, τα μέλη των εταιριών που την απαρτίζουν ως φυσικά πρόσωπα, δεδομένου ότι δεν λαμβάνουν καμία άλλη αποζημίωση για τη δική τους αναγκαστική αναστολή εργασίας. Επί το πλείστον, οι επιχειρήσεις εστίασης έχουν εταιρική μορφή, επομένως οι μέτοχοι πρέπει να λάβουν και εκείνοι ως φυσικά πρόσωπα επιχορήγηση ειδικού σκοπού. Η αντιμετώπιση του επιχειρηματία από το κράτος, να γίνει τόσο ως νομικό αλλά και ως φυσικό πρόσωπο. Δεν κατοικοεδρεύει κάνεις στην επιχείρηση του.
Επιπρόσθετη ουσιαστική βοήθεια, είναι οι επιστρεπτέες προκαταβολές που δόθηκαν κατά τη διάρκεια της πρώτης αναγκαστικής αναστολής να είναι απαιτητό και σε αυτές το 50%. Μια απόφαση οι οποία χρειάζεται να εξαγγελθεί άμεσα διότι θα βοηθήσει τη διάχυση χρημάτων με μεγαλύτερο εύρος στις τοπικές αγορές. Χρήματα που ο επιχειρηματίας φοβάται αυτή την περίοδο να επενδύσει, ειδικά με το ρευστό τοπίο που επικρατεί για την επόμενη επιστρεπτέα.
Εφαρμόζοντας τα παραπάνω μέτρα, θα στηριχθούν και οι επιχειρήσεις που άνοιξαν το 2020. Ειδικά για εκείνες να υπάρξει μείωση στις ασφαλιστικές εισφορές τους, ώστε να αποφευχθεί δημιουργία χρεών, κάτι που είναι καταστρεπτικό για μια νεοσύστατη επιχείρηση. Αν συζητάμε ότι ζούμε σε κράτος πρόνοιας, να υπάρξει μέριμνα και για τις επιχειρήσεις που αναγκάστηκαν να κλείσουν φέτος.
Στη δομή της Ελληνικής οικονομίας, ο κλάδος της εστίασης αποτελεί σημαντικό ποσοστό και χρήζει ανάγκη για ουσιαστική στήριξη. Τόσο τα μέτρα της κεντρικής κυβέρνησης όσο και τα χρηματοδοτικά προγράμματα Περιφερειών για την εστίαση, πρέπει να απευθύνονται σε όσο το δυνατόν περισσότερες επιχειρήσεις, ωφέλιμα. Να μην αποκλείεται καμία επιχείρηση και κανένας άνθρωπος που επέλεξε να τολμήσει στον τόπο του. Η ελληνική οικονομική πολιτική εάν θέλει να κρατήσει όρθια την εστίαση πρέπει να επιβραβεύσει τους επιχειρηματίες που επιλέγουν να μη δημιουργούν οφειλές και να βοηθήσει στοχευμένα τις επιχειρήσεις με παθητικό ισοζύγιο.
* ο Γιώργος Λαμπρόπουλος ζει και εργάζεται στο Μεσολόγγι,
έχει διττή ιδιότητα αυτή του πολιτικού επιστήμονα και του επιχειρηματία.
agrinionews.gr