Το νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις είναι μία ακόμη περίπτωση, όπου μας βάζει να ζυγίσουμε δύο αναφαίρετα δημοκρατικά δικαιώματα που εκ των συνθηκών είναι αντικρουόμενα. Από τη μια το δικαίωμα κάποιου να διαμαρτυρηθεί, να διαδηλώσει και από την άλλη να δικαίωμα κάποιου να μετακινηθεί, να πάει στη δουλειά του, να υπάρχουν ανοικτοί δρόμοι για να έρθουν πελάτες στο κατάστημά του.
Αυτά τα δύο συγκρούονται, όταν οι διαδηλώσεις και οι διαμαρτυρίες κλείνουν βασικές οδικές αρτηρίες στο κέντρο της Αθήνας. Η έως τώρα εμπειρία έχει δείξει πως για τελευταίες δεκαετίες έχει γίνει από ορισμένους κατάχρηση του δικαιώματος να διαδηλώνουν. Να διαδηλώνουν «παραλύοντας» το κέντρο μιας πόλης και ταλαιπωρώντας χιλιάδες ανθρώπους που θέλουν να μετακινηθούν. Η κατάχρηση αυτή έγκειται και στο γεγονός ότι οι διαδηλωτές είναι ελάχιστοι μπροστά στη μάζα των πολιτών, που θέλουν να μετακινηθούν και να επωφεληθούν από την «κανονική» λειτουργία μιας πόλης.
Αν υπήρχε κοινή λογική σε αυτή τη χώρα το πρόβλημα θα είχε λυθεί προ πολλούς. Γιατί, αν κατεβούν 500.000 άτομα στο Σύνταγμα, τότε προφανώς υπάρχει λόγος σοβαρός που θα «παραλύσει» τη ζωή και της Αθήνας και της χώρας ολόκληρης και θα δικαιολογεί αυτή την «παράλυση». Όταν οι διαδηλώσεις γίνονται ως επί το πλείστον με 100 νοματαίους –επαγγελματίες διαδηλωτές- βαριά – βαριά 500, τότε οι διαδηλώσεις πρέπει να γίνονται στα πεζοδρόμια και στις πλατείες.
«Το δικαίωμα του ενός σταματά εκεί που ξεκινά το δικαίωμα του άλλου». Μόνο που οι επαγγελματίες διαδηλωτές –και δημοκράτες κατά τα άλλα- δεν αναγνωρίζουν κανένα δικαίωμα στους άλλους παρά μόνο στον εαυτό τους. «Το λαϊκό κίνημα δε θα μπει στο “γύψο”», με αυτό το πραγματοποίησε το ΚΚΕ διαδηλώσεις για το νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις. Ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών από τη μεριά του παρατηρεί ότι δημιουργούνται καθημερινά συνθήκες ασφυξίας και αδυναμίας λειτουργίας της πόλης και της αγοράς με 80 πορείες και συγκεντρώσεις τον Μάιο, που επαναλειτούργησε η αγορά και 53 από την 1η έως τις 26 Ιουνίου.
Με μέσο όρο κλειστό το κέντρο της Αθήνας περίπου 3 φορές ανά εργάσιμη ημέρα, θα είχε ενδιαφέρον να μαθαίναμε αν υπάρχει κάποια απάντηση από τους επαγγελματίες διαδηλωτές προς όσους εργάζονται στο κέντρο της Αθήνας.
Εντωμεταξύ επειδή δεν βρισκόμαστε στο 1950, θα πρέπει να μας απαντήσουν οι επαγγελματίες διαδηλωτές ποιος είναι ο σκοπός μιας διαδήλωσης. Για ποιο λόγο φτιάχνονται τα πλακάτ και τα πανό; Για την επικοινωνία των αιτημάτων δεν γίνονται όλα; Ε, αυτό εν έτει 2020 μπορεί να γίνει και με άλλους τρόπους. Δεν έχει κανένα νόημα σε αποκλεισμένους δρόμους να φωνάξουν κάποιοι με τις ντουντούκες. Μόνοι τους τα λένε, μόνοι τους τα ακούνε.
Η κυβέρνηση που πήρε την πρωτοβουλία για το νομοσχέδιο αυτό, θα μπορούσε να προτείνει δίνεται τηλεοπτικός χρόνος στη δημόσια τηλεόραση να βγουν εκεί και να επικοινωνήσουν τα αιτήματά τους οι διαδηλωτές. Θα έπρεπε κάτι τέτοιο να το είχαν ζητήσει οι ίδιοι οι επαγγελματίες διαδηλωτές, αν ήταν έξυπνοι…
Και δυστυχώς το νομοσχέδιο αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει και πολλά πράγματα, παρά τις υψηλές προσδοκίες του. Τα παραθυράκια για «αυθόρμητες» διαδηλώσεις χωρίς διοργανωτή, που θα είχε την αστική ευθύνη, δυστυχώς υπονομεύουν τις προθέσεις του νόμου. Όταν ένας νόμος χρησιμοποιεί το «εγκαίρως» αντί ενός σαφούς χρονικού προσδιορισμού, δεν μπορεί να είναι σοβαρός. Έτσι λέει, ο διοργανωτής πρέπει να ειδοποιεί τις Αρχές για την πραγματοποίηση της διαδήλωσης «εγκαίρως»… Βεβαίως το εγκαίρως μπορεί να είναι μισή ώρα πριν για το διαδηλωτή και 24ώρες για την Αστυνομία….
Δημήτρης Παπαδάκης – Εφημερίδα Συνείδηση
sinidisi.gr