Έχουμε γράψει και σε άλλα σημειώματα για το πόσο «δύσκολη» είναι η πραγματική οικονομία. Πριν λοιπόν να πανηγυρίσουμε για την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και πριν αναθεματίσουμε ως αναποτελεσματικά τα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης ας δούμε τα πραγματικά δεδομένα.
Τα πραγματικά δεδομένα λοιπόν είναι για παράδειγμα ότι το σύστημα «Εργάνη» του Υπουργείου Εργασίας καταγράφει μέσα στις 18 πρώτες ημέρες του Μαρτίου 40.000 χαμένες θέσεις εργασίας. Όταν τον αντίστοιχο μήνα του 2012, που η Ελλάδα ήταν με το ένα πόδι έξω από ευρώ οι χαμένες θέσεις εργασίας ήταν μόνο 7.500 ευρώ περίπου. Επίσης σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) που διενεργήθηκε για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδος, η οποία διεξήχθη μέχρι και τις 14 Μαρτίου οι απώλειες για τα ελληνικά ξενοδοχεία από τις μέχρι στιγμής ακυρώσεις δωματίων και συνεδρίων ανέρχονται σε 522 εκατ. ευρώ. Αυτού του ύψους οι απώλειες σε περίοδο που δεν είναι τουριστική και για μερικές εβδομάδες μόνο από την κρίση του κορονοϊού, πραγματικά τρομάζουν για το τι μπορεί να συμβεί στη συνέχεια. Όταν μάλιστα τα «πολεμικά» διαγγέλματα Μακρόν και Μέρκελ προειδοποιούν για τα χειρότερα τύπου Ιταλίας… η καταβύθιση του ελληνικού τουρισμού για φέτος μάλλον θα πρέπει να είναι δεδομένη.
Και εδώ είναι ένα από τα βασικά λάθη που έχουμε κάνει ως χώρα, να επενδύσουμε στον τουρισμό, κάτι που είναι εξ’ ορισμού αρκετά ευμετάβλητο. Ο τουρισμός αντιστοιχεί περίπου στο 20 με 30% του ελληνικού ΑΕΠ και μπορεί μέχρι χθες να θεωρούσαμε τον τουρισμό «βαριά βιομηχανία», όμως ο κορονοϊός μας διδάσκει ότι είναι «όπως φυσάει ο αέρας». Δυστυχώς από τα προηγούμενα χρόνια της κρίσης και γενικότερα από τη Μεταπολίτευση δεν διδαχθήκαμε πως είχαμε βαριά βιομηχανία και κρατικοποιώντας τη τη διαλύσαμε. Τη διαλύσαμε με τους διορισμούς δεκάδων χιλιάδων κομματικών πελατών και πρώην αφισοκολλητών. Η κρατική βαριά βιομηχανία αντί για πεδίο δημιουργία πλούτου έγινε πεδίο επαναστατικής γυμναστικής εργατοπατέρων μέχρι αυτοί να φορέσουν το υπουργικό κοστούμι.
Σε καμία περίπτωση δεν υποβαθμίζουμε τη σοβαρότατη σημασία της συμμετοχής του τουρισμού στην αλυσίδα της προσπάθειας για την οικονομική μας ανάκαμψη, όμως ο χαρακτηρισμός του τουρισμού ως βαριά βιομηχανία είναι φαιδρός και έχει επικίνδυνα αποτελέσματα.
Ας επανέλθουμε όμως στο σήμερα. Σήμερα, λοιπόν, φαίνεται ότι με αφορμή τον κορονοϊό, οδεύουμε σε μια πανευρωπαϊκή και παγκόσμια κρίση. Μια κρίση που αργά ή γρήγορα θα έρχονταν καθώς σύμφωνα με τους περισσότερους οικονομικούς αναλυτές ο ανοδικός κύκλος της παγκόσμιας οικονομίας που ξεκίνησε μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 είχε παραταθεί αρκετά μέσω των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης των κεντρικών τραπεζών και την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων.
Αυτή η κρίση που γεννιέται έρχεται για την Ελλάδα στη χειρότερη στιγμή, στη στιγμή που πήγαινε να σηκώσει κεφάλι. Αυτή τη φορά όμως δεν θα πρέπει ως κοινωνία και πολιτικό σύστημα να επαναλάβουμε τα λάθη της δεκαετούς κρίσης, που μόλις ολοκληρώθηκε. Αυτή τη φορά δεν θα πρέπει να αφήσουμε την τύχη της χώρας στους δανειστές και τις υποδείξεις τους, που υπάκουαν περισσότερο σε πολιτικές σκοπιμότητες και δεν ανταποκρίνονταν στα πραγματικά προβλήματα της χώρας. Για να βλέπουμε και την αισιόδοξη πλευρά των πραγμάτων αυτή τη φορά, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, η παρούσα Κυβέρνηση μοιάζει αρκετά συνειδητοποιημένη. Αρκεί να μην επαναπαυτεί στο «μπαζούκας» της ρευστότητας που ενεργοποιεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Το «μπαζούκας» μπορεί να είναι αποτελεσματικό για την Γερμανία, την Ισπανία ή την Ιταλία. Η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού τις προηγούμενες ημέρες εξάλλου έδειξε ότι η Ελλάδα παραμένει ο αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης και αυτό όχι για λόγους ρευστότητας. Η Ελλάδα όμως χρειάζεται κάτι περισσότερο από χρήματα. Χρειάζεται βούληση για πραγματικές τομές!
Δημήτρης Παπαδάκης Εφημερίδα Συνείδηση
sinidisi.gr