Η κλιματική αλλαγή έχει σημαντικό αντίκτυπο στο έδαφος, ενώ οι αλλαγές στη χρήση της γης και στο έδαφος μπορούν είτε να επιταχύνουν είτε να επιβραδύνουν την κλιματική αλλαγή.
- Χωρίς υγιέστερα εδάφη και βιώσιμη διαχείριση της γης και του εδάφους, δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κλιματική κρίση, να παράγουμε αρκετά τρόφιμα και να προσαρμοστούμε στο μεταβαλλόμενο κλίμα.
Η απάντηση ενδεχομένως να βρίσκεται στη διατήρηση και την αποκατάσταση βασικών οικοσυστημάτων, καθώς και στο να επιτρέπουμε στη φύση να δεσμεύει άνθρακα από την ατμόσφαιρα.
Πρόσφατα, ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) δημοσίευσε χάρτη, ο οποίος δείχνει ότι τα πρώτα 30 εκατοστά του παγκόσμιου εδάφους περιέχουν περίπου τη διπλάσια ποσότητα άνθρακα απ’ ό,τι το σύνολο του ατμοσφαιρικού αέρα. Μετά τους ωκεανούς, το έδαφος είναι η δεύτερη μεγαλύτερη φυσική καταβόθρα άνθρακα, υπερέχοντας των δασών και των λοιπών ειδών βλάστησης όσον αφορά την ικανότητά του να δεσμεύει διοξείδιο του άνθρακα από τον αέρα. Αυτά τα δεδομένα μας υπενθυμίζουν πόσο μεγάλη σημασία έχουν τα υγιή εδάφη, όχι μόνο για την παραγωγή τροφίμων μας, αλλά και για τις προσπάθειές μας να αποτρέψουμε τις χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει το έδαφος
Οι ερευνητές μπορούν ήδη να διαπιστώσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής παγκοσμίως και στο ευρωπαϊκό έδαφος. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση του ΕΟΠ με τίτλο Climate change, impacts and vulnerability in Europe (Κλιματική αλλαγή, επιπτώσεις και ευπάθεια στην Ευρώπη), η υγρασία του εδάφους έχει μειωθεί σημαντικά στην περιοχή της Μεσογείου και έχει αυξηθεί σε μέρη της βόρειας Ευρώπης από τη δεκαετία του 1950. Η έκθεση προβλέπει ανάλογες επιπτώσεις για τις προσεχείς δεκαετίες, δεδομένου ότι η άνοδος των μέσων θερμοκρασιών συνεχίζεται και τα πρότυπα βροχόπτωσης μεταβάλλονται.
Η συνεχής μείωση της υγρασίας του εδάφους μπορεί να εντείνει την ανάγκη άρδευσης στη γεωργία και να οδηγήσει σε μικρότερες σοδειές, ακόμη και σε ερημοποίηση, με πιθανώς δραματικές επιπτώσεις στην παραγωγή τροφίμων. Συνολικά13 κράτη μέλη της ΕΕ έχουν δηλώσει ότι πλήττονται από το φαινόμενο της ερημοποίησης. Παρά την αναγνώριση αυτή, σε πρόσφατη έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου συνάγεται το συμπέρασμα ότι η Ευρώπη δεν έχει σαφή εικόνα των προκλήσεων που συνδέονται με την ερημοποίηση και την υποβάθμιση της γης, καθώς και ότι οι ενέργειες που έχουν αναληφθεί για την καταπολέμηση της ερημοποίησης στερούνται συνοχής.
Οι μεταβολές στις εποχικές θερμοκρασίες μπορούν επίσης να μεταβάλουν τους ετήσιους κύκλους των φυτών και των ζώων, οδηγώντας σε μικρότερες σοδειές. Για παράδειγμα, η άνοιξη μπορεί να έρχεται νωρίτερα και τα δέντρα μπορεί να ανθίζουν προτού οι επικονιαστές γονιμοποιήσουν τα άνθη τους μεταφέροντας τη γύρη. Με την αναμενόμενη αύξηση του πληθυσμού, η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων πρέπει να αυξηθεί και όχι να μειωθεί. Η ανάγκη για αύξηση της παραγωγής συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τη διατήρηση του εδάφους σε υγιή κατάσταση και τη βιώσιμη διαχείριση των γεωργικών εκτάσεων. Παράλληλα, υπάρχει αυξανόμενη ζήτηση για βιοκαύσιμα και άλλα προϊόντα με βάση φυτά λόγω της επείγουσας ανάγκης για αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων και αποτροπή των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Επίσης, στην έκθεση του ΕΟΠ σχετικά με τις επιπτώσεις και την ευπάθεια επισημαίνονται και άλλες επιπτώσεις στο έδαφος που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, συμπεριλαμβανομένης της διάβρωσης, η οποία μπορεί να επιταχυνθεί από ακραία κλιματικά φαινόμενα, όπως έντονη βροχόπτωση, ξηρασία, κύματα καύσωνα και καταιγίδες. Πέραν του ότι προκαλεί την απώλεια εκτάσεων γης, η άνοδος της στάθμης των θαλάσσιων υδάτων ενδέχεται να επιφέρει μεταβολές στο έδαφος σε παράκτιες περιοχές ή να μεταφέρει ρύπους, μεταξύ άλλων και αλάτι, από τη θάλασσα. Όσον αφορά τη χρήση της γης, η κλιματική αλλαγή ενδέχεται να αχρηστεύσει ή να καταστήσει λιγότερο παραγωγικές ορισμένες γεωργικές εκτάσεις, κυρίως στον νότο, ενώ είναι πιθανό να δημιουργήσει νέες δυνατότητες σε βορειότερες περιοχές. Στον τομέα της δασοκομίας, η μείωση οικονομικώς πολύτιμων ειδών δένδρων ενδέχεται να επιφέρει μείωση της αξίας της δασικής γης στην Ευρώπη κατά 14 έως 50 % έως το 2100. Σε πρόσφατη έκθεση του ΕΟΠ σχετικά με την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και τη γεωργία επισημαίνεται ότι οι συνολικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα μπορούσαν να επιφέρουν σημαντική απώλεια για τον ευρωπαϊκό γεωργικό τομέα: απώλεια έως και 16 % στα γεωργικά εισοδήματα στην ΕΕ έως το 2050, με μεγάλες αποκλίσεις ανά περιοχή.
Ωστόσο, η μεγαλύτερη ίσως ανησυχία που προκαλεί η κλιματική αλλαγή και η οποία σχετίζεται με το έδαφος είναι το διοξείδιο του άνθρακα και το μεθάνιο που αποθηκεύονται στα μόνιμα παγωμένα εδάφη στην αρκτική περιοχή, κυρίως στη Σιβηρία. Με την άνοδο των παγκόσμιων θερμοκρασιών, τα μόνιμα παγωμένα εδάφη λιώνουν. Αυτή η απόψυξη έχει ως αποτέλεσμα την αποσύνθεση της οργανικής ύλης που είναι παγιδευμένη στο μόνιμα παγωμένο έδαφος, η οποία μπορεί να οδηγήσει στην απελευθέρωση τεράστιων ποσοτήτων αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, που με τη σειρά της θα μπορούσε να προκαλέσει την επιτάχυνση της υπερθέρμανσης του πλανήτη πέραν του ανθρώπινου ελέγχου.
Αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης με τη βοήθεια του εδάφους
Τον Απρίλιο του 2019, μια ομάδα επιφανών επιστημόνων και ακτιβιστών απηύθυναν έκκληση για «προστασία, αποκατάσταση και επαναδημιουργία δασών, τυρφώνων, μανγκρόβιας βλάστησης, ελών, φυσικών θαλάσσιων πυθμένων και άλλων κρίσιμης σημασίας οικοσυστημάτων», ώστε να επιτρέψουμε στη φύση να αφαιρέσει το διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και να το αποθηκεύσει. Η αποκατάσταση οικοσυστημάτων θα είχε επίσης θετικό αντίκτυπο στη βιοποικιλότητα και θα ενίσχυε ένα ευρύ φάσμα οικοσυστημικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων του καθαρισμού του αέρα και του νερού και της παροχής ευχάριστων χώρων αναψυχής στους ανθρώπους.
Σύμφωνα με αξιολόγηση των υφιστάμενων πληροφοριών σχετικά με τις αλληλοσυσχετίσεις μεταξύ εδάφους και κλιματικής αλλαγής [Climsoil report (Έκθεση σχετικά με την κλιματική αλλαγή και το έδαφος)], στο έδαφος της ΕΕ είναι αποθηκευμένοι περίπου 75 δισεκατομμύρια τόνοι οργανικού άνθρακα. Περίπου το ήμισυ αυτών των αποθεμάτων εδάφους βρίσκονται στη Σουηδία, στη Φινλανδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεδομένου ότι αυτές οι χώρες έχουν περισσότερα δασικά εδάφη, και ειδικότερα υγρά οργανικά εδάφη, όπως τύρφη, σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη. Για να δώσουμε ένα μέτρο σύγκρισης, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του ΕΟΠ, οι συνολικές εκπομπές CO2 της ΕΕ το 2017 ήταν περίπου 4,5 δισεκατομμύρια τόνοι.
Η περιεκτικότητα των εδαφών της ΕΕ σε οργανικό άνθρακα ενδέχεται να αυξηθεί σταδιακά, ωστόσο οι εκτιμήσεις σχετικά με τον ρυθμό αυτής της αλλαγής είναι εξαιρετικά αβέβαιες. Συν τοις άλλοις, το απόθεμα οργανικού άνθρακα μεταβάλλεται διαρκώς, δεδομένου ότι τα φυτά δεσμεύουν διοξείδιο του άνθρακα από τον αέρα προτού αποσυνθέσουν και απελευθερώσουν τα αέρια πίσω στην ατμόσφαιρα. Έκθεση της διακυβερνητικής επιτροπής για την κλιματική αλλαγή (IPCC) επιβεβαιώνει ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από όλους τους τομείς —συμπεριλαμβανομένων της γης και των τροφίμων— πρέπει να μειωθούν προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της διατήρησης της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε επίπεδο αρκετά χαμηλότερο από 2 βαθμούς Κελσίου.
Παρά την αβεβαιότητα, η αποκατάσταση οικοσυστημάτων και η βελτίωση της ποιότητας του εδάφους θα μπορούσε να αποτελέσει ιδιαίτερα αποδοτικό από οικονομική άποψη μέτρο όσον αφορά τη δράση για το κλίμα με τριπλό αντίκτυπο. Πρώτον, με την καλλιέργεια φυτών απομακρύνεται διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), η αποκατάσταση εδαφών που είναι επί του παρόντος υποβαθμισμένα θα μπορούσε να επιφέρει απομάκρυνση έως και 63 δισεκατομμυρίων τόνων άνθρακα, η οποία θα μπορούσε να αντισταθμίσει ένα μικρό αλλά σημαντικό ποσοστό των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Δεύτερον, τα υγιή εδάφη διατηρούν τον άνθρακα υπογείως. Τρίτον, πολλές φυσικές και ημιφυσικές περιοχές λειτουργούν ως ισχυροί μηχανισμοί άμυνας έναντι των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Τα παραδείγματα οφελών είναι πολλά. Για παράδειγμα, οι περιοχές δίπλα σε ποταμούς (παρόχθιες ζώνες) και οι χώροι πρασίνου σε πόλεις λειτουργούν ως μια οικονομικά αποδοτική ασπίδα προστασίας έναντι πλημμυρών και κυμάτων καύσωνα. Η υγιής γη και το υγιές έδαφος μπορούν να απορροφούν και να αποθηκεύουν περίσσεια νερού και να περιορίζουν τις πλημμύρες. Τα πάρκα και άλλες φυσικές περιοχές σε πόλεις μπορούν επίσης να συμβάλουν στην πτώση της θερμοκρασίας κατά τη διάρκεια κυμάτων καύσωνα, εν μέρει χάρη στο νερό που περιέχεται στο έδαφός τους. Κατά τη διάρκεια ξηρών περιόδων, τα υγιή οικοσυστήματα μπορούν να απελευθερώνουν αργά το νερό που έχουν αποθηκεύσει υπογείως, μετριάζοντας τις χειρότερες επιπτώσεις των ξηρασιών.
Δέσμευση του άνθρακα στον αέρα
Υπάρχουν επίσης διάφορες μέθοδοι για την ενίσχυση της ικανότητας της γης να δεσμεύει διοξείδιο του άνθρακα από τον αέρα. Στο πλαίσιο πρόσφατου ευρωπαϊκού ερευνητικού έργου (μελέτη Caprese) διαπιστώθηκε ότι η μετατροπή αρόσιμης γης σε λειμώνες είναι ο ταχύτερος τρόπος αύξησης της ποσότητας άνθρακα στο έδαφος. Όσον αφορά την αρόσιμη γη, η χρήση καλλιεργειών εδαφοκάλυψης —φυτών όπως το τριφύλλι που καλλιεργούνται μεταξύ της συγκομιδής και της επόμενης σποράς, κυρίως για να αυξηθεί η γονιμότητα του εδάφους και να αποφευχθεί η διάβρωση— ήταν ο πιο αποτελεσματικός τρόπος αύξησης των αποθεμάτων άνθρακα στο έδαφος.
Αντιθέτως, οι αποφάσεις για διαφορετική χρήση της γης μπορούν επίσης να επιφέρουν αλλαγές σε εκτάσεις, καθιστώντας τες πηγές εκπομπών. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η αποστράγγιση τυρφώνων, η καύση τύρφης από έλη για σκοπούς θέρμανσης και το όργωμα λειμώνων και καλλιεργήσιμων εκτάσεων, ενέργειες κατά τις οποίες απελευθερώνεται ο άνθρακας που είχε αποθηκευτεί προηγουμένως. Όσον αφορά τα δάση, η δυναμική είναι η ίδια, αλλά σε διαφορετική χρονική κλίμακα. Όπως και το έδαφος, τα δάση είναι τόσο αποθήκες άνθρακα όσο και καταβόθρες άνθρακα, γεγονός που σημαίνει ότι όχι μόνο αποθηκεύουν αλλά και δεσμεύουν άνθρακα από τον αέρα. Σε πολλές περιπτώσεις, τα νέα δάση που αναπτύσσονται δεσμεύουν άνθρακα πιο γρήγορα σε σχέση με τα δάση μεγάλης ηλικίας, ωστόσο η συγκομιδή σε δάση μεγάλης ηλικίας έχει ως αποτέλεσμα την αφαίρεση του αποθέματος άνθρακα από το δάσος. Ανάλογα με το πώς χρησιμοποιείται το ξύλο, ο άνθρακας μπορεί να απελευθερώνεται ταχύτερα, όπως όταν γίνεται καύση του ξύλου για σκοπούς θέρμανσης, ή πολύ αργότερα, όταν το ξύλο χρησιμοποιείται για την κατασκευή κατοικιών, για παράδειγμα.
Τα υγιέστερα εδάφη και χερσαία οικοσυστήματα θα μπορούσαν να δεσμεύουν και να αποθηκεύουν περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα απ’ ό,τι σήμερα. Οι χώροι πρασίνου και οι φυσικές περιοχές θα μπορούσαν επίσης να βοηθήσουν τους ανθρώπους και τη φύση να προσαρμοστούν στις αναπόφευκτες αλλαγές του κλίματός μας. Το έδαφος από μόνο του δεν μπορεί να αναστρέψει την κλιματική αλλαγή, αλλά πρέπει να συνυπολογιστεί ως παράγοντας και θα μπορούσε να αποτελέσει ισχυρό εταίρο στις προσπάθειές μας.
Η δράση της ΕΕ και οι εργασίες του ΕΟΠ για το έδαφος και την κλιματική αλλαγή
Στο πλαίσιο της θεματικής στρατηγικής της ΕΕ για την προστασία του εδάφους και της έκθεσης υλοποίησής της τονίζεται η σημασία του υγιούς εδάφους τόσο στον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής όσο και στην προσαρμογή σε αυτήν. Στη συμφωνία του Παρισιού επισημαίνεται ο κρίσιμης σημασίας ρόλος του τομέα της χρήσης της γης στη δράση για το κλίμα.
Σε συνέχεια της συμφωνίας του Παρισιού, ένας νέος κανονισμός της ΕΕ σχετικά με τη χρήση της γης, την αλλαγή της χρήσης της γης και τη δασοκομία απαιτεί κατ’ ελάχιστον από τα κράτη μέλη να αντισταθμίσουν πλήρως τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου του τομέα από το 2021 έως το 2030.
Η εφαρμογή του νέου κανονισμού απαιτεί την υποβολή εκθέσεων και την παρακολούθηση, τις οποίες ο ΕΟΠ θα στηρίξει. Ο ΕΟΠ συνεχίζει επίσης να αναπτύσσει γνώσεις σχετικά με τα περιβαλλοντικά ζητήματα που συνδέονται με τη χρήση της γης και τη δασοκομία και τις σχετικές πρακτικές διαχείρισης της γης, μεταξύ άλλων μέσω της χρήσης δεδομένων γεωσκόπησης από την υπηρεσία παρακολούθησης ξηράς του Copernicus. Μεγάλος αριθμός των αξιολογήσεων, των δεικτών και των δεδομένων του ΕΟΠ σχετικά με το έδαφος, τη γη, τα οικοσυστήματα, τη γεωργία, τη δασοκομία, τις πράσινες υποδομές και άλλα ζητήματα συνδέονται επίσης στενά με την κλιματική αλλαγή.
Το έλλειμμα γνώσης παραμένει μεγάλο. Ωστόσο, όσο καλύτερα κατανοούμε τις δυναμικές που αναπτύσσονται μεταξύ του εδάφους, της γης και του κλίματος, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχουμε να σχεδιάσουμε και να υλοποιήσουμε βιώσιμες λύσεις.