Μαρτυρία της εγγονής της Αγγελικής (Κικής) Γεωργίου – Καντζούρου
Μια γυναίκα πολύ δραστήρια και πάντα πρόθυμη να βοηθήσει τους συνανθρώπους της όπου χρειαζόταν, μια γυναίκα με ανεκτίμητη κοινωνική προσφορά σε δύσκολα χρόνια για την επαρχία, η Μαρία (Μαρίνα) Γεωργίου πιο γνωστή ως «βάβω Μαρίνα», ήταν η τελευταία πρακτική μαμή του χωριού μας.
Η Μαρία (Μαρίνα) συζ. Δημ. Γεωργίου, το γένος Γεωργίου Μπανιώτη (1884-1962), η «βάβω Μαρίνα», όπως την αποκαλούσαν πολλοί συγχωριανοί μας, πρακτική μαμή (μαία), εξακολουθούσε να κάνει με απόλυτη επιτυχία αυτό που ήξερε καλά και έκανε από τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Βοηθούσε για περισσότερο από 50 χρόνια τις Καλυβιώτισσες να «ξεγεννήσουν», ενώ δεν αρνούνταν να πάει και σε διπλανά χωριά.
Παντρεύτηκε τον Δημήτρη Γεωργίου, ηπειρώτη στην καταγωγή, που ήταν φούρναρης στο επάγγελμα και εργάζονταν στο φούρνο του Αναγνωστόπουλου. Τα παιδιά τους, ήταν η Αλεξάνδρα, ο Γιώργος, ο Παύλος, ο Χαράλαμπος και ο Μιλτιάδης.
Φτωχικά τα χρόνια εκείνα, για να ζήσει η οικογένειά τους καλλιεργούσαν πατάτες, στάρια, καλαμπόκια και εξέτρεφαν κότες και πρόβατα.
Οι πρακτικές μαίες (μαμές) ήταν οι γυναίκες που αναλάμβαναν να ξεγεννήσουν τις εγκύους. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, οι μαμές εκπαιδεύονταν συνήθως από κάποια ηλικιωμένη (συχνά συγγενή) προκάτοχο στο επάγγελμα, που αναλάμβανε να μυήσει τις διαδόχους της. Λίγες πρακτικές και «μυστικά» των συγκεκριμένων γυναικών έχουν διασωθεί.
Η μεταφορά των ετοιμόγεννων γυναικών από τα Καλύβια στις μαιευτικές κλινικές της πόλης του Αγρινίου ήταν μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Τα λεπτά ήταν κρίσιμα από την στιγμή που άρχιζαν οι πόνοι της γέννας ή στην περίπτωση που «έσπαζαν τα νερά» της ετοιμόγεννης και ήταν καθοριστικά τόσο για την ζωή της εγκυμονούσης όσο και για το νεογέννητο μωρό.
Έτσι, η βάβω Μαρίνα σαν πρακτική μαία αναλάμβανε να βοηθήσει τις γυναίκες του χωριού για να φέρουν στον κόσμο με ασφάλεια τα νεογέννητα.
Η βάβω Μαρίνα, όπου κι αν ήταν ή ότι κι αν έκανε, έτρεχε να βοηθήσει την ετοιμόγεννη κι ανήμπορη γυναίκα, όταν έφτανε η στιγμή να ξεγεννήσει. Την ξάπλωνε στο δωμάτιο του σπιτιού κι αν το σπίτι ήταν ένα δωμάτιο, στην άκρη του σπιτιού ετοίμαζε με 2 σεντόνια το χώρισμα. Εκεί, αν ήταν και νύχτα, συνέπασχαν όλοι μαζί. Κανείς δεν κοιμότανε. Ήταν όλοι στο ¨πόδι¨... Ο ένας να ανάψει τη φωτιά, ο άλλος την λάμπα, ο άλλος να ετοιμάσει τα ζωντανά κι ο άλλος να ετοιμάσει το φαγητό. Σωστός συναγερμός.
Παρακολουθούσε και βοηθούσε ψυχολογικά την γυναίκα που θα γένναγε. Της άλλαζε στάσεις, της έσπρωχνε την κοιλιά και τέλος, μόλις άρχιζε να φαίνεται το παιδί, με χίλιες δυο προφυλάξεις, το τράβαγε σιγά-σιγά για να το βγάλει στο φως της ζωής.
Όταν έκοβε τον ομφάλιο λώρο, τον έδενε κόμπο ή με σχοινί, και τον αποστείρωνε. Έβγαζε το μωρό και το σήκωνε ψηλά. Του καθάριζε τη μύτη και το φύσαγε να πάρει την πρώτη αναπνοή…
Τα μωρά που γεννιόντουσαν, στις τρεις μέρες πήγαινε και τους έκανε μπάνιο, για να πέσει ο αφαλός, όπως λέγανε… Αν ήταν αγόρια, όταν το μπανιάριζε τους έδινε στο χεράκι τους ένα μεγάλο κλειδί για να παίζουν και να είναι καλότυχα στη ζωή τους. Ο άντρας ήταν εκείνα τα χρόνια ο ¨αρχηγός¨ του σπιτιού και της φαμίλιας.
Χαρακτηριστικά θυμάται η κυρία Αγγελική, ότι όταν γεννιούνταν κορίτσι ένοιωθε κάτι σαν αγανάκτηση και οίκτο μαζί και όπως εξομολογήθηκε κάποτε στον εγγονό της Δημήτρη γιατί αντιδρούσε έτσι αφού αγαπούσε όλα τα μωρά αρσενικά και θηλυκά, του αποκρίθηκε ότι, τα θηλυκά πρόκειται να αντιμετωπίσουν πολλές δυσκολίες στη ζωή τους (ήταν άλλωστε δύσκολη η θέση της γυναίκας τα χρόνια εκείνα) και κατά κάποιο τρόπο η μοίρα τους ήταν προδιαγεγραμμένη στην κοινωνία…
Η βάβω Μαρίνα όμως, περιέθαλψε πολλούς κατοίκους της περιοχής όταν πάθαιναν κατάγματα στα χέρια, ή στα πόδια, όταν από την ψώρα που μάστιζε τον πληθυσμό γέμιζε με πληγές και σπυριά το κεφάλι και το σώμα, αλλά και σε περιπτώσεις εγκαυμάτων με πολύ επιμέλεια και περίσσεια φροντίδα η θαρραλέα γυναίκα, γνώριζε πώς να αντιμετωπίσει αυτές τις καταστάσεις.
Να και μερικές πρακτικές φαρμακευτικές ¨συνταγές¨ που χρησιμοποιούσε η βάβω Μαρίνα:
- Ανακόλι: Μείγμα από ασπράδι αυγών, σαπούνι, ούζο και λίγο αλεύρι, το ανακάτευε για να γίνει χυλός και το άπλωνε σε ένα πανί και το τοποθετούσε γύρο από τα σπασμένο οστό, ενώ εξωτερικά χρησιμοποιούσε σαν νάρθηκα σανιδάκια.
- Ψωροφύτι (δερματική ασθένεια του κεφαλιού): Έβαζε από βραδύς σε νερό τα πίτουρα για να μουλιάσουν και το πρωί έλουζε το κεφάλι με το μείγμα αυτό στις πληγές και στα σπυριά από την ψώρα. Στη συνέχεια έφτιαχνε κηραλοιφή από κερί μέλισσας, λάδι και φύλλα φρουξυλιάς και για να μην κολλάει το πανί, έπαιρνε πρώτα ένα φύλλο καμπρολάχανο, (μάπα) και το τοποθετούσε σαν μαντήλι στο κεφάλι.
Επίσης, στην κόρη της Αλεξάνδρα ή¨ Μητέρα¨, όπως την αποκαλούσαν οι παλιοί καλυβιώτες μετέδωσε τα ¨μυστικά¨ για την συλλογή των βοτάνων και την κατασκευή των γιατρικών, αλλά και τις τεχνικές που χρησιμοποιούσε για τα σπασίματα και τα εγκαύματα η οποία με τη σειρά της τα χρησιμοποίησε για να βοηθήσει τους συγχωριανούς της.
Για το μικρόβιο του τριχοφάγου της κεφαλής, η Αλεξάνδρα έμαθε για τα βότανα και το πώς να χαρακώνει σημεία του τριχωτού και να βάζει το υγρό μείγμα στα προσβληθέντα σημεία της κεφαλής από μια κουμπάρα της από την Παραμυθιά Θεσπρωτίας!
Η βάβω Μαρίνα ήταν ήσυχη γυναίκα, θεοσεβούμενη, ποτέ δεν έπαιρνε χρήματα από κανέναν και ήταν ντόμπρα στα λόγια της, αυτό που ήθελε να πει θα το έλεγε ευθέως στον άλλον…
Όλοι οι χωριανοί την είχαν σε βαθιά εκτίμηση και την αγαπούσαν τη Βάβω Μαρίνα ενώ την ευγνωμονούσαν για όλα τα καλά που τους προσέφερε…
Ήταν μια απλή και αγράμματη γυναίκα και ποτέ δεν αρνήθηκε την βοήθειά της σε όποιον τη ζητούσε. Δύσκολη ζωή με στερήσεις, πείνα, πολέμους , θανατικά, μα κάθε φορά που έφερνε στον κόσμο μια ζωή την θυμάμαι να γαληνεύει. Ας είναι καλά και να περνά καλά εκεί που είναι γιατί της αξίζει!»
Υ.Σ. Θα προτείναμε προς την Τ.Κ. Καλυβίων και κατ΄επέκταση προς τον Δήμο Αγρινίου, να δουν θετικά και να αξιολογήσουν οι αρμόδιοι την πρόταση που καταθέτουμε προς όλους, ώστε να δοθεί το όνομα της Μαρίας (Μαρίνας) Γεωργίου σε έναν δρόμο του χωριού μας, σαν ελάχιστο φόρο τιμής σε μια γυναίκα που βοήθησε σημαντικά τους συνανθρώπους της και την τοπική κοινωνία.
Κείμενο – έρευνα: Γιώργος Αν. Πανταζόπουλος
Ευχαριστούμε πολύ την κα Αγγελική (Κική) Γεωργίου – Καντζούρου
Πληροφορίες από το βιβλίο: Καλύβια: «Ιχνηλατώντας τον Καναδά»του Γιάννη Διονυσάτου
kalyvia.gr