Άρθρο παρέμβαση του Θωμά Κουτσουπιά ενόψει της επίσκεψης του πρωθυπουργού για το συνέδριο «παραγωγικής ανασυγκρότησης» στη Δυτική Ελλάδα.
Για να αποκτήσει ουσιαστικό περιεχόμενο η φράση, κατ’ επέκτασιν και το επικείμενο συνέδριο για την παραγωγική ανασυγκρότηση, που έχει προγραμματιστεί για τις 31 Οκτωβρίου στην Πάτρα, θα πρέπει, σε ότι αφορά τον πρωτογενή τομέα τουλάχιστον, να δούμε στις πραγματικές τους διαστάσεις μια σειρά από ζητήματα, που, δυστυχώς, αναμασάμε και ανακυκλώνουμε επί πολλά χρόνια, χωρίς, όμως, να κάνουμε τα αναγκαία εκείνα βήματα που θα μας επιτρέψουν να περάσουμε από τη θεωρία στην πράξη.
Βασική προϋπόθεση είναι η κατανόηση των νέων συνθηκών και η διάθεση εργασίας στο σύγχρονο πλαίσιο, χωρίς δογματισμούς και αγκυλώσεις. Το αν θα κάνουμε, λοιπόν, το επόμενο βήμα ή αν θα συνεχίσουμε να ανακυκλώνουμε τη συνήθη μιζέρια, εξαρτάται αποκλειστικά από όλους εμάς. Δεν υπάρχει πλέον η πολυτέλεια για θεωρητικές, ούτε για μικροκομματικές προσεγγίσεις. Πρέπει να δούμε τα πραγματικά προβλήματα, τις προκλήσεις, τα περιθώρια ελιγμού σε ένα άκρως ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον, όπως αυτό της αγροτικής οικονομίας. Και να συν-εργαστούμε για όλα όσα χωρίς καθυστέρηση πρέπει να γίνουν.
Το χρεοκοπημένο μοντέλο που επί πολλά χρόνια χαρακτήρισε την αγροτική οικονομία, πρέπει επιτέλους να μείνει στο περιθώριο. Πολιτικές που έχουν αποτύχει παταγωδώς και πρακτικές που, όχι μόνον δεν έλυσαν προβλήματα, αλλά προσέθεσαν περισσότερα, πρέπει οριστικά να εκλείψουν.
Οι άνευ αντικρίσματος εξαγγελίες και τα συνέδρια, που το μόνο που προσφέρουν είναι επικοινωνιακά οφέλη στους διοργανωτές, δεν έχουν απολύτως κανένα νόημα, αν δεν συνοδεύονται από την εφαρμογή στην πράξη συγκεκριμένων πολιτικών.
Δεν λέω ότι είναι κακό να ακούσει η κυβέρνηση τις απόψεις τις αγωνίες, τους προβληματισμούς και τις προτάσεις των παραγωγικών τάξεων. Αντιθέτως. Θεωρώ ότι η πρωτοβουλία για την ανά περιφέρεια διοργάνωση τέτοιων συνεδρίων μπορεί να αποτελέσει το εφαλτήριο, αρκεί, όμως, να ακούσει πράγματι η κυβέρνηση όσα οι φορείς έχουν να μεταφέρουν.
Και να δει την ουσία: Ο διεκπεραιωτικός χαρακτήρας των υπηρεσιών που αναφέρονται στον αγροτοκτηνοτροφικό κόσμο και η αδρανοποίηση κάθε μηχανισμού υποστήριξης της τοπικής παραγωγής, αποτελούν ορισμένα μόνο ενδεικτικά παραδείγματα στρεβλών αντιλήψεων και επιλογών, από τις οποίες πρέπει οριστικά να απαλλαγούμε. Οι έχοντες λόγο και ρόλο στα της αγροτικής ανάπτυξης και οικονομίας, οφείλουν να αποκτήσουν πρώτα το στοιχείο της αυτογνωσίας. Τι, δηλαδή, μπορούν να κάνουν, αφού κατανοήσουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χώρας, αλλά και της κάθε περιοχής ξεχωριστά, Και ταυτόχρονα τον τρόπο διασύνδεσης αυτών των γνωρισμάτων.
Προσωπικά έχω από ετών μιλήσει για την ανάγκη σύστασης ανά Περιφέρεια ενός Ειδικού Οργανισμού Γεωργικής και Κτηνοτροφικής Ανάπτυξης, ως το απαραίτητο εκείνο βήμα που θα επιτρέψει την υλοποίηση πολιτικών προς όφελος της εθνικής αγροκτηνοτροφικής παραγωγής, αλλά και της κάθε τοπικής αγροτικής οικονομίας. Απαραίτητη προϋπόθεση η στελέχωση του Οργανισμού με εξειδικευμένο προσωπικό, που θα σχεδιάζει και θα κατευθύνει τους παραγωγούς στις ανταγωνιστικές καλλιέργειες, τα δε προϊόντα τους στις αγορές. Σε συνεργασία πάντα με τους φορείς και κυρίως με τους Συνεταιρισμούς, που είναι σε θέση να υποδείξουν πρακτικά μέτρα για την αύξηση της προστιθέμενης αξίας των παραγόμενων προϊόντων και την ταυτόχρονη μείωση του κόστους παραγωγής.
Τέτοιοι Οργανισμοί θα μπορούσαν να επεξεργαστούν τοπικά προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης, υποστηρίζοντας ουσιαστικά την παραγωγή και συμβάλλοντας στην κάλυψη των τοπικών διατροφικών αναγκών. Παράλληλα, θα μπορούσαν να αναδείξουν τον διατροφικό μας πολιτισμό, σε συνδυασμό με το φυσικό πλούτο της περιοχής, τον οποίο και οφείλουν να προστατεύσουν, υπερασπιζόμενοι το περιβάλλον και διασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα των καλλιεργειών. Αντικείμενό τους θα πρέπει να είναι ακόμη η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση κάθε παρεχόμενου χρηματοδοτικού εργαλείου, διεκδικώντας πρόσθετους πόρους από εθνικά και ευρωπαϊκά προγράμματα. Να συμμετάσχουν σε επενδύσεις, να συντονίσουν υπηρεσίες, να σχεδιάσουν τοπικές πολιτικές, που στο άθροισμά τους θα συνθέσουν, επιτέλους, αυτό που δεκαετίες τώρα απουσιάζει απ' τη χώρα, μια Εθνική Αγροτική Πολιτική, ενταγμένη, βέβαια, στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ.
Έπειτα, δεν κατανοώ τι νόημα θα έχει η επίσκεψη του πρωθυπουργού και η παρουσία του σε μια τέτοια διαδικασία, αν δεν ανακοινώσει στο συνέδριο πως ήδη έχει υπογράψει για την ένταξη της ελιάς Καλαμών στον Εθνικό Κατάλογο. Όχι ότι «θα» το κάνει. Ότι έχει ήδη λυθεί το θέμα αυτό. Να μη χαθεί μια ακόμη χρονιά. Να μη στερηθεί η χώρα πολυτίμους πόρους.
Ως πρόεδρος του Α.Σ. ΕΝΩΣΗ ΑΓΡΙΝΙΟΥ που μαζί με άλλους φορείς και ιδιαίτερα τη Διεπαγγελματική Οργάνωση έχουμε κάνει μια τεράστια προσπάθεια ετών για το θέμα αυτό, λέω ότι είναι εντελώς αδιανόητο σε εποχές μνημονίων και περικοπών, να αρνείται το κράτος μια λύση που θα φέρει πολλές δεκάδες ή και εκατοντάδες εκατομμυρίων. Και επαναλαμβάνω: Αν αυτό δεν ανακοινώσει ο πρωθυπουργός, τι νόημα έχει η εδώ παρουσία του;
Ακόμη, θέλω για μια ακόμη φορά να χαιρετήσω τη στάση του στο θέμα της εκτροπής του Αχελώου. Άκουσα με προσοχή τα όσα είπε στη Θεσσαλία. Και πολύ σωστά ανακοίνωσε τον προγραμματισμό μιας σειράς έργων και παρεμβάσεων για το εκεί πρόβλημα άρδευσης. Ανάλογα προβλήματα, όμως, αντιμετωπίζουν και οι παραγωγοί της Αιτωλοακαρνανίας. Περιμένω, επομένως, να ακούσω τον ανάλογο προγραμματισμό και για τη δική μας, εντελώς παραμελημένη περιοχή. Με συγκεκριμένα έργα, τη χρηματοδότησή τους και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης.
Και ταυτόχρονα, να δούμε το θέμα του κόστους της άρδευσης, που είναι δυσβάσταχτο για τους αγρότες μας, ακόμη για αυτή την τόσο προβληματική άρδευση που υπάρχει στην Αιτωλοακαρνανία. Και εδώ δεν μιλάω μόνο για τα έργα που πρέπει να γίνουν, αλλά συνολικά για τη διαχείριση. Μιλάμε πλέον για κλιματική αλλαγή, για νέα δεδομένα. Δεν μπορεί να είναι η αρδευτική περίοδος εκείνη που σχεδιάστηκε σαράντα χρόνια πριν. Πρέπει να προσαρμόζεται στις πραγματικές ανάγκες, πρέπει να επιμηκυνθεί.
Φυσικά, μείζον θέμα είναι αυτό της «πολιτικής γης», που επιτέλους πρέπει να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί, κατά τρόπο που η κατακερματισμένη σήμερα γη να ανήκει σε εκείνους που πράγματι την καλλιεργούν.
Επίσης, θα πρέπει κάποια στιγμή σοβαρά να δούμε το θέμα της αγροτικής έρευνας και της εκπαίδευσης στην περιοχή μας. Αλλά και τα μείζονα θέματα που έχουν να κάνουν με την υπερφορολόγηση, με επιλογές που εκτοξεύουν το κόστος παραγωγής, καθιστώντας ασύμφορη κάθε καλλιέργεια/εκμετάλλευση.
Φυσικά, μιλώντας για υπερφορολόγηση, να προσθέσω και το μείζον θέμα του αθέμιτου ανταγωνισμού που έχουν να αντιμετωπίσουν οι Συνεταιρισμοί, τους οποίους η κυβέρνηση οδηγεί σε κλείσιμο ουσιαστικά, με πολιτικές που οδηγούν στο χύμα και στο αφορολόγητο, έναντι του ασφυκτικού πλαισίου που έχει επιβάλει για τις πλέον παραγωγικές μονάδες, τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς.
Το ερώτημα είναι απλό: Θέλουμε την παραγωγή; Μας ενδιαφέρει πράγματι η Παραγωγική Ανασυγκρότηση της χώρας; Εάν «ναι», αφού ξεκαθαρίσουμε ποιοι παράγουν και ποιοι κοροϊδεύουν, ας αναγνωρίσουμε τα λάθη μας και ας κάνουμε, επιτέλους, κάτι για την ίδια την παραγωγή και για τους ανθρώπους που μοχθούν για αυτή.