Στις 4 Οκτωβρίου 2009 ο Γιώργος Παπανδρέου πήρε την κυβερνητική σκυτάλη από τον Κώστα Καραμανλή. Όλοι απορούσαν τότε γιατί ο επί πενταετίας πρωθυπουργός “έκαμε εκλογές και πολιτευόταν σα να ήθελε να τις χάσει”.
Τρεις εβδομάδες αργότερα, στις 27 Οκτωβρίου 2009 ένας επιχειρηματίας που διατηρούσε λογαριασμό προεξόφλησης επιταγών σε μία Τράπεζα, προσκόμισε επιταγές πελατών του για προεξόφληση ύψους 30.000 ευρώ.
Ο διευθυντής της Τράπεζας ρώτησε τον επιχειρηματία, αν ήθελε τα χρήματα αμέσως.
Ήταν ημέρα Δευτέρα. Εκείνος απάντησε ότι θέλει τα χρήματα για να κάνει πληρωμές δικών του επιταγών προς τρίτους, ύψους 24.000 ευρώ την Τετάρτη, 29 Οκτωβρίου 2009. Επειδή όμως μεσολοβούσε η αργία της 28ης Οκτωβρίου, είπε στον διευθυντή να κάνει την διαδικασία, αλλά να μείνουν τα χρήματα στον λογαριασμό του για να τα εισπράξει την Τετάρτη και να κάνει τις δικές του πληρωμές μετά την αργία της εθνικής επετείου.
Έτσι έγινε.
Ήσυχος ο επιχειρηματίας ότι οι υποχρεώσεις του θα καλύπτονταν στο ακέραιο, την Τετάρτη το πρωί δεν πήγε αμέσως στην Τράπεζα για να πάρει τα χρήματα και να πληρώσει με αυτά τις επιταγές προς τους προμηθευτές του. Είπε να πάει με την ησυχία του, αφού πιει τον καφέ του…
Δεν πρόλαβε να πιει τον καφέ του και τον καλούσαν τηλεφωνικά από την Τράπεζα.
Η υπάλληλος τον ειδοποιούσε αναστατωμένη ότι δεν μπορεί να κάνει εκταμίευση των χρημάτων!
Ο άνθρωπος παραλίγο να πάθει εγκεφαλικό.
Τρέχει στην Τράπεζα. Όλοι έτρεχαν αλαφιασμένοι. Μια βαριά ατμόσφαιρα πλάκωνε όλους τους υπαλλήλους.
“Τι έγινε ρε παιδιά;”.
Ο διευθυντής τον ενημέρωσε ότι “πρωί – πρωί σήμερα πήραμε εντολή να μην χρηματοδοτήσουμε κανένα πλαφόν”.
Σα να μην άκουσε καλά ο επιχειρηματίας ρώτησε για να βεβαιωθεί ότι δεν τον ξεγελούν τ’ αυτιά του: “Το δικό μου ή όλων;”.
Η απάντηση που πήρε, ήταν “όλων”.
Άρα δεν έτρεχε κάτι με τον ίδιο. Το πρόβλημα ήταν γενικό. Σκέφτηκε μήπως χρεοκοπεί η Τράπεζα, αλλά τα σημάδια δεν έδειχναν κάτι τέτοιο.
Και λέει στον διευθυντή: “Ξέρετε τι σημαίνει αυτό για μένα; Σημαίνει ότι με χρεοκοπείτε. Σημαίνει ότι – απροειδοποίητα – βάζετε λουκέτο στην επιχείρησή μου. Εγώ σήμερα πρέπει να βάλω στον λογαριασμό μου 24.000 ευρώ για να πληρωθούν αύριο, 30 Οκτωβρίου, οι επιταγές που έχω δώσει στους προμηθευτές μου. Σας έχω δώσει επιταγές πελατών μου ύψους 30.000 ευρώ. Άρα τα λεφτά για να πληρώσω τους προμηθευτές μου, τα έχετε ΕΣΕΙΣ και ΔΕΝ μου τα δίνετε”.
Ο διευθυντής έλεγε “έχετε δίκιο, έχετε δίκιο”, συμπλήρωνε όμως ότι “δεν μπορώ να κάνω τίποτα, έχω εντολές”.
Ο επιχειρηματίας άρχισε να φωνάζει: “Γιατί δεν μου το λέγατε την Δευτέρα; Γιατί δεν μου δίνετε περιθώριο ένα μήνα, ώστε να βρω άλλη λύση; Μπορείτε να μου πείτε ότι… δεν θα με βάλετε στον Τειρεσία, αν δεν πληρώσω εγώ αύριο τις δικές μου επιταγές;”
Οι απαντήσεις ήταν από.. σιωπή μέχρι την φράση “έχετε δίκιο, έχετε δίκιο”.
Δεν γινόταν τίποτα.
Εν συντομία, η ιστορία κατέληξε ως εξής: Ο επιχειρηματίας δεν πλήρωσε τις επιταγές του την άλλη μέρα, γράφηκε στον “Τειρεσία”, μπήκε σε άγρια δικαστική διαμάχη με τους προμηθευτές του, έκλεισε την επιχείρησή του, έμεινε στους πέντε δρόμους χρεωμένος και άνεργος. Οι κόποι μιας ολόκληρης ζωής εξαερώθηκαν μέσα σε μια στιγμή. Χωρίς να φταίει σε κάτι.
Αλλά το θέμα μας είναι άλλο:
Η σκηνή που σας περιέγραψα και είναι αληθινή, δεν αποτελεί επινόηση, έγινε τέλη του Οκτωβρίου 2009. Τότε που η Ελλάδα ολόκληρη κοιμόταν ακόμα τον ύπνο του δικαίου. Τα μνημόνια ήρθαν μερικούς μήνες αργότερα.
Ερώτηση, απορία, πες ότι θες, αλλά… τι ήξερε τάχα η διοίκηση της Τράπεζας και πήρε αυτήν την καταστροφική απόφαση για μερικές χιλιάδες (τότε) επιχειρήσεις; Γιατί άραγε στο υποκατάστημα δεν ήξεραν τίποτα την Δευτέρα 27 Οκτωβρίου, έμαθαν όμως ξαφνικά το πρωί της 29ης Οκτωβρίου, μεσολαβούσης της εθνικής επετείου; Γιατί δεν δόθηκε περίοδο προσαρμογής ή έστω η ευκαιρία ελιγμών στις επιχειρήσεις; Γιατί έγιναν όλα με την διαδικασία του “ξαφνικού θανάτου”; Ποιος και γιατί ήθελε να σκοτώσει τη μικρομεσαία επιχείρηση; Γιατί δεν υπολόγισε η διοίκηση της Τράπεζας ότι αυτό θα ήταν ένα φοβερό και άδικο ηλεκτροσόκ στην αγορά; Γιατί δεν μέτρησε κανείς “εκεί πάνω”, ότι θα έβαζε σε περιπέτειες αθεράπευτης και ανεπίστροφης φθοράς χιλιάδες επιχειρήσεις, ότι θα πολλαπλασιάζονταν έτσι και θα διογκώνονταν εκρηκτικά οι παθογένειές τους; Ποιος ιθύνων νους πήρε μια τόσο δολοφονική απόφαση, κατεδαφιστική για την αγορά, για τις επιχειρήσεις, για τους εργαζόμενους στις επιχειρήσεις, για τους προμηθευτές, για τα ασφαλιστικά ταμεία; Ποια τελοσπάντων αδήλωτη και αφανής εχθρική δύναμη κατακρεούργησε με τόσο κυνισμό, με τόση ωμότητα, τη μεσαία τάξη; Ποιος και γιατί στερούσε τόσο αυθαίρετα οξυγόνο από την αγορά (προσοχή στην ημερομηνία: 29 Οκτωβρίου 2009) την ώρα που ο νέος πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου στήριζε την νωπή νίκη του στο περίφημο “λεφτά υπάρχουν”. Θυμηθείτε: Τέλη Νοεμβρίου, ένα μήνα μετά την σκηνή που σας περιέγραψα, ο πρωθυπουργός δήλωνε στη Βουλή: “Δυόμιση εκατομμύρια νοικοκυριά θα λάβουν την πρόσθετη οικονομική ενίσχυση που προβλέπει το σχέδιο νόμου, με την τελική δαπάνη να ξεπερνά το 1 δισεκατομμύριο ευρώ”!
Την ώρα που η αγορά ασφυκτιούσε, πνιγόταν σε μια κουταλιά νερό, “δυόμιση εκατομμύρια νοικοκυριά θα έπαιρναν την πρόσθετη οικονομική ενίσχυση που προέβλεπε το σχέδιο νόμου, με την τελική δαπάνη να ξεπερνά το 1 δισεκατομμύριο ευρώ”…
Τι άλλο ήταν αυτό από νανούρισμα του μωρού για να κοιμηθεί;
Γιατί όμως έπρεπε ν’ αποκοιμηθεί ο λαός την ώρα που η αγορά πέθαινε αργά, βασανιστικά, να πεις βουβά; Ποιος ήταν ο στόχος; Να μη φανεί τι; Τίνων ήταν αυτός ο στόχος; Και βάσει ποιου σχεδίου εφαρμοζόταν το «μέτρο»;
Αναπάντητα ερωτήματα, ακόμα και σήμερα…
Οκτώ περίπου χρόνια μετά, 2017 πια, οι μισές περίπου μικρομεσαίες επιχειρήσεις που ακόμα δεν έκλεισαν, μένουν ανοιχτές, επειδή έχουν κάνει παύση πληρωμών προς Εφορία, Ασφαλιστικά Ταμεία και Τράπεζες…
Είναι ζήτημα ελαχίστου πια χρόνου να γίνουν τα χρέη τους απαιτητά. Και, τότε, η μαζική δολοφονία της μεσαίας τάξης που άρχισε ΠΡΙΝ από τα μνημόνια, θα έχει ολοκληρωθεί… Η δε κυβέρνηση που «θα μας βγάλει από τα μνημόνια», καθώς ονειρεύεται ο κ. Τσίπρας, θα πανηγυρίζει ότι έσωσε τη χώρα και θριαμβευτικά θα ζητήσει επιβράβευση από τον κομματικό στρατό που διορίζει αβέρτα στο Δημόσιο. Οι διορισμένοι από τους προηγούμενους βγήκαν άλλωστε στην σύνταξη, δεν έχουν ανάγκη… Οι πλούσιοι που θα γίνουν πλουσιότεροι και οι φτωχοί που θα γίνουν φτωχότεροι, θα ζουν ευτυχισμένοι στον σοσιαλιστικό παράδεισο του Έλληνα Μαδούρο…
Αρθρο του Παντελή Φλωρόπουλου στο AgrinioVoice.gr