Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών υπέβαλε στις Βρυξέλλες το προσχέδιο του Προϋπολογισμού 2026, το οποίο αποκαλύπτει τις ωφέλειες των νέων μέτρων για την κοινωνία, με έμφαση στη μεσαία τάξη και τη μείωση της φτώχειας.
Το σχέδιο περιλαμβάνει φορολογικές ελαφρύνσεις και ενισχύσεις, που αναμένεται να επηρεάσουν θετικά τα εισοδήματα των νοικοκυριών, με στοχευμένες αλλαγές από το 2026.
Το προσχέδιο του Προϋπολογισμού 2026, που υπέβαλε το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών στην Κομισιόν, περιλαμβάνει φορολογικές ελαφρύνσεις για τα νοικοκυριά με εισοδήματα από 20.000 έως 60.000 ευρώ, ενώ το ποσοστό φτώχειας αναμένεται να μειωθεί τόσο για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά, όσο και για τον γενικό πληθυσμό.
Σύμφωνα με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, η εφαρμογή των νέων μέτρων θα οδηγήσει σε μείωση της φτώχειας κατά 5,5 μονάδες για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά, ενώ το ποσοστό φτώχειας για το σύνολο του πληθυσμού αναμένεται να μειωθεί από 16,9% το 2025 σε 15,1% το 2026.
Το Δημοσιονομικό Σχέδιο περιγράφει αναλυτικά τις μόνιμες παρεμβάσεις που θα ενσωματωθούν στον προϋπολογισμό του 2026. Τα μέτρα περιλαμβάνουν την επιστροφή ενοικίου για χιλιάδες νοικοκυριά που πληρώνουν το 35%-40% του εισοδήματός τους για στέγαση, καθώς και τη σταδιακή κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις παλαιές συντάξεις. Παράλληλα, τα μέτρα περιλαμβάνουν τη μείωση του ΦΠΑ κατά 30% στα απομακρυσμένα νησιά και την αναστολή των τεκμαρτών δαπανών για νέες μητέρες.
Στο Δημοσιονομικό Σχέδιο το οποίο υπέβαλε η Αθήνα, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους περιγράφει αναλυτικά «μέτρο προς μέτρο» όλες τις νέες -μόνιμες- παρεμβάσεις τις οποίες θα ενσωματώνει ο Κρατικός Προϋπολογισμός του 2026. Σε ξεχωριστό κεφάλαιο όμως, περιλαμβάνει και ειδικούς υπολογισμούς, που απαντούν στις επισημάνσεις και συστάσεις των εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (recommendations) για την επίδραση που αναμένεται να έχουν τα μέτρα τα οποία ξεκινούν να εφαρμόζονται από τον Νοέμβριο φέτος, στην «ψαλίδα» των εισοδημάτων και στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Από τα μέτρα αυτά ξεχωρίζουν:
– η επιστροφή ενός μηνιαίου ενοικίου -που ξεκινά από τον Νοέμβριο φέτος- αποτελεί την πιο άμεση ανακούφιση για χιλιάδες νοικοκυριά που βλέπουν το 35%-40% του εισοδήματός τους να εξανεμίζεται για ανάγκες στέγασης.
– η σταδιακή κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις παλαιές συντάξεις και το επίδομα των 250 ευρώ που θα δοθεί τον Νοέμβριο σε χαμηλοσυνταξιούχους με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια, δηλαδή μία από τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
– η μείωση του ΦΠΑ κατά 30% στα απομακρυσμένα νησιά με πληθυσμό έως 20.000, μέτρο που εξισορροπεί το χρόνιο πρόβλημα του αυξημένου μεταφορικού κόστους και προστατεύει τη νησιωτικότητα. Για μια οικογένεια στην Κάρπαθο ή τη Λέρο, η εξοικονόμηση μπορεί να φτάσει τα 100-150 ευρώ το μήνα στο καλάθι του σούπερ μάρκετ.
– η μείωση κατά 30% των τεκμαρτών δαπανών διαβίωσης και η αναστολή τους για νέες μητέρες απελευθερώνει χιλιάδες νοικοκυριά από βάρη για εισοδήματα που δεν έχουν. Ένας ιδιοκτήτης αυτοκινήτου 1.600 κυβικών που βγάζει 10.000 ευρώ το χρόνο δεν θα χρειάζεται πλέον να δικαιολογεί στην εφορία ότι δεν ζει με 15.000.
Για παράδειγμα:
– μια οικογένεια με τρία παιδιά και συνολικό εισόδημα 35.000 ευρώ θα δει: 800-1.000 ευρώ λιγότερο φόρο εισοδήματος, 400-500 ευρώ από την επιστροφή ενοικίου, και επιπλέον όφελος από τις φοροαπαλλαγές για τέκνα. Συνολικά, 1.500 έως 2.000 ευρώ επιπλέον το χρόνο, όσο σχεδόν το κόστος τριών μηνών για τρόφιμα ή τα σχολικά έξοδα για το επόμενο φθινόπωρο.
– ένας 77χρονος συνταξιούχος με σύνταξη 850 ευρώ που πληρώνει (και δηλώνει) ενοίκιο 320 ευρώ κερδίζει: 320 ευρώ από την επιστροφή ενοικίου, 100-120 ευρώ από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, και 30-50 ευρώ από τη φορολογική ελάφρυνση. Συνολικά, 450-500 ευρώ, όσο οι αγορές δύο ή τριών μηνών από το σούπερ μάρκετ .
Αλλάζει ο «χάρτης» της φτώχειας
Η δημοσιονομική παρέμβαση αυτή, ξεπερνά συνολικά τα 2,7 δισ. ευρώ: 590 εκατ. αφορούν μόνιμα μέτρα που εξαγγέλθηκαν μέσα στο 2025 (επιστροφή ενοικίου και επίδομα 250 ευρώ) και άλλα 2,1 δισ. αφορούν τα νέα μέτρα του 2026, στα οποία περιλαμβάνονται η φορολογική μεταρρύθμιση, η νέα κλίμακα φόρου ενοικίων και οι αυξήσεις σε συντάξεις, κατώτατο μισθό και μισθούς δημοσίων υπαλλήλων.
Με βάση τα στοιχεία του Προσχεδίου για το κοινωνικό αποτύπωμα των μέτρων, στην κορυφή της λίστας των κερδισμένων από τις παρεμβάσεις βρίσκεται η ηλικιακή ομάδα 80 ετών και άνω, για την οποία προβλέπεται μείωση φτώχειας κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες: στα όρια της φτώχεια το 2025 ζει το 19%, αλλά μετά τα μέτρα το ποσοστό προβλέπεται να μειωθεί σε 15%. Σχεδόν ο ένας στους 5 δηλαδή θα δει ανακούφιση.
Για αυτούς τους ανθρώπους, η ελάφρυνση έρχεται κυρίως από την κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς», του μηχανισμού δηλαδή που «πάγωνε» τις παλιές συντάξεις για να συγκλίνουν με νεότερες χαμηλότερες.
Η δεύτερη ηλικιακή ομάδα με τη μεγαλύτερη ωφέλεια από την πλήρη εφαρμογή των μέτρων το 2026 είναι οι νέοι 15-24 ετών, που είναι η ηλικιακή ομάδα που πλήττεται περισσότερο από κάθε άλλη από την οικονομική ανέχεια: σήμερα το 22% ζει κάτω από το όριο της φτώχειας αλλά το 2026 ο ένας στους 10 θα ξεφύγει από αυτό, καθώς το ποσοστό αναμένεται να μειωθεί κάτω από 20%, στο 19,8% σύμφωνα με τις προβολές των μέτρων.
Ανάλογα με τον τύπο και τη σύνθεση του νοικοκυριού, η μείωση της φτώχειας ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι:
– για τα άτομα ηλικίας κάτω των 65 οι οποίοι ζουν μόνοι χωρίς άλλα μέλη στην οικογένειά τους. Το 24,8% εξ αυτών διαβιεί σήμερα κάτω από το όριο της φτώχειας. Μετά τα μέτρα του 2026, το ποσοστό θα μειωθεί 5,5 μονάδες, καθώς σε οικονομική ανέχεια θα παραμένει πλέον το 19,3%. Πρόκειται κυρίως για την ομάδα του πληθυσμού που ζει στη σκιά: πρώην εργαζόμενοι που γύρω στα 45 με 55 έχασαν τη δουλειά τους που είχαν, αλλά δεν βρήκαν άλλη θέση εργασίας με αξιοπρεπείς μισθούς και παλεύουν να φτάσουν στο όριο των 67 για να πάρουν μια σύνταξη. Για αυτούς, το επίδομα της επιστροφής ενοικίου και η φορολογική ελάφρυνση συνιστούν όρο επιβίωσης.
– οικογένειες με τρία ή περισσότερα παιδιά βίωναν μέχρι σήμερα αντίστοιχο πρόβλημα: το 24,8% ζει κάτω από το όριο φτώχειας. Μόνο και μόνο από τα μέτρα, το ποσοστό μειώνεται κατά 3,3 ποσοστιαίες μονάδες. Υποχωρεί σε 21,5%, δηλαδή ο ένας στους επτά «βγαίνει» άμεσα από την φτώχεια.
– περισσότερο κερδισμένοι βγαίνουν ζευγάρια με ένα ή δύο παιδιά, με μείωση φτώχειας: θεωρούνται οι ομάδες που διαχρονικά είχαν τη μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα -και μία από τοις μεγαλύτερες ανάμεσα στα κράτη μέλη του ΟΟΣΑ. Το ποσοστό φτώχειας «πέφτει» από 13,9% σε 12,3% για οικογένειες με 1 παιδί και από 15% σε 13,4%. Δηλαδή ο ένας στους δέκα βγαίνει από το τέλμα, από την εφαρμογή των νέων μέτρων και μόνο -πέραν δηλαδή της μείωσης της ανεργίας ή της ανάπτυξης που προβλέπεται να έχει η ελληνική οικονομία.
Ποιους ωφελούν οι φοροελαφρύνσεις
Με την αλλαγή της φορολογικής κλίμακας, την «μερίδα του λέοντος» των μέτρων της ΔΕΘ θα καρπωθούν όσοι δηλώνουν εισοδήματα από 20.000 ευρώ και άνω που υπερβαίνουν το αφορολόγητο όριο, δηλαδή κυρίως η μεσαία τάξη αλλά και εκατομμύρια εργαζόμενοι, συνταξιούχοι, αγρότες και αυτοαπασχολούμενοι. Η μείωση του μέσου φορολογικού βάρους εκτιμάται στο 0,7% για το σύνολο του πληθυσμού, πρακτικά όμως θα είναι πολύ μεγαλύτερη στα μεσαία εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ.
Για νοικοκυριό με εισόδημα 30.000 ευρώ, το όφελος μεταφράζεται σε περίπου 400 μέχρι 600 ή και 800 ευρώ λιγότερο φόρο το χρόνο, ανάλογα με την πηγή των εισοδημάτων, την ηλικία και τη σύνθεση του νοικοκυριού. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι με τη νέα φορολογική κλίμακα, κάθε μελλοντική αύξηση μισθού θα αφήνει περισσότερα χρήματα στην τσέπη του εργαζόμενου, αφού οι συντελεστές είναι πλέον χαμηλότεροι.
Το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα έτσι αυξάνεται για όλους, αλλά με κορυφαίους ωφελούμενους τους ηλικιωμένους 65-79 ετών που βλέπουν άνοδο έως 4,6%.
Η μείωση του φόρου ενοικίων – από την παλιά κλίμακα 15-45% στη νέα 10,5-31,5% – εξυπηρετεί διπλό σκοπό: ελαφρύνει τους ιδιοκτήτες ακινήτων, που συχνά είναι συνταξιούχοι που ζουν από το ενοίκιο, και ταυτόχρονα δημιουργεί περιθώριο για σταθεροποίηση των ενοικίων που καταβάλλουν οι ενοικιαστές. Στην Ελλάδα περίπου 30% των νοικοκυριών ζει σε ενοικιαζόμενες κατοικίες, με υπερεκπροσώπηση των χαμηλότερων εισοδηματικών κλάσεων.