Οι σύλλογοι Χαλκιοπουλιτών Αθήνας – Πειραιά «Ο ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΕΡΗΜΙΤΗΣ» και Μορφωτικός και Πολιτιστικός Σύλλογος Χαλκιοπούλων, σε συνεργασία με την τοπική κοινότητα και τον Δήμο, θα πραγματοποιήσουν εκδήλωση στα Λουτρά Χαλκιοπούλων με δοξολογία και ομιλίες για το γεγονός, την Κυριακή 8 Ιουνίου 2025.
Στο πλαίσιο της ιστορικής αυτής συγκυρίας σε μια συμβολική κίνηση ο Χριστόφορος και ο Γιώργος Καραγεώργος με τη βοήθεια του Τάκη Κουτσιούμπα του Αθ. και του Βασίλη Ταλιούρα, κατασκεύασαν με πέτρες βαμμένες την Ελληνική Σημαία σε εμφανές από το χωριό σημείο στο κάστρο στον Άγιο Δημήτριο.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
Φέτος στις 25 Μαρτίου 2025 συμπληρώνονται 200 χρόνια από μια ιστορική και μεγάλης σημασίας μάχη στον τόπο μας, τον ιστορικό Βάλτο.
Οι σύλλογοι Χαλκιοπουλιτών Αθήνας – Πειραιά «Ο ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΕΡΗΜΙΤΗΣ» και Μορφωτικός και Πολιτιστικός Σύλλογος Χαλκιοπούλων, σε συνεργασία με την τοπική κοινότητα και τον Δήμο, αποφάσισαν από κοινού να πραγματοποιήσουν εκδήλωση στα Λουτρά Χαλκιοπούλων με δοξολογία και ομιλίες για το γεγονός, την Κυριακή 8 Ιουνίου 2025.
Η εκδήλωση θα συνδυαστεί με ορεινούς αγώνες δρόμου – ακολουθώντας τα βήματα των Βαλτινών Αγωνιστών – που θα περιλαμβάνουν 2 διαδρομές: Μία των 24χλμ περίπου με αφετηρία το Νέο Χαλκιόπουλο ανάβαση στην Καλάνα και τον Άγιο Ανδρέα τον Ερημίτη επιστροφή από Σιλεβίστες και τερματισμό στα Λουτρά Χαλκιοπούλων και η δεύτερη των 9χλμ περίπου με αφετηρία το Παλιό Χαλκιόπουλο Ψηλή Ράχη, Σιλεβίστες και τερματισμό στα Λουτρά Χαλκιοπούλων. Λεπτομέρειες για τους αγώνες, θα ανακοινωθούν σύντομα.
Στο πλαίσιο της ιστορικής αυτής συγκυρίας σε μια συμβολική κίνηση ο Χριστόφορος και ο Γιώργος Καραγεώργος με τη βοήθεια του Τάκη Κουτσιούμπα του Αθ. και του Βασίλη Ταλιούρα, κατασκεύασαν με πέτρες βαμμένες την Ελληνική Σημαία σε εμφανές από το χωριό σημείο στο κάστρο στον Άγιο Δημήτριο.
Ο ιστορικός Γιώργος Ανδρ. Τσιάκαλος παραθέτει με ιστορική τεκμηρίωση, το ιστορικό της μάχης και τη σημασία της, ως ακολούθως:
Η μάχη των Χαλκιοπούλων στις 25 Μαρτίου 1825.
Μία ιστορική επέτειος
*Γιωργος Α. Τσιάκαλος, Ιστορικός
Το 2025 συμπληρώνονται 200 χρόνια από τη διεξαγωγή της μάχης των Χαλκιοπούλων μεταξύ των Βαλτινών μαχητών του Στρατηγού Ανδρέα Ίσκου και των Τουρκαλβανών που εισέβαλλαν στον Βάλτο τον Μάρτιο του 1825, στην πορεία τους προς το Μεσολόγγι.
Η λησμονημένη αυτή σύγκρουση είναι σημαντική, καθώς αποδεικνύει τη συμβολή του αγώνα των Βαλτινών στα γεγονότα της δεύτερης πολιορκίας του Μεσολογγίου, η οποία κατέληξε στην μαρτυρική και ηρωική έξοδο των πολιορκημένων τον Απρίλιο του 1826, ένα ιστορικό επεισόδιο που συγκλόνισε όχι μόνο τον ελληνισμό αλλά και τη διεθνή κοινή γνώμη.
Το ιστορικό της μάχης.
Στις 23 Μαρτίου 1825 η πολυάριθμη στρατιά του Κιουταχή Πασά που αριθμούσε τους 20.000 περίπου άνδρες, Τούρκους, Αλβανούς και Βόσνιους μουσουλμάνους, εισήλθε από την περιοχή της Άρτας ανενόχλητη στο Βάλτο, από το Μακρυνόρος. Έχοντας σκοπό ο Κιουταχής να σταθεροποιήσει τη βάση του στην περιοχή, για να εξασφαλιστεί η επίθεση και η πολιορκία του Μεσολογγίου, αποσπάστηκαν 2.000 άνδρες υπό την ηγεσία τριών διοικητών (Μπιμπασάδων) -Τζάνε Μαρτολόζη, Μουσταφά Μαρτίνη και Τζέλιο Πίτζαρη – για να καταπνίξουν κάθε επαναστατική κίνηση σε αυτή.
Η Τουρκαλβανική δύναμη στρατοπέδευσε στη Βλύχα (Μπούκα) Αμφιλοχίας.
Ο Στρατηγός Ανδρέας Ίσκος από τη Δούνιστα προσπαθούσε να περισώσει ότι μπορούσε και εγκατέστησε το αρχηγείο του στη θέση Άϊ Λιάς Χαλκιοπούλων. Έχοντας φτάσει εσπευσμένα από την Πελοπόννησο, όπου βρισκόταν με εντολή της κυβέρνησης, στις 23 Μαρτίου στο Μακρυνόρος, τα μοναδικά στρατιωτικά σώματα που έμειναν κοντά του από τις φρουρές των στενών ήταν αυτά των αξιωματικών Σπυρομίλιου και Γιάννη Σούκα, πέραν των Βαλτινών.
Το μόνο που πρόλαβε ήταν να ανταλλάξει κάποιες τουφεκιές με την οθωμανική στρατιά που περνούσε τα στενά. Με επιστολή του προς τη Διοίκηση στο Μεσολόγγι αλλά και προς την Κυβέρνηση στο Ναύπλιο αναφέρει με λεπτομέρειες τα γεγονότα αλλά τονίζει ότι ο Βάλτος θα πράξει το καθήκον του: «μην δίδητε καμμίαν ἀκρόασιν εἰς τά ἀναίσχυντα λόγια ὁποῦ σας εἶπαν, ὅτι οἰ βαλτινοί θά παραδοθοῦν. Τοῦτο σᾱς λέγω, νά τό βγάλετε ἀπό τήν ἰδέα σας…».
Τα γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν στα όρη της Καλάνας, του Σοβολάκου και στο νησάκι του Καλάμου στο Ιόνιο πέλαγος, ενώ οι αρματωμένοι έμειναν πίσω και μάχονταν για την προστασία των φυγάδων οικογενειών τους και της καθυστέρησης των Τουρκολβανών, μεταχειριζόμενοι την τακτική του κλεφτοπολέμου.
Στις 25 Μαρτίου στις τέσσερις το απόγευμα, ο Στρατηγός Ανδρέας Ίσκος ανέκοψε την προέλαση των Τουρκαλβανών προς τα ορεινά της Καλάνας, όπου και τα χωριά Δούνιστα (Σταθάς), Χαλκιόπουλοι και Σακαρέτσι (Περδικάκι), που πρωτοστατούσαν στον Αγώνα αποκρούοντας τους, στους Χαλκιοπουλίτικους Μύλους, στην κοιλάδα που απλώνεται δηλαδή σήμερα το νέο Χαλκιόπουλο έως και τη θέση Λουτρά (Μύλος Καραχρήστου).
Όταν έφτασαν οι Οθωμανοί στην κοιλάδα των Χαλκιοπούλων μετά την καταστροφή της Ξερακιάς, όλοι οι μαχητές που συγκέντρωσε ο Ανδρέας Ίσκος μαζί με τον Χαλκιοπουλίτη υπαρχηγό του Γιωργάκη Καραχρήστο, τους περίμεναν και έπεσαν πάνω τους και τους έτρεψαν σε άτακτη φυγή. Τη μάχη περιγράφει ο στρατηγός Ανδρέας Ίσκος, σε επιστολές του τόσο προς την Διοικητική Επιτροπή στο Μεσολόγγι όσο και προς την Κυβέρνηση στο Ναύπλιο: «Σήμερον εἰς τάς 4 ἡ ὥρα τῆς ἡμέρας ᾗλθαν οἱ Τούρκοι ἕως εἰς τους Χαρικοπουλίτικους Μίλους …. ἐπήγαμε ὅσοι καί ἄν εἴμεθα καί τους ἐκτιπίσαμεν…». Οι Βαλτινοί μαχητές κατάφεραν μάλιστα να ανακτήσουν όλα τα λάφυρα που είχαν αρπάξει προηγουμένως οι εισβολείς από τη λεηλασία του γειτονικού χωριού Ξερακιά, που το είχαν παραδώσει στις φλόγες.
Όμως οι Τουρκαλβανοί πρόφτασαν να κάψουν τους αλευρόμυλους του χωριού στις όχθες του Ίναχου, πράγμα που δυσκόλευε ακόμη περισσότερο τη διαβίωση των Βαλτινών, ενώ πήραν και έναν Έλληνα ντόπιο μυλωνά αιχμάλωτο.
Οι κάτοικοι όλων των χωριών της περιοχής είχαν διασκορπιστεί σε ασφαλή μέρη, στα βουνά και μέσα στα πυκνά δάση. Ο Ανδρέας Ίσκος ζήτησε από την κυβέρνηση να αποσταλεί παξιμάδι και αλεύρι στον άμαχο πληθυσμό και στους μαχητές για να συνεχίσουν να αντιστέκονται. Επιπλέον, εξαπέλυε μύδρους προς τους φρουρούς της διάβασης του Μακρυνόρους, που εγκατέλειψαν τη θέση τους πριν φτάσει αυτός, βλέποντας τον τόπο του να παραδίδεται στην καταστροφή: «φθάσας ἐδῶ κατά τάς διαταγάς τῆς (σεβαστῇς) Διοικήσεως μέ ἀπορίαν μου εἶδον τόν κόσμον διεσκορπισμένον ἔνθεν κἀκεῖθεν καί ἐκεῖνοι οἵτινες ἐβαστούσαν τήν θέσιν τοῦ Μακρυνόρους τήν ἅφισαν καί ἕφιγον πρίν φθάσω ἐγώ… Στοχάσου, λοιπόν, τί κακόν ἐπροξένισαν αὐτοί εἰς τό ἔθνος μας… Ἡ αἰτία ὁπού ἐπαράτισαν τήν θέσιν μέ καιρόν θέλει ἀπεδιχθεῖ».
Τα γεγονότα της μάχης αλλά και της απελπισμένης αντίστασης των Βαλτινών μεταφέρονται μέσα από τις σελίδες της μεσολογγίτικης εφημερίδος Ελληνικά Χρονικά με κάθε λεπτομέρεια, σε μια προσπάθεια τόνωσης του ηθικού των Μεσολογγιτών και όχι μόνο, για την επερχόμενη συνάντηση με τον εισβολέα.
Στην περιγραφή των γεγονότων τονίζεται ο τιτάνιος αγώνας τους: «Χρεωστοῡμεν ν’ ἀποδώσωμεν τόν προσήκοντα ἔπαινον εἰς τόν Στρατηγόν Ἀνδρέαν Ἳσκον ὅστις εἰς τήν κρίσιμον ταύτην περίστασιν ἐφάνη τῳόντι ἅξιος τῆς ὑπολήψεως καί ἐμπιστοσύνης τήν ὁποίαν ἕλαβον περί αὐτοῡ ἡ Διοίκησις καί τό Δημόσιον• ἐγκαταλειφθείς μόνος εἰς τό στάδιον τοῡ ἀγῶνος ὅχι μόνον δέν ἐδειλίασεν, ἀλλά μετεχειρίσθη καί ὅλα τά δυνατά του μέσα διά νά στήσῃ (σταματήσει) τόν χείμαρρον τῆς ἐχθρικῆς ὁρμῆς».
Παρόλα αυτά, η σκληρή πραγματικότητα της καταστροφής είναι αυτή, που αναφέρει η επιστολή της διοίκησης του Μεσολογγίου προς την κυβέρνηση του Ναυπλίου στις 2 Απριλίου: «ὁ Ἲσκος ἀντέχει εἰς Βάλτον, ὅπου εἰσέβαλον περίπου τῶν δύο χιλιάδων ἐχθρών, οἵτινες ἔκαμαν στάκτην ὅλην σχεδόν ταύτην τήν ἐπαρχίαν».
• Η σημασία της μάχης.
Πρόκειται για τη μοναδική σύγκρουση που περιγράφει λεπτομερώς ο Βαλτινός Στρατηγός Ανδρέας Ίσκος στον απεγνωσμένο αγώνα που διεξήγαγε στον Βάλτο για να προστατεύσει τους συντοπίτες του αλλά και για να προκαλέσει όση περισσότερη φθορά μπορούσε στους επιτιθέμενους εισβολείς, ώστε να προσφέρει τον απαιτούμενο χρόνο να οργανωθεί καλύτερα η άμυνα του Μεσολογγίου.
Η περιγραφή της μάχης διασώζεται με τα λόγια του ίδιου του Στρατηγού, όπως την εξιστόρησε λιτά τόσο με την επιστολή του προς τον υπουργό (μινίστρο) του Πολέμου Αδάμ Δούκα στο Ναύπλιο, με ημερομηνία 25 Μαρτίου 1825 όσο και με τη δεύτερη επιστολή του προς τη Διοίκηση στο Μεσολόγγι, η οποία δημοσιεύτηκε την 1η Απριλίου 1825 στην εφημερίδα Ελληνικά Χρονικά, με αριθμό φύλλου 26, τις οποίες απέστειλε από το στρατηγείο του στη θέση Αϊ Λιάς Χαλκιοπούλων (Ἀπό Ἀηλιᾶν Χαρκιοπουλίτικον).
Την επιστολή του Ανδρέα Ίσκου στα Ελληνικά Χρονικά χρησιμοποιεί και ο Αγωνιστής Εξοδίτης Νικόλαος Κασομούλης για να περιγράψει τον αγώνα του Ανδρέα Ίσκου και των μαχητών του στον Βάλτο στα απομνημονεύματά του: ««…αμέσως απελθών εις Βάλτον (ο Ανδρέας Ίσκος), την 23 ή 25 (Μαρτίου) έγραφε ότι τους Οθωμανούς τους ηύρον περασμένους από το Μακρυνόρος, τοποθετημένους εις τον Ξερακιάν και ότι είχον φθάσει έως εις τον Μύλον του Καραχρήστου. Ο αυτός έγραφεν από Αηλιάν χωρίον <Χαλκιοπούλους>, υποσχόμενος να εισέλθη εις Μεσολόγγι».
Το γεγονός είναι σημαντικό, όχι μόνο για την επιτυχή έκβαση της σύγκρουσης για τους Έλληνες μαχητές που πραγματοποιήθηκε στο Χαλκιόπουλο, καθώς πρόκειται για μια κλασική περίπτωση κλεφτοπολέμου, δηλαδή μιας καταδρομικής ενέργειας που προκάλεσε φθορά στον αντίπαλο και τον οδήγησε στην πρόσκαιρη φυγή αλλά κυρίως για τη σημασία του Βάλτου, ο οποίος υπήρξε η πρώτη γραμμή άμυνας του Μεσολογγίου.
Ως εκ τούτου, η μάχη συμβολίζει τη συμμετοχή συνολικά των Βαλτινών και την αναπόσπαστη σύνδεσής τους με τα γεγονότα του Μεσολογγίου, που καθόρισαν στρατιωτικά και διπλωματικά την πορεία της ελληνικής επανάστασης συγκλονίζοντας τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο, που παρακολουθούσε μέσα από τον γραπτό τύπο της εποχής την πορεία της δραματικής πολιορκίας.
Βεβαίως, η συμμετοχή των Βαλτινών στα γεγονότα της περιόδου συνεχίστηκε με την υπεράσπιση της πόλης, καθώς μετά τη μάχη των Χαλκιοπούλων, πολλοί εξ αυτών εισήλθαν εντός των τειχών της με επικεφαλής τον Ανδρέα Ίσκο, ενώ με τις συνεχείς αποστολές επικουρικών σωμάτων και με άλλους επικεφαλής (Γιωργάκη Βαλτινό, Μήτσο Κοντογιάννη) στην πολιορκημένη πόλη, ο αριθμός τους φαίνεται να πλησιάζει τους 500 μαχητές. Αρκετοί από αυτούς, περί τους 139, συνέχισαν τον πόλεμο και έξω από το Μεσολόγγι με επικεφαλής τον Γιωργάκη Καραχρήστο, ο οποίος εντάχθηκε στη δύναμη του Στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη.
Ο τόπος της μάχης.
Η οριοθέτηση του πεδίου που έλαβε χώρα η σύγκρουση καθορίζεται με βάση τις αναφορές του Στρατηγού Ανδρέα Ίσκου. Χρησιμοποιεί στις δύο επιστολές του τις ονομασίες «Χαρκιοπουλίτικοι Μύλοι» και «Μύλος του Καραχρήστου».
Κατά μήκος του ποταμού Ίναχου και των χειμάρρων, που τον τροφοδοτούσαν, στη γεωγραφική λεκάνη που σχηματίζεται στο πεδινό (σήμερα Νέο) Χαλκιόπουλο και ο συνοικισμός του Ποταμιά υπήρχαν, ακόμη μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1930, αρκετοί μύλοι, όπως αναφέρουν μαρτυρίες γηραιοτέρων κατοίκων του χωριού. Οι νερόμυλοι – αλευρόμυλοι λειτουργούσαν ως πηγές τροφοδοσίας όχι μόνο του χωριού αλλά και γενικότερα του Βάλτου, όπως φαίνεται από την επιστολή του Ανδρέα Ίσκου.
Ενδεικτικά αναφέρουμε τους μύλους του Χαρίλαου Σωτηρίου στο Κρυονερό, του Καραχρήστου στη θέση Λουτρά, του Δημήτρη Ταράτσα, του Νίκου Πλεξίδα, του Γιώργου Νέστορα και του Γιώργου Μακρή, ενώ έως και σήμερα διασώζονται ακόμη κτιριακές και όχι μόνο κατασκευές. Η θέση του στρατηγείου του Ανδρέα Ίσκου στη θέση Άι Λιάς στο ορεινό (Παλιό) Χαλκιόπουλο, προσφέρει άριστη κατόπτευση του πεδίου της κοιλάδας της Ποταμιάς (Νέο Χαλκιόπουλο), όπου και επιτέθηκε στους Τουρκαλβανούς.
Ο Χαλκιοπουλίτης Χιλίαρχος Γιωργάκης Καραχρήστος, ο οποίος διατελούσε άτυπα και υπαρχηγός του (εξαδέλφου του) Στρατηγού Ανδρέα Ίσκου, σημειώνει στο φάκελό του, ο οποίος διασώζεται στο Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Βιβλιοθήκης και στην εξιστόρηση των υπηρεσιών του στον Αγώνα της Απελευθέρωσης του 1821 προς την αρμόδια κυβερνητική υπηρεσία που συστάθηκε μετά την επανάσταση ότι όλη η περιουσία του και οι μύλοι που διέθετε στο χωριό καταστράφηκαν την περίοδο της επανάστασης (κατά αυτήν την εποχήν τα εις την πατρίδαν μου δύο οικίες, μαγαζιά, μύλοι, γιδοπρόβατα και λοιπά, άλλα διεφθάρησαν, άλλα αρπάγησαν υπό των Τούρκων). Η σημείωσή του πιστοποιεί την αναφορά του Ανδρέα Ίσκου για την τοποθεσία «Μύλος του Καραχρήστου» και «Χαρκιοπουλίτικοι Μύλοι», όπου έλαβε χώρα η μάχη και τις καταστροφές που προκλήθηκαν στην περιοχή από τη δράση των Τουρκαλβανών.
Συμπερασματικά, αποτελεί ευτυχή και ιστορική συγκυρία η ακριβής σύμπτωση της επετείου της μάχης της 25ης Μαρτίου 1825 τόσο με τα 200 χρόνια από αυτή όσο και με την εορτή της Εθνικής Παλιγγενεσίας στις 25 Μαρτίου 2025.
agrinionews.gr