Η Οφειλόμενη απόδοση τιμής και ευγνωμοσύνης του Πνευματικού Τέκνου Πρωτ. Στέφανου Στεφόπουλου προς τον Πνευματικό του Πατέρα Κοσμά, με τίτλο "Ο πατήρ Κοσμάς" που γνώρισα.
Διαβάστε αναλυτικά:
Δυσαναπλήρωτο το πνευματικό κενό που άφησε ο μακαριστός Μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας κυρός Κοσμάς στις ψυχές των πνευματικών του τέκνων. Πανθομολογουμένως, ο γνωστός μας “πατήρ Κοσμάς”, αιχμαλώτισε με τέτοιο τρόπο τις ψυχές μας που δε νομίζω πως θα βρεθεί εύκολα ένα άλλο πνευματικό ανάστημα γιά να γεμίσει αυτό το κενό και να μας θερμάνει ψυχή και σώμα.
Πολλά έχουν ήδη φανερωθεί γι’ αυτήν την αγιασμένη ψυχή και δε νομίζω ότι η μαρτυρία μου θα προσφέρει κάτι που δεν γνωρίζαμε.
Επειδή, όμως, θεωρώ πως θα ήταν τιμή και ευλογία γιά μένα να αποτυπώσω και ηλεκτρονικά την ευγνωμοσύνη μου γιά όσα μου πρόσφερε εκείνος ως πατέρας πνευματικός, γι’ αυτό, 3 χρόνια μετά την κοίμησή του, θα επιχειρήσω να περιγράψω τη δική μου εμπειρία ως ελάχιστο ευχαριστώ και μαζί με τις προσευχές μου να κρατήσω τις ενθυμήσεις ζωντανές ώστε ποτέ να μην ξεχάσω ποιός ήταν εκείνος και πόσο ανάξιος και μικρός να του μοιάσω είμαι εγώ.
Τον “πατέρα Κοσμά” γνώρισα τον Αύγουστο του 1981 στην κατασκήνωση της Μητροπόλεως στη Ρίζα Αντιρρίου, στα 15 μου χρόνια και από τότε συνδέθηκα μαζί του, με την πνευματική του πατρότητα, αν και οι συνθήκες της ζωής μου επέβαλαν την εξομολόγηση και σε άλλα πετραχήλια γιά αρκετό διάστημα.
Από τότε μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση η ταπείνωση του ανθρώπου, το καρδιακό πηγαίο χαμόγελό του, η ζεστασιά που ένιωθα πλησιάζοντάς τον. Δεν ήταν απ’ τους κληρικούς που παραμέριζε το ζωστικό του ή μάζευε τα μανίκια του για να παίξει μαζί μας κάποιο ομαδικό παιχνίδι, ούτε γελούσε εύκολα μαζί μας με ένα χωρατό.
Ήταν όμως ο δικός μας μεγάλος “φίλος”, ένας άνθρωπος με πολλή αγάπη μέσα του που ξεχείλιζε κυριολεκτικά και έξω, πάνω του, ένας Πατέρας που θα συμμετείχε ολόψυχα στις καλές και τις όχι τόσο καλές στιγμές μας στην κατασκήνωση και παντού.
Ήταν ένας χαριτωμένος άνθρωπος που μας αιχμαλώτιζε και μας τραβούσε σαν μαγνήτης κι ας μην τον βλέπαμε να γίνεται ένας από εμάς.
Προσιτός, καλοσυνάτος, ευγενής. Απέδιδε σεβασμό σε όλους. Μας έδειχνε ότι μας υπολόγιζε και άκουγε πρόθυμα τις επιθυμίες, τις σκέψεις, τις γνώμες μας κι ας απείχαμε ηλικιακά πολλές δεκαετίες. Η ταπείνωση και η απλότητα του ανθρώπου μάλλον υπερέβαινε τα μέτρα στα οποία είμαστε συνηθισμένοι οι περισσότεροι.
Θυμάμαι ένα περιστατικό στην κατασκήνωση που αποδεικνύει ακριβώς αυτό. Δηλαδή την απλότητα, την ταπείνωση, την θυσιαστική διάθεση.
Πριν ανακαινιστούν τα κτίρια και αναβαθμιστούν οι υποδομές της Ρίζας, στην περίοδο των αγοριών, είχε βουλώσει ο σωλήνας της αποχέτευσης και μύριζε πολύ άσχημα όλη η κατασκήνωση. Αν θυμάμαι καλά, ήταν Σαββατοκύριακο και δεν μπορούσαμε να βρούμε κάποιον να έρθει να το κοιτάξει πριν τη Δευτέρα.
Το επόμενο πρωΐ, νωρίς τα ξημερώματα, τα μεγάλα παιδιά της 1ης ομάδας ξύπνησαν κι εμάς στη 2η και όλοι μαζί τρέξαμε κάτω απ’ τα κτίρια της διαχείρισης. Αντικρύσαμε τον π. Κοσμά σκυμμένο πάνω από τον σωλήνα με τα μανίκια του αντεριού μαζεμένα και το ένα χέρι του βαθιά μέσα στη σωλήνα να βγάζει έξω ακαθαρσίες!!!
Φυσικά και προθυμοποιηθήκαμε να τελειώσουμε εμείς τη δουλειά αλλά εκείνος δε μας άφησε γιατί όπως έλεγε δεν έπρεπε να πιάναμε εμείς, τα παιδιά, ακαθαρσίες! Αυτή ήταν η “στόφα” του ταπεινού π. Κοσμά.
Εννοείται ότι παρατρέχω πολλές προσωπικές εμπειρίες και γεγονότα από την γνωριμία μου μαζί του καθώς και θαυμαστές επεμβάσεις του στη ζωή μου, εν ζωή ακόμη, τις οποίες και θα παρουσιάσουμε εν καιρώ ευθέτω και με την ευλογία του πνευματικού μου πατρός. Προς δόξαν Θεού και τιμήν προς το πρόσωπο του μακαριστού που υπηρέτησε με πνεύμα θυσίας και υπακοής τον Χριστό και την αγία Του Εκκλησία.
Μεταξύ αυτών θα μνημονεύσω μόνο την, ελέω θείας χάριτος, παρουσία του στον ύπνο μου, δίνοντάς μου απαντήσεις σε σοβαρά ιερατικά θέματα που με βασάνιζαν και μάλιστα επί σειρά ετών! Κι όταν αργότερα στην εξομολόγηση του το αποκάλυπτα εκείνος έσκυβε το κεφάλι κι έλεγε “όχι εγώ πάτερ, όχι εγώ, η χάρις του Θεού, η χάρις του Θεού”! Κι εγώ, αγέρωχο πνεύμα, δεν τον άφηνα σε χλωρό κλαρί αν και αυτός με αγαπούσε πολύ, όπως όλους μας, και δευτερολογούσα “ναι πάτερ μου, αλλά η χάρις του Θεού μας επισκέπτεται διά των” “αγωγών” της. Κι εκείνος επέμενε και άλλαζε κουβέντα.
Ήταν τόση η λαοφιλία, η απλότητα, η ταπείνωση, η υπερχειλίζουσα θέρμη της καρδιάς του, η άδολη αγάπη του γιά ολόκληρο το ποίμνιό του που έμεινε γνωστός κατά γενική ομολογία ως “ο πατήρ Κοσμάς” κι ας ήταν αρχιερέας.
Θυμάμαι, μάλιστα, στην εξομολόγηση καμμιά φορά ξεχνιόμουν και του έλεγα “μα πάτερ μου πως…” και αμέσως διόρθωνα “με συγχωρείτε, Σεβασμιώτατε ήθελα να πω…”. Κι εκείνος έσκυβε το κεφάλι, δεν αντιδρούσε παρά μόνο μου έλεγε” δεν πειράζει πάτερ μου, ιερεύς είμαι, ελέω Θεού, λειτουργός του Υψίστου, σκύβαλο είμαι, ένα τίποτα, ένα σκουλήκι… “. Χωρίς, βεβαίως, μ’ αυτό να εννοεί την υποτίμηση της αρχιερωσύνης μπροστά στην οποία έτρεμε από φόβο Θεού αλλά από δέος προς αυτό το αξίωμα με το οποίο τον τίμησε η Εκκλησία μας, κι ας μην το πόθησε και το επιδίωξε ποτέ.
Επιτρέψατέ μου να επικαλεσθώ στο σημείο αυτό την μαρτυρία του μακαριστού ηγουμένου της Ι. Μ. Οσ. Δαβίδ στην Εύβοια π. Κυρίλλου Γεραντώνη. Σε μιά επίσκεψή μου στο μοναστήρι με ρώτησε ο γέροντας σε ποιόν εξομολογούμαι και ακούγοντας πως πνευματικός μου ήταν ο μακαριστός Αιτωλίας κυρός Κοσμάς με τράβηξε κοντά του και είπε χαμηλόφωνα : “δύο αρχιερείς εξέλεξαν οι Συνοδικοί μας τελευταία που μάλλον τους άλλαξαν τα σχέδια. Οι θεοφιλείς και λαοφιλείς Αιτωλίας Κοσμάς και…”!
Κι όσο εκείνος δεν ποθούσε την Αρχιερωσύνη, τόσο η χάρις του Θεού τον ετοίμαζε γιά μιά τέτοια αποστολή.
Γυρίζω λίγο πίσω γιά να μνημονεύσω ακόμη ένα γεγονός το οποίο και μου θύμιζε ο μακαριστός γέροντάς μου για χρόνια πολλά μετά. Ο Θεός επέτρεψε να μεταβώ γιά σπουδές στις ΗΠΑ (Οχάϊο) όπου ζούσε μόνιμα η αδερφή μου. Έμεινα 6 χρόνια εκεί μέχρι την αποφοίτησή μου εν μέσω πολυάριθμων καθημερινών κινδύνων για την σωματική και πνευματική μου ακεραιότητα.
Βοηθός και φάρος και στήριγμά μου υπήρξε ο μακαριστός καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών μου. Όλα τα πνευματικά του παιδιά γνωρίζαμε πως ο Σεβασμιώτατος έπεφτε από υπερκόπωση σε υπερκόπωση. Μιά οι ατελείωτες μεταμεσονύκτιες προσευχές του γιά όλους μας, μιά οι υποχρεώσεις του ως ιεροκήρυκας της Μητροπόλεως, μιά η ανύστακτη φροντίδα του γιά τη νεολαία, μιά η ανάγκη φροντίδας και μέριμνας γιά τον τυφλό αδελφό του, τον εκλεκτό και λίαν αγαπητό Απόστολο και την επίσης σχεδόν ολοκληρωτικά τυφλή και φιλάσθενη, ισάγγελης πολιτείας, αδελφή του Ελένη (κι αν πάμε λίγο πιό πίσω και για τους γέροντες γονείς του, τον μακαριστό π. Ευστράτιο Παπαχρήστο και την πρεσβυτέρα μητέρα του, μιά οι αδόκητοι και απρόκλητοι διωγμοί του από κληρικούς και λαϊκούς.
Πολλές φορές τον θυμάμαι να μη μπορεί να κρύψει στην εξομολόγηση την έλλειψη του ύπνου. Κι όμως, μεριμνούσε γιά τον καθένα μας χωριστά. Έτσι, όλα αυτά τα 6 χρόνια μου τηλεφωνούσε ακατάλληλες ώρες Ελλάδος (δεδομένου ότι η ώρα στις ΗΠΑ είναι 7 ώρες πίσω από μας) για να μου δώσει κουράγιο, να ρωτήσει πώς είμαι, πώς πάει η μελέτη, να μου δώσει οδηγίες και συμβουλές και να κρατήσει ζωντανή την φλογίτσα που σιγόκαιγε στην ψυχή μου γιά την ιερωσύνη συνεχίζοντας έτσι την οικογενειακή μας, ελέω Θεού, διαδοχή.
Εκείνα τα τηλεφωνήματα όντως με κράτησαν όχι μόνο ζωντανό αλλά και, χάριτι Θεού, όρθιο ψυχοσωματικά εν μέσω ισχυρών πειρασμών.
Μετά από πολλά χρόνια, λοιπόν, στην εξομολόγηση και όχι μόνο μου έλεγε : “πάτερ μου κράτα γερά. Τώρα θα κιοτέψεις; Εσύ δε λύγισες τότε που…και θα τα παρατήσεις τώρα;” Και πώς να του εξηγούσα ότι ελάχιστα είχα κάνει εγώ στα ξένα γιατί τα πολλά τα έκανε εκείνος αγρυπνώντας προσευχόμενος;
Μιά απ’ τις πιο δυνατές εμπειρίες μου με τον μακαριστό ήταν η συγκατοίκησή μας στο ίδιο δωμάτιο, στον ξενώνα του Οσ. Ιωάννου του Ρώσσου στο Ν. Προκόπι Ευβοίας, στα πλαίσια της τότε Πανορθοδόξου Αντιαιρετικής Συνδιασκέψεως. Έζησα για λίγο δίπλα σε έναν ασκητή ιερομόναχο που ακτινοβολούσε πνευματική αρχοντιά.
Ο Σεβασμιώτατος κυρός Κοσμάς κέρδιζε όποιον τον πλησίαζε με αγνή διάθεση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Επίσκοπός μου, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Χαλκίδος κ.κ. Χρυσόστομος ο οποίος μου έλεγε πάντα τα καλύτερα και πνευματικότερα γι’ αυτόν τον άνθρωπο.
Μάλιστα, όταν βρέθηκε στον Οσ. Δαβίδ ο μακαριστός γιά να συλλειτουργήσει με άλλους Επισκόπους στο τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο του μακαριστού ηγουμένου γέροντος Κυρίλλου Γεραντώνη, γνωρίστηκε μεταξύ άλλων και με τον Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη μου, Μητροπολίτη Χαλκίδος, και τον τότε Γενικό Αρχιερατικό και νυν Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ.κ. Φιλόθεο.
Αμέσως μετά το πέρας του γεύματος μου τηλεφώνησε ο τότε Γενικός Αρχιερατικός και με ρώτησε αν όντως ο Αιτωλίας και Ακαρνανίας Κοσμάς ήταν ο πνευματικός μου. Στην καταφατική μου απάντηση ο π. Φιλόθεος είπε: “γνωρίσαμε με τον Σεβασμιώτατο τον πνευματικό σου από κοντά. Τι επίσκοπος είναι αυτός ο Κοσμάς”!!!
Σεμνύνομαι και καμαρώνω κι εγώ και καυχώμαι εν Χριστώ γιά το γεγονός ότι υπήρξα πνευματικό τέκνο και συμμαρτηρηθείς από εκείνον στο υπούργημα της αγίας ιερωσύνης, ενός τέτοιου πνευματικού αναστήματος, μιάς αγιασμένης ασκητικής ψυχής, ενός Επισκόπου που ποτέ δεν ξέχασε και δεν παραμέλησε τον μοναχικό του κανόνα.
Αλλά και ελέγχομαι βαρύτατα και ανησυχώ ενθυμούμενος τα λόγια του αγίου Παϊσίου γιά τον άγιο γέροντα Επίσκοπο ότι “η Αιτωλοακαρνανία θα κριθεί πιο αυστηρά από τον Κύριο γιατί από εκεί πέρασε ένας άνθρωπος σαν τον Επίσκοπο Κοσμά”!
Οφείλω να επισημάνω και κάτι ακόμα. Έχει ήδη μνημονευθεί από άλλους πνευματικούς μου αδελφούς αλλά εκτιμώ ότι είναι απ’ αυτά τα στενάχωρα θέματα που όμως αναδεικνύουν την έμπρακτη αγάπη, τον σεβασμό στον Επίσκοπο και την τάξη με την οποία οι Πατέρες όρισαν να διοικείται η Εκκλησία, την μοναχική υπακοή, την υψοποιό ταπείνωση.
Ο μακαριστός, γιά λόγους που δεν είναι της ώρας να εξηγήσουμε, είχε υποστεί πολλά ψυχοσωματικά δεινά, συκοφαντίες, ανυπόστατες κατηγορίες, σωστό διωγμό, από ανθρώπους – κληρικούς και λαϊκούς – της επαρχίας του. Ήταν αυτοί οι ίδιοι που είχαν ευεργετηθεί με τον έναν ή άλλον τρόπο απ’ τον “παλιο – Κοσμά” όπως έλεγε ο ίδιος.
Και ήταν αυτοί οι ίδιοι που τον πίκραναν ακόμη και μετά την ανάδειξή του σε Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας. Αυτός, όμως, ποτέ δεν εκδικήθηκε ακόμη κι όταν είχε τη δύναμη και την εξουσία να το κάνει. Και πώς, δηλαδή, να το έκανε αυτό ένας άνθρωπος που ξεχείλιζε από αγάπη για τον διπλανό του, γιά τον εχθρό του, για το διώκτη και συκοφάντη του.
Απαξιώ να αναφερθώ σ’ αυτούς όλους τους ανθρώπους και τη συμπεριφορά τους. Ας τους χαρίσει ο Θεός μετάνοια και να μη τους το καταλογίσει. Όμως, το φέρνω το θέμα στην επιφάνεια γιά να φανερώσω την πνευματική “στόφα” του Μητροπολίτη Κοσμά.
Ήταν τόση η καρτερικότητα, η υπομονή, η αφοσίωση, το εκκλησιαστικό φρόνημα, η υπομονή, η αγάπη, η συγχωρητικότητα του ανθρώπου αυτού που δεν μιλούσε εναντίον των συκοφαντών του. Δεν αναφερόταν καθόλου σ’ αυτούς. Δεν μας τους χαρακτήριζε, δεν εξέφραζε παράπονα. Φανταστείτε ότι όλα αυτά, εγώ που είμαι γέννημα θρέμμα της Αιτωλικής γης αλλά ζούσα στην μεγαλούπολη και μετά στον ευλογημένο τόπο της Β. Εύβοιας, δεν γνώριζα καν και ο μόνος τρόπος να μάθω τα τεκταινόμενα ήταν οι γύρω του πνευματικοί μου αδελφοί και οι συγγενείς μου κληρικοί που ζούσαν τα γεγονότα.
Ακόμη κι αν τον ρωτούσε κάποιος λεπτομέρειες, εκείνος έβαζε κάτω το κεφάλι, ιστορούσε τα γεγονότα, φανέρωνε την πικρία του μεν σαν άνθρωπος αλλά στο τέλος έλεγε: “αυτά τα παθαίνω γιατί είμαι ένα σκουλήκι. Τι είμαι εγώ; Πόσα έπαθε ο Κύριος και δε θα πάθει ο “παλιο-Κοσμάς”;
Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ κι εγώ στο ευλογημένο αυτό καταφύγιο γιά όλους μας, στην οικία του με τους λίαν προσφιλείς του άμεσους συγγενείς. Ένιωθε κανείς πως έμπαινε σ’ ένα πνευματικό λιμάνι. Πόση ζεστασιά και θαλπωρή δε νιώσαμε όλοι όσοι μέναμε πολλές φορές γιά ώρες περιμένοντας τον ερχομό του μακαριστού γέροντά μας γιά εξομολόγηση!
Εγώ έμενα μακριά, πολλές εκατοντάδες χιλιόμετρα από τη βάση του στο Αγρίνιο και γι αυτό όταν κανονίζαμε εξομολόγηση προσπαθούσε, όχι πάντα επιτυχώς, να μου δίνει προτεραιότητα. Και τότε η χαρά μου γινόταν μεγάλη γιατί σκεπτόμουν πως θα έμενα να τον περιμένω μέσα σ’ εκείνο το φιλόξενο κουζινάκι. Σ’ αυτό το κουζινάκι πόσες συγκινήσεις δεν λάβαμε ως πνευματικά εφόδια!
Τα πιο παλιά χρόνια, θυμάμαι, τον λευκασμένο άγιο ιερέα πατέρα του, τον π. Ευστράτιο, να κάθεται στο στασίδι του και να μας απευθύνει εποικοδομητικούς λόγους. Η πρεσβυτέρα μητέρα του Θεοδοσία στο νεροχύτη κάτι να πλένει και να καλωσορίζει και να κερνάει όποιον έμπαινε στο κουζινάκι και πιστέψτε με, έμπαινε καθημερινά πολύς κόσμος.
Μετά ερχόταν και η μακαριστή αδερφή του η Ελένη με την οποία σχολιάζαμε την τότε δεινή επικαιρότητα. Πόσο αγιασμένη ψυχή! Μιά κοσμοκαλόγρια ήταν που παρά την σωματική της δυσκολία και τους πόνους, δεν έχανε ακολουθία και πανήγυρη.
Εκεί και ο ευλογημένος και χαριτωμένος αδελφός του, ο Απόστολος, ο καλλιφωνότατος. Αυτός ο άνθρωπος ήταν χαρά Θεού να τον συναναστρέφεται κανείς.
Ήταν πολύ πνευματικός άνδρας αλλά συνάμα εκρηκτικός. Τα έλεγε “χύμα” όπως λέμε. Καμμιά φορά περιέγραφε κάποια εκκλησιαστική πραγματικότητα ή γεγονότα με τον δικό του χειμαρρώδη και χιουμοριστικό τρόπο και δίπλα του ο π. Κοσμάς γελούσε αμήχανα. Καμμιά φορά του έκανε με πολλή αγάπη παρατήρηση αλλά εκείνος…απτόητος!
Άνθρωπος θυσίας. Άνθρωπος αφοσιωμένος στην αποστολή του. Χρυσοχέρης. Διατηρούσε ένα αμπελάκι και από εκεί έβγαζε νάμα και το πρόσφερε σε Ναούς γιά τη Θ. Κοινωνία.
Δίδασκε τη βυζαντινή μουσική, έδινε να μεταφράζονται ακολουθίες και ηχογραφούσε ακολουθίες όλου του χρόνου γιά να τα στέλνει στα Πατριαρχεία, στην ιεραποστολή και αλλού. Πόσες ιερατικές και μη ψυχές δεν ανέπαυσε με την προσφορά του αυτή!
Υπήρξε και δεινός γνώστης του Τυπικού και θαυμαστής των κολλυβάδων πατέρων όπως και ο πατέρας του ο ταπεινός νέος άγιος παπα Νικόλας Πλανάς, π. Ευστράτιος, όπως τον χαρακτήρισε κάποτε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου κ.κ. Ιερόθεος. Συνεργάστηκε επί σειρά ετών με τη συνοδική επιτροπή που εκδίδει τα δίπτυχα και δημοσίευσε κείμενα που αφορούσαν στην ακριβή τήρηση του τυπικού. Ας είναι αναπαυμένος και αυτός και όλοι οι κεκοιμημένοι οικείοι του μακαριστού π. Κοσμά. Δεν αναφέρομαι στα λοιπά ευλογημένα πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος του π. Κοσμά μόνο και μόνο γιατί δεν είχα την ευκαιρία να τους συναναστραφώ.
Επιστρέφω, όμως, σ’ εκείνο το θρυλικό κουζινάκι!
Θυμάμαι τον π. Ευστράτιο Παπαχρήστο να μου διηγείται εμπειρίες του γιά τους παλαιούς ιερείς. Ήταν ένας παλαιός των ημερών άγιος ιερεύς.
Ένα απόγευμα τον βρήκα να κάθεται στο στασίδι του και να μετράει κάτι στις σελίδες ενός περιοδικού. Αυτό γινόταν γιά ώρα πολλή. “Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε, έξι, επτά… Μπράβο, μπράβο παιδί μου, να σου ζήσουν” έλεγε χωρίς να σηκώνει καν το βλέμμα του απ’ το βιβλιαράκι. Τον ρώτησα από περιέργεια και θαύμασα τον παππούλη όταν μου είπε ότι μέτραγε στις φωτογραφίες του περιοδικού των πολυτέκνων της Π.Ε.ΦΙ.Π τα παιδιά των πολυτέκνων οικογενειών στις φωτογραφίες!
Μιά μέρα μου έδωσε ως ευλογία ένα φυλλάδιο το οποίο φύλαξα ως κόρην οφθαλμού και το παρουσιάζω παρακάτω τώρα που διανύουμε το ευλογημένο “στάδιο των αρετών”. Πρόκειται γιά φωτοτυπία από παλαιό ειρμολόγιο του 1724 που υπογράφει ο έτερος αδελφός του Επισκόπου Κοσμά ο π. Χρήστος Παπαχρήστος στις 31 Οκτωβρίου του 1987 και επιγράφεται “Περί θανασίμων αμαρτημάτων και αρετών”.
Είναι αλήθεια πως ο π. Κοσμάς ήταν λόγω φόρτου εργασίας δυσεύρετος. Ακόμη και τότε που ήταν αρχιμανδρίτης-ιεροκήρυκας. Χρησιμοποιούσε, κυρίως, τα αστικά και υπεραστικά λεωφορεία, όταν κάποιος δεν προθυμοποιούνταν να του προσφέρει το” αγώι”. Η εξομολόγηση στα χωριά διαρκούσε πολλές ώρες. Καμμιά φορά γυρνούσε πίσω σπίτι κατάκοπος κατά τα μεσάνυχτα. Μου είχε τύχει να φύγω άπρακτος για Αθήνα επειδή είχε γυρίσει, όπως λέμε χαριτολογώντας “σε ένα κομμάτι” στις 1 παρά κάτι σπίτι του και μετά να μου ζητάει συγγνώμη γιά μήνες!
Εξομολόγηση, προσευχή καρδιακή ασταμάτητη γιά τον καθένα μας χωριστά, συνάξεις ιερέων, πνευματικών τέκνων, κατασκηνωτών, στελεχών, κατηχητικών, ακολουθίες, οικογενειακές υποχρεώσεις, ύπνος ελάχιστος, φαγητό στο πόδι. Με αποτέλεσμα, λόγω εξάντλησης, να εξομολογεί με πολλή δυσκολία.
Σωματικά. Ψυχικά όμως ήταν εκεί γιά όλους μας και το αισθανόμασταν έντονα. Τόσο που βγαίναμε απ’ το στενάχωρο από πλευράς χώρου εξομολογητήριο με νέες πνευματικές δυνάμεις. Τα τελευταία χρόνια δε, υπέφερε από χρόνιες υπερκοπώσεις.
Η επικοινωνία μαζί του; Μόνο με θαύμα! Το τηλέφωνο στο σπίτι του μάλλον ένας τρόπος να καλλιεργηθεί η Ιώβειος υπομονή. Μπορεί να χρειαζόταν κανείς 2 και τρεις μέρες ακόμα να καλεί πριν μπορέσει να επικοινωνήσει με κάποιον τρίτο γιά να του μεταφέρει ένα μήνυμα. Τόση ήταν η δυσκολία που όταν καλούσαμε και σήκωνε το ακουστικό ο ίδιος και αμέσως το θεωρούσαμε ένα μικρό θαύμα.
Και μάλιστα ο πνευματικός μας απαντούσε σε τηλεφωνήματα και καθ’ όλη τη διάρκεια μιάς εξομολόγησης – όταν αυτή γινόταν στο εξομολογητήριο στην οικία του – με αποτέλεσμα αυτή να διαρκεί διπλάσιο ή και παραπάνω χρόνο. Ο π. Κοσμάς απολογούνταν και αισθανόταν άσχημα που έπρεπε να διακόπτει το μυστήριο αλλά εξηγούσε κάθε φορά ότι προσπαθούσε να αναπαύσει αυτές τις ψυχές που είχαν ανάγκη τις συμβουλές του και δεν ήθελε σε καμμία περίπτωση να δοκιμάζει την υπομονή των εξομολογουμένων.
Τόσο κόσμο είχε κρεμασμένο στο πετραχήλι του.
Αν μπορούσαμε να του αποδώσουμε τα κύρια χαρακτηριστικά της ποιμαντικής του διακονίας τούτα θα μνημονεύαμε.
Την αγάπη και έγνοια του για τη νεολαία και την κατηχητική και κατασκηνωτική κίνηση.
Την εκδήλωση αγάπης προς τον πλησίον με τις ατελείωτες προσευχές και τις πολύωρες εξομολογήσεις του καθώς και την παροιμιώδη φιλοξενία του.
Και τον μοναχικό του κανόνα που ποτέ δεν ξέχασε- ούτε ως Επίσκοπος.
Ο πολυσέβαστος πνευματικός μας γνώριζε διά ζώσης ή από διηγήσεις των γεροντοτέρων και τιμούσε με κάθε τρόπο τα πνευματικά αναστήματα που βοήθησαν όλες τις προηγούμενες δεκαετίες να ανδρωθούν πνευματικά οι Αιτωλοακαρνάνες.
Κληρικοί όπως ο π. Βενέδικτος Πετράκης, ο π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος, ο π. Χριστοφόρος Παπουτσόπουλος, ο π. Απόστολος Φαφούτης, ο λαϊκός τότε (επί των ημερών του π. Βενεδίκτου) και μετέπειτα ιερομόναχος αγιορείτης και συγγενής μου π. Σπυρίδων Ξένος και πολλοί άλλοι λιγότερο γνωστοί στους ντόπιους αλλά πολύ γνωστούς στον Θεό.
Μιά τόσο πνευματική μορφή δεν μπορούσε παρά να προσφέρει τα μέγιστα στην κρίσιμη περίοδο της δοκιμασίας του λαού μας από την εργαστηριακά προετοιμασμένη – όπως πανηγυρικά αποδείχθηκε – πανδημία του κορονοϊού.
Ο ανήσυχος Ιεράρχης όργωνε τη μητρόπολή του ευλογώντας, αγιάζοντας, σταυρώνοντας, ενισχύοντας με κάθε δυνατό τρόπο το ποίμνιό του.
Βρέθηκα κι εγώ τότε – ελέω Θεού – ανάμεσα σε διασταυρούμενα, τρόπον τινά, πνευματικά “πυρά” που μου πρόσφεραν τότε μεγάλη παρηγοριά και δύναμη. Αυτά του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μου Μητροπολίτου Χαλκίδος κ.κ. Χρυσοστόμου και του πνευματικού μου πατρός, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ.κ. Κοσμά.
Ο ένας μου ενέπνευσε το ευαγγελικό “γίνεσθε φρόνιμοι ως οι όφεις” και την παρακλητική προσευχή γιά το ποίμνιο και ο πνευματικός τον έμπρακτο τρόπο αγάπης με τον αγιασμό που κι εκείνος πρόσφερε στην επαρχία του.
Γύριζε με το αυτοκίνητο με αγιασμό σε δοχείο και άγια λείψανα και σταύρωνε την επαρχία του από Βορά σε Νότο και από Ανατολή σε Δύση σχηματίζοντας έτσι ένα νοητό σταυρό. Και η Αιτωλοακαρνανία δε θρήνησε πολλούς θανάτους συμπολιτών μας.
Και πάλι, βέβαια, αν και ξεκάθαρες οι θέσεις του, δημοσίως εκπεφρασμένες, λοιδωρήθηκε, συκοφαντήθηκε, κατηγορήθηκε όπως τόσοι άλλοι συμπολίτες μας, κληρικοί και λαϊκοί, ως υπαίτιος των θανάτων αυτών λόγω της γνωστής επικριτικής του στάσης απέναντι στα ενέσιμα φαρμακευτικά σκευάσματα που εκ των υστέρων αποδείχθηκε πως έστειλαν στον τάφο χιλιάδες συνανθρώπους μας και συνεχίζουν να το κάνουν.
Δικαιώθηκε και σ’ αυτό ο Επίσκοπος Κοσμάς! Και επέλεξε, όπως φάνηκε εξ υστέρου, να μην αντιμετωπίσει ιατρικά την δική του ασθένεια και να φύγει γιά την Άνω Ιερουσαλήμ. Εν μέσω κορονοϊού. Έτσι άδοξα. Χωρίς τις δέουσες, για μας, τιμές. Με απόλυτη ταπείνωση.
Χωρίς πολλά λόγια. Συνοδευόμενος από την απέραντη θλίψη και το βουβό κλάμα των παιδιών του. Μάλλον…μιά χαρμολύπη που δεν μπορούσαμε τότε οι πιο πολλοί από μας να κατανοήσουμε. Ούτε κι εγώ την καταλάβαινα τότε. Αντίθετα, μάλιστα, ζούσα με ένα πελώριο “Γιατί;” μέσα μου.
Χρειάστηκε χρόνος πολύς γιά να συνειδητοποιήσω ότι ο απλούς και ταπεινός Επίσκοπος Κοσμάς αξιώθηκε να φύγει από κοντά μας έτσι όπως ήρθε. Ταπεινά.
Σταματώ εδώ έχοντας προσφέρει μιά ελλειπέστατη εικόνα του μακαριστού κυρού Κοσμά, του δικού μας “πατρός Κοσμά”, αλλά και μιά βγαλμένη εκ βάθους καρδίας εμπειρία της χάριτος του Χριστού μας που μας αξίωσε να χρωστάμε τόσο πολλά σ έναν άνθρωπο που ζούσε με τόσο λίγα.
Λίγα αλλά πελώρια. Με γεύση Παραδείσου.
Την ευχή του μακαριστού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κυρού Κοσμά να έχουμε ως βακτηρία και εφόδιο ζωής αιωνίου.
“χαίρε Αιτωλίας και Ακαρνανίας το καύχημα, χαίρε Κοσμά
Ιεραρχίας το κόσμημα, χαίρε Κοσμά ταπεινέ διάκονε,
χαίρε πνευματικέ πατήρ ημών ακούραστε”!
entaksis.gr