Τήν 11η Ὀκτωβρίου 2024, ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος, ὁμίλησε διαδικτυακά στό Συνέδριο: «Ἡ ὀγκολογία τό 2024» στό Ξενοδοχεῖο Crowne Plaza στήν Ἀθήνα, μέ τίτλο «Βιοηθικοί προβληματισμοί ἀσθενῶν μέ καρκίνο».
Τό Συνέδριο διοργάνωσε ἡ «Ἑλληνική Ὀργάνωση Πρόληψης καί Ἐκπαίδευσης γιά τόν Καρκίνο» σέ συνεργασία μέ τήν Ε΄ Παθολογική Ὀγκολογική κλινική τοῦ Νοσοκομείου «Ὑγεία» καί τήν Ὀγκολογική Μονάδα τοῦ Βοστάνειου Γενικοῦ Νοσοκομείου Μυτιλήνης.
Ὁ Σεβασμιώτατος στήν ἀρχή τῆς Διαλέξεώς του ἀναφέρθηκε γενικά στήν ἀσθένεια πού εἶναι καρπός τῆς φθαρτότητος καί τῆς θνητότητος τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου καί γιά τήν κατάσταση τῶν καρκινοπαθῶν πού περνοῦν πολύ χρόνο μέ ἐξετάσεις, ἀξονικές καί μαγνητικές τομογραφίες, χημειοθεραπεῖες, ἐπεμβάσεις, φάρμακα καί ὅλα αὐτά δημιουργοῦν προβλήματα σέ αὐτούς καί στούς συγγενεῖς τους.
Ἔπειτα ὁμίλησε γιά τήν βιοηθική, ὑπαρξιακή καί θεολογική ἀντιμετώπιση τῶν ἀσθενῶν πού πάσχουν ἀπό καρκίνο, διότι τήν περίοδο αὐτή ἀναπτύσσονται σέ αὐτούς τά μεγάλα ὑπαρξιακά ἐρωτήματα περί τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου. Τόνισε ὅτι οἱ ἀσθενεῖς αὐτοί περνοῦν ἀπό πέντε καταστάσεις πένθους, ἤτοι ἄρνηση τῆς ἀσθενείας, θυμό ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, διαπραγμάτευση μέ τόν Θεό, κατάθλιψη, ἀποδοχή τοῦ θανάτου. Σέ ὅλα αὐτά τά στάδια χρειάζονται κατάλληλη βοήθεια.
Στήν συνέχεια διηγήθηκε μιά δική του ἐμπειρία, ὅταν ἀσχολήθηκε γιά τρεῖς μῆνες μέ μιά ὁμάδα καρκινοπαθῶν γυναικῶν, σέ συναντήσεις μιά φορά τήν ἑβδομάδα, συζητώντας τά προβλήματα πού ἀντιμετώπιζαν καί ἀπαντώντας στά ἐρωτήματά τους. Ἦταν μιά μεγάλη ποιμαντική ἐμπειρία.
Στό τέλος ἀνέφερε μερικά ἀπό τά βιοηθικά εὐθανασιακά διλήμματα τῶν ἀσθενῶν, πού πάσχουν ἀπό τήν ἀσθένεια τοῦ καρκίνου, τῶν συγγενῶν καί τῶν ἰατρῶν. Ἔθεσε τό πρόβλημα τῆς εὐθανασίας (παθητική καί ἐνεργητική) καί ποιά εἶναι ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γι' αὐτήν, κυρίως ἔθεσε τό δίλημμα πού ἔχουν οἱ ἐντατικολόγοι γιατροί στίς Μονάδες Ἐντατικῆς Θεραπείας (ΜΕΘ): «παράταση ζωῆς ἤ παρεμπόδιση θανάτου;».
Κατέληξε ὅτι «οἱ ἀσθενεῖς μέ καρκίνο ἀντιμετωπίζουν τό τί εἶναι ἡ ζωή καί ὁ θάνατος, καταλαβαίνουν ὅτι ἡ ζωή καί ὁ θάνατος ἔχουν ἀξία, καί ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ αὐτούς, ἰδιαίτερα οἱ ἰατροί, γνωρίζουν ὅτι ἀσχολοῦνται μέ εὐαίσθητους ἀνθρώπους, καί πρέπει νά γνωρίζουν ὅτι οἱ ἀσθενεῖς αὐτοί προσπαθοῦν νά καταλάβουν ὄχι αὐτά πού τούς λένε, ἀλλά κυρίως αὐτά πού τούς κρύβουν. Ἔτσι, ἀσχολοῦνται μέ ἀνθρώπους πού ὁδηγοῦνται πρός τόν θάνατο καί αὐτό τούς ἀνοίγει ἄλλους ὁρίζοντες καί ἄλλη προοπτική».