Ο όρος «Πελασγοί» χρησιμοποιήθηκε από τους αρχαίους Έλληνες για να υποδηλώσει τους προελληνικούς λαούς που κατοικούσαν στην ηπειρωτική Ελλάδα, την Κρήτη αλλά και τα νησιά του Αιγαίου.
Καθώς, λοιπόν, σύμφωνα με τη θεωρία των Ινδοευρωπαίων τα πρώτα ελληνικά φύλα μετανάστευσαν στην Ελλάδα από αλλού (την περιοχή του Καυκάσου, την Κεντρική Ασία ή ίσως τη Βόρεια Ινδία), έτσι και οι λαοί που ζούσαν στον ελλαδικό χώρο πιο πριν είχαν άλλη γλώσσα, άλλα ήθη, άλλα έθιμα και πολύ πιθανόν διαφορετικά φυσικά χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, μεταγενέστερα ο όρος χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές για να περιγράψουν ατόφιοι ελληνικοί πληθυσμοί (ή έστω ελληνικοί πληθυσμοί που είχαν προσμίξεις με τους προελληνικούς λαούς).
Και κάπου εδώ είναι που δημιουργείται μια μεγάλη και διαχρονική σύγχυση, αφού ούτως ή άλλως ο όρος είναι αρκετά ασαφής και κάπως μπερδεύεται μέσα από τους αιώνες.
Γιατί δεν είναι απλά πρόγονοι των Ελλήνων;
Μιλούσαν γλώσσα ή γλώσσες που ήταν φανερά μη ελληνικές και θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «ξένες» από τα πρώτα ελληνικά φύλα. Παραδοσιακά θεωρούνταν λαοί που προϋπήρχαν των Μυκηναίων σε ένα μεγάλο μέρος της Ελλάδας.
Οι Πελασγοί ήταν αναγνωρίσιμοι από την εποχή του Τρωικού Πολέμου, όταν κάποιοι από αυτούς λέγεται ότι πολέμησαν για την υποστήριξη της Τροίας. Μέχρι την κλασική περίοδο κάποιοι εκ των Πελασγών μπορούσαν να βρεθούν στην Ελλάδα, στα νησιά του Αιγαίου και στη δυτική Ανατολία.
Ο διαχωρισμός ιστορικών γεγονότων και μυθοπλασίας στην περίπτωση τους κρίνεται όμως εξαιρετικά δύσκολος. Ο Στράβωνας αναφέρει ότι η φυλή των Πελασγών κατοικούσε στην περιοχή της Θεσσαλίας η οποία αργότερα ονομάστηκε Πελασγιώτιδα, ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει απαντηθεί το ερώτημα αν ήταν πράγματι προ-μυκηναϊκοί Έλληνες ή αν είχαν κάποια συγγένεια με αυτούς.
Η αλήθεια είναι όμως ότι οι προμυκηναϊκοί κάτοικοι της Ελλάδας απέκτησαν μεταξύ 62% και 86% του DNA τους από ανθρώπους που είχαν εισάγει τη γεωργία από την Ανατολία ως μέρος των νεολιθικών πολιτισμών της «Παλαιάς Ευρώπης».
Μέχρι την άφιξη των Μυκηναίων ήταν έμπειροι γεωργοί και αγγειοπλάστες, βοσκοί και ψαράδες. Διάφορες μελέτες έχουν διεξαχθεί, χωρίς όμως μεγάλη επιτυχία, για να προσπαθήσουν να βρουν αναγνωρίσιμα μη ινδοευρωπαϊκά γλωσσικά στοιχεία, ενώ ορισμένες αρχαιολογικές ανασκαφές (κυρίως στη Λήμνο) εντοπίζουν οπλισμό που είναι σαφώς διαφορετικός από αυτόν των κλασικών Ελλήνων, αλλά διατηρεί πολλά στοιχεία μυκηναϊκού οπλισμού.
Ένα πιθανό συμπέρασμα είναι ότι οι γηγενείς Πελασγοί επηρεάστηκαν σε μεγάλο βαθμό από τους Μυκηναίους, αλλά δεν ήταν απαραίτητα μέρος του πολιτισμού τους.
Ας δούμε όμως μία ιστορική αναδρομή στις αναφορές που έχουμε για αυτόν τον λαό που τα ίχνη του χάνονται στα βάθη της ιστορίας.
Περίπου 3000 – 2800 π.Χ.
Η πόλη Παυλοπέτρι ιδρύεται στο νοτιοανατολικό παράκτιο άκρο της Πελοποννήσου, στη νότια Λακωνία. Οι κάτοικοι του Παυλοπετρίου αντιγράφουν αργότερα την κρητική και την ηπειρωτική τεχνοτροπία, φτιάχνοντας κεραμικά αντίγραφα των υψηλού κύρους κρητικών χάλκινων κανατών. Αλλά η πρώιμη αυτή πόλη δεν είναι ούτε μινωική αποικία, ούτε μυκηναϊκός οικισμός.
Προηγείται και των δύο λαών στην περιοχή, γεγονός που καθιστά πιο πιθανό να πρόκειται για έναν πελασγικό οικισμό που απορροφάται αργότερα από τους Μυκηναίους και υπόκειται σε έντονη μινωική επιρροή ή έλεγχο κατά τη δεύτερη χιλιετία π.Χ.
Η πόλη ακμάζει, φτάνοντας στο απόγειό της γύρω στο 2000 π.Χ., οπότε και μετατρέπεται σε σίγουρα μινωική πόλη, καθώς οι Μυκηναίοι δεν έχουν φθάσει ακόμη ούτε στη βόρεια Ελλάδα.
Περίπου 1.200 π.Χ.
Όλα δείχνουν πως υπάρχουν πολλοί πελασγικοί πληθυσμοί στην Ελλάδα και στο Αιγαίο. Ο Ηρόδοτος αναφέρει εκείνους που παραμένουν «πάνω από την Τυρρήνη στην πόλη Κρέστον», και άλλους που κατοικούσαν παλαιότερα στον Ελλήσποντο. Αυτοί οι δύο τελευταίοι «ήρθαν να ζήσουν ανάμεσα στους Αθηναίους» ως Κραναίοι, αν και διατηρούν τη δική τους γλώσσα εκείνη την εποχή. Αργότερα εγκαθίστανται ξανά από τους Αθηναίους στη Λήμνο, και γίνονται γνωστοί ως Ελλησποντινοί Πελασγοί.
Οι Ίωνες της Πελοποννήσου είναι γνωστοί ως Αιγιαλείς Πελασγοί. Πολλές άλλες πόλεις με Πελασγούς κατοίκους και ονόματα μετονομάζονται αργότερα από τους νεοφερμένους Έλληνες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Λήμνου και της Ίμβρου, και ίσως και της Κορίνθου.
12ος αιώνας π.Χ.
Το όνομα της Λάρισας είναι συνηθισμένο για τις πελασγικές πόλεις ή κωμοπόλεις όπου και αν εγκατασταθούν. Υπάρχουν παραδείγματα στο Άργος, στην επικράτεια της Εφέσου, στη Θεσσαλία, στην Τρωάδα και αλλού ενώ η ίδια η Λέσβος είναι τόσο συνδεδεμένη με τη συγκεκριμένη φυλή, που είναι γνωστή ακόμη και ως Πελασγία (σύμφωνα με τον Στράβωνα).
1183 π.Χ.
Εκεί που τέμνεται η ιστορία με τη μυθολογία, και καθώς οι Μυκήνες κηρύσσουν τον πόλεμο στην Τροία, ο Πρίαμος της Τροίας συγκεντρώνει το πολυεθνικό στράτευμα του, το οποίο αποτελείται από πολεμιστές που ίσως να μη μιλούν καν την ίδια γλώσσα. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και τμήματα Πελασγών.
Δύο τέτοιοι ήρωες είναι ο Ιππόθους και ο Πυλαίος, γιοι του Λήθου, ενός βασιλιά των Πελασγών από τη Λάρισα. Οι τελευταίοι πολεμούν στον Τρωικό πόλεμο με το πλευρό των Τρώων ενώ οι δύο ήρωες σκοτώνονται από τον Αίαντα κατά τη διάρκεια της μάχης για το σώμα του Πάτροκλου.
5ος αιώνας π.Χ.
Κάποιες πελασγικές κοινότητες φαίνεται να εξακολουθούν να υπάρχουν, κυρίως στην Αρκαδία της Πελοποννήσου. Μια άλλη περιοχή στη βορειοδυτική ακτή του Αιγαίου είναι η Πελασγιώτιδα, η οποία βρίσκεται νότια της Πιερίας. Αυτή η τοποθεσία φαίνεται να διατηρεί τον πελασγικό της πολιτισμό μέχρι περίπου το 500 π.Χ όταν και κατακτιέται από το αναπτυσσόμενο μακεδονικό βασίλειο.
Από την ημερομηνία αυτή και μετά, οι Πελασγοί απορροφώνται σταδιακά από τον γενικότερο ελληνικό πληθυσμό.