Βασισμένη στο διαχρονικό έργο του Ουίλιαμ Σέξπιρ, «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», μια ελληνική εκδοχή προβλήθηκε στον ελληνικό κινηματογράφο την σεζόν 1969-1970 και δεν είναι άλλη από την ταινία «Η νεράιδα και το παλικάρι». Εκεί αναμφίβολα δεσπόζει η παρουσία του ζευγαριού στην οθόνη και στη ζωή, Αλίκης Βουγιουκλάκη-Δημήτρη Παπαμιχαήλ, αλλά υπάρχει κι ένας ηθοποιός σε ρόλο-έκπληξη και αμοιβή που προκάλεσε έκπληξη.
Το κάστινγκ του φιλμ ήταν ομολογουμένως εντυπωσιακό.
Προφανώς για τους ρόλους των δύο νέων οι οποίοι ερωτεύονται και θέλουν να ζήσουν την αγάπη τους, κόντρα στις επιθυμίες των οικογενειών τους, δεν θα μπορούσαν να επιλεχθούν άλλοι από τους Βουγιουκλάκη και Παπαμιχαήλ.
Μάλιστα εκείνη την εποχή η Εθνική Σταρ ήταν ήδη έγκυος στον γιο τους, Γιάννη, και αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο λόγω της προχωρημένης εγκυμοσύνης της, σε ορισμένες σκηνές χρειάστηκε να ντουμπλαριστεί από την Μήτση Καρά. Σε άλλες, πάλι, την βλέπαμε με ιδιαίτερα φαρδιά ρούχα για να μην ξεχωρίζει η κοιλιά της.
Η ελληνική εκδοχή του σεξπιρικού δράματος τοποθετείται στην Κρήτη και φυσικά έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά και ουσιαστικά αποτελεί μια αισθηματική κωμωδία, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του σπουδαίου Ντίνου Δημόπουλου, πάνω σε σενάριο του Λάκη Μιχαηλίδη.
Η πλειοψηφία των γυρισμάτων φυσικά έλαβε χώρα στο νησί και πιο συγκεκριμένα στον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου, ενώ ορισμένες σκηνές που γυρίστηκαν στο Κολυμβάρι Χανίων, το ενετικό λιμάνι Χανίων καθώς και στην Παναγία την Κερά στην Κριτσά.
Εκεί ζουν οι φανταστικές οικογένειες των Φουρτουνάκηδων και τον Βροντάκηδων, τις οποίες χωρίζει μια βεντέτα αιώνων. Επομένως απαγορεύεται κάθε είδους επαφή, πόσω μάλλον η ερωτική μεταξύ μελών των δύο ορκισμένων εχθρών. Κι ενώ οι άρχοντες προσπαθούν να τα… μαγειρέψουν όλα με τα γνωστά προξενιά, συμβαίνει το… μοιραίο.
Η Κατερινιώ Φουρτουνάκη, δηλαδή η Αλίκη Βουγιουκλάκη αρνείται τον υποψήφιο γαμπρό και ερωτεύεται τον Μανούσο Βροντάκη, τον οποίο υποδύεται ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, ο οποίος επίσης λέει «όχι» στη νύφη που του παρουσιάζουν. Επειδή μιλάμε για ρομαντική κομεντί (και μην μας κατηγορήσει κανείς για… σπόιλερ), οι δύο νέοι φτάνουν στο σημείο να σκηνοθετήσουν την ψεύτικη αυτοκτονία τους, μέχρι τελικά να πείσουν τους δικούς τους να τους παντρέψουν με τις ευλογίες τους.
Το κάστινγκ, πλην του… εθνικού ζεύγους, πλαισιώνουν εξαιρετικοί ηθοποιοί. Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος στο ρόλο του άρχοντα Φουρτουνάκη και ο Γιάννης Αργύρης σε εκείνον του άρχοντα Βροντάκη, δίνουν ρέστα! Φυσικά ξεχωρίζει η ερμηνεία του Σπύρου Καλογήρου ως άξεστου υποψήφιου γαμπρού, ενώ καθοριστική είναι και η παρουσία του Αλέκου Τζανετάκου ως Μανωλιού, δηλαδή του «χαζού» του χωριού, που παράλληλα είναι και υπηρέτης των Φουρτουνάκηδων. Πολλές από τις πλέον σπαρταριστές σκηνές έχουν στηριχθεί στο πηγαίο ταλέντο του.
Ωστόσο υπάρχει κι ένας δεύτερος ρόλος ο οποίος έχει μείνει σε όλους αξέχαστους. Και φυσικά μιλάμε για τον ενωματάρχη Καρακώστα! Πρόκειται για τον εκπρόσωπο της αστυνομίας στο νησί, ο οποίος σύμφωνα με το σενάριο κατάγεται από την Ρούμελη και προσπαθεί σε πρώτη φάση να αντιληφθεί τη σκέψη, τα ήθη και τις άγνωστες σε αυτών συμπεριφορές των… «τρελών» με τους οποίους έμπλεξε εξαιτίας της μετάθεσής του.
Για αυτόν τον ρόλο ο υποψήφιος που πέρασε κάθε τεστ και τελικά επιλέχθηκε ήταν ο Νίκος Τσούκας. Γεννημένος στις 16 Φεβρουαρίου 1935 στην Δεσκάτη Γρεβενών, έκανε το ντεμπούτο του στο θέατρο το 1962 και την ίδια χρονιά έκανε και το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο, με την ταινία «Η νύφη το ‘σκασε».
Συνεργάστηκε με τα στούντιο της FinosFilms, ενώ είχε παίξει και στις παραγωγές «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια», ξανά με το δίδυμο Βουγιουκλάκη-Παπαμιχαήλ, αλλά και στο «Η αρχόντισσα και ο αλήτης», όπου εκτός από αυτούς συμμετείχε και ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, με τον ίδιο σκηνοθέτη και τον ίδιο σεναριογράφο.
Έχοντας μείνει απόλυτα ικανοποιημένος από την παρουσία του ηθοποιού, ο Ντίνος Διαμαντόπουλος επέλεξε με «κλειστά μάτια» τον Νίκο Τσούκα, όμως υπήρχε ένα σημαντικό πρόβλημα. Την εποχή των γυρισμάτων στην Κρήτη, εκείνος ήδη είχε κλείσει παραστάσεις με συγκεκριμένο θίασο και δεν έδειχνε διατεθειμένος να τον αφήσει.
Έτσι χρειάστηκε να πειστεί ο ίδιος ο Φίνος να βάλει αρκετά βαθιά το χέρι στην τσέπη για να τον πείσει και για αυτό η αμοιβή του Νίκου Τσούκα ήταν πολύ υψηλή, ίσως υψηλότερη και από άλλους πρωταγωνιστές με μεγαλύτερο ρόλο!