«Ο Δημήτρης Χριστοδούλου ανήκει στην κατηγορία των ποιητών που έκαμαν το βίωμα της πολεμικής αρετής, αρετή της ποίησής τους.
Από παιδί στη βιοπάλη πολλά έζησε κι έμαθε, σε εκείνη την ανελέητη εποχή με τη δικτατορία του Μεταξά μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Συμπορεύτηκε με τη γενιά του, που ’δωσε βροντερό το «παρών», χτυπήθηκε κι αντιστάθηκε ματώνοντας στον πόλεμο του ’40, στην Κατοχή και στον ελληνοελληνικό σκοτωμό. Με τον επακολουθήσαντα «δίχως μάτια ελέου» διωγμό των ηττημένων.
Το μεγαλειώδες κι εφιαλτικό πανόραμα (στοιχεία του τραγικού), που μεταποιήθηκε στα χέρια του σε ποίηση πυρετική και σφύζουσα. Όπως έκανε κι ο Μιχάλης Κατσαρός, ο Τάκης Σινόπουλος, ο Θανάσης Κωσταβάρας, ο Μανώλης Αναγνωστάκης... Και άλλοι, βέβαια, κατάδηλες περιπτώσεις ποιητών της «γενιάς του ’50», που στάθηκε κατ’ εξοχήν γενιά του αίματος.
Ποιητής με αφοσίωση και ορμητικό, συχνά φιλέκδικο, πάθος (με τριάντα ποιητικές συλλογές), ο Χριστοδούλου κατέστησε το διαυγές πολιτικό φρόνημα της αφιλόκερδης γενιάς του, ήθος ποιητικό στο βαθύ ανθρωπιστικό του περιεχόμενο. Ένα ήθος που έφθασε, με γνώση και μεράκι τού τεχνίτη, να μετακενώσει στο ελληνικό τραγούδι· με τραγούδια ποιητικού διάκοσμου διαχρονικά μες στην πλησμονή δεκαετιών να ζουν στη μνήμη των Ελλήνων.
Το έργο του, όπως επιλεκτικά ανασυγκροτήθηκε σε τούτην την Επιλογή, σαν πλατύ ποτάμι παφλάζει έμπνευση πηγαία μιας άγρυπνης συνείδησης. Και στηλιτεύοντας αδιάκοπα την εξακολουθητική έκπτωση αξιών αποκαλύπτει την υποκριτική ηθική· αυτήν «την αληθινή κίρκη της ανθρωπότητας»! Για να θυμηθούμε τον αρχάγγελο της μεταξίωσης όλων των αξιών, Φρειδερίκο Νίτσε.»
Από τον πρόλογο του Ηλία Γκρή