Ήταν ο Χρηστάκης. Έτσι τον ήξεραν όλοι. Ακόμα και αυτοί που τραγουδούσαν τις επιτυχίες του. Ελάχιστοι ήταν αυτοί που ήξεραν το επίθετό του και ίσως αυτή ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία του.
Ήταν ο Χρηστάκης που έμαθε «πως ήσουν μάγκας» αλλά ήθελε να ζήσει «ελεύθερο πουλί» και να ακούει να «παίζουν τα μπαγλαμαδάκια». Τελικά η ζωή του τα έφερε όλα ανάποδα. Και όταν μια ημέρα σαν σήμερα πέθανε, ήταν ολομόναχος και ξεχασμένος σχεδόν απ’ όλους.
Τόσο μόνος που αν και ήταν 1η Ιουνίου, ήταν «το κρύο τσουχτερό».
Ο υδραυλικός που ήταν «αηδόνι»
Ο Χρήστος Σύρπος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1924. Για τα πρώτα χρόνια της ζωής του, δυστυχώς, δεν είναι πολλά πράγματα γνωστά.
Αυτό που είναι σίγουρο, ωστόσο, είναι πως ενώ ήταν ακόμα μικρός, η οικογένειά του έφυγε από την Πόλη και μετακόμισε μόνιμα στη Δράμα.
Εκείνα τα χρόνια ήταν δύσκολα και ο Χρήστος έπρεπε να βγει στο μεροκάματο προκειμένου να βοηθήσει την οικογένειά του. Τον έστειλαν δίπλα σε έναν υδραυλικό προκειμένου να μάθει την τέχνη. Και το κατάφερε. Με σκληρή δουλειά και πείσμα έκανε πολλά μεροκάματα και έτσι μπορούσε να βοηθάει τους δικούς του ανθρώπους.
Παράλληλα με αυτά, ωστόσο, ο Χρήστος είχε και το μεράκι της μουσικής. Κάθε φορά που είχε ελεύθερο χρόνο και λεφτά πήγαινε σε κέντρα διασκέδασης για να ακούσει μια «πενιά» και να ξεχνάει έτσι τα προβλήματα της καθημερινότητας.
Ήταν τέτοια η αγάπη που είχε για τη μουσική που έμαθε – απλά βλέποντας τους μουσικούς στα μαγαζιά που πήγαινε – να παίζει μπαγλαμά και κιθάρα!
Στη συνέχεια άρχισε να κάνει δειλά-δειλά τα πρώτα του βήματα πάνω στο πάλκο. Αρχικά και για αρκετά χρόνια (από το 1950 έως και το 1967) έκανε δεύτερη φωνή στα μεγάλα ονόματα της νυχτερινής ζωής. Όχι μόνο στα κέντρα διασκέδασης αλλά και στα δισκογραφικά στούντιο.
Δυο άνθρωποι, ωστόσο, ήταν αυτοί που άλλαξαν τη ζωή του Χρήστου που, πλέον, είχε γίνει Χρηστάκης. Ο πρώτος άνθρωπος ήταν ο ρεμπέτης Κώστας Καπλάνης ο οποίος τον άκουσε και του είπε πως θα αδικήσει τον εαυτό του αν παραμείνει για πάντα δεύτερη φωνή στις φίρμες της εποχής.
Ο Καπλάνης τον προέτρεψε να κάνει σόλο καριέρα και ο Χρηστάκης ακολούθησε τη συμβουλή του.
Το μόνο που του έλειπε ήταν ένα «δυνατό» τραγούδι προκειμένου να τον μάθει το ευρύ κοινό. Και εδώ, μπαίνει στην ιστορία μας ο σπουδαίος συνθέτης Πάνος Γαβαλάς, ο οποίος δίνει στον Χρηστάκη το τραγούδι «Να χαρείς τα μάτια σου καλέ».
Λένε πως ο Γαβαλάς πίστευε τόσο πολύ στον Χρηστάκη που στην ουσία τον επέβαλε στη δισκογραφική, πληρώνοντας ο ίδιος τα πρώτα του μεροκάματα.
Αλλά δε χρειάστηκε να το κάνει για πολύ καιρό αυτό καθώς η επιμονή του απέδωσε καρπούς. Στην πραγματικότητα η ζωή του Χρηστάκη άλλαξε μέσα σε μια νύχτα. Από εκεί που έκανε δεύτερες φωνές σε φίρμες, έγινε ο ίδιος φίρμα τραγουδώντας αυτό το τραγούδι.
Ο Χρηστάκης ζούσε το όνειρό του. Ποτέ δεν περίμενε πως θα γινόταν πρώτο όνομα στα νυχτερινά μαγαζιά. Το γεγονός ότι ζούσε το όνειρό του, «έβγαινε» πάνω στην πίστα αφού ο Χρηστάκης έκανε τα πάντα για να ικανοποιεί τους πελάτες του μαγαζιού.
Έκανε ένα σόου που οι θαμώνες αυτών των μαγαζιών δεν είχαν συνηθίσει να βλέπουν καθώς δε δίσταζε να τραγουδάει ακόμα και ξαπλωτός πάνω στους μικρούς… «λόφους» που δημιουργούσαν τα σπασμένα πιάτα!
Την περίοδο της χούντας ο Χρηστάκης καταγράφει τη μια χρυσή επιτυχία μετά την άλλη. Φεύγει από τη δισκογραφική εταιρεία που ήταν και πηγαίνει σε εκείνη που ίδρυσε εκείνη την εποχή ο Γαβαλάς.
Πρώτα ήταν το θρυλικό σήμερα «Έμαθα πως είσαι μάγκας» και στη συνέχεια ήρθαν το «Θα ζήσω ελεύθερο πουλί» και βέβαια το «Παίζουν τα μπαγλαμαδάκια».
Και αυτές είναι μόνο μερικές από τις επιτυχίες που όχι απλά έκαναν τον Χρηστάκη αναγνωρίσιμο και φίρμα αλλά τον ανέβασαν στην κορυφή του ελληνικού τραγουδιού και της διασκέδασης στη νυχτερινή Αθήνα.
Η απότομη πτώση και το τραγικό τέλος
Έκανε τον… σαματά, διασκέδαση. Οι εφημερίδες έλεγαν για εκείνον πως ήταν ο «Έλλην Τζόνι Χάλιντεϊ», το πιο λαμπρό αστέρι της γαλλικής ποπ μουσικής. Έπαιξε και σε πολλές ελληνικές ταινίες.
Ο Χρηστάκης μέσα σε όλη αυτή την «απογείωση» παντρεύτηκε την αδερφή του αξέχαστου Γιώργου Μητσάκη. Απέκτησε και δυο παιδιά. Χώρισε σχετικά γρήγορα, βέβαια, αλλά αυτό δεν τον επηρέασε.
Συνέχισε να είναι αυτός ο ανοιχτόκαρδος και σχεδόν πάντα χαμογελαστός τραγουδιστής που έδειχνε να το απολαμβάνει περισσότερο και από αυτούς που πήγαιναν να τον ακούσουν για να διασκεδάσουν.
Δυστυχώς για τον Χρηστάκη, ωστόσο, δεν έχουν όλα τα παραμύθια καλό τέλος.
Βρισκόμαστε, πλέον, στη μεταπολίτευση, η μουσική έχει αλλάξει. Ο κόσμος μετά την τραγωδία της Κύπρου, την πτώση της χούντας και τις πρώτες εργατικές διεκδικήσεις που σήμαναν τη γέννηση ενός ισχυρότατου εργατικού κινήματος που είχε τις ρίζες του στην εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβρη του 1973, είχε κάνει στροφή και στη μουσική.
Προτιμούσε, πλέον, το στρατευμένο, πολιτικό, τραγούδι. Ο Χρηστάκης δεν χωρούσε μέσα σε αυτή τη νέα κατάσταση και κυρίως άργησε να το αντιληφθεί αυτό.
Παράλληλα, ωστόσο, υπήρχε και σε εξέλιξη ένας ανελέητος πόλεμος ανάμεσα στις δισκογραφικές εταιρείες που η κάθε μια για λογαριασμό της διεκδικούσε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι από την «πίτα». Έστω και αν αυτό σήμαινε πως απλά θα κάνει κακό στον αντίπαλο.
Θύμα μιας τέτοιας ανελέητης μάχης ήταν και ο ίδιος ο Χρηστάκης. Ο τραγουδιστής εκείνη την εποχή είχε υπογράψει ένα εξαετές συμβόλαιο συνεργασίας με τη δισκογραφική του Γαβαλά, του ανθρώπου που τον ανέδειξε. Κάποια στιγμή, ωστόσο, η Columbia πλησίασε τον Χρηστάκη και του ζήτησε να αλλάξει εταιρεία.
Ο Χρηστάκης «τυφλώθηκε» από το μέγεθος της Columbia. Δεν ήταν και λίγο, άλλωστε, να σε ζητάει η μεγαλύτερη δισκογραφική. Όταν είπε στον Πάνο Γαβαλά πως θέλει να φύγει για να πάει στην Columbia, ο συνθέτης, πικραμένος, πήρε το συμβόλαιο του Χρηστάκη, το έσκισε μπροστά του και του είπε: «Να πας, Χρήστο, σου εύχομαι κάθε επιτυχία»!
Ο Γαβαλάς θα μπορούσε να κρατήσει αν ήθελε τον τραγουδιστή. Είχε εξαετές συμβόλαιο μαζί του, άλλωστε.
Η πίκρα του Γαβαλά για τη στάση του Χρηστάκη, ωστόσο, ήταν μεγαλύτερη και από τα συμβόλαια και από τα κέρδη. Δυστυχώς για τον Χρηστάκη αυτή την λάθος του κίνηση την πλήρωσε ακριβά.
Η Columbia που, πλέον, κινούνταν στους ρυθμούς που επέβαλε η νέα εποχή, δεν ήθελε τον Χρηστάκη για να του δώσει… πολιτικά τραγούδια. Τον ήθελε για να αποδυναμώσει την εταιρεία του Γαβαλά.
Ο Χρηστάκης ποτέ δεν τραγούδησε έστω και ένα τραγούδι στην Columbia!
Τις τελευταίες του προσπάθειες για να επανακάμψει ήταν το 1976 με τον σπουδαίο Άκη Πάνου και το 1978 με τον Τάκη Σούκα και τον Χρήστο Νικολόπουλο. Δεν πέτυχε αυτό που ήθελε.
Επιχείρησε μια τελευταία προσπάθεια με μια συναυλία στον Λυκαβηττό αλλά και πάλι τίποτα. Τα εισιτήρια που πουλήθηκαν ήταν ελάχιστα και η αποτυχία τεράστια.
Ο ανοιχτοχέρης τραγουδιστής άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Όπως συμβαίνει συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, αυτοί που είχε ενισχύσει οικονομικά τότε που μπορούσε, τώρα που ήθελε τη βοήθειά τους, του γύρισαν την πλάτη.
Ο Χρηστάκης έφυγε απογοητευμένος από την Αθήνα και πήγε στην Καβάλα. Εκεί τραγουδούσε σε διάφορα ξενυχτάδικα β’ διαλογής. Εκεί, στην παραθαλάσσια πόλη της βόρειας Ελλάδας, θα τον βρει το πρώτο εγκεφαλικό επεισόδιο.
Ουσιαστικά είχε ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση αφού η κατάσταση της υγείας του άρχισε να επιδεινώνεται ραγδαία. Και μετά ήρθε και το δεύτερο εγκεφαλικό. Τελικά, μια ημέρα σαν σήμερα, την 1η Ιουνίου 1981, ο Χρηστάκης άφησε την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης.
Πέθανε μόνος, ξεχασμένος και στην αφάνεια. Τα έξοδα της κηδείας, που έγινε στη Δράμα, στην πόλη απ΄ όπου είχε ξεκινήσει, του τα έκαναν κάποιοι φίλοι και θαυμαστές του.
Η προσφορά του στη λαϊκή μουσική άρχισε να αναγνωρίζεται περίπου μια δεκαετία αργότερα.
Νίκος Δεμισιώτης